Οι σχέσεις τής Κύπρου με την Ευρωπαϊκή Ένωση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι σχέσεις τής Κύπρου με την Ευρωπαϊκή Ένωση

Το παρελθόν, οι κυβερνητικές ευθύνες, το Eurogroup και το μέλλον

Χρειάζεται να υποδειχθεί επίσης ότι η έκρηξη στο Μαρί, τον Ιούλιο του 2011, ήταν εξ’ ολοκλήρου αποτέλεσμα της κρατικής αναποτελεσματικότητας, και η συνεισφορά της στην πτώση της κυπριακής οικονομίας και στην ύφεση δεν έχει ακόμη καταμετρηθεί. Συγχρόνως, η απελθούσα κυβέρνηση ευθύνεται άμεσα και για το μεγαλύτερο πρόβλημα, που συνοψίζεται στην αναβλητική στάση που τήρησε παραγνωρίζοντας την επείγουσα αναγκαιότητα λήψης αποτελεσματικών μέτρων από τον Μάιο του 2011, όταν έκλεισαν για την Κύπρο οι διεθνείς αγορές δανεισμού. Στάση που συνεχίσθηκε ακόμη και μετά την αυστηρή προειδοποίηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τον Νοέμβριο του 2011, έως τον Ιούνιο του 2012 [4], αφήνοντας στη νέα κυβέρνηση τον χειρισμό του όλου θέματος, συν το νέο χρέος των 11 δισ. ευρώ της Έκτακτης Βοήθειας Ρευστότητας (ELA), αμέσως μετά την ανάληψη εξουσίας, την 1η Μαρτίου, 2013, από τα Eurogroup της 15ης και 25ης Μαρτίου, 2013.

Συμπερασματικά, μπορεί να λεχθεί ότι η κυπριακή οικονομική κρίση δεν προκλήθηκε μόνο από εξωτερικούς παράγοντες, αλλά ήταν αποτέλεσμα ελλείμματος, πέραν των 17 δισ. ευρώ στην χρηματοδότηση των κυπριακών τραπεζών και του κράτους, η οποία δημιουργήθηκε για τους λόγους που αναπτύχθηκαν πιο πάνω και για το οποίο ευθύνη έχουν Κύπριοι τραπεζίτες και κρατικοί αξιωματούχοι. H χρεοκοπία της Λαϊκής Τράπεζας και οι επιπτώσεις της στην οικονομία, όπως και το σημερινό επίπεδο ανεργίας που υπερβαίνει το 14% δεν δημιουργήθηκαν από τις αποφάσεις του Eurogroup. Εξάλλου, το κυπριακό κράτος αναγνώρισε τη σημασία εσωτερικών πολιτικών και ενδεχομένως ποινικών ευθυνών, διορίζοντας τριμελή ερευνητική επιτροπή από ανώτατους δικαστικούς για να εντοπίσει τις σχετικές ευθύνες.

Αντίθετα, σύμφωνα με δηλώσεις του διορισμένου (από τον Δημήτρη Χριστόφια) Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, κ. Πανίκο Δημητριάδη, μόνο η στήριξη στο πλαίσιο της ΕΕ (Έκτακτη Βοήθεια Ρευστότητας) που ανήλθε σε 11 δισ. ευρώ κατά το 2012, (σχεδόν ολόκληρο το ποσό για τη Λαϊκή Τράπεζα), έσωσε τις κυπριακές τράπεζες από μια χρεοκοπία που θα ήταν καταστροφική για όλους και που θα συμπαρέσυρε το κυπριακό κράτος, με πιθανή συνέπεια την έξοδο από το ευρώ και ενδεχομένως από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΟΥ EUROGROUP

Είναι κυρίως η συμπεριφορά του Eurogroup που οδήγησε κάποιους αναλυτές σε απορριπτικές θέσεις, προτάσσοντας το φαινομενικά εύλογο συμπέρασμα ότι δεν θέλουμε να ανήκουμε σ’ αυτή την Ευρωπαϊκή Ένωση που συμπεριφέρεται τόσο ανάλγητα και επιδεικνύει μηδαμινή αλληλεγγύη. Πράγματι, η συμπεριφορά και οι αποφάσεις στο Eurogroup ήταν πρωτοφανείς τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς την σκληρότητά τους.

Το γενικό πλαίσιο της συμπεριφοράς αυτής πρέπει να αναζητηθεί στην κοινωνική, οικονομική, νομισματική και θεσμική κρίση, καθώς και στην κρίση ηγεσίας την οποία διέρχεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και στην επανεθνικοποίηση πολιτικών όπως και στην εθνική εσωστρέφεια που τα συσσωρευμένα προβλήματα προκαλούν στις κυβερνήσεις της Ευρώπης.

Έχει δημιουργηθεί δε μια ανισορροπία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού όλες οι άλλες μεγάλες χώρες της Ένωσης έχουν στραφεί στα δικά τους εσωτερικά οικονομικά και κοινωνικά διλήμματα. Αυτό ισχύει ασφαλώς για την Ισπανία και την Ιταλία, αλλά και για την Γαλλία του Φρανσουά Ολάντ η οποία για πρώτη φορά από την Προεδρία Ντε Γκωλ είναι σχεδόν τελείως απούσα από τα ευρωπαϊκά δρώμενα. Η Βρετανία, έτσι και αλλιώς, δεν συμμετέχει στο ευρώ, αλλά είναι και η ίδια απορροφημένη με την εσωτερική της συζήτηση για την παραμονή της ή όχι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι η Γερμανία, ως η μόνη ηγέτιδα δύναμη στην Ένωση, έχει αναδυθεί σε μια θέση που καθίσταται απόλυτη, και από την οικονομική της υπεροχή, εκτός των άλλων. Χρησιμοποιεί όμως την ηγετική της θέση με προφανή απειρία και με γνώμονα την ικανοποίηση εσωτερικών προεκλογικών σκοπιμοτήτων, και λιγότερο με στόχο την εκπλήρωση του καθήκοντος της για έξοδο της Ένωσης από την κρίση. Επιπλέον, λαμβάνει λίγο υπόψη τις οικονομικές και κοινωνικές κακουχίες άλλων λαών της Ευρώπης. Είναι γνωστό στη διπλωματική πρακτική ότι οι εσωτερικές πολιτικές ανάγκες και προκλήσεις συχνά δεν αποτελούν επιτυχή βάση για αποτελεσματική εξωτερική πολιτική.

Παρ’ όλ’ αυτά, είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς τη συμπεριφορά του Eurogroup προς την Κύπρο χωρίς να λάβει υπόψη του και κάποιες εξηγήσεις για την εκδικητικότητα απέναντι στην κυβέρνηση Χριστόφια που είχε αγνοήσει επανειλημμένες προειδοποιήσεις ως προς την αναγκαιότητα λήψης μέτρων, ιδιαίτερα μετά τον Νοέμβριο του 2011 και ως τον Ιούνιο του 2012. Είναι γνωστό ότι χρειάστηκαν ακόμη 9 μήνες μετά από αυτή την ημερομηνία για να επιτευχθεί και να υπογραφεί συμφωνία με τις Βρυξέλλες, και τούτο μόνο μετά τη λήξη της θητείας Χριστόφια.

Επιπρόσθετα, αποδίδεται και εκνευρισμός στα μέλη του Eurogroup για τις επανειλημμένες δημόσιες αντι-ευρωπαϊκές δηλώσεις Χριστόφια, αλλά και για κάποιες από τις ενέργειες Αναστασιάδη αμέσως μετά την εκλογή του (όπως η επίκληση άγνοιας για την πρόθεση «κουρέματος» καταθέσεων, η αποχή του κόμματός του κατά την ψηφοφορία στην Βουλή όπου απορρίφθηκε η πρώτη πρόταση του Eurogroup, η άρνησή του να παραδεχτεί ότι ήταν η Κύπρος που πρότεινε την φορολογία των ασφαλισμένων καταθετών, και η αποστολή τού υπουργού των Οικονομικών, Μιχάλη Σαρρή, στη Μόσχα προς αναζήτηση εναλλακτικής, ρωσικής λύσης, με στρατηγικής σημασίας ανταλλάγματα για τη Ρωσία).[5]

Εάν πράγματι τέτοιοι λόγοι επηρέασαν τις κυβερνήσεις και τις αποφάσεις τους στο Eurogroup, τότε η συμπεριφορά τους φαίνεται ακόμη χειρότερη, αφού για μήνες αποδέχτηκαν χωρίς δημόσια αντίδραση τις καθυστερήσεις του αντιευρωπαίου Χριστόφια και εκδικήθηκαν τον φιλοευρωπαϊστή Αναστασιάδη, δυο βδομάδες αφότου ανέλαβε την εξουσία.