Καθαρίζοντας το κάρβουνο! | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Καθαρίζοντας το κάρβουνο!

Από την κλιματική ενοχή στην λύση

Μεταξύ 1980 και 2000, οι χώρες μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) αύξησαν τη χρήση του λιθάνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κατά 61% και μείωσαν τη χρήση του πετρελαίου στον εν λόγω τομέα κατά 41%. Διασκορπισμένο κατά το παρελθόν σε εξειδικευμένες περιφερειακές αγορές, το διεθνές εμπόριο άνθρακα εξελίχθηκε σε ένα περίπλοκο παγκόσμιο χρηματιστήριο εμπορευμάτων και τετραπλασιάστηκε σε μέγεθος. Σταθερά, διαφοροποιημένα δίκτυα προμηθευτών προσφέρουν στις χώρες που κάνουν εισαγωγές λιθάνθρακα χαμηλό κόστος ενέργειας και ενισχυμένη ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού. Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας δεν είναι πλέον ευάλωτες στην αστάθεια της Μέσης Ανατολής. Η αλλαγή του πετρελαίου με λιθάνθρακα προσέφερε μεγάλα ωφελήματα.

Από τη δεκαετία του 1990, όμως, το φυσικό αέριο αναδείχθηκε ως ανταγωνιστική εναλλακτική λύση για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στον ανεπτυγμένο κόσμο και ο πυρετός του άνθρακα που είχε πιάσει τις δυτικές πρωτεύουσες άρχισαν να πέφτει. Μεταξύ 2000 και 2008, η χρήση του άνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στις χώρες του ΟΟΣΑ αυξήθηκε μόνο κατά 4%, ενώ η χρήση του φυσικού αερίου αυξήθηκε κατά 55%. Το μέλλον του άνθρακα στον αναπτυγμένο κόσμο φαίνεται πιο ζοφερό κάθε χρόνο. Σήμερα, οι ειδικοί προβλέπουν ότι η ζήτηση άνθρακα στις χώρες του ΟΟΣΑ θα παραμείνει σταθερή και ίσως ακόμη και να συρρικνωθεί στο διάστημα από τώρα ως το 2035. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο άνθρακας χάνει μερίδιο αγοράς χάρη στο καινούργιο φθηνό φυσικό αέριο (ως συνέπεια της προσθήκης στην αγορά του αερίου από σχιστολιθικά πετρώματα) και στους αυστηρότερους ομοσπονδιακούς κανονισμούς για την ρύπανση. Στην Ευρώπη, η κύρια απειλή για τον λιθάνθρακα προέρχεται από τις περιβαλλοντικές πολιτικές. Το επιστέγασμα της κλιματικής πολιτικής της ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών, το οποίο ξεκίνησε το 2005, έκανε τις χώρες να στραφούν προς το καθαρότερο φυσικό αέριο. Η εντολή υπέρ των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, εν τω μεταξύ, έχει επίσης αρχίσει να διώχνει τον άνθρακα από την αγορά.

Ο υπόλοιπος κόσμος τρέχει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Εκεί που οι βιομηχανικές χώρες αγκάλιασαν κάποτε τον γαιάνθρακα για να διαφοροποιήσουν τον ενεργειακό εφοδιασμό τους, από τη δεκαετία του 1990 ο αναπτυσσόμενος κόσμος στράφηκε σ’ αυτόν για να απαντήσει σε ένα διαφορετικό πρόβλημα: τη φτώχεια. Οι ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες χρειάζονται όλο και περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια και ο άνθρακας ήταν ο φθηνότερος και πιο πρακτικός τρόπος για να την αποκτήσουν. Σίγουρα, δεν πρόκειται για την καθαρότερη πηγή ενέργειας αλλά οι αναπτυσσόμενες χώρες είδαν τη ρύπανση ως ένα κόστος που αξίζει να υποστούν προκειμένου να αποκτήσουν τα οφέλη της σύγχρονης οικονομίας. Όπως αναρωτήθηκε ο ινδός οικονομολόγος Rajendra Pachauri, πρόεδρος της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, «Μπορείτε να φανταστείτε 400 εκατομμύρια ανθρώπους που δεν έχουν ένα λαμπτήρα στα σπίτια τους;». Και συνέχισε: «Σε μια δημοκρατία δεν μπορείς να αγνοείς ορισμένες από αυτές τις πραγματικότητες .... Εμείς πραγματικά δεν έχουμε καμία άλλη επιλογή από το να χρησιμοποιούμε άνθρακα».

Δεδομένου ότι ο αναπτυσσόμενος κόσμος συνεχίζει να αναπτύσσεται, ο άνθρακας θα παραμείνει το καύσιμο της επιλογή του. Ο IEA αναμένει ότι η ζήτηση άνθρακα σε χώρες εκτός ΟΟΣΑ σχεδόν θα διπλασιαστεί μέχρι το 2035 αν συνεχιστούν οι σημερινές πολιτικές, με την ζήτηση μόνο από την Κίνα και την Ινδία να αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 80% αυτής της αύξησης. Η Ινδονησία, το Βιετνάμ και ένα μεγάλο μέρος της υπόλοιπης Ασίας οικοδομεί επίσης νέες μονάδες άνθρακα με μεγάλη ταχύτητα. Οι αγορές άνθρακα της Ασίας βρίσκονται έτσι στην καρδιά του προβλήματος της θέρμανσης του πλανήτη.

Η περίπτωση της Κίνας, της χώρας που εκπέμπει το περισσότερο διοξείδιο στον κόσμο, δείχνει πόσο δύσκολο είναι να εγκαταλειφθεί αυτό το καύσιμο. Η εξάρτηση της χώρας από τον άνθρακα γίνεται όλο και πιο δαπανηρή. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών, καθώς η ζήτηση για άνθρακα έχει αυξηθεί ενώ η προσφορά παλεύει για να συμβαδίζει, οι κινεζικές τιμές του άνθρακα έχουν εκτιναχθεί στα ύψη. Εν τω μεταξύ, οι αυστηρά καθορισμένες τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας δεν έχουν τη δυνατότητα να αυξηθούν παράλληλα. Η τιμολόγηση έχει γίνει τόσο παραμορφωμένη που σε πολλά μέρη, ένας τόνος άνθρακα κοστίζει περισσότερο από την αξία της ηλεκτρικής ενέργειας που θα μπορούσε να δημιουργήσει. Η εξάρτηση της Κίνας από τον άνθρακα δεν είναι μόνο μια ακριβή συνήθεια, αλλά και ένας κίνδυνος για το περιβάλλον. Εκτός από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και διοξειδίου του θείου, η καύση του άνθρακα δημιουργεί βουνά τοξικής τέφρας που σαρώνονται από τις καταιγίδες και καλύπτουν τις πόλεις σαν μια κουβέρτα δηλητηριωδών σωματιδίων. Η ρύπανση δημιουργεί όλο και περισσότερη οργή στο κινεζικό κοινό και έχει προκαλέσει ακόμη και διαδηλώσεις.

Το Πεκίνο καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να αποτινάξει τη συνήθεια του άνθρακα. Η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο της να παράγει το 15% της ενέργειας της χώρας από μη ορυκτά καύσιμα έως το 2020 (το σημερινό ποσοστό είναι 8%), με την πυρηνική και την υδροηλεκτρική ενέργεια πιθανώς να κάνουν το μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. Έχει δώσει γενναιόδωρες επιδοτήσεις στην αιολική και την ηλιακή ενέργεια, τομείς που έχουν κάνει σημαντικά κέρδη τα τελευταία χρόνια. Το Πεκίνο δίνει επίσης έμφαση στην βελτίωση της αποτελεσματικότητας της καύσης άνθρακα για ηλεκτροπαραγωγή με τη χρηματοδότηση μηχανολογικής έρευνας για τεχνολογίες αιχμής και κλείνοντας τα μεγαλύτερα, πιο ρυπογόνα εργοστάσια άνθρακα. Ως αποτέλεσμα, οι μέτριες κινεζικές μονάδες καύσης άνθρακα είναι ήδη πολύ πιο αποτελεσματικές από τις μέτριες αμερικανικές.