Αντίπαλοι με οφέλη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αντίπαλοι με οφέλη

Η μυστική ιστορία της συνεργασίας Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας
Περίληψη: 

Οι παρατηρητές μπορεί να εκπλαγούν ακούγοντας για τις όλο και φιλικότερες σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας. Όμως, μια σύσφιξη των σχέσεων, και μέχρι και συντονισμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις, δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί άνευ προηγουμένου, όπως καθίσταται σαφές από τα ιστορικά δεδομένα.

Ο ASHER ORKABY είναι ερευνητής στο Crown Center for Middle East Studies και συγγραφέας του επερχόμενου βιβλίου The International History of the Yemen Civil War, 1962–68.

Εκείνοι που παρακολουθούν την αναταραχή στην Μέση Ανατολή μπορεί να εκπλαγούν ακούγοντας για τις όλο και φιλικότερες σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, των αιώνιων αντιπάλων που βρίσκονται τώρα αντιμέτωποι με κοινές απειλές που προέρχονται από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και από το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και την αλ-Σαμ.

Τον περασμένο Νοέμβριο, ο υπουργός Πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας, Ali al-Naimi, εξέφρασε την θέληση για πώληση πετρελαίου στο Ισραήλ, το οποίο εξακολουθεί να μην αναγνωρίζει επισήμως. «Η Μεγαλειότητα του ο Βασιλιάς Abdullah ήταν πάντα πρότυπο καλών σχέσεων μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και των άλλων κρατών», δήλωσε ο Naimi σε δημοσιογράφους στην Βιέννη, «και το εβραϊκό κράτος δεν αποτελεί εξαίρεση». Λίγους μόλις μήνες νωρίτερα, ο πρώην αρχηγός των μυστικών Υπηρεσιών της Σαουδικής Αραβίας, πρίγκιπας Turki al-Faisal, δημοσίευσε ένα άρθρο στην ισραηλινή εφημερίδα Haaretz [1]. Αν κι ο al-Faisal επανέλαβε την πάγια θέση του Αραβικού Συνδέσμου για την ειρηνευτική διαδικασία –δηλαδή την υπαναχώρηση του Ισραήλ στα σύνορα που είχε πριν το 1967- η δημοσίευση σε μια ισραηλινή εφημερίδα αποτέλεσε ένα σημαντικό άνοιγμα. Αυτές τις χειρονομίες ακολούθησαν χρόνια πιθανολογίας αναφορικά με το ενδεχόμενο συντονισμένης επίθεσης από το Ισραήλ και την Σαουδική Αραβία στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις.

Όσο αξιοσημείωτες κι αν είναι αυτές οι εξελίξεις, μια ανεπίσημη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών δεν θα ήταν άνευ προηγουμένου. Ήδη από την δεκαετία του 1960, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία βρήκαν κοινό έδαφος, σε ό, τι αφορούσε χώρες ή κινήματα που απειλούσαν ρητά την ύπαρξή τους. Ωστόσο, οι δύο χώρες δεν αρκέστηκαν μόνο στην ευθυγράμμιση των στρατηγικών τους ˑ συνεργάστηκαν και σε επίπεδο τακτικής.

Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1960, η απειλή αυτή προήλθε από τον Αιγύπτιο πρόεδρο, Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, τον ηγέτη του κινήματος των Αράβων εθνικιστικών και την πιο δημοφιλή προσωπικότητα στην Μέση Ανατολή. Οι πολιτικές ομιλίες του και οι ραδιοφωνικές μεταδόσεις, άγγιξαν εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον αραβικό κόσμο , με συχνότερους στόχοι του ήταν το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Όταν μια ομάδα Υεμενιτών αξιωματικών με εθνικιστικές αραβικές απόψεις ανέτρεψαν την θεοκρατική μοναρχία της Υεμένης το 1962, ο Νάσερ έστειλε περίπου 70.000 Αιγύπτιους στρατιώτες για να υποστηρίξουν τον πόλεμο της νέας δημοκρατίας ενάντια στους πιστούς του παλαιού καθεστώτος. Ο Νάσερ δήλωσε, επίσης, την πρόθεσή του να επεκτείνει την επανάσταση ακόμα πιο μακριά, στην Σαουδική Αραβία, στα βόρεια σύνορα της Υεμένης και την βρετανική αποικία του Άντεν, στα νότια.

Η Σαουδική Αραβία, εν τω μεταξύ, προσέφερε χρήματα και καταφύγιο στις βασιλόφρονες φυλές, την ώρα που μια ομάδα Βρετανών μισθοφόρων προσπαθούσε να διοχετεύσει στρατιωτική βοήθεια στις δυνάμεις της περιοχής που στέφονταν κατά των Αιγυπτίων. Αλλά το ορεινό έδαφος της βόρειας Υεμένης αποδείχθηκε σημαντικό εμπόδιο, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολη την παράδοση όπλων και προμηθειών στις πολιορκούμενες φυλετικές πολιτοφυλακές της περιοχής.

Δεδομένου ότι ούτε το Λονδίνο ούτε το Ριάντ ήθελαν να υποστηρίξουν ανοιχτά τις βασιλόφρονες δυνάμεις, χρειάζονταν έναν συνεργάτη που θα ήταν πρόθυμος να οργανώσει λαθραίες αερομεταφορές πάνω από το εχθρικό έδαφος. Στράφηκαν στο Ισραήλ, την μόνη χώρα που είχε περισσότερα να χάσει από ό, τι η Σαουδική Αραβία από έναν πιθανό θρίαμβο των Αιγυπτίων στην Υεμένη. Οι Ισραηλινοί ηγέτες, από την πλευρά τους, πίστευαν πως η υποστήριξη μιας σύγκρουσης μέσω πληρεξουσίων με την Αίγυπτο θα προλάμβανε μια διαμάχη ανάμεσα στην Αίγυπτο και το Ισραήλ στην περιοχή του Σινά, κρατώντας τον Νάσερ πολύ απασχολημένο για να επιτεθεί στο Ισραήλ.

Ο περίφημος Ισραηλινός πιλότος αερομεταφορών, Aryeh Oz, που υπηρετούσε τότε ως αρχηγός της Διεθνούς Μοίρας 120 του Ισραήλ, ήταν επικεφαλής της αποστολής. Χρησιμοποιώντας ένα εκσυγχρονισμένο Boeing Stratocruiser, επέβλεψε 14 εναέριες αποστολές στα βόρεια υψίπεδα της Υεμένης μεταξύ 1964 και 1966, που μετέφεραν όπλα και προμήθειες ζωτικής σημασίας τα οποία, σε πολλές περιπτώσεις, βοήθησαν στην μεταστροφή της ροής της μάχης υπέρ των βασιλοφρόνων. Οι Ισραηλινοί πιλότοι σχεδίασαν μια πορεία πτήσης απευθείας πάνω από το σαουδαραβικό έδαφος, αποφεύγοντας τα αιγυπτιακή μαχητικά αεροσκάφη που περιπολούσαν την Ερυθρά Θάλασσα.

Ο σχεδιασμός και η λήψη αποφάσεων περιορίζονταν σε έναν επιλεγμένο αριθμό Βρετανών μισθοφόρων, τους Ισραηλινούς ηγέτες, την Σαουδική βασιλική οικογένεια, καθώς και τον έκπτωτο ιμάμη και τον υπουργό Εξωτερικών της Υεμένης. Για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια και το απόρρητο των αποστολών, άφησαν τον ευρύτερο πληθυσμό της Σαουδικής Αραβίας και της Υεμένης στο σκοτάδι σχετικά με την συμμετοχή του Ισραήλ. Μια από τις ρίψεις αερομεταφερόμενων εφοδίων, για παράδειγμα, έλαβε χώρα αφότου ο έκπτωτος ηγέτης είχε ανακοινώσει στους φυλετικούς αρχηγούς του ότι οι προμήθειες θα έρχονταν από αέρος. «Κοιτάξτε, ακόμα κι ο Θεός βοηθά τον ιμάμη», άκουσε ένας Βρετανός πράκτορας μυστικών Υπηρεσιών να δηλώνει κάποιος από τους διοικητές στην ζώνη ρίψης.

Ο εμφύλιος πόλεμος τελείωσε το 1968 ˑ μετά από μια σειρά συμφωνιών, οι φατρίες βασιλοφρόνων και δημοκρατικών ενώθηκαν για να σχηματίσουν την Αραβική Δημοκρατία της Υεμένης στο βόρειο τμήμα της χώρας. Από την στιγμή που οι Ισραηλινοί και οι Σαουδάραβες κατάφεραν να παραμερίσουν τις διαφορές τους τότε, σίγουρα θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο και σήμερα. Και οι δύο χώρες πιστεύουν ότι η προοπτική ενός πυρηνικού Ιράν είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, απειλητική από ό, τι ήταν η πιθανότητα μιας αιγυπτιακής βάσης στην Υεμένη κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1960. Και ο κίνδυνος είναι τόσο επείγων ώστε να μπορεί να οδηγήσει σε τακτική συνεργασία, υπό ορισμένες συνθήκες, ειδικά εάν η Τεχεράνη φανεί αρκετά κοντά στην ολοκλήρωση μιας βόμβας.