Τα επόμενα βήματα στις σχέσεις Ελλάδας - Σκοπίων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τα επόμενα βήματα στις σχέσεις Ελλάδας - Σκοπίων

Τι σημαίνει η απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης
Περίληψη: 

Η Ελλάδα ηττήθηκε στην Χάγη σχετικά με το βέτο που έθεσε για την είσοδο της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Αλλά δεν πρόκειται για επώδυνη ήττα. Αντίθετα, το ελληνικό βέτο διατηρείται αλώβητο, και μετατρέπει την επίλυση του ζητήματος για το όνομα ως προϋπόθεση για είσοδο της πΓΔΜ και στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Τώρα, η Ελλάδα πρέπει να αναπτύξει μια νέα στρατηγική προσέγγισης μιας λύσης, που μπορεί να περιέχει ως και την καταγγελία της Ενδιάμεσης Συμφωνίας.

Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΜΟΥΤΣΑΚΟΣ είναι Ευρωβουλευτής της Ν.Δ., μέλος της Διακοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκής Ένωσης- πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ως διπλωμάτης διετέλεσε, μεταξύ άλλων, Εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών στο διάστημα 2004-2009.

Στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ανακοίνωσε την απόφασή του στην Υπόθεση της προσφυγής της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας κατά της Ελλάδας.

Η πΓΔΜ είχε υποβάλλει δύο αιτήματα προς το Δικαστήριο:

- Να διαπιστώσει εάν η Ελλάδα στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008, είχε παραβιάσει τις υποχρεώσεις της στο πλαίσιο της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και

- Να διατάξει τη χώρα μας να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με τη διάταξη του άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και να μην προβάλει αντίρρηση, άμεσα ή έμμεσα, στην εισδοχή της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ ή σε άλλους οργανισμούς στους οποίους η Ελλάδα είναι μέλος, εφόσον η χώρα αυτή θα αναφέρεται στους οργανισμούς αυτούς ως «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας», δηλαδή με την προσωρινή της ονομασία σύμφωνα με την απόφαση 817 (1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

Η ετυμηγορία του Δικαστηρίου της 5ης Δεκεμβρίου ήταν καταδικαστική για την Ελλάδα ως προς το πρώτο μέρος της και λιγότερο αρνητική ως προς το δεύτερο. Η επίσημη ανακοίνωση του Ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών της ίδιας ημέρας ανέφερε:

« Ως προς το πρώτο αίτημα, το Δικαστήριο αξιολογώντας όλα τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπόψη του, καθώς και τις δημόσιες τοποθετήσεις της Ελλάδας στη Σύνοδο του Βουκουρεστίου, διαπίστωσε ότι η χώρα μας προέβαλε αντίρρηση στην ένταξη της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, τον Απρίλιο του 2008.
Το Δικαστήριο απέρριψε στο σύνολο του το δεύτερο αίτημα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, συμπεραίνοντας ότι δεν θεωρεί απαραίτητο να διατάξει την Ελλάδα να μην επαναλάβει παρόμοια συμπεριφορά στο μέλλον».

Στο μέσον της γενικότερης εξαιρετικά δυσμενούς συγκυρίας για τη χώρα μας, η απόφαση αυτή του Δικαστηρίου της Χάγης αν και διαπιστωτικού χαρακτήρα για ήδη τετελεσμένα, συγκεκριμένα γεγονότα, είναι μια δύσκολη στιγμή στη μακρά πορεία επίλυσης ενός δύσκολου ζητήματος της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Στη σύγχρονη μορφή του το «Μακεδονικό» αφορά πρωτίστως στον καθορισμό της οριστικής ονομασίας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην απόφαση 817 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ετυμηγορία του Διεθνούς Δικαστηρίου συνιστά σοβαρή αφορμή για να εξετάσουμε πολύ προσεκτικά τις περαιτέρω ενέργειές μας.

Δύο είναι τα κύρια ερωτήματα που εγείρονται:

- Η απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης επηρεάζει και σε ποιο βαθμό την περαιτέρω πορεία των σχέσεών μας με τα Σκόπια;

- Ποιες θα μπορούσαν να είναι οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής μας, με προοπτική την αμοιβαίως αποδεκτή επίλυση του ζητήματος της ονομασίας στο πλαίσιο της γνωστής θέσης «μια σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό και ισχύ έναντι όλων- erga omnes»;

Το Βουκουρέστι παραμένει πολύτιμο διπλωματικό εφόδιο.

Η Απόφαση της 5ης Δεκεμβρίου δεν είναι η πρώτη δύσκολη στιγμή και ενδεχομένως δεν θα είναι και η τελευταία, έως την επίτευξη της επιθυμητής από την Ελλάδα αμοιβαία αποδεκτής λύσης αυτού του ζητήματος.

Μια εξαιρετικά δύσκολη -οδυνηρή- στιγμή ήταν άλλωστε η λανθασμένη αποδοχή από την Ελλάδα της προβληματικής, ετεροβαρούς, Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995. Βάσει αυτής προσέφυγε η κυβέρνηση Γκρουέφσκι κατά της χώρας μας.

Υπενθυμίζω τι προβλέπει το Άρθρο 11 εκείνης της Συμφωνίας.

• «Με τη θέση σε ισχύ της παρούσης Ενδιάμεσης Συμφωνίας, το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος (σ.σ. Ελλάδα) συμφωνεί να μην αντιταχθεί στην αίτηση εισδοχής ή στη συμμετοχή του Δεύτερου συμβαλλόμενου Μέρους (σ.σ. Σκόπια) ως μέλους σε διεθνείς, πολυμερείς και περιφερειακούς οργανισμούς και θεσμούς στους οποίους το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος (Ελλάδα) είναι μέλος.
• Το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος (Ελλάδα), εντούτοις διατηρεί το δικαίωμα να αντιταχθεί σε οποιαδήποτε συμμετοχή από τις προαναφερθείσες εάν και στο μέτρο που το Δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος (Σκόπια) πρόκειται να αναφέρεται διαφορετικά από ό, τι στην παράγραφο 2 της Απόφασης 817 (1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (σ.σ. δηλαδή ως Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας)».

Καθ' υπερβολήν - όχι αδίκως, όμως - θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι μεγάλο μέρος της αρνητικής για τη χώρα μας ετυμηγορίας της 5ης Δεκεμβρίου του 2011, ουσιαστικά είχε «συνταχθεί» ήδη από τον Σεπτέμβριο του 1995, όταν η Ελλάδα δέχθηκε τις δεσμεύσεις της Ενδιάμεσης Συμφωνίας.

Είναι προφανές ότι η Ελλάδα που έχει ως σταθερό σημείο αναφοράς της εξωτερικής της πολιτικής το Διεθνές Δίκαιο, σέβεται απολύτως το Δικαστήριο.

Βεβαίως το γεγονός ότι σεβόμαστε το Δικαστήριο δεν μας στερεί το δικαίωμα να κρίνουμε τις αποφάσεις του. Πιστεύω, λοιπόν, ότι στη συγκεκριμένη απόφαση το Δικαστήριο σε πολλές περιπτώσεις αγνόησε πλούσιο αποδεικτικό υλικό σχετικά με τον αλυτρωτισμό και την εχθρική προπαγάνδα των Σκοπίων όπως σχολικά εγχειρίδια, χάρτες «Μεγάλης Μακεδονίας «, κλπ. Επιπλέον, η αιτιολογία που χρησιμοποίησε ήταν πολλές φορές ελλιπής, αυστηρά φορμαλιστική, ενίοτε δε κυρίως πολιτική και δευτερευόντως νομική.

Θα πρέπει, πάντως, να είναι σαφές ότι η ετυμηγορία του Δικαστηρίου δεν αφορά και δεν θα μπορούσε να αφορά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων μέσα στο ΝΑΤΟ, ούτε στα ουσιαστικά κριτήρια και απαιτήσεις που θέτει η Συμμαχία για την εισδοχή νέων μελών σε αυτήν. Κατά συνέπεια, η απόφαση αυτή δεν αλλοιώνει ούτε μεταβάλλει τη βαρύνουσα σημασία της ομόφωνης θέσης των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008.

Αυτή είναι μια ιδιαίτερα σημαντική διαπίστωση, ένα ιδιαίτερα θετικό στοιχείο καθώς η ιστορική εκείνη απόφαση ανήγαγε την επίλυση του ζητήματος της ονομασίας σε προϋπόθεση ένταξης, τονίζοντας ότι «…η ΠΓΔΜ θα προσκληθεί μόλις επιτευχθεί μια αμοιβαίως αποδεκτή λύση…».