Μεταθεωρητική κριτική Διεθνών Σχέσεων και Γεωπολιτικής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μεταθεωρητική κριτική Διεθνών Σχέσεων και Γεωπολιτικής

Το νεοθετικιστικό πλαίσιο

Το βιβλίο «Μεταθεωρητική κριτική Διεθνών Σχέσεων και Γεωπολιτικής: Το νεοθετικιστικό πλαίσιο» (Παπαζήσης 2012) του Ιωάννη Θ. Μάζη, αποτελεί ένα θεωρητικό magnum opus, και προορίζεται να καταστεί πολύτιμο εγχειρίδιο και έργο αναφοράς για τους επιστημονικούς κλάδους των Διεθνών Σχέσεων και της Γεωπολιτικής.

Το νέο βιβλίο τού καθηγητή Οικονομικής Γεωγραφίας/Γεωπολιτικής τού Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιωάννη Θ. Μάζη, με τίτλο «Μεταθεωρητική κριτική Διεθνών Σχέσεων και Γεωπολιτικής: Το νεοθετικιστικό πλαίσιο» (Παπαζήσης 2012) αποτελεί ένα μοναδικό έργο αναφοράς για τους επιστημονικούς κλάδους των Διεθνών Σχέσεων και της Γεωπολιτικής. Και αυτό διότι στο έργο του αυτό ο Μάζης προβαίνει στην διατύπωση θεωρίας αναπτύσσοντας απολύτως πρωτότυπα, με λακατιανή δομή την Συστημική Γεωπολιτική Ανάλυση, γεγονός που καλύπτει ένα σημαντικό κενό τής διεθνούς γεωπολιτικής βιβλιογραφίας: αυτό της επιστημολογικώς άρτιας μεθοδολογίας τής Γεωπολιτικής Αναλύσεως σε συστημική βάση. Στο έργο αυτό, εξετάζει επίσης με κάθε σχολαστικότητα και υπό επιστημολογική οπτική γωνία τις διεθνολογικές θεωρίες τις ευρισκόμενες εντός τού νεοθετικιστικού πλαισίου τού κλάδου των Διεθνών Σχέσεων. Τα εργαλεία του είναι οι θεωρήσεις των Sir Karl Popper, Thomas Kuhn και Imre Lakatos. Η ανάλυσή του αναφορικά με την ισχύ των εννοιών, την αποτελεσματικότητα των όρων, την επιστημονικότητα των μεθόδων, και τη νομιμότητα των θεωρητικών συγκροτήσεων στο νεοθετικιστικό πλαίσιο των «Θεωριών των Διεθνών Σχέσεων» είναι εξοντωτική. Κάτι ανάλογο, δεν υφίσταται μέχρι στιγμής στην ημεδαπή -τουλάχιστον- βιβλιογραφία.

Η σχολαστικά συγκροτημένη, από μεθοδολογικής άποψης, αυτή μελέτη διαρθρώνεται –πλην της «Εισαγωγής στα Προλεγόμενα» και των «Προλεγομένων»- σε τέσσερα μέρη, τα οποία ανταποκρίνονται στην κριτική διακριτών λειτουργιών τής γνωστικής επιστημολογικής προσέγγισης των Διεθνών Σχέσεων και της Γεωπολιτικής. Στην «Εισαγωγή στα Προλεγόμενα» (σ. 21-54) ο συγγραφέας διευκρινίζει την χρησιμοποιούμενη από τον ίδιο ορολογία και το συναφές αυτής εννοιολογικό πλαίσιο, ενώ επίσης αναπτύσσει τις θεμελιώδεις παραμέτρους τής μεθοδολογικής του προσέγγισης κατά την ανάπτυξη των επιστημολογικών του επιχειρημάτων, εξηγώντας το κριτήριο που λειτούργησε στην επιλογή του corpus των κρινόμενων διεθνολογικών κειμένων.

Στα «Προλεγόμενα» (σ. 55-80) ο συγγραφέας προσδιορίζει τις θεωρητικές έννοιες του πεδίου της έρευνας, οριοθετώντας το πλαίσιο της ανάλυσής του στον διεθνολογικό θετικισμό και τον διευρυμένο νεοθετικισμό, ορίζοντας παράλληλα προσεκτικά αυτά τα φιλοσοφικά πεδία. Η κατάδειξη π.χ. των σχέσεων προέλευσης του νεοθετικισμού από το υπόδειγμα του συμπεριφορισμού, χρησιμεύει τόσο στην ακριβή διαπίστωση της επιστημολογικής προέλευσης του κυρίαρχου στις «Διεθνείς Σχέσεις» ερμηνευτικού υποδείγματος όσο και στην επισήμανση της αξιολογικής εγκυρότητας των θεμελιωδών διατυπώσεων του συμπεριφορισμού.

Στο Πρώτο Μέρος (σ. 81-200) ο Μάζης επισημαίνει την αναγκαιότητα της ορθής χρήσης των επιστημολογικών εννοιών τού διεθνολογικού κλάδου, η οποία είναι απούσα στην ελληνόγλωσση, αλλά και την ξενόγλωσση, επιστημονική βιβλιογραφία. Ο συγγραφέας, δηλαδή, εντοπίζει με επιτυχία τις αντιφάσεις των επιμέρους θεωρητικών προσεγγίσεων και τονίζει την προβληματικότητα της απουσίας μιας ενιαίας Γενικής, ή έστω και επί μέρους, Θεωρίας. Πρόκειται για μια έλλειψη της διεθνούς διεθνολογικής βιβλιογραφίας, στην κάλυψη της οποίας ανταποκρίνεται με επιτυχία το παρόν βιβλίο στα επόμενα Μέρη.

Το Δεύτερο Μέρος (σ. 201-330) αποτελεί μια πλήρη κριτική ανάλυση των επιμέρους προσεγγίσεων αναφορικά με την θεωρία και τη μεθοδολογία τού υποτομέα των «Διεθνών Σχέσεων». Ο συγγραφέας διακρίνει δέκα θεωρητικές αδυναμίες και αντίστοιχες αδιέξοδες προσεγγίσεις από επιστημολογικής απόψεως. Αξιοποιώντας το ερευνητικό υπόδειγμα του Imre Lakatos, το οποίο προεκτείνει σε συστημική ανάγνωση, ο Μάζης επισημαίνει τις θεωρητικές αδυναμίες των εννοιών τού παραδείγματος του Kuhn, καθώς και επιμέρους προσεγγίσεων του ρεαλισμού, του νεορεαλισμού, της φιλελεύθερης και της νεοφιλελεύθερης προσέγγισης.

Το Τρίτο Μέρος (σ. 331-378) εξετάζει ειδικότερα την τύχη τού νεοθετικιστικού θεωρητικού συστήματος σε σχέση με τα πορίσματα της Σύγχρονης Συστημικής Γεωπολιτικής Ανάλυσης, η οποία έχει προταθεί από τον ίδιο τον συγγραφέα. Αφού επισημάνει τα γενικά θεωρητικά χαρακτηριστικά τής επιστήμης τής Νέας Γεωγραφίας, ο συγγραφέας προχωρά στην διατύπωση των ορισμών τής γεωπολιτικής ανάλυσης και στην επιστημολογική ταξινόμηση προσδιορισμού των υποτομέων τής Επιστήμης τής Γεωγραφίας. Η Σύγχρονη Συστημική Γεωπολιτική Ανάλυση, μια πρωτότυπη και πλήρης επιστημολογική προσέγγιση και μια αυτόνομη λακατιανή συγκρότηση, η οποία καθίσταται ολοκληρωμένη Θεωρία, εκκινείται από τον αιτιοκρατικό προσδιορισμό τού Χώρου και των υποχωρικών του παραγώγων και εξετάζει τους νόμους και τους πυλώνες της ανακατανομής τής ισχύος στο εσωτερικό των διαφόρων και διαφορετικών χωρικών μορφών και συμπλόκων. Κατά την εκδίπλωση της Σύγχρονης Συστημικής Γεωπολιτικής Ανάλυσης, ο Μάζης αξιοποιεί, προτείνοντας άλλωστε και την αξιοποίηση, τόσο στοιχείων θεωρητικής υφής, όπως τα Είδη των Γεωγραφιών, τα Είδη των Χώρων και τα Συστημικά Επίπεδα, όσο και αμιγώς μαθηματικά εργαλεία, όπως η ασαφής λογική (fuzzy logic).

Το Τέταρτο Μέρος (σ. 379-424) αναλύει το γενικότερο αίτημα της διεπιστημονικότητας και της θεματικής συναρμογής των επιμέρους κλάδων κατά την αναζήτηση μιας ενιαίας Θεωρίας των Διεθνών Σχέσεων. Η ενιαία αυτή Θεωρία των Διεθνών Σχέσεων δεν μπορεί παρά να στηρίζεται σε σημαντικό βαθμό, και ουσιαστικά, όπως προκύπτει από την πλούσια σχετική τεκμηρίωση, στην Σύγχρονη Συστημική Γεωπολιτική Ανάλυση. Στο τμήμα αυτό τού βιβλίου, ο συγγραφέας παρουσιάζει το μεθοδολογικό υπόβαθρο της Σύγχρονης Συστημικής Γεωπολιτικής Ανάλυσης, προβαίνει στον ορισμό και την αντίστοιχη κατηγοριοποίηση των Γεωπολιτικών Δεικτών και Σταθμοδεικτών βάσει συγκεκριμένων αξιωματικών παραδοχών, οι οποίες αναλύονται επισταμένως. Τέλος, προχωρά στον ορισμό των εξεταζομένων γεωπολιτικών μεγεθών και παραθέτει τις εν χρήσει Γεωγραφικές Υπολογιστικές Μεθόδους, οι οποίες προτείνονται ως χρήσιμο μεθοδολογικό εργαλείο κατά την ανάπτυξη της θεωρίας του.