Προς υπεράσπιση της χρηματο-οικονομικής καινοτομίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Προς υπεράσπιση της χρηματο-οικονομικής καινοτομίας

Η δημιουργική οικονομία μπορεί να βοηθήσει τον καθένα, όχι μόνο τους πλούσιους
Περίληψη: 

Η Wall Street μπορεί να βοήθησε στην δημιουργία του οικονομικού κραχ το 2008, μέσω των αδιάκοπων πειραματισμών της, αλλά δεν είναι όλες οι γνώριμες πρακτικές ασφαλείς και δεν είναι όλες οι χρηματοοικονομικές καινοτομίες κακές. Η πρόκληση έγκειται στην προώθηση της καινοτομίας που βοηθά στην βελτίωση της ζωής και των οικονομικών προοπτικών αντί να τις υπονομεύει.

Ο ANDREW PALMER είναι συντάκτης Επιχειρηματικών Υποθέσεων στο περιοδικό The Economist και συγγραφέας του Smart Money: How High-Stakes Financial Innovation Is Reshaping Our World—for the Better [1] (Basic Books, 2015), από το οποίο έχει διασκευαστεί αυτό το δοκίμιο. Ακολουθήστε τον στο Twitter @palmerandrew [2].

Σε συνέδριο που πραγματοποιήθηκε το 2013 από το περιοδικό The Economist στην Νέα Υόρκη, επιχειρηματίες και πολιτικοί ηγέτες συζήτησαν το κατά πόσον οι ταλαντούχοι απόφοιτοι Πανεπιστημίων θα πρέπει να ενταχθούν στο εργατικό δυναμικό της Google ή της Goldman Sachs. Ο Vivek Wadhwa, ένας κατά συρροή επιχειρηματίας, εξέφρασε την άποψή του για την Google. «Θα προτιμούσατε τα παιδιά σας να οικοδομήσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα [και] να δημιουργήσουν περισσότερα προβλήματα για εμάς, ή να αποκτήσουν την ευκαιρία να σώσουν τον κόσμο;» ρώτησε. Ήταν πιο εύκολο για εκείνον να παρουσιάσει το σκεπτικό του από ότι για τον Robert Shiller, τον βραβευμένο με Νόμπελ οικονομολόγο, ο οποίος επιχειρηματολόγησε για την Goldman Sachs ότι κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, ακόμη κι η διάσωση του κόσμου, θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί. Όλα αυτά, όμως, δεν βοήθησαν καθόλου ˑ στο τέλος, το κοινό ψήφισε σε μεγάλο βαθμό υπέρ του Mountain View και κατά της Wall Street.

Μια τέτοια προκατάληψη αντικατοπτρίζει την βαθιά αλλαγή στην στάση της κοινής γνώμης απέναντι στην Wall Street, που ακολούθησε την οικονομική κρίση του 2008. Στην δεκαετία πριν την κατάρρευση, οι τραπεζίτες εκθειάζονταν. Οι πολιτικοί επικροτούσαν την αποτελεσματικότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, ενώ τα ιδιαίτερα κολακευτικά σχόλια για την οικονομική καινοτομία κατέπνιξαν κάθε κριτική. Όταν χτύπησε η κρίση, όμως, η κατάσταση αντιστράφηκε εντελώς. Η νέα γενική συναίνεση απεικονίζει πλέον τους τραπεζίτες ως κακοποιούς, οι ανεύθυνες πρακτικές και οι ύποπτες τεχνικές των οποίων εξαπέλυσαν την καταστροφή. Η άποψη αυτή στηρίζεται στην εντύπωση ότι μόνο ένα μικρό μέρος του χρηματοπιστωτικού κλάδου ωφελεί πραγματικά την κοινωνία -εκείνο που χορηγεί δάνεια στους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις. Το υπόλοιπο αποτελεί ένα επικίνδυνο και περιττό ρίσκο, με αποτέλεσμα η οικονομική εφευρετικότητα κάθε είδους να εκλαμβάνεται ως ιδιαίτερα ύποπτη.

Αυτός ο θυμός είναι βάσιμος ˑ τα χρηματοοικονομικά σίγουρα απέτυχαν στην εφαρμογή τους σε μεγάλα προβλήματα κατά την πορεία προς την κρίση, ενώ ο δημοφιλής μύθος που ήθελε αυτόν τον κλάδο ακατανίκητο συνέβαλε στην αποτυχία αυτήν. Η εξάλειψη αυτής της παρεξήγησης ήταν εντελώς για καλό. Η δαιμονοποίηση, όμως, των χρηματοοικονομικών είναι επίσης λανθασμένη, ενώ ο περιορισμός του τομέα στα πιο γνώριμα στοιχεία του δεν θα κατάφερνε να διορθώσει τις αδυναμίες του. Ακόμη χειρότερα, μια τέτοια πορεία θα μπορούσε να βλάψει τομείς εκτός του τραπεζικού κλάδου, επειδή η επιρροή της οικονομικής εφευρετικότητας φτάνει πολύ πιο μακριά από την Wall Street. Οι χρηματοδότες της καινοτόμας οικονομίας βοηθούν αυτήν την στιγμή στην επίλυση μιας σειράς κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων -συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την αντοχή των δικτύων κοινωνικής ασφάλισης, της ικανότητα των φτωχών να αποταμιεύουν και εκείνη των ηλικιωμένων να συντηρηθούν– τα οποία έχουν μεγάλη σημασία για τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο. Αντί να φοβούνται μια τέτοια καινοτομία, οι πολιτικοί και το κοινό θα έπρεπε να την καλωσορίσουν, με συνετή εποπτεία.

ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Για τους επικριτές της Wall Street, η οικονομική κρίση αποτέλεσε προειδοποίηση εναντίον του πειραματισμού. Η χρηματοπιστωτική καινοτομία, υποστηρίζουν, έχει προσεγγίσει ένα σημείο φθίνουσας απόδοσης. Αν απλώς μπορούσε η χρηματοδότηση να γυρίσει πίσω τον χρόνο, όλα θα ήταν καλά. Θα εξαφανίζονταν κάποιες τοξικές πρακτικές, όπως η τιτλοποίηση, ο τρόπος των τραπεζών να ομαδοποιούν τις υποθήκες, τα δάνεια μέσω πιστωτικών καρτών και τα άλλα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία σε ομόλογα που μεταπωλούν σε επενδυτές -μια τεχνική που θεωρείται πως προκάλεσε την κρίση. Τα ανεξέλεγκτα οικονομικά μαγικά που εκτίναξαν τα ποσά χρέους των καταναλωτών θα σταματούσαν. Και τα χρηματιστήρια θα έπαυαν να υπηρετούν ως αθύρματα των αλγορίθμων.

Κάποιοι σκεπτικιστές φτάνουν σε σημείο να ισχυρίζονται ότι «ο τραπεζικός τομέας πρέπει να είναι βαρετός» -ένα σύνθημα που υιοθετήθηκε από την Elizabeth Warren, την από παλιά Δημοκρατική γερουσιαστή από την Μασαχουσέτη, η οποία ζήτησε αυστηρότερους περιορισμούς σε ό, τι έχει να κάνει με την οικονομία. Το 2013, η Warren ξεκίνησε μια εκστρατεία για τον διαχωρισμό των τραπεζών των ΗΠΑ σε δύο διακριτές ομάδες. Η πρώτη θα περιελάμβανε τις παρηγορητικά γνώριμες μεμονωμένες επιχειρήσεις που δέχονται καταθέσεις και παρέχουν στεγαστικά δάνεια. Η δεύτερη θα αφορούσε στις επενδυτικές επιχειρήσεις που συγκεντρώνουν χρήματα και διαχειρίζονται κινδύνους μέσω ύποπτων πρακτικών της κεφαλαιαγοράς, και θα πρέπει να αποκλειστούν από την λήψη ασφαλιστικών καταθέσεων για δική τους χρηματοδότηση. Αν και το νομοσχέδιο που εισήγαγε η Warren σταμάτησε στο Κογκρέσο, είχε πολλούς υποστηρικτές.

Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, μερικοί διακεκριμένοι παρατηρητές υποστήριξαν ότι η οικονομική δημιουργικότητα έχει φτάσει στα όρια της χρησιμότητάς της. Υπογράμμισαν μια σειρά φαινομενικά ανεξέλεγκτων προ κρίσης οικονομικών δυνάμεων, από τις «αστρονομικές» ταχύτητες των υψηλής συχνότητας traders ως την έκρηξη του όγκου των συμβάσεων αντιστάθμισης πιστωτικού κινδύνου (credit default swaps), ενός είδους ασφαλιστηρίου συμβολαίου που συντασσόταν προς αποφυγήν πτώχευσης των δανειοληπτών. Το 2009, για παράδειγμα, ο Paul Volcker, ο πρώην πρόεδρος της Federal Reserve, δήλωσε ότι καμία χρηματοπιστωτική καινοτομία της περιόδου πριν την κρίση δεν ήταν τόσο χρήσιμη όσο η απλή ταμειολογιστική μηχανή. Ομοίως, ο οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν, παραδέχτηκε σε δημοσίευμα στην New York Times το 2009, ότι δυσκολευόταν να σκεφτεί κάποια πρόσφατη οικονομική επανάσταση που βοήθησε την κοινωνία. Αντίθετα, έγραψε, «το γεγονός ότι οι καλοπληρωμένοι τραπεζίτες πήραν μεγάλα ρίσκα με τα χρήματα άλλων ανθρώπων ήταν εκείνο που γονάτισε την παγκόσμια οικονομία».