Η συμφωνία Κοσόβου - Σερβίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η συμφωνία Κοσόβου - Σερβίας

Αποβαλκανοποιώντας τα Βαλκάνια
Περίληψη: 

Μετά από μήνες διαπραγματεύσεων, το Κοσσυφοπέδιο και η Σερβία συμφώνησαν τελικά να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους. Η συμφωνία βάζει μερικές ερωτήσεις κατά μέρος και απαιτεί και από τις δύο πλευρές να αποδεχθούν ορισμένους μύθους. Παρ’ όλα αυτά, θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο για την αποκατάσταση άλλων «παγωμένων» συγκρούσεων της περιοχής.

Ο NIKOLAS K. GVOSDEV είναι καθηγητής Σπουδών Εθνικής Ασφάλειας στην Ναυτική Σχολή Πολέμου των ΗΠΑ.

Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, το Κόσοβο και η Σερβία κατέληξαν τελικά σε συμφωνία για την εξομάλυνση των σχέσεών τους, ανοίγοντας τον δρόμο και για τις δύο πλευρές ώστε να προωθήσουν τις αιτήσεις ένταξής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για χρόνια, η πρόοδος είχε καθυστερήσει λόγω της άρνησης της Σερβίας να αποδεχθεί την διακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσόβου, τον Φεβρουάριο του 2008. Η συμφωνία σηματοδοτεί το τέλος της διπλής στρατηγικής της Δύσης στην περιοχή: από τη μία πλευρά να πείσει το Βελιγράδι να αναγνωρίσει επίσημα την ανεξαρτησία του Κοσυφοπεδίου. Και από την άλλη να πείσει την Πρίστινα να προσδώσει στην Σερβική κοινότητα στο βόρειο Κοσυφοπέδιο ένα ξεχωριστό καθεστώς. Αξιοποιώντας το από καιρό καθιερωμένο δόγμα «μην ρωτάς, μην μιλάς», αυτά τα κρίσιμα ζητήματα περί του καθεστώτος έμεναν στο περιθώριο.

Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, το Βελιγράδι αναγνώρισε ότι η κυβέρνηση στην Πρίστινα ασκεί διοικητική αρχή επί του εδάφους του Κοσυφοπεδίου - και ότι είναι διατεθειμένο να συνεργαστεί με την Πρίστινα ως νόμιμη κυβερνούσα Αρχή. Όμως, δεν αναγνώρισε επίσημα το Κόσοβο ως κυρίαρχο κράτος, παρ’ ότι υποσχέθηκε να άρει τις αντιρρήσεις του σχετικά με το να συμμετάσχει το Κοσυφοπέδιο σε διεθνείς οργανισμούς (εάν άλλα κράτη ήταν διατεθειμένα να δεχθούν το Κόσοβο ως μέλος). Από την πλευρά της, η Πρίστινα αποδέχτηκε ότι οι Σέρβοι που ζουν στο βόρειο Κοσυφοπέδιο μπορούν, σε μεγάλο βαθμό, να αυτοδιαχειρίζονται τις υποθέσεις τους, εφ’ όσον αναγνωρίζουν ότι ονομαστικά αποτελούν τμήμα του Κοσόβου. Οι Σέρβοι του βόρειου Κοσυφοπεδίου θα αποκτήσουν επίσης τον δικό τους επικεφαλής στην περιφερειακή αστυνομία και η Πρίστινα έχει δεσμευθεί να μην αναπτύξει τις δυνάμεις των Κοσοβάρων Αλβανών στην περιοχή.

Όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία μεσολάβησε για την πρόσφατη συμφωνία, ολοκλήρωσε την πρώτη της Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης με την Σερβία τον Απρίλιο του 2008, είχε πολύ υψηλότερες προσδοκίες. Εκείνη την εποχή, η Ένωση συνεργαζόταν με τον Mirko Cvetkovića, τον μετριοπαθή και σχετικά φιλοδυτικό πρωθυπουργό της Σερβίας και πίεζε για την πλήρη ανεξαρτησία του Κοσόβου, ως προϋπόθεση για την ένταξη της Σερβίας στην ευρω-ατλαντική κοινότητα. Η διαδικασία αυτή καθυστερούσε, και όταν η ΕΕ επιβεβαίωσε τελικά επισήμως την Σερβία ως υποψήφια χώρα για ένταξη στην ΕΕ τον Μάρτιο του 2012, το έπραξε με την προϋπόθεση ότι η Σερβία θα βελτιώσει τις σχέσεις της με το Κοσυφοπέδιο. Στη συνέχεια, το περασμένο καλοκαίρι, ο Cvetkovića έχασε το αξίωμά του από τον Ivica Dačić, μια φυσιογνωμία πολύ πιο εθνικιστική. Αντιμέτωπη με έναν λιγότερο φιλικό εταίρο στις διαπραγματεύσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση επέλεξε τον ρεαλισμό: Θα μετέβαλλε την προηγούμενη στάση της έναντι κάθε ρύθμισης που θα παρείχε στο βόρειο Κοσυφοπέδιο de facto ανεξαρτησία και της απαίτησης ότι οποιαδήποτε διακυβερνητική επαφή θα έπρεπε να εκλαμβάνεται ως αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Κοσυφοπεδίου από την Σερβία.

Δεδομένου ότι η συμφωνία Κοσυφοπεδίου-Σερβίας απλά βάζει στην άκρη ζητήματα που έχουν μπλοκάρει τις διαπραγματεύσεις για τόσο πολύ καιρό, θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πρότυπο για την επίλυση άλλων «παγωμένων» συγκρούσεων, όπως η αντιπαράθεση μεταξύ του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και του Αζερμπαϊτζάν, όπου ο κίνδυνος της αναζωπύρωσης μιας ένοπλης σύγκρουσης έχει αυξηθεί τους τελευταίους μήνες. Θα μπορούσε επίσης να είναι ένα χρήσιμο μοντέλο για την νέα κυβέρνηση της Γεωργίας, η οποία ενδιαφέρεται για επανέναρξη των συνομιλιών της με την Αμπχαζία και την βελτίωση των σχέσεών της με την Ρωσία, χωρίς να θέλει να συμβιβαστεί στο πολύ ευαίσθητο σημείο της εδαφικής ακεραιότητας της Γεωργίας.

Η ισχύς της συμφωνίας, ωστόσο, είναι επίσης η αδυναμία της. Για να λειτουργήσει, όλες οι πλευρές θα πρέπει να αποδεχθούν ορισμένους μύθους. Η Σερβία πρέπει να πιστέψει ότι η πόρτα έχει μείνει ανοικτή για μια διευθέτηση που θα επιστρέψει το Κόσοβο στη δικαιοδοσία της, στο τέλος της ιστορίας. Το Κόσοβο, εν τω μεταξύ, δεν μπορεί να χαίρεται που η συμφωνία αποτελεί μια έμμεση αποδοχή του αιτήματός του για κυριαρχία. Οι Σέρβοι που ζουν στο Κόσοβο πρέπει να είναι έτοιμοι να αποδεχθούν τα θεσμικά ιδρύματα της Πρίστινα, τουλάχιστον φαινομενικά, και οι Κοσοβάροι Αλβανοί πρέπει να ζήσουν με το γεγονός ότι η υποταγή των Σέρβων δεν θα είναι τίποτα περισσότερο από φαινομενική. Μόλις κατανοήσουν αυτούς τους ρόλους, όλα τα μέρη θα πρέπει να απομνημονεύσουν τις γραμμές τους και να επιμείνουν στα σενάριά τους. Η πολύπλοκη σχέση μεταξύ της Κίνας και της Ταϊβάν – συμπεριλαμβανομένης της συναίνεσης της Κίνας να συμμετέχει η Ταιβάν σε μια σειρά από διεθνείς οργανισμούς - αποδεικνύει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει, αλλά είναι δύσκολο και ευάλωτο στο να καταρρεύσει ανά πάσα στιγμή.

Το ότι οι εθνικιστές, τόσο στο Κοσυφοπέδιο όσο και την Σερβία, δυσανασχετούν με την συμφωνία φωνάζοντας για «προδοσία» στις αντίστοιχες κυβερνήσεις τους, δεν βοηθά. Και σε όλα τα στρατόπεδα, οι υπουργοί της κυβέρνησης που κατανοούν το σκεπτικό της συμφωνίας, επίσης επιθυμούν να επανεκλεγούν, οπότε δεν είναι απίθανο κάποιοι να αποχωρήσουν από την συμφωνία ή να αντικατασταθούν από αντιπάλους της συμφωνίας. Επομένως, δεν υπάρχει εγγύηση ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι θα παίξουν πιστά τους ρόλους τους.

Το στοίχημα είναι ότι ακόμη και μια αμφίβολη συμφωνία κερδίζει χρόνο, ειδικά για το Κοσυφοπέδιο και την Σερβία ώστε να βαδίσουν τον μακρύ δρόμο της διαδικασίας της προσχώρησης στην ΕΕ. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι τα πιο βασικά ζητήματα - συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης της Σερβίας σε βασικά ιστορικά και θρησκευτικά σημεία - θα επιλυθούν όταν η Σερβία και το Κοσυφοπέδιο ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί οι πολίτες κάθε κράτους-μέλους έχουν πλήρη ελευθερία να ταξιδεύουν, να ζουν, να εργάζονται και να έχουν ιδιοκτησία οπουδήποτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και οι Βρυξέλλες είναι έτοιμες να προστατεύσουν το δικαίωμά τους να το πράττουν.