Το ελληνικό ζήτημα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το ελληνικό ζήτημα

Για μια άλλη Ελλάδα σε μια διαφορετική Ευρώπη
Περίληψη: 

Η Ελλάδα βρίσκεται την περίοδο αυτή και πάλι σε προεκλογική περίοδο. Οι εκλογές αυτές συμπίπτουν με την δυσκολότερη μετά την κατάρρευση της δικτατορίας προσπάθεια να αποδείξουμε σαν συντεταγμένη κοινωνία, σαν χώρα και σαν έθνος ότι προσπαθούμε να βγούμε από την κρίση κι από την ηθική, κοινωνική, πολιτική και κυρίως εθνική παρακμή.

Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Π. ΜΑΛΛΙΑΣ είναι ο συγγραφέας τού βιβλίου «Η άλλη κρίση, Η μαρτυρία ενός πρέσβη» (ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ 2013)

Η Ελλάδα βρίσκεται την περίοδο αυτή και πάλι σε προεκλογική περίοδο. Επίσημα και τυπικά, για τις λεγόμενες ευρωεκλογές τού Μαΐου. Εκλογές, που συμπίπτουν με την δυσκολότερη μετά την κατάρρευση της δικτατορίας προσπάθεια να αποδείξουμε σαν συντεταγμένη κοινωνία, σαν χώρα και σαν έθνος ότι προσπαθούμε να βγούμε από την κρίση. Ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας. Κυρίως, όμως, να αποδείξουμε ότι η υπέρβαση, η κοινωνική συνοχή, το κράτος δίκαιου και ο πολιτειακός και πολιτικός εκσυγχρονισμός θα διαδεχθούν την ηθική, κοινωνική, πολιτική και κυρίως εθνική παρακμή.

Σε ένα μεγάλο και πολιτικά σημαντικό μέρος τής Ευρώπης, που επίσης ετοιμάζεται για την εκλογή των μελών τού Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η πολιτική αντιπαράθεση δεν γίνεται μόνο με ευρωπαϊκούς άλλα και με εθνικούς όρους. Μπορεί να σφάλλω αλλά δεν θυμάμαι αν στο παρελθόν, στην Οδύσσεια της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ο εθνικός παρονομαστής και τα εσωτερικά ζητήματα και διλήμματα να επηρέαζαν σε τόσο μεγάλο βαθμό την -κατά τα άλλα- εκτιμώμενη ως «χαλαρή» ψήφο.

Οι ευρωσκεπτικιστές, ο αριθμός των οποίων φαίνεται να αυξάνει συνεχώς και αναμφίβολα θα έχουν σημαντική εκπροσώπηση στο νέο Ευρωκοινοβούλιο, προέρχονται πλέον από όλο το φάσμα του πολιτικού κόσμου. Δεν είμαι σίγουρα ο μόνος που πιστεύει ότι, κατά τις ενδείξεις, μια άνευ προηγουμένου ισχυρή εκπροσώπησή τους στην Ευρωβουλή θα αποτελέσει εμπόδιο αντί προκρίματος των αναγκαίων και σαρωτικών αλλαγών σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό θεσμικό και πολιτικό χώρο.

Οι φεντεραλιστές, στους οποίους ολοένα με μεγαλύτερους δισταγμούς εξακολουθώ να κατατάσσω τον εαυτό μου, εξακολουθούν να προωθούν μια άλλη Ευρώπη στην οποία, όμως, για να είμαστε ρεαλιστές, όλο και λιγότερο πιστεύουν κυβερνήσεις, πολιτικές δυνάμεις και βέβαια και οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι πολίτες. Το σύνθημα «ναι στη Ευρώπη» δικαίως έπεται πλέον της σκληρής πραγματικότητας και ερωτήματος «ναι, άλλα σε ποια Ευρώπη»; Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από την εποχή τής σύλληψης του σχεδίου τού Jean Monnet και της διακήρυξης του Robert Schuman, ήταν δημιουργία, προϊόν αν προτιμάμε, των πολιτικών, οικονομικών και διοικητικών (γραφειοκρατικών) ελίτ. Για την ακρίβεια, είναι προϊόν συνεχών και αναγκαίων συμβιβασμών των εθνικών ελίτ. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Σήμερα, όμως, πεποίθησή μου είναι ότι η Ευρώπη δεν μπορεί πλέον να προχωρήσει ερήμην των πολιτών της. Ελλείψει κοινής εξωτερικής πολιτικής είναι απούσα ως ενιαία πολιτική δύναμη διεθνώς. Ταυτόχρονα, γίνεται ολοένα και πιο απόμακρη από τους ίδιους τους πολίτες της. Δείχνει απόμακρη και απομονωμένη μέσα στο γυάλινο κτίριο της πλατείας Schuman στις Βρυξέλλες. Η Ευρώπη στην οποία τόσο πίστεψε η δική μου γενιά ήταν πόλος έλξης. Ήταν ταυτόχρονα πραγματικότητα και όραμα. Η σημερινή Ευρώπη δείχνει όλο και πιο πολύ να απομακρύνεται από τις αξίες και τις αρχές εκείνες που την ανέδειξαν στην λογική και στις καρδιές μας σαν την κοινή μας Ιθάκη.

Οι λεγόμενοι λαϊκιστές που μεταθέτουν και μεταφέρουν στο ευρωπαϊκό επίπεδο την αυταπάτη και την ουτοπία τής επίλυσης της ατζέντας των εθνικών προβλημάτων, προσφέρουν πολιτικό παραισθησιογόνο αντί λύσεων. Η κρίση εμπιστοσύνης μεταξύ του ευρωπαϊκού βορρά και του ευρωπαϊκού νότου, και αντίστροφα μεταξύ του ευρωπαϊκού νότου και του ευρωπαϊκού βορρά, τροφοδοτεί και ενισχύει την εθνική, πολιτική, κομματική και προσωπική τους ατζέντα.

Τις σκέψεις αυτές προτίμησα να καταγράψω ως εισαγωγή στο κείμενο αυτό. Θα μπορούσαν, κατά κάποιο τρόπο, να αποτελέσουν και τον επίλογο.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Το πολωτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γίνεται, για μια ακόμη φορά στην Ελλάδα, η συζήτηση για το μέλλον μας, για την Ελλάδα στην Ευρώπη, καθώς και για το μέλλον της ίδιας της Ένωσης, χαρακτηρίζουν μια χώρα και ένα σύστημα που, ενώ προσπαθεί να βγει από την απαξίωση της κρίσης, εξακολουθεί να συμπεριφέρεται με παρωχημένους όρους.

Ένα πράγμα πρέπει να είναι κατ' ευφημισμόν θέσφατο, μιας και προέρχεται από σωστές ή λάθος ανθρώπινες αποφάσεις: όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών, από την επόμενη κιόλας ημέρα, οι Έλληνες και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας θα πρέπει από κοινού να αναζητήσουμε τις λύσεις που θα εγγυηθούν το μέλλον τής Ελλάδας μέσα από την αναζωογόνηση, ανανέωση και θεσμικό εκσυγχρονισμό τής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το πρόβλημα δεν είναι υπαρξιακό μόνο για την Ελλάδα. Είναι συνάμα υπαρξιακό και για την ίδια την Ένωση.

Και κάτι ακόμη. Η θεραπεία τόσο για την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και για την Ελλάδα δεν είναι «καθόλου Ελλάδα ή λιγότερη Ευρώπη». Δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Χρειαζόμαστε ταυτόχρονα περισσότερη και πιο δημοκρατική Ευρώπη η οποία θα δίνει σε κάθε Ευρωπαίο πολίτη τουλάχιστον την ίδια σημασία με την αξία του ευρώ. Χρειαζόμαστε μια δικαιότερη και πιο διαφανή Ευρώπη που θα στηρίζεται στις αξίες εκείνες που κάποτε με το κεφάλι ψηλά τις ονομάζαμε ευρωπαϊκό ουμανισμό. Δηλαδή, τη δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη, την αλληλοπάθεια, και την ατομική και κοινωνική αξιοπρέπεια.