Μαθήματα πολιτικής ηγεσίας από την εποχή του Μπίσμαρκ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μαθήματα πολιτικής ηγεσίας από την εποχή του Μπίσμαρκ

Η Αυτοκρατορική Γερμανία και ο Ανταγωνιστικός Αυταρχισμός
Περίληψη: 

Η Κίνα δεν είναι η πρώτη μεγάλη δύναμη που πετυχαίνει να κάνει ελκυστική μια αυταρχικού τύπου ανάπτυξη. Όπως αποκαλύπτει η νέα βιογραφία του Μπίσμαρκ από τον Jonathan Steinberg, η αυτοκρατορική Γερμανία το πέτυχε πολύ εύκολα. Όμως, μπορούν -άραγε- ακόμη και τα επιτυχημένα αντιδημοκρατικά πολιτικά συστήματα να ευδοκιμούν και να αναπτύσσονται ειρηνικά σε μακροπρόθεσμη βάση; Η απάντηση εξαρτάται από το κατά πόσον οι αυταρχικές ελίτ είναι ανεκτικές στη μοιρασιά της εξουσίας.

O MICHAEL BERNHARD είναι προεδρεύων στην έδρα Raymond and Miriam Ehrlich του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Φλόριντα.

Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, ένας ιδιαίτερος τύπος καθεστώτος αναδύθηκε μέσα στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ένας τύπος που οι ειδικοί κατέληξαν να αποκαλούν «ανταγωνιστικός αυταρχισμός». Τούτο το είδος πολιτικού συστήματος επιτρέπει τον συναγωνισμό για την εξουσία μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών ομάδων, αλλά με τόσο πολλές παραβιάσεις της εκλογικής νομιμότητας και τόσο λίγο σεβασμό στις αρχές του φιλελευθερισμού, ώστε να μη μπορεί να αποκαλείται πραγματική δημοκρατία. Από τη Ρωσία ως το Περού και από την Καμπότζη ως το Καμερούν, ανάλογα καθεστώτα βρίσκονται σήμερα σε όλες σχεδόν τις γωνιές του κόσμου, ενώ ο τρόπος με τον οποίον θα αναπτυχθούν, θα καθορίσει τη μορφή του εικοστού πρώτου αιώνα.

Η καλύτερη μέθοδος για να διερευνήσουμε τη μελλοντική πορεία αυτών των πολιτικών συστημάτων είναι, παραδόξως, να κοιτάξουμε προς τα πίσω παρά μπροστά, μιας και το παρελθόν ενδέχεται να αποτελεί προπομπό. Η Γερμανία της εποχής του Γουλιέλμου είναι ένα άκρως ενδιαφέρον πεδίο σύγκρισης με πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Όπως πολλά απ’ αυτά τα καθεστώτα, έτσι κι αυτή είχε γνωρίσει την όψιμη, ταχεία ανάπτυξη και τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Κι αυτή είχε αναπτύξει μιαν ανταγωνιστική μορφή πολιτικής ζωής, που απείχε από το να είναι ολοκληρωμένη δημοκρατία. Και όπως, ενδεχομένως, οι σημερινές αναδυόμενες δυνάμεις, η Γερμανία γνώρισε μια εσωτερική πολιτική κρίση που ήταν ικανή να κλονίσει όλο τον κόσμο.

Η τεράστια μορφή που ηγήθηκε της γερμανικής ανόδου ήταν ο Όττο φον Μπίσμαρκ, υπουργός εξωτερικών και υπουργός-πρόεδρος [του υπουργικού συμβουλίου] της Πρωσίας κατά τη δεκαετία του 1860, αρχιτέκτονας της γερμανικής ενοποίησης το 1871, και καγκελάριος της ενοποιημένης Γερμανίας από το 1871 έως το 1890. Δεδομένου του ρόλου που διαδραμάτισε ο Μπίσμαρκ στη γερμανική ιστορία, έχουν γραφεί ήδη πάρα πολλά γι’ αυτόν, έτσι ώστε να αναρωτιέται κανείς τι απομένει να ειπωθεί. Ωστόσο, στο βιβλίο του, Bismarck: A Life, ο Jonathan Steinberg, έγκριτος ιστορικός με μακρά σταδιοδρομία στα πανεπιστήμια του Καίμπριτζ και της Πενσυλβάνια, εκπόνησε μια πρώτης τάξεως βιογραφία, που συνδυάζει τη συμβατική ιστορική αφήγηση με μια ερεθιστική καταγραφή της προσωπικότητας του Μπίσμαρκ.

Χρησιμοποιώντας στοχασμούς του ίδιου του ιστορικού προσώπου, καθώς και φίλων, εχθρών και συνεργατών του, το βιβλίο προσφέρει ένα καινούργιο και συναρπαστικό πορτραίτο μιας γοητευτικής προσωπικότητας. Ο Steinberg δείχνει πώς το γερμανικό πολιτικό κλίμα που καλλιέργησε ο Μπίσμαρκ -με ειδικά χαρακτηριστικά του τη ροπή προς τον αυταρχισμό, την απέχθεια προς τον συμβιβασμό και έναν αντιδραστικό αντιμοντερνισμό- συνέβαλε στην ολέθρια πορεία της χώρας κατά τις δεκαετίες μετά την απομάκρυνσή του από την εξουσία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, επίσης, φωτίζει έμμεσα τις προοπτικές των καθεστώτων του «ανταγωνιστικού αυταρχισμού» στη σύγχρονη εποχή. Η έμφαση, όπως αποδεικνύεται, δεν πρέπει να δοθεί τόσο στον χαρακτήρα των κάτωθεν αναδυομένων τάξεων, όσο στην προθυμία των αρχουσών τάξεων να χαλαρώσουν την προσκόλλησή τους στην εξουσία.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΔΙΟΦΥΙΑ ΤΟΥ ΜΠΙΣΜΑΡΚ

Ο Μπίσμαρκ γεννήθηκε το 1815 σε εκείνο το κοινωνικό στρώμα της πρωσικής αριστοκρατίας, τους Γιούνκερς, που συνδύαζε την επίμοχθη καλλιέργεια της σίκαλης, στη ζώνη ανατολικά του ποταμού Έλβα, με το ήθος της πειθαρχημένης και συχνά στρατιωτικής αφοσίωσης στην ηγεμονική δυναστεία της Πρωσίας, τους Χοετσόλλερν. Ήταν μορφωμένος, πνευματώδης και εξαιρετικά ευφυής (μολονότι δεν ήταν διανοούμενος). Οι πολιτικές του πεποιθήσεις ήσαν αντιδραστικές, όπως συνέβαινε και με πολλούς Γιούνκερς. Ήταν αντιδημοκρατικός, αντισοσιαλιστής, αντικαθολικός και αντισημίτης.

Ο Μπίσμαρκ επιβλήθηκε ως προσωπικότητα για πρώτη φορά κατά τις επαναστάσεις του 1848, όταν οι δημοκρατικές και εθνικές εξεγέρσεις έθεσαν προκλήσεις στην καθεστηκυία τάξη της Ευρώπης. Ως νέο μέλος του πρωσικού κοινοβουλίου υπερασπίστηκε σθεναρά την επιθυμία της μοναρχίας για απεριόριστη εκτελεστική εξουσία. Εν μέρει χάρη σε αυτούς τους χειρισμούς, τότε και αργότερα, η δυναστεία επιβίωσε του αναβρασμού και συνέχισε να κυβερνά για επτά δεκαετίες ακόμη, σε μια περίοδο κατά την οποία η Πρωσία πέτυχε την ενοποίηση της Γερμανίας με επίκεντρο την ίδια και αναδείχθηκε σε βιομηχανική και στρατιωτική δύναμη.

Η οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας υστερούσε σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Κοινωνικοί επιστήμονες όπως ο Alexander Gerschenkron και ο Barrington Moore παρατήρησαν ότι η υιοθέτηση της καπιταλιστικής καινοτομίας εκ μέρους της χώρας και η άνοδος της ισχύος της, υπαγορεύτηκαν από ένα νέο πρότυπο αυταρχικής ανάπτυξης. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Μουρ, ήταν μια «επανάσταση από τα πάνω». Αυτό σήμαινε ότι η βιομηχανική πολιτική χρησιμοποιείτο για την προώθηση της ανάπτυξης σε εκείνους τους τομείς που ενδυνάμωναν την κρατική εξουσία και, συγχρόνως, κατέπνιγαν ή προσεταιρίζονταν κάθε αντιπολίτευση. Προκειμένου να συγχρονιστεί με τις πλέον προηγμένες οικονομίες της Δύσης, η κυβέρνηση προστάτευσε τη βαριά βιομηχανία, που ήταν απαραίτητη για τη στρατιωτική ισχύ του έθνους, όπως και την αγροτική παραγωγή των Γιούνκερς, επιβάλλοντας δασμούς.