Κοινές ασθένειες στη δίνη των συμφερόντων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Κοινές ασθένειες στη δίνη των συμφερόντων

Η παράδοξη αδιαφορία για την πρώτη αιτία θανάτων παγκοσμίως

Οι αιτίες για το ξέσπασμα της κρίσης των ΜΜΝ στις αναπτυσσόμενες χώρες ξεκινά, παραδόξως, από το αυξημένο προσδόκιμο ζωής. Η μεγαλύτερη πρόσβαση σε αποτελεσματικές ιατρικές τεχνολογίες, όπως είναι τα εμβόλια, και η βελτιωμένη διασπορά καλών τακτικών στη δημόσια υγεία, όπως το πλύσιμο των χεριών και ο μητρικός θηλασμός, περιέστειλαν δραστικά την παιδική θνησιμότητα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η μεγάλη πλειοψηφία των νεογνών είναι σήμερα ανοσοποιημένα έναντι ασθενειών όπως η ιλαρά, η πολυομυελίτιδα και ο κίτρινος πυρετός, ενώ η διαδεδομένη χρήση αλάτων ενυδάτωσης από το στόμα, έχουν κάνει όλο και πιο σπάνιους τους θανάτους από χολέρα. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η βρεφική θνησιμότητα μειώθηκε στο μισό στο διάστημα μεταξύ 1960 και 2005 στο 80% των χωρών για τις οποίες υπάρχουν στοιχεία. Παράλληλα, το παγκόσμιο μέσο προσδόκιμο ζωής είχε μέχρι το 2009 αυξηθεί σχεδόν στα 67 χρόνια, από τα 31, που ήταν το 1900.

Η παράταση του ορίου ζωής είναι, βέβαια, κάτι καλό. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι ότι, αν και το προσδόκιμο ζωής για τους φτωχούς έχει αυξηθεί στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, αυτό συνέβη χωρίς την αντίστοιχη πρόοδο στην ατομική υγεία και σε βελτιωμένα συστήματα υγείας που συνόδευσαν την άνοδο της μακροβιότητας στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες. Με τη σημαντική εξαίρεση της Κίνας, οι φτωχοί δεν επωφελήθηκαν από την πρόσφατη οικονομική ανάπτυξη στις αναπτυσσόμενες χώρες. Από το 1981, ο αριθμός του 1,1 δισ. ανθρώπων ανά τον κόσμο, που ζουν με λιγότερο από 1,25 δολάριο την ημέρα, παρέμεινε χονδρικά ο ίδιος, ενώ ποσοστό μεγαλύτερο από τα δύο τρίτα αυτών των ανθρώπων σήμερα ζουν σε χώρες μεσαίου εισοδήματος. Εν τω μεταξύ, αν και οι δαπάνες για την περίθαλψη, αυξάνονται με βραδείς ρυθμούς στη Λατινική Αμερική, στη Μέση Ανατολή και σε τμήματα της Ασίας, δεν παύουν να παραμένουν αδιανόητα χαμηλές. Η πολιτεία του Κονέκτικατ, για παράδειγμα, δαπανά για τον τομέα αυτόν όσα όλες μαζί οι 38 χαμηλού εισοδήματος χώρες της υποσαχάριας Αφρικής. Με τόσο ισχνή δημόσια στήριξη, οι φτωχοί στις αναπτυσσόμενες χώρες συνήθως δεν έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε προληπτική ή χρόνια περίθαλψη, με αποτέλεσμα να αυξάνουν οι πιθανότητες για αναπηρία ή θάνατο από διαβήτη, καρκίνο και άλλα μη μεταδιδόμενα νοσήματα, από τα οποία οι άνθρωποι νοσούν μετά τα χρόνια της εφηβείας τους.

Οι σχεδόν ανύπαρκτες ρυθμίσεις για τον καπνό, το αλκοόλ και τα βιομηχανοποιημένα τρόφιμα σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, εντείνουν τις απειλές για γενικευμένη φτώχεια και ανεπαρκή περίθαλψη, καθώς έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες να εμφανίσουν οι φτωχοί μη μεταδιδόμενα νοσήματα. Στα κράτη αυτά επικρατούν φόβοι ότι μια πιθανή αύξηση της φορολογίας στα ανθυγιεινά προϊόντα θα καταστρέψει τις οικονομίες τους και θα προκαλέσει λαϊκή δυσφορία. Οι ρυθμιστικές διατάξεις αντιμετωπίζουν τη σφοδρή αντίδραση των εταιρειών καπνού, τροφίμων και ποτών, οι οποίες ενίοτε ανήκουν απολύτως ή εν μέρει στις κυβερνήσεις των εν λόγω χωρών. Σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες δεν υπάρχουν σύλλογοι προστασίας πασχόντων. Δικαστικοί αγώνες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη βελτίωση του ελέγχου στη βιομηχανία καπνού και στην εκπαίδευση στις ΗΠΑ, απουσιάζουν ή δεν έχουν αίσια έκβαση στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Οι συσκευασίες προϊόντων με ελλείψεις στην ετικέτα και στον έλεγχο των συστατικών, πλήττουν κυρίως τους φτωχούς, δεδομένου ότι δεν έχουν την ευκαιρία ούτε να εκπαιδευτούν ως προς τους κινδύνους για την υγεία τους ούτε έχουν χρήματα για ν’ αγοράσουν πιο υγιεινά τρόφιμα.

Εν τω μεταξύ, η απελευθέρωση του εμπορίου και η σε αυξημένο βαθμό ενοποίηση των αγορών καπνού, τροφίμων και ποτών, σαρώνουν την υποτυπώδη υποδομή δημόσιας υγείας πολλών αναπτυσσομένων χωρών. Έχοντας ν’ αντιμετωπίσουν τη στασιμότητα στις πωλήσεις τους σε χώρες υψηλού εισοδήματος, οι πολυεθνικές εταιρείες έχουν τώρα στραφεί στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, εγκαινιάζοντας έξυπνες διαφημιστικές καμπάνιες, με σκοπό να τονώσουν την αγορά. Οι καπνοβιομηχανίες, για παράδειγμα, χρησιμοποιούν γιγαντοαφίσες, ήρωες κινουμένων σχεδίων, μουσικές χορηγίες, και άλλες μεθόδους που έχουν απαγορευθεί στο μεγαλύτερο μέρος του ανεπτυγμένου κόσμου. Στόχος τους είναι να δελεάσουν τις γυναίκες, οι οποίες ήταν λιγότερο επιρρεπείς στο κάπνισμα σε σχέση με τους άνδρες. Με αυτές τις τακτικές, οι πωλήσεις προϊόντων καπνού αυξήθηκαν στην Ασία, στην ανατολική Ευρώπη και στη Λατινική Αμερική. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και στην Αφρική. Σε ποσοστό μεγαλύτερο του 60% των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα που διενεργήθηκε το 2008 από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) και τα αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, διαπιστώθηκε ότι τα κορίτσια στις μέρες μας καπνίζουν εξίσου με τα αγόρια.

Ο χωρίς προηγούμενο ρυθμός αστικοποίησης στις αναπτυσσόμενες χώρες έχει επιδεινώσει αυτές τις προκλήσεις. Το 1950, πάνω από 70% του παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε σε κωμοπόλεις και χωριά. Μέχρι το 2008, η πλειοψηφία είχε μετακομίσει στις πόλεις. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αστικοποίησης συνέβη στις χώρες με αναδυόμενες αγορές, όπου οι πόλεις διαθέτουν ελάχιστη υποδομή δημόσιας υγείας. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν πυκνοκατοικημένες φτωχογειτονιές, το 90% των οποίων βρίσκονται στις αναπτυσσόμενες χώρες. Εκεί στεγάζεται περίπου ένα δισεκατομμύριο ανθρώπων, οι οποίοι έξω από το σπίτι αντιμετωπίζουν τη μόλυνση και μέσα σ’ αυτό την καύση καυσίμων, με αποτέλεσμα να είναι πιο επιρρεπείς σε καρδιαγγειακά και αναπνευστικά νοσήματα. Οι κάτοικοι των παραγκουπόλεων έχουν περισσότερες πιθανότητες να αγοράσουν προϊόντα καπνού και φθηνά μεταποιημένα τρόφιμα και πολύ λιγότερες για πρόσβαση σε κατάλληλη διατροφή ή εκπαίδευση πάνω στη δημόσια υγεία.

Η ΣΩΣΤΗ ΣΥΝΤΑΓΗ