Οι εμμονές των Παλαιστινίων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι εμμονές των Παλαιστινίων

Γιατί η Παλαιστινιακή Αρχή θα πρέπει να αναγνωρίσει το εβραϊκό κράτος
Περίληψη: 

Οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων απέτυχαν οικτρά. Η αιτία, όπως γράφουν δύο ανώτεροι αξιωματούχοι της ισραηλινής κυβέρνησης, δεν είναι η διαφωνία επί συγκεκριμένων ζητημάτων, όπως οι εποικισμοί ή το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, αλλά κάτι πολύ πιο θεμελιώδες: η άρνηση των Παλαιστινίων να αναγνωρίσουν το Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος.

Ο YOSEF KUPERWASSER είναι Γενικός Διευθυντής του ισραηλινού υπουργείου Στρατηγικών Υποθέσεων και πρώην επικεφαλής στο τμήμα Ανάλυσης και Παραγωγής της Διεύθυνσης Στρατιωτικών Πληροφοριών των Ενόπλων Δυνάμεων του Ισραήλ.
Ο SHALOM LIPNER υπηρετεί στο Γραφείο του Πρωθυπουργού του Ισραήλ από το 1990.

Σχεδόν δύο δεκαετίες ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων απέτυχαν οικτρά. Ο βασικός λόγος αυτής της αποτυχίας βρίσκεται στην άρνηση των Παλαιστινίων να αναγνωρίσουν το Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος.

Ο σκελετός των συμφωνιών του Όσλο, που υπογράφηκαν το 1993, προϋπέθετε ότι τόσο οι Ισραηλινοί όσο και οι Παλαιστίνιοι ήταν, επιτέλους, έτοιμοι να αναγνωρίσουν αμοιβαία τα εθνικά δίκαια και προσδοκίες. Ύστερα από αυτό το θεμελιώδες βήμα, όλοι πίστεψαν ότι αυτό που απέμενε ήταν η επεξεργασία ενός συμβιβασμού πάνω στα ουσιαστικά ζητήματα, όπως η χάραξη των συνόρων, ο τρόπος μιας πιθανής διχοτόμησης της Ιερουσαλήμ, η διευθέτηση της παλαιστινιακής απαίτησης για επιστροφή στο Ισραήλ των προσφύγων από τον πόλεμο του 1948.

Αυτά, τουλάχιστον, ίσχυαν στη θεωρία. Εντούτοις, στην πορεία των τελευταίων 18 χρόνων και ενώ οι διαπραγματεύσεις διεξάγονταν πάνω σ’ αυτούς τους άξονες, η ρητορική και οι ενέργειες της παλαιστινιακής ηγεσίας απέδειξαν ότι το προαναφερθέν διάγραμμα δεν ισχύει. Στην πραγματικότητα, οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν αναγνωρίσει τη νομιμότητα των εθνικών δικαίων του εβραϊκού λαού. Αναλογιστείτε, παραδείγματος χάριν, την άρνηση των Παλαιστινίων να διαπραγματευθούν με το Ισραήλ καθ’ όλη τη διάρκεια της περυσινής χρονιάς, ως αποτέλεσμα, όπως ισχυρίζονται, της συνεχιζόμενης δημιουργίας εποικισμών στην Ιερουσαλήμ και πέρα από τα όρια του 1967. Πρόκειται για αμφισβητήσιμο ισχυρισμό, δεδομένου ότι ποτέ πριν οι Παλαιστίνιοι δεν είχαν θέσει ως προϋπόθεση τη διακοπή στη δημιουργία εποικισμών. Και όταν το Ισραήλ είχε παγώσει την κατασκευή εποικισμών για δέκα μήνες το 2009-10, οι Παλαιστίνιοι είχαν πάλι αρνηθεί να συζητήσουν, ενώ συμφώνησαν να το πράξουν μόλις την τελευταία στιγμή, κι αυτό για να αποτρέψουν μια κρίση στις σχέσεις τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο πραγματικός λόγος για την αδιαλλαξία των Παλαιστινίων αξιωματούχων δεν έχει καμία σχέση με την κατασκευή εποικισμών. Αντιθέτως, πρόκειται για τη διαιωνιζόμενη εκ μέρους τους απόρριψης του εβραϊκού χαρακτήρα του ισραηλινού κράτους. Οι Παλαιστίνιοι έχουν πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι από τη στιγμή που θα καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και από τη στιγμή που θα επιτευχθεί συμφωνία σε όλα τα άλλα σοβαρά ζητήματα, θα πρέπει να είναι σε θέση να απαντήσουν αν είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν το Ισραήλ ως έθνος-κράτος του εβραϊκού λαού. Και, όπως δήλωσε τον περασμένο Μάιο στο αμερικανικό Κογκρέσο ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου, η σύγκρουση Ισραηλινών-Παλαιστινίων «δεν ήταν ποτέ γύρω από την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους. Πάντα περιστράφηκε γύρω από την ύπαρξη του εβραϊκού κράτους». Και συνέχισε : «Οι Παλαιστίνιοι ήταν απρόθυμοι να αποδεχθούν ένα παλαιστινιακό κράτος εάν αυτό σήμαινε ότι έπρεπε δίπλα του να αποδεχθούν ένα εβραϊκό κράτος».

Το Ισραήλ διατήρησε την ανεξαρτησία και τον αυτοκαθορισμό του μέσα από την ικανότητά του να υπερασπίζεται τον εαυτό του. Όμως, η ικανότητα στο πεδίο της μάχης δεν είναι ισοδύναμη με την πραγματική σταθερότητα και την ειρήνη. Η άρνηση των Παλαιστινίων να αναγνωρίσουν το Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος βρίσκεται στη ρίζα της διαμάχης και πίσω από κάθε φερόμενο ως βασικό ζήτημα, από τον καθορισμό των συνόρων μέχρι την επίλυση του προσφυγικού. Συνεπώς, μια γνήσια συμφιλίωση μπορεί να επιτευχθεί, μόνο από τη στιγμή που οι Παλαιστίνιοι συμβιβαστούν με την ύπαρξη του Ισραήλ ως εβραϊκού κράτους.

ΕΙΝΑΙ ΤΟ 1947, ΟΧΙ ΤΟ 1967

Η υπόθεση ότι οι Παλαιστίνιοι έχουν συγκατατεθεί να αποδεχθούν το Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος, βασίστηκε σε επιστολή που ο Παλαιστίνιος ηγέτης Γιάσερ Αραφάτ είχε αποστείλει στον Ισραηλινό πρωθυπουργό Γιτζάκ Ραμπίν, λίγο πριν από την υπογραφή των συμφωνιών του Όσλο. Η επιστολή, στην οποία αναφέρεται ότι η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης «αναγνωρίζει το δικαίωμα ύπαρξης του κράτους του Ισραήλ σε καθεστώς ειρήνης και ασφάλειας», θεωρήθηκε ως σημαντική εξέλιξη, ως επιβεβαίωση ότι οι Παλαιστίνιοι ήταν έτοιμοι να εγκαταλείψουν τη βία και να ζήσουν ειρηνικά με το Ισραήλ. Στην επιστολή του Αραφάτ επιμελώς είχε αποφευχθεί η αναφορά σε αποδοχή του Ισραήλ ως έθνους-κράτους του εβραϊκού λαού, δίνοντας αφορμή για τη δημιουργία δύο αλληλοσυμπληρούμενων θεωρήσεων της παλαιστινιακής αναγνώρισης του εβραϊκού κράτους από την ΟΑΠ : η μία που απορρίπτει απερίφραστα το Ισραήλ και η άλλη που το αποδέχεται ως πολιτική οντότητα, αλλά εξακολουθεί να απορρίπτει την ιδιότητά του ως πατρίδας του εβραϊκού λαού.

Η πρώτη από τις στρατηγικές των Παλαιστινίων διακηρύσσει ότι το Ισραήλ δεν έχει καν δικαίωμα ύπαρξης, και όχι μόνο ως εβραϊκό κράτος. Σύμφωνα με αυτήν τη θέση, η οποία συντηρείται για εγχώρια κατανάλωση, όλα τα εδάφη από τη Μεσόγειο μέχρι τον Ιορδάνη ποταμό ανήκουν στους Παλαιστινίους, και ως εκ τούτου εντός αυτής της περιοχής είναι απαράδεκτη η ύπαρξη οποιασδήποτε άλλης πολιτικής οντότητας πλην του παλαιστινιακού κράτους. Μπορεί να υπάρχουν προσωρινές ή ακόμη και πιο μακροχρόνιες καταπαύσεις του πυρός με το Ισραήλ, αλλά κάποια στιγμή το σύνολο των εδαφών θα «επιστραφεί» στους Παλαιστινίους, είτε με πολιτικά μέσα είτε με τη δύναμη των όπλων. Οι πλέον κραυγαλέοι υπέρμαχοι αυτής της ωμής τοποθέτησης είναι οι ισλαμιστικές τρομοκρατικές οργανώσεις, όπως η Χαμάς, που τώρα ελέγχει τη λωρίδα της Γάζας, και άλλες συνεργαζόμενες ομάδες. Τον περασμένο Μάιο, ο Ισμαήλ Χανίγιε, ο πρωθυπουργός της Χαμάς στη Γάζα, τίμησε την επέτειο του πολέμου του 1948, κάνοντας λόγο για τη «μεγάλη ελπίδα να τερματιστεί το σιωνιστικό σχέδιο στην Παλαιστίνη». Παρομοίως, τον περασμένο Νοέμβριο ο συνεργάτης του στη Χαμάς, Μαχμούτ αλ-Ζαχάρ, δήλωσε σε ομιλία του στη λωρίδα της Γάζας ότι «η αποπομπή [των Εβραίων] θα γίνει ... από όλη την Παλαιστίνη. ...Θα τους διώξουμε».