Η αιγυπτιακή εξωτερική πολιτική μετά τις εκλογές | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αιγυπτιακή εξωτερική πολιτική μετά τις εκλογές

Τι θα φέρουν οι κάλπες στην πολυπληθέστερη αραβική χώρα
Περίληψη: 

Στη Δύση φαίνεται να πιστεύουν ότι μια νίκη των κοσμικών στις εκλογές αυτής της εβδομάδας θα είναι κάτι καλό για τα συμφέροντα των ΗΠΑ, ενώ μια νίκη των ισλαμιστών θα είναι κάτι κακό. Αλλά ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα θα κερδίσει, η νέα Αίγυπτος θα είναι λιγότερο συγκαταβατική στις απαιτήσεις των ΗΠΑ.

Η GENEIVE ABDO είναι συναργάτις στο Century Foundation και συγγραφέας του No God but God: Egypt and the Triumph of Islam (Oxford University Press).

Πολλά πράγματα είναι προς συζήτηση σχετικά με τις κοινοβουλευτικές εκλογές αυτού του μήνα στην Αίγυπτο: ο ρόλος της θρησκείας, η δύναμη του στρατού και η αναδυόμενη μορφή της αραβικής δημοκρατίας. Αλλά ένα ζήτημα απουσιάζει: η εξωτερική πολιτική του Καΐρου. Η Ουάσινγκτον πιστεύει ότι μια νίκη των κοσμικών θα ήταν ευνοϊκή για τα συμφέροντα των ΗΠΑ ενώ μια νίκη των ισλαμιστών θα φέρει προβλήματα. Αλλά ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα θα πάρει τις περισσότερες έδρες στο κοινοβούλιο, η νέα Αίγυπτος θα είναι λιγότερο συγκαταβατική απέναντι στις απαιτήσεις των ΗΠΑ και θα καλλιεργήσει θερμότερες σχέσεις με το Ιράν.

Η ανοιξιάτικη επανάσταση της Αιγύπτου είχε ως στόχο κυρίως την αποτυχημένη ηγεσία του πρώην προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ στα εσωτερικά θέματα. Αλλά, οι αιγύπτιοι είχαν απηυδήσει επίσης με την εξωτερική πολιτική του. Για να διατηρήσει καλές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ, ο Μουμπάρακ ήταν αντανακλαστικά εχθρικός απέναντι στο Ιράν και τους συμμάχους του - τη Χεζμπολάχ, τη Χαμάς και τη Συρία. Τα τελευταία χρόνια, η εχθρότητά του ήταν όλο και πιο εμφανής. Σύμφωνα με αναρτήσεις στο WikiLeaks το 2010, ο Μουμπάρακ είχε φτάσει μέχρι του σημείου να πει ότι «η ιρανική επιρροή εξαπλώνεται σαν τον καρκίνο από το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου ως το Μαρόκο». Επίσης, φέρεται να έδωσε το 2008 στο Ισραήλ το «πράσινο φως» για τη διεξαγωγή βομβαρδισμών εναντίον της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας. Είναι χαρακτηριστικό των σχέσεων, ότι το ιρανικό καθεστώς ονομάτισε έναν δρόμο στην Τεχεράνη προς τιμήν του δολοφόνου που σκότωσε τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Ανουάρ Σαντάτ.

Η συμμαχία της Αιγύπτου με την Ουάσιγκτον εκνεύρισε το αιγυπτιακό κοινό. Αισθάνθηκαν ότι η στάση της χώρας τους στον αραβικό κόσμο ολισθαίνει και ότι υπεύθυνος για αυτό ήταν ο Μουμπάρακ. Αυτό το παράπονο, ωστόσο, παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό κρυμμένο κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων στην πλατεία Ταχρίρ. Οι διαδηλωτές, για παράδειγμα, δεν έκαψαν καμία ξένη σημαία και απέφυγαν συνθήματα κατά των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ισραήλ. Ήθελαν να διώξουν τον Μουμπάρακ και αυτό σήμαινε μια διαρκή έμφαση στα εγχώρια θέματα, όπως είναι το πρόβλημα της μαζικής ανεργίας στην Αίγυπτο, το κακό εκπαιδευτικό σύστημα και η έλλειψη δημόσιων υπηρεσιών.

Αλλά τώρα που οι εκλογές πλησιάζουν, η δημόσια συζήτηση για το νέο ρόλο της Αιγύπτου στον κόσμο, έχει μετατραπεί σε καυτό ζήτημα. Σε συνεντεύξεις κατά τη διάρκεια πρόσφατου ταξιδιού στο Κάιρο, ακτιβιστές, εμπειρογνώμονες, και υποψήφιοι από όλο το πολιτικό φάσμα συμφωνούν ότι η Αίγυπτος θα πρέπει να επιδιώξει πολύ φιλικότερες σχέσεις με το Ιράν και τους συμμάχους του, προκειμένου να αποκτήσει επιρροή στην περιοχή. Μια νέα κυβέρνηση στο Κάιρο, θα πρέπει επίσης, όπως πολλοί είπαν, να διατηρεί καλές σχέσεις με τη Σαουδική Αραβία και, σε μικρότερο βαθμό, τις Ηνωμένες Πολιτείες - αλλά όχι εις βάρος της συνεργασίας της με το ιρανικό καθεστώς. «Δεν υπάρχει κανένας λόγος για εμάς να έχουμε εχθρικότητα απέναντι στο Ιράν», δήλωσε ο Μουσταφά ελ-Λαμπάντ, ο διευθυντής του Κέντρου Μέσης Ανατολής για Περιφερειακές και Στρατηγικές Σπουδές στο Κάιρο, «αν και υπάρχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ μας».

Ακόμη και το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων (Supreme Council of the Armed Forces, SCAF), δηλαδή η μεταβατική στρατιωτική κυβέρνηση της Αιγύπτου, η οποία μερικές φορές εμφανιζόταν ως στενά συνδεδεμένη με τα συμφέροντα των ΗΠΑ, συμφωνεί τελικά με την άποψη αυτή. Εάν ο πληθυσμός θέλει μια καλύτερη σχέση με το Ιράν, τη Χεζμπολάχ, τη Χαμάς και τη Συρία, το SCAF θα δυσκολευτεί να αγνοήσει αυτή την επιθυμία. Φυσικά, η φιλία με τους παράγοντες αυτούς θα μπορούσαν επίσης να είναι προς το συμφέρον της ίδιας του SCAF: Με τη διατήρηση της επικοινωνίας με όλες τις μεγάλες παρατάξεις στη Μέση Ανατολή, το SCAF, που χρησιμεύει ως κυβέρνηση της Αιγύπτου, θα αυξήσει την επιρροή του στην περιφερειακή πολιτική.

Σημάδια της στροφής του Συμβουλίου προς το Ιράν ήταν εμφανή από τις πρώτες μέρες της επανάστασης. Μια από τις πρώτες σημαντικές ενέργειες του SCAF ήταν να επιτρέψει στο Ιράν να διέλθουν πλοία του μέσω της διώρυγας του Σουέζ - κάτι που ήταν απαγορευμένο από την εποχή της Ισλαμικής Επανάστασης το 1979. Η Τεχεράνη ανταπέδωσε: Το ιρανικό καθεστώς υποστήριξε φωναχτά την εξέγερση. Και αμέσως μετά την πτώση του Μουμπάρακ, το Ιράν ανακοίνωσε ότι είχε διορίσει έναν πρεσβευτή στην Αίγυπτο, για πρώτη φορά μετά την διακοπή των διπλωματικών δεσμών το 1978. Τον Μάιο, μετά από συναντήσεις με υψηλόβαθμους Ιρανούς αξιωματούχους, ο υπουργός Εξωτερικών της Αιγύπτου δήλωσε ότι η χώρα έχει «ανοίξει μια νέα σελίδα» με το Ιράν. Τον Αύγουστο, το Ιράν έστειλε μια άλλη διπλωματική αντιπροσωπεία υψηλόβαθμων αξιωματούχων στο Κάιρο για να ενδυναμώσει τους δεσμούς.

Η ουσία του θέματος είναι ότι οι Αιγύπτιοι θέλουν και πάλι τη χώρα τους να είναι το κέντρο του αραβικού κόσμου. Αισθάνονται ότι το δικαιούνται: Η Αίγυπτος είναι η πιο πυκνοκατοικημένη από 22 αραβόφωνες χώρες του κόσμου, η έδρα του Al-Azhar (το συγκρότημα τζαμιού και πανεπιστημιακών σχολών που αποτελεί το κέντρο της μάθησης για τους Σουνίτες Μουσουλμάνους) και η καρδιά και η ψυχή του Αραβικού κινηματογράφου. Ακόμα κι έτσι, γνωρίζουν ότι, όταν η νέα πολιτική τάξη στη Μέση Ανατολή σταθεροποιηθεί, μπορεί να αναγκαστούν να διαπραγματεύονται με πολλά κέντρα εξουσίας. Με όσα περισσότερα από αυτά έχουν καλές σχέσεις, τόσο πιο κοντά θα είναι στην επίτευξη του στόχου τους.