Η ανύπαρκτη συμμαχία μεταξύ της Τουρκίας και του Ιράν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ανύπαρκτη συμμαχία μεταξύ της Τουρκίας και του Ιράν

Πώς οι δύο χώρες ανταγωνίζονται μετά την Αραβική Άνοιξη

Ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα στοιχεία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής υπήρξε η προσπάθεια του Κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (ΑΚΡ) να καλλιεργήσει στενότερους δεσμούς με το Ιράν. Η επαναπροσέγγιση του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με την Τεχεράνη έχει προκαλέσει ανησυχίες στις δυτικές πρωτεύουσες ότι η Άγκυρα παρασύρεται μακριά από τη Δύση. Οι διαφωνίες για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ενέτειναν τους φόβους αυτούς. Σε πείσμα των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων βασικών μελών του ΝΑΤΟ, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία, η Τουρκία υποβάθμισε τον κίνδυνο που θέτει η πυρηνική πολιτική του Ιράν και προσπάθησε να ξεφύγει από τους περιορισμούς που επιβάλλει η Συνθήκη μη Διάδοσης των Πυρηνικών. Η πιο εξέχον παράδειγμα ήταν τον Ιούνιο του 2010, όταν, αντίθετα με τους δυτικούς συμμάχους της, η Άγκυρα καταψήφισε το νέο καθεστώς κυρώσεων του ΟΗΕ που θα στόχευαν τον ιρανικό στρατό.

Οι ανησυχίες για μετακίνηση της Άγκυρας προς τα ανατολικά, ωστόσο, υπερέβαλλαν τον βαθμό των κοινών συμφερόντων μεταξύ της Τουρκίας και του Ιράν. Κάτω από ένα φιλικό πέπλο, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών χαρακτηρίζονται από δυσπιστία και ανησυχία. Η Τουρκία και το Ιράν έχουν υπάρξει στρατηγικά αντίπαλοι από τον δέκατο έκτο και τον δέκατο έβδομο αιώνα, όταν η περσική δυναστεία των Σαφαβιδών σταμάτησε την προς ανατολάς επέκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Αραβική Άνοιξη έχει δώσει νέα ζωή σε αυτή την ιστορική αντιπαλότητα. Από το καλοκαίρι του 2011, οι συγκρούσεις μεταξύ των δύο χωρών έχουν γίνει πιο ορατές στη Συρία, στην αντιπυραυλική άμυνα, στην εκκοσμίκευση, στην Παλαιστίνη, στο Ιράκ και στο κουρδικό ζήτημα. Καθώς οι πιέσεις για περισσότερη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή εντάθηκαν, η Τουρκία και το Ιράν συγκρούστηκαν πιο ανοιχτά και κάθε πλευρά προσπάθησε να επεκτείνει την επιρροή της σε βάρος της άλλης.

Η Συρία σηματοδοτεί τη σοβαρότερη πηγή διχόνοιας. Η κραυγαλέα κριτική της Άγκυρας κατά του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, καθώς και η υποστήριξή της προς την συριακή αντιπολίτευση έχει εξοργίσει τους Ιρανούς ηγέτες. Η Συρία είναι ο στενότερος σύμμαχος του Ιράν. Η πτώση Άσαντ θα δημιουργήσει ένα μεγάλο πλήγμα για τις περιφερειακές φιλοδοξίες του Ιράν και θα αφήσει την Τεχεράνη ακόμα πιο απομονωμένη. Κατά συνέπεια, τους τελευταίους μήνες, οι Αγιατολάχ του Ιράν έχουν εντείνει την στρατιωτική υποστήριξη στον Άσαντ και, ταυτόχρονα, κατηγόρησαν ανοιχτά τον Ερντογάν ότι παρεμβαίνει σε εσωτερικές υποθέσεις της Συρίας. Η ένταση αυξήθηκε στο τέλος Ιουνίου, αφότου η Συρία κατέριψε ένα τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος. Σε απάντηση, ο Ερντογάν προειδοποίησε ωμά τη Δαμασκό να κρατήσει μακριά από τα τουρκο-συριακά σύνορα τα στρατεύματά της και ζήτησε μια ειδική συνάντηση με τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ για να συζητήσουν μια κοινή προσέγγιση.

Πέρα από τη Συρία, η συμφωνία της Άγκυρας τον περασμένο Σεπτέμβριο να φιλοξενήσει το ΝΑΤΟϊκό ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης επί τουρκικού εδάφους επίσης εξόργισε τους Αγιατολάχ. Ιρανοί σχολιαστές υποστήριξαν ότι η αντιπυραυλική ασπίδα στοχεύει στην προστασία του Ισραήλ και στοχεύει τους ιρανικούς πυραύλους. Τον περασμένο Οκτώβριο, ο στρατηγός Μασούντ Γιαζαγερί (Massoud Jazayeri), ο αναπληρωτής επικεφαλής των ιρανικών ενόπλων δυνάμεων, κάλεσε την Τουρκία να «ξανασκεφτεί τα μακροπρόθεσμα στρατηγικά συμφέροντά της και να αντλήσει διδάγματα από την πικρή ιστορική εμπειρία άλλων χωρών». Η Τουρκία, ωστόσο, δεν έχει δείξει κανένα σημάδι υποχώρησης.

Για να χειροτερέψει τα πράγματα με το Ιράν, τον ίδιο μήνα με την ανακοίνωση σχετικά με το ραντάρ του ΝΑΤΟ, ο Ερντογάν έκανε το γύρο της βόρειας Αφρικής. Στο Κάιρο, οι παρατηρήσεις του σχετικά με τη σημασία του κοσμικού χαρακτήρα προκάλεσαν έντονη κριτική από την ιρανική ηγεσία. Κληρικοί στην Τεχεράνη, συμπεριλαμβανομένου του Αγιατολάχ Μαχμούντ Χασεμί Σαχρουντί, πρώην επικεφαλής του δικαστικού σώματος και στενού συμβούλου του Ανώτατου Ηγέτη Αλί Χαμενεΐ, κατηγόρησε την Τουρκία ότι προωθεί μια δυτικού τύπου εκδοχή του Ισλάμ για να προωθήσει τις περιφερειακές φιλοδοξίες της. Η κριτική του Σαχρουντί αντανακλά την ανησυχία της Τεχεράνης για τη δημοτικότητα του τουρκικού μοντέλου, που δίνει έμφαση στη δημοκρατία και την εκκοσμίκευση. Αλλά έχει να κάνει και με τους φόβους του Ιράν ότι η Τουρκία κερδίζει το πολιτικό-ιδεολογικό αγώνα για την αφοσίωση ενός αυξανόμενου αριθμού μουσουλμάνων σε όλη τη Μέση Ανατολή.

Αλλά δεν είναι μόνο στο Κάιρο που ο Ερντογάν ενεπλάκη σε θέματα που η Τεχεράνη θεωρεί δικά της. Προασπιζόμενος των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων, ο Ερντογάν, στην πραγματικότητα έχει υφαρπάξει το παλαιστινιακό ζήτημα και κλέψει την λάμψη από το Ιράν. Η υποστήριξή του και η δριμεία κριτική του για την ισραηλινή επίθεση στη Γάζα αύξησε τη δημοτικότητά του στον αραβικό κόσμο. Σήμερα, θεωρείται από πολλούς Άραβες ως ο μόνος μουσουλμάνος ηγέτης πρόθυμος να σταθεί όρθιος απέναντι στο Ισραήλ και να υπερασπιστεί με αποφασιστικότητα τα μουσουλμανικά συμφέροντα. Αυτό έχει αφήσει την ιρανική ηγεσία οργισμένη στο περιθώριο, να αγωνίζεται για να ξαναμπεί στο παιχνίδι, αλλά χωρίς κανένα βιώσιμο σχέδιο για να το πετύχει.

Από το τέλος του 2011, το Ιράκ έχει επίσης αναδειχθεί ως ένα σημαντικό πεδίο διαμάχης μεταξύ της Τουρκίας και του Ιράν. Η απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων μάχης έχει αφήσει ένα κενό εξουσίας εκεί, το οποίο το Ιράν προσπάθησε να εκμεταλλευτεί. Η Τουρκία έχει συμφέρον σε ένα σταθερό, ευημερεύον οικονομικά και ανεξάρτητο Ιράκ. Δεν θέλει να δει τη χώρα να μετατρέπεται σε έναν ιρανικό δορυφόρο ή να γίνει το εφαλτήριο για την επέκταση της ριζοσπαστικής ισλαμικής ιδεολογίας.

Ωστόσο, κατά το τελευταίο έτος, η σχέση του Ερντογάν με την κυβέρνηση του Ιρακινού πρωθυπουργού Νούρι αλ-Μαλίκι έχει επιδεινωθεί. Ο Μαλίκι θεωρείται ευρέως στην Άγκυρα ως ο άνθρωπος της Τεχεράνης στη Βαγδάτη. Έχει στενούς δεσμούς με την ιρανική ηγεσία, η οποίοι δημιουργήθηκαν κατά τα χρόνια της εξορίας του στο Ιράν στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Σαντάμ Χουσεΐν. Από την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ, έχει σταθερά επιδιώξει να εδραιώσει την πολιτική εξουσία του. Η προσπάθειά του να ενισχύσει τους δεσμούς με την ριζοσπαστική μαχητική ομάδα Asaib Ahl Al-Haq, που ο αμερικανικό στρατός ισχυρίζεται ότι χρηματοδοτείται και εκπαιδεύεται από την επίλεκτη ιρανική «Δύναμη Quds», θορύβησε τους Τούρκους αξιωματούχους, οι οποίοι φοβούνται ότι οι δεσμοί αυτοί θα μπορούσαν να στρέψουν την ισορροπία της πολιτικής εξουσίας στη Βαγδάτη υπέρ του Ιράν.

Η ένταση μεταξύ του Μαλίκι και του Ερντογάν αυξήθηκε τον περασμένο Ιανουάριο, αφότου ο Μαλίκι εξέδωσε ένταλμα για τη σύλληψη του αντιπροέδρου του Ιράκ Ταρίκ αλ-Χασίμι, ενός σουνίτη που κατηγορήθηκε για υποκίνηση τρομοκρατίας. Ο Χασίμι στη συνέχεια κατέφυγε στο βόρειο Ιράκ, όπου βρίσκεται υπό την προστασία της κουρδικής περιφερειακής κυβέρνησης, η οποία απέρριψε το αίτημα της Βαγδάτης για την έκδοσή του. Οι Τούρκοι αξιωματούχοι είδαν το τέχνασμα του Μαλίκι ως μια προσπάθεια να υπονομεύσει τους σουνίτες και τους Κούρδους και να αυξήσει την πολιτική κυριαρχία των σιιτών. Φοβούνται ότι η προσπάθεια του Μαλίκι να περιορίσει την επιρροή των σουνιτών και των Κούρδων θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο της επιστροφής στην σεκταριστική βία και να οδηγήσει στη διάλυση του Ιράκ, με τους Κούρδους στο βορρά να αποκτούν πλήρη ανεξαρτησία.

Επιπλέον, ως αποτέλεσμα της αύξησης της αναταραχής στη Συρία, το κουρδικό ζήτημα αποκτά γρήγορα μια σημαντική νέα διάσταση. Δεν είναι πλέον ένα διαφορετικό ζήτημα σε ξεχωριστές χώρες όπου διαμένουν κουρδικές κοινότητες. Η επικοινωνία μεταξύ των Κούρδων στο Ιράν, το Ιράκ, την Συρία και την Τουρκία αυξάνεται σε μια προσπάθεια να αναπτυχθεί μια συντονισμένη προσέγγιση. Ταυτόχρονα, το PKK (Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν, που έχει αγωνιστεί για την ανεξαρτησία των Κούρδων της Τουρκίας από το 1984) ενέτεινε τις επιθέσεις του από τα κρησφύγετά του στα βουνά Καντίλ στο βόρειο Ιράκ. Οι Τούρκοι αξιωματούχοι ανησυχούν ότι το Ιράν και η Συρία θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ενεργά το PKK, όπως έκαναν την δεκαετία του ’80 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, προκειμένου να αποδυναμώσουν την Άγκυρα.

Τα οικονομικά προβλήματα μεταξύ της Τουρκίας και του Ιράν έχουν επίσης αυξηθεί. Κατά την τελευταία δεκαετία, το εμπόριο και οι χρηματοοικονομικοί δεσμοί διευρύνθηκαν σημαντικά, ιδίως στον τομέα της ενέργειας. Το Ιράν είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου στην Τουρκία, μετά τη Ρωσία. Επίσης, παρέχει το 30% των εισαγωγών αργού πετρελαίου της Τουρκίας. Αλλά σε αρκετές περιπτώσεις, το Ιράν διακόπτει απότομα την ροή του αερίου προς την Τουρκία για αρκετές εβδομάδες. Οι διακοπές, κυρίως λόγω των απαρχαιωμένων ιρανικών υποδομών διανομής, προκάλεσαν σημαντικές οικονομικές δυσκολίες στον πληθυσμό της Τουρκίας και αμαύρωσαν τη φήμη του Ιράν ως αξιόπιστου εταίρου. Ο κλειστός χαρακτήρας της οικονομίας του Ιράν επίσης έχει δημιουργήσει σημαντικές δυσκολίες. Οι Τούρκοι εξαγωγείς αντιμετωπίζουν υψηλούς δασμούς για τα καταναλωτικά αγαθά, συχνές μεταβολές δασμολογικών συντελεστών, καθυστερήσεις στις άδειες εισαγωγής, υπερτιμήσεις καυσίμων κατά τη μεταφορά και παρατεταμένες καθυστερήσεις στα τελωνεία. Τα εμπόδια αυτά έχουν κάνει πολλούς εξαγωγείς να περιορίσουν τις δουλειές με το Ιράν και να επιδιώξουν πιο φιλόξενες αγορές για τα προϊόντα τους.

Τελικά, η αυξανόμενη αστάθεια στη Μέση Ανατολή που προέκυψε από την Αραβική Άνοιξη οδήγησε την Άγκυρα να ευθυγραμμίσει την πολιτική της πιο στενά με την Ουάσιγκτον. Εκτός από την απόφαση για τη χρησιμοποίηση του ΝΑΤΟϊκού ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης, τον Απρίλιο ο Ερντογάν, σε συνδυασμό με τις κυρώσεις των ΗΠΑ, συμφώνησε να μειώσει τις προμήθειες πετρελαίου από την Τεχεράνη κατά 20%. Αυτές οι κινήσεις δεν σηματοδοτούν, όμως, μια θεμελιώδη αλλαγή στην τουρκική πολιτική απέναντι στο Ιράν. Όπως και στο παρελθόν, η Άγκυρα είναι πιθανό να εξακολουθήσει να διστάζει να συμμετάσχει ανοιχτά σε μια αντι-ιρανική συμμαχία. Ωστόσο, ο μήνας του μέλιτος μεταξύ της Τουρκίας και του Ιράν έχει σαφώς τελειώσει. Στην ερχόμενη δεκαετία, ο αγώνας για την περιφερειακή επιρροή μεταξύ των δύο χωρών είναι πιθανό να αυξηθεί και όλο και περισσότερο θα αναμορφώνει την πολιτική της Μέσης Ανατολής.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα Αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/137773/f-stephen-larrabee/the-tur...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/#!/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr