Η πτώση της μεσαίας τάξης και το μέλλον της Δημοκρατίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η πτώση της μεσαίας τάξης και το μέλλον της Δημοκρατίας

Η αριστερά πάσχει από έλλειμμα ρεαλιστικών προτάσεων

Είναι, επίσης, ασαφές το κατά πόσον το κινεζικό μοντέλο μπορεί να έχει διάρκεια. Ούτε η βασισμένη στις εξαγωγές ανάπτυξη ούτε το συγκεντρωτικό σύστημα λήψης των αποφάσεων μπορεί να αποφέρει για πάντα τα επιθυμητά αποτελέσματα. Το γεγονός ότι η κινεζική κυβέρνηση δεν επέτρεψε ανοιχτή συζήτηση γύρω από το ολέθριο δυστύχημα σε αμαξοστοιχία του σιδηροδρόμου υψηλής ταχύτητας, που συνέβη πέρυσι το καλοκαίρι, καθώς και το ότι δεν απέδωσε ευθύνες στο Υπουργείο Σιδηροδρόμων, φανερώνει ότι υπάρχουν και άλλες ωρολογιακές βόμβες κρυμμένες πίσω από την πρόσοψη της αποτελεσματικής διοίκησης.

Τελικά, η Κίνα είναι εξαιρετικά ευάλωτη και στον ηθικό τομέα. Η κινεζική κυβέρνηση δεν υποχρεώνει τους αξιωματούχους της να σέβονται την αξιοπρέπεια των πολιτών. Κάθε εβδομάδα καταγράφονται νέες διαμαρτυρίες για διαρπαγές γης, περιβαλλοντικές παραβάσεις ή κατάφωρη διαφθορά από πλευράς ορισμένων αξιωματούχων. Καθώς η χώρα αναπτύσσεται ταχύτατα, αυτές οι καταχρήσεις κρύβονται κάτω από το χαλί. Όμως, η φρενήρης ανάπτυξη δεν θα συνεχίζεται επ’ άπειρον και η κυβέρνηση θα κληθεί να πληρώσει το τίμημα της οργής που ζητά διέξοδο. Το καθεστώς δεν διαθέτει πλέον ένα ιδανικό για οδηγό, γύρω από το οποίο να οργανώνεται. Θεωρητικά δεσμευμένο στην ισότητα, το Κομμουνιστικό Κόμμα κυβερνά μια κοινωνία στιγματισμένη από δραματική και αυξανόμενη ανισότητα.

Κατά συνέπεια, η σταθερότητα του κινεζικού συστήματος δεν θα πρέπει με κανένα τρόπο να θεωρείται δεδομένη. Η κινεζική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι πολίτες της είναι πολιτισμικά διαφορετικοί και πάντοτε θα προτιμούν μια καλοσυνάτη δικτατορία, που προωθεί την ανάπτυξη, από μια ρυπαρή δημοκρατία που θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική σταθερότητα. Πάντως, είναι απίθανο αυτή η διογκούμενη μεσαία τάξη να συμπεριφερθεί στην Κίνα διαφορετικά από ό,τι έπραξε σε άλλα μέρη του κόσμου. Μπορεί και άλλα αυταρχικά καθεστώτα να επιχειρήσουν να μιμηθούν την επιτυχία της Κίνας, αλλά είναι μάλλον απίθανο, ύστερα από πενήντα χρόνια, μεγάλο μέρος του κόσμου μας να θυμίζει τη σημερινή Κίνα.

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Σήμερα στον κόσμο υπάρχει μεγάλος συσχετισμός της οικονομικής ανάπτυξης με την κοινωνική αλλαγή και την ηγεμονία της φιλελεύθερης δημοκρατικής ιδεολογίας. Και προς το παρόν, δεν διαφαίνεται άλλη πειστική ανταγωνιστική ιδεολογία. Αν, όμως, συνεχιστούν κάποιες ανησυχητικές οικονομικές και κοινωνικές τάσεις, θα θέσουν σε κίνδυνο τη σταθερότητα των σύγχρονων φιλελεύθερων δημοκρατιών, αλλά και θα εκθρονίσουν τη δημοκρατική ιδεολογία, έτσι όπως την κατανοούμε σήμερα.

Ο κοινωνιολόγος Barrington Moore διατύπωσε κάποτε ορθά-κοφτά τη φράση: «Χωρίς Αστούς, Χωρίς Δημοκρατία». Οι μαρξιστές δεν πέτυχαν την κομμουνιστική ουτοπία, επειδή ο ώριμος καπιταλισμός δημιούργησε τις κοινωνίες της μεσαίας τάξης και όχι της εργατικής. Τι θα γίνει, όμως, αν η περαιτέρω ανάπτυξη της τεχνολογίας και η παγκοσμιοποίηση υπονομεύσουν τη μεσαία τάξη και δεν επιτρέπουν πλέον παρά σε μια μικρή μειονότητα πολιτών μιας προηγμένης κοινωνίας να αναρριχώνται στο status της μεσαίας τάξης;

Είναι ήδη άφθονα τα σημάδια ότι μια τέτοια εξέλιξη έχει ήδη ξεκινήσει. Στις Ηνωμένες Πολιτείες τα μεσαία εισοδήματα έχουν -σε πραγματικούς όρους- τελματώσει, από τη δεκαετία του 1970 και μετά. Οι οικονομικές επιπτώσεις αυτής της στασιμότητας εξομαλύνθηκαν εν μέρει από το γεγονός ότι τα περισσότερα αμερικανικά νοικοκυριά της περασμένης γενιάς στηρίχτηκαν στο εισόδημα δύο εργαζομένων μελών τους. Επιπροσθέτως, όπως πολύ πειστικά υποστήριξε ο οικονομολόγος Raghuram Rajan, με δεδομένο ότι οι Αμερικανοί είναι απρόθυμοι να δεσμευθούν σε μια ξεκάθαρη αναδιανομή, οι Ηνωμένες Πολιτείες, αντιθέτως, προχώρησαν σε μια πολύ επικίνδυνη και αναποτελεσματική μορφή αναδιανομής, επιδοτώντας τον ενυπόθηκο δανεισμό των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα, της περασμένης γενιάς. Η τάση αυτή διευκολύνθηκε από την υψηλή ρευστότητα, προερχόμενη από την Κίνα και άλλες χώρες, και έδωσε σε πολλούς απλούς Αμερικανούς την ψευδαίσθηση ότι το βιοτικό τους επίπεδο ανέβαινε προοδευτικά στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας. Από αυτήν την άποψη, το σκάσιμο της στεγαστικής φούσκας το 2008-9, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια βίαιη επιστροφή στη φτώχεια. Μπορεί οι Αμερικανοί να απολαμβάνουν σήμερα φθηνά κινητά τηλέφωνα, ρούχα σε λογικές τιμές και Facebook, αλλά ολοένα και περισσότερο δεν μπορούν να συντηρήσουν το σπίτι τους, να πληρώσουν την ασφάλεια για υγειονομική περίθαλψη ή ικανοποιητική σύνταξη, όταν θα πάψουν να εργάζονται.

Ένα πιο ανησυχητικό φαινόμενο, που ανέδειξαν ο ειδικός στα κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών Peter Thiel και ο οικονομολόγος Tyler Cowen, είναι ότι τα οφέλη από τα πιο πρόσφατα επιτεύγματα της τεχνολογικής καινοτομίας σωρεύθηκαν δυσανάλογα στα πιο χαρισματικά και μορφωμένα μέλη της κοινωνίας. Αυτό το φαινόμενο συνέβαλε με τη σειρά του στη μαζική αύξηση της ανισότητας στην προηγούμενη γενιά, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1974, το κορυφαίο 1% των οικογενειών μοιράστηκε το 9% του ΑΕΠ. Μέχρι το 2007, το μερίδιο αυτό αυξήθηκε στο 23,5%.

Οι εμπορικές και φορολογικές πολιτικές ενδεχομένως να επιτάχυναν αυτήν την τάση, αλλά ο πραγματικός θύτης εδώ είναι η τεχνολογία. Στις παλαιότερες φάσεις της εκβιομηχάνισης (στις εποχές της υφαντουργίας, του άνθρακα, του χάλυβα και των μηχανών εσωτερικής καύσης), τα οφέλη από τις τεχνολογικές αλλαγές σχεδόν πάντα διαχέονταν προς τα κάτω, στην υπόλοιπη κοινωνία, με τη μορφή της απασχόλησης. Όμως, αυτό δεν αποτελεί νόμο της φύσης. Σήμερα ζούμε σε αυτό που ο καθηγητής Shoshana Zuboff χαρακτήρισε «εποχή της έξυπνης μηχανής», στο πλαίσιο της οποίας ολοένα και πιο πολύ η τεχνολογία είναι ικανή να υποκαθιστά περισσότερες και υψηλότερες λειτουργίες του ανθρώπου. Κάθε σπουδαίο επίτευγμα στη Silicon Valley πιθανότατα σημαίνει απώλεια χαμηλής ειδίκευσης θέσεων εργασίας σε άλλους τομείς της οικονομίας. Αυτή η τάση δεν φαίνεται πιθανό να ανατραπεί σύντομα.