Κρίση νομιμοποίησης στην Λιβύη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Κρίση νομιμοποίησης στην Λιβύη

Ο κίνδυνος της επιλογής στρατοπέδου στο μετα-κανταφικό χάος

Καθώς τα Ηνωμένα Έθνη και άλλοι εξωτερικοί παρατηρητές προσπαθούν να βοηθήσουν στην επίλυση αυτής της κρίσης, θα πρέπει να καθοδηγούνται από τρεις σημαντικές επιταγές. Η πρώτη και πιο σημαντική είναι να αποφευχθεί να προσδοθεί νομιμότητα στην μια ή την άλλη πλευρά, μέσω εκφράσεων υποστήριξης για «κρατικούς θεσμούς» ή «εκλεγμένα όργανα»: Αν και το HOR ήταν αρχικά ένα εκλεγμένο νομοθετικό σώμα, είναι τώρα ένα υπόλειμμα κοινοβουλίου που αντιπροσωπεύει την μια πλευρά σε μια εξελισσόμενη σύγκρουση. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρχει κατά νου όταν πρόκειται για αιτήματα περί στρατιωτικής και αντιτρομοκρατικής βοήθειας: Οποιαδήποτε τέτοια βοήθεια πριν την πολιτική συμφιλίωση απλώς θα καταλήξει να ενισχύσει την μια συμμαχία πολιτοφυλακών έναντι της άλλης. Δεύτερον, η διεθνής κοινότητα πρέπει να απαιτήσει και να επιβάλει την απαγόρευση εξωτερικής παρέμβασης στην σύγκρουση της Λιβύης - ειδικότερα, η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα θα πρέπει να πιεστούν για να σταματήσουν την εμπλοκή τους, αφότου οργάνωσαν μια σειρά αεροπορικών επιδρομών στην Λιβύη τον Αύγουστο. Τρίτον, τα Ηνωμένα Έθνη θα πρέπει να παγώσουν τα περιουσιακά στοιχεία τής Κεντρικής Τράπεζας της Λιβύης και της National Oil Corporation (NOC) ώστε να ασκήσουν μεγαλύτερη οικονομική πίεση και στις δύο πλευρές για να έρθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να σχηματίσουν μια πραγματικά συμμετοχική, ενιαία κυβέρνηση.

Οι περισσότερες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, έχουν αναγνωρίσει το απομεινάρι τού κοινοβουλίου που εδρεύει στο Τομπρούκ ως τη νόμιμη εξουσία τής Λιβύης. Αυτό είναι προβληματικό, διότι αποτρέπει την συνδιαλλαγή με το στρατόπεδο της «Επιχείρησης Αυγή». Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε το πόσο μικρή είναι η βάση υποστήριξης του υπολείμματος του κοινοβουλίου σήμερα. Το HOR εξελέγη από λιγότερο από το ένα τέταρτο του εκλογικού σώματος της Λιβύης. Δώδεκα από τις 200 έδρες του ποτέ δεν πληρώθηκαν λόγω της ανασφάλειας την ημέρα των εκλογών και του εκλογικού μποϊκοτάζ από την μειονότητα Amazigh. Από τα 188 εκλεγμένα μέλη, τα 30 έχουν μποϊκοτάρει το κοινοβούλιο από τότε που μετακόμισε στο Τομπρούκ. Καθώς το απομεινάρι τού κοινοβουλίου υιοθέτησε μια ολοένα και πιο κομματική προσέγγιση, ο αριθμός των μελών που συμμετέχουν σε αυτό έχει μειωθεί σε περίπου 100 με 110 – δηλαδή μόλις πάνω από το ήμισυ των εκλεγέντων.

Ο κομματισμός τού HOR έχει γίνει όλο και πιο εμφανής στις εγχώριες πολιτικές του και στην διεθνή του δραστηριότητα. Το κοινοβούλιο του Τομπρούκ έχει χαρακτηρίσει την «Επιχείρηση Αυγή» ως μια τρομοκρατική ομάδα στο ίδιο επίπεδο με την Ανσάρ αλ Σαρία, παρά το γεγονός ότι οι δύο ομάδες είναι ενωμένες μόνο για τον κοινό τους εχθρό και διαφέρουν δραστικά στην ιδεολογία και την χρήση βίας που ασκούν. Διόρισε έναν πρώην υπολοχαγό τού Hifter ως επικεφαλής τού στρατού και ζήτησε την διάλυση όλων των «άτακτων ένοπλων οντοτήτων» (δηλαδή, όλων των πολιτοφυλακών που δεν συμμάχησαν με τις δυνάμεις τού Hifter). Έχει κάνει ανοιχτά έκκληση για ξένη επέμβαση στην σύγκρουση και ζήτησε υποστήριξη από την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τους πιο επιφανείς αντιπάλους των ισλαμιστικών κινημάτων στην περιοχή. Ο Thinni έχει αποκλείσει διαπραγματεύσεις με τις δυνάμεις τής «Αυγής», αποκαλώντας τους «τρομοκράτες». Και παρ’ όλο που ο ίδιος έχει συμπεριλάβει μια συμβολική εκπροσώπηση των μιστρατινών στην νέα κυβέρνηση του, δεν έχει δείξει καμία διάθεση να φέρει ρεαλιστές και μετριοπαθείς υποστηρικτές τής «Αυγής» στην κυβέρνησή του - ένα βήμα που θα ήταν αναγκαίο για την επίλυση της κοινοβουλευτικής κρίσης.

Συνολικά, αυτές οι χειρονομίες και τα μηνύματα είχαν ως αποτέλεσμα την εδραίωση της θέσης τής «Επιχείρησης Αυγή» - και την αποδυνάμωση των μετριοπαθών σε αυτό το στρατόπεδο οι οποίοι ίσως ήταν πρόθυμοι να συμβιβαστούν. Υπό αυτή την έννοια, ευρείες εκφράσεις για διεθνή υποστήριξη προς τα θεσμικά όργανα του Τομπρούκ είναι αντιπαραγωγικές για την επίλυση των συγκρούσεων της Λιβύης. Η πλειοψηφία τού υπολείμματος του κοινοβουλίου έχει ερμηνεύσει την διεθνή αναγνώριση ως ένα σήμα ότι μπορεί να μονοπωλήσει την εθνική πολιτική εξουσία και δεν χρειάζεται να συμβιβαστεί. Η κυβέρνηση στο Τομπρούκ, μαζί με την Αίγυπτο, τον κύριο υποστηρικτή της, άσκησε ισχυρή πολιτική πίεση για υποστήριξη από το εξωτερικό προς το υπολειμματικό κοινοβούλιο ως την μόνη νόμιμη αρχή τής Λιβύης. Επίσης, προσπάθησε να κινητοποιήσει την διεθνή υποστήριξη για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας - αν και ο ορισμός της για τους τρομοκράτες περιλαμβάνει τους πολιτικούς αντιπάλους της.

Από την πλευρά του, το στρατόπεδο της «Αυγής» έχει δεσμευτεί σε παρόμοια αδιαλλαξία. Η επιθετικότητα της «Αυγής» είχε σαφώς σχεδιαστεί για να εγκαθιδρύσει εδαφικό έλεγχο επί της πρωτεύουσας ως πολιτικό διαπραγματευτικό χαρτί, με κατάφωρη περιφρόνηση για τα αποτελέσματα των εκλογών. Όπως δείχνει ο σχηματισμός τής κυβέρνησης της «Αυγής» υπό τον Hassi, οι σκληροπυρηνικοί εντός τής συμμαχίας τής «Αυγής» προφανώς πιστεύουν ότι μπορούν να μετατρέψουν τον de facto έλεγχο της Τρίπολης σε πολιτική εξουσία σε όλη την χώρα. Παρότι η κυβέρνηση Hassi δεν έχει καμία πιθανότητα να κερδίσει ευρεία υποστήριξη στην Λιβύη, πόσω μάλλον την διεθνή αναγνώριση, εξακολουθεί να απειλεί να βαθύνει τα ρήγματα που διαιρούν τους θεσμούς τής Λιβύης. Οι δύο κυβερνήσεις τώρα συναγωνίζονται ανοιχτά για το τελικό έπαθλο της σύγκρουσης: Τον έλεγχο της Κεντρικής Τράπεζας και της NOC. Σε περίπτωση που αυτά τα δύο θεσμικά όργανα υποκύψουν στον κομματισμό, είτε με τη διάσπασή τους σε δύο κομμάτια είτε παίρνοντας την μια πλευρά τής σύγκρουσης, θα ήταν πιθανόν να ακολουθήσει μια άνευ προηγουμένου λεηλασία των περιουσιακών στοιχείων τού κράτους, ενισχύοντας περαιτέρω την ύπαρξη των δύο αντίπαλων κέντρων εξουσίας.