Η αποτυχία του ευρώ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αποτυχία του ευρώ

Το ευρωπαϊκό νόμισμα και η περίπτωση της Ελλάδας

Και ιδού ο λόγος: όταν μια χώρα έχει τη δική της νομισματική πολιτική, μπορεί να ανταποκριθεί σε μια μείωση της ζήτησης χαμηλώνοντας τα επιτόκια, για να δώσει ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα. Η ΕΚΤ, όμως, πρέπει να ασκήσει οικονομική πολιτική βάσει της γενικής κατάστασης όλων των χωρών της νομισματικής ένωσης. Έτσι δημιουργείται ένα περιβάλλον στο οποίο τα επιτόκια είναι πολύ υψηλά στις χώρες με αυξανόμενη ανεργία και πολύ χαμηλά στις χώρες με μισθούς που αυξάνονται ταχύτατα. Και εξαιτίας του μεγάλου μεγέθους της γερμανικής οικονομίας σε σχέση με τις άλλες οικονομίες της Ευρώπης, η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ πρέπει να δώσει μεγαλύτερο βάρος στις συνθήκες της Γερμανίας για να πάρει τις αποφάσεις της, απ’ ότι δίνει στις συνθήκες που επικρατούν σε άλλες χώρες.

Η σκληρή αντιπληθωριστική πολιτική της ΕΚΤ προκάλεσε την πτώση των επιτοκίων σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, όπου οι προσδοκίες του υψηλού πληθωρισμού είχαν κρατήσει προηγουμένως τα επιτόκια υψηλά. Τα νοικοκυριά και οι κυβερνήσεις σε αυτές τις χώρες ανταποκρίθηκαν στα χαμηλά επιτόκια αυξάνοντας τον δανεισμό τους, ενώ τα νοικοκυριά χρησιμοποίησαν το αυξημένο χρέος για να χρηματοδοτήσουν ένα ξέσπασμα οικοδομικής δραστηριότητας και αύξησης στις τιμές των σπιτιών. Οι κυβερνήσεις, αντίστοιχα το χρησιμοποίησαν για να χρηματοδοτήσουν ευρύτερα κοινωνικά προγράμματα.

Αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί ραγδαία το ποσοστό δημόσιου και ιδιωτικού χρέους ως προς το ΑΕΠ, σε πολλές χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ιταλία και η Ισπανία. Παρά το ευνόητο ρίσκο που άφηνε κάτι τέτοιο στους δανειστές, οι παγκόσμιες κεφαλαιακές αγορές δεν ανταποκρίθηκαν αυξάνοντας τα επιτόκια στις χώρες με αυξανόμενο επίπεδο χρέους. Οι αγοραστές ομολόγων υπέθεσαν ότι το ομόλογο μιας χώρας που βρίσκεται στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Ένωση ήταν εξίσου ασφαλές με το ομόλογο μιας άλλης χώρας της ένωσης, αγνοώντας τη ρήτρα της μη διάσωσης (no bail-out clause) της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Ως αποτέλεσμα, τα επιτόκια στα ελληνικά και τα ιταλικά ομόλογα ήταν διαφορετικά από αυτά των γερμανικών λιγότερο από μια ποσοστιαία μονάδα.

Πριν ιδρυθεί η νομισματική ένωση, τα μεγάλα οικονομικά ελλείμματα γενικά οδηγούσαν σε υψηλότερα επιτόκια ή σε χαμηλότερες τιμές συναλλάγματος. Αυτά τα σημάδια της αγοράς δρούσαν ως μια αυτόματη προειδοποίηση για τις χώρες, ώστε να μειώσουν τον δανεισμό τους. Η οικονομική ένωση εξάλειψε αυτά τα σημάδια της αγοράς και εμπόδισε την αύξηση του κόστους των κεφαλαίων που σε άλλη περίπτωση θα είχε περιορίσει τον δανεισμό των νοικοκυριών. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι χώρες δανείστηκαν πολλά και οι τράπεζες δάνεισαν πολλά σε υπερεκτιμημένα σπίτια.

Όταν στις αρχές του 2010 οι αγορές αναγνώρισαν το λάθος να θεωρούν όλες τις χώρες της ευρωζώνης εξίσου ασφαλείς, τα επιτόκια άρχισαν να αυξάνουν το κρατικό χρέος της Ελλάδας, της Ιταλίας και της Ισπανίας. Η δυναμική των αγορών έβαλε σε εφαρμογή μια αυτοτροφοδοτούμενη διαδικασία, κατά την οποία τα αυξανόμενα επιτόκια οδήγησαν τις χώρες στο χείλος της χρεοκοπίας. Ειδικότερα, ο φόβος ότι η Ελλάδα πιθανόν να μην μπορέσει να ανταπεξέλθει στο χρέος της προκάλεσε αύξηση στα επιτόκια του ελληνικού χρέους. Η προσδοκία υψηλότερων πληρωμών επιτοκίων στο μέλλον άφησε να εννοηθεί ότι θα υπάρχει ένα ακόμα μεγαλύτερο μελλοντικό φορτίο χρέους. Αυτό που άρχισε ως ενδιαφέρον για το πρόβλημα ρευστότητας της Ελλάδας - με άλλα λόγια για την ικανότητα της Ελλάδας να βρει τα μετρητά για τις επόμενες πληρωμές επιτοκίων της- έγινε ένα κρατικό πρόβλημα, ο φόβος ότι η Ελλάδα δεν θα μπορέσει ποτέ να αποπληρώσει το υπαρκτό και συσσωρευμένο χρέος της. Αυτό ώθησε τα επιτόκια ακόμα πιο ψηλά και οδήγησε σταδιακά σε μια διαπραγματεύσιμη μερική αθέτηση χρέους, κατά την οποία κάποιοι πιστωτές του ελληνικού χρέους συμφώνησαν να δεχτούν 50% μείωση στην αξία των ομολόγων τους. Ως συνέπεια, η ελληνική εμπειρία διόγκωσε το δυνητικό ρίσκο του ιταλικού χρέους, προκαλώντας αύξηση στα επιτόκια των ιταλικών κρατικών ομολόγων που έφτασαν από λιγότερο από 4% τον Απρίλιο του 2010 σε πάνω από 7% τον Νοέμβριο του 2011 -ένα ποσοστό που θα κάνει το κρατικό χρέος να αυξηθεί γρηγορότερα από το εθνικό εισόδημα, σπρώχνοντας την Ιταλία στο χείλος της χρεοκοπίας.

Μια διαφορετική δυναμική της αγοράς επηρέασε τη σχέση ανάμεσα στις ευρωπαϊκές εμπορικές τράπεζες και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Καθώς οι τράπεζες είχαν επενδύσει πολλά σε κρατικά ομόλογα, η μείωση της αξίας αυτών των ομολόγων τις έβλαψε. Τότε, οι τράπεζες στράφηκαν στις κυβερνήσεις ώστε οι κυβερνήσεις να προστατέψουν τους καταθέτες και τους άλλους πιστωτές των τραπεζών, μεγεθύνοντας έτσι το αρχικό πρόβλημα. Στην Ιρλανδία και την Ισπανία ο κύκλος αυτός άρχισε με αθέτηση υποθηκών, βλάπτοντας τις τράπεζες και οδηγώντας τις κυβερνήσεις στο να εγγυηθούν τις περιουσίες των καταθετών και άλλων πιστωτών, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το κρατικό χρέος. Οι μεγάλες επενδύσεις των τραπεζών στα κρατικά ομόλογα είχαν ως συνέπεια το γεγονός ότι η αδυναμία των κρατικών ομολόγων της Ιρλανδίας και της Ισπανίας έβλαψε ακόμα περισσότερο τις τράπεζες.

ΤΟ ΕΥΡΩ ΣΕ ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ

Το φθινόπωρο του 2011, το χρέος ως προς το ΑΕΠ πολλών ευρωπαϊκών χωρών ήταν αρκετά υψηλό ώστε η χρεοκοπία να γίνει μια σοβαρή πιθανότητα. Οι μεγάλες υποτιμήσεις στην αξία των κρατικών τους χρεών δεν αποτελούν λογική λύση επειδή θα προκαλέσουν σημαντική καταστροφή στις ευρωπαϊκές τράπεζες και πιθανόν σε τράπεζες και άλλους οικονομικούς οργανισμούς στις ΗΠΑ.