Η ιστορία των δύο Σαντάτ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ιστορία των δύο Σαντάτ

Τί μπορούν να διδαχθούν το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία από την Αίγυπτο
Περίληψη: 

Δεν είναι η ίδια η ύφεση στις σχέσεις ΗΠΑ-Ιράν που θα υπαγορεύσει το μέλλον της Μέσης Ανατολής, αλλά το πώς οι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών θα ενεργήσουν για την άμβλυνση των συνεπειών της. Ούτως ή άλλως, ο χορός που έθεσαν σε κίνηση οι συνομιλίες των ΗΠΑ με το Ιράν, έχει ήδη φύγει έξω από τον έλεγχο των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο GABRIEL SCHEINMANN είναι Διευθυντής Πολιτικής στο Κέντρο Εβραϊκής Πολιτικής.

Με ποικίλους βαθμούς σφοδρότητας, όλοι οι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών στην Μέση Ανατολή αντιτίθενται στην εκκολαπτόμενη ύφεση στις σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ιράν. Επικεφαλής τους, φυσικά, είναι το Ισραήλ, και αμέσως μετά ακολουθεί η Σαουδική Αραβία. Αλλά όταν φτάσει η 30η Ιουνίου, η μοιραία επίθεση θα φτάσει στο τέλος της και θα πρέπει να στραφούν απρόθυμα από την πρόληψη μιας συμφωνίας στον μετριασμό της συμφωνίας. Όπως είπε ένας ανώτερος αξιωματούχος του Κόλπου [1], «Εμείς δεν πρόκειται να δημιουργήσουμε έναν Νετανιάχου. Δεν σπαταλάμε χρόνο αντιμαχόμενοι την εν λόγω συμφωνία…. Αντίθετα προετοιμαζόμαστε για τον κόσμο, όπως θα είναι μετά την συμφωνία». Σε έναν τέτοιο κόσμο, το Ισραήλ θα μπορούσε να αποφασίσει να επιτεθεί στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, ενώ η Σαουδική Αραβία ίσως θελήσει να αποκτήσει [2] την δική της βόμβα, όμως και τα δύο κράτη, γνωρίζοντας πόσο δαπανηρές θα μπορούσαν να είναι αυτές οι ενέργειες, πιθανότατα θα εξετάσουν πρώτα άλλες εναλλακτικές.

Και σε αυτό το σημείο, μπορούμε να εξετάσουμε ένα μοντέλο. Πριν από τέσσερις δεκαετίες, ο Αιγύπτιος Ανουάρ αλ Σαντάτ ήρθε αντιμέτωπος με μια παρόμοια κατάσταση. Δύο φορές, πήρε τολμηρά μέτρα για να αμβλύνει τις συνέπειες της ύφεση των πολιτικών εντάσεων ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Σοβιετική Ένωση. Το 1973, ο Σαντάτ, πιστεύοντας πως είχε εγκαταλειφθεί από την Μόσχα, βύθισε την Μέση Ανατολή σε περιφερειακό πόλεμο, γεγονός που επέφερε την μόνιμη άνοδο των διεθνών τιμών του πετρελαίου και την θέση των Ηνωμένων Πολιτειών σε πυρηνική επιφυλακή. Το 1977, ο Σαντάτ, αυτή την φορά ανήσυχος εξαιτίας των ενεργειών των ΗΠΑ, προσπέρασε την διαδικασία των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης σφυρηλατώντας μια ειρηνευτική συμφωνία με το Ισραήλ, σταματώντας τον περιφερειακό πόλεμο ανάμεσα στην Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ. Και στις δυο περιπτώσεις, δεν ήταν η ίδια η ύφεση που διαμόρφωσε την περιοχή, αλλά ο τρόπος αντίδρασης του Σαντάτ. Η ιστορία των «δύο Σαντάτ» κάνει ξεκάθαρες τις επιλογές που έχουν μπροστά τους οι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών σήμερα.

Η ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ

Μέχρι την στιγμή που ο Σαντάτ ανέλαβε την εξουσία στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1970, η Αίγυπτος είχε μετατραπεί ουσιαστικά σε σοβιετικό προτεκτοράτο. Προκειμένου να αποφευχθεί μια δεύτερη καταστροφική ήττα της Αιγύπτου από το Ισραήλ το 1967, η Σοβιετική Ένωση τοποθέτησε δεκάδες χιλιάδες στρατιωτικούς συμβούλους στην Αίγυπτο. Οι αντιαεροπορικές συστοιχίες πυραύλων και μαχητικών αεροσκαφών της Σοβιετικής Ένωσης υπερασπίστηκαν τον αιγυπτιακό ουρανό ˑ μερικές φορές, έφτασαν σε σημείο ακόμα και να αναμειχθούν σε επικίνδυνες αερομαχίες με ισραηλινά αεροπλάνα. Μόνο τον Μάιο του 1971, ωστόσο, η Αίγυπτος και η Σοβιετική Ένωση υπέγραψαν την πρώτη επίσημη συνθήκη συμμαχίας τους, περισσότερα από 15 χρόνια αφότου το Κάιρο απέκτησε τους πρώτους στενούς δεσμούς με το Κρεμλίνο.

18052015-1.jpg

Ο διπλωμάτης της Σοβιετικής Ένωσης, Βασίλι Κουζνέτσοφ, συναντιέται με τον Αιγύπτιο πρόεδρο, Ανουάρ Σαντάτ, στο Κάιρο της Αιγύπτου, το 1973. CIA.

Οι προοπτικές της συνθήκης ήταν παραπλανητικές, ωστόσο, δεδομένου ότι τα συμφέροντα της Αιγύπτου και της Σοβιετικής Ένωσης είχαν ήδη αρχίσει σταδιακά να αποκλίνουν. Η Μόσχα χρειαζόταν απεγνωσμένα να ανοικοδομήσει το κύρος της, το οποίο είχε πληγεί βαθύτατα από τις ήττες των πληρεξουσίων της, αλλά ανησυχούσε ότι θα ενθάρρυνε την Αίγυπτο να επιδιώξει έναν πόλεμο που δεν θα μπορούσε να κερδίσει. Ήταν πρόθυμη να βοηθήσει την Αίγυπτο να αποτρέψει μια ακόμα ισραηλινή επίθεση, αλλά αρνήθηκε να της παρέχει τα προηγμένα όπλα που θα χρειαζόταν για να αποκτήσει μια δεύτερη ευκαιρία στην διαμάχη της με τους Ισραηλινούς. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Αίγυπτος άρχισε να ενοχλείται σιωπηλά από αυτούς τους περιορισμούς.

Η ύφεση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Σοβιετική Ένωση άλλαξε τα πάντα. Στην σύνοδο κορυφής Νίξον-Μπρέζνιεφ στην Μόσχα τον Μάιο του 1972, οι δύο υπερδυνάμεις εξέδωσαν ένα κοινό ανακοινωθέν που όχι μόνο έπεισε τους Σοβιετικούς να υποστηρίξουν μια «ειρηνική διευθέτηση» στην Μέση Ανατολή, αλλά σημείωσε επίσης και ότι η «επίτευξη ενός τέτοιου διακανονισμού θα ανοίξει προοπτικές για την ομαλοποίηση της κατάστασης στην Μέση Ανατολή και θα επιτρέψει, μεταξύ άλλων, την προσπάθεια εύρεσης περαιτέρω βημάτων για την επίτευξη μιας στρατιωτικής χαλάρωσης σε αυτόν τον τομέα». Η Μόσχα θα κατεύναζε αντί να υποδαυλίσει την αραβο-ισραηλινή διένεξη και, για τον σκοπό αυτόν, δεν θα προέβαινε σε καμία περαιτέρω καίρια παροχή όπλων.

Για το Κάιρο, η ύφεση αποτελούσε προδοσία. Μετά από χρόνια αναζωογόνησης της Αιγύπτου και της πολιτικής της χώρας σχετικά με την στρατιωτική της αντιπαράθεση με τους Ισραηλινούς, η Σοβιετική Ένωση αντέστρεψε τώρα την πορεία της και δεσμεύτηκε να δείξει αυτοσυγκράτηση, παγώνοντας την υφιστάμενη κατάσταση. Μια κατάσταση «ούτε ειρήνη, ούτε πόλεμος» φάνηκε ιδανική για την Μόσχα, αλλά με τις ισραηλινές δυνάμεις να έχουν σταθμεύσει στην διώρυγα του Σουέζ κάτι τέτοιο θα ήταν ανυπόφορο για την Αίγυπτο. Μην έχοντας πολλές επιλογές στην διάθεσή του, όμως, ο Σαντάτ συνέχισε να στέλνει μηνύματα υποστήριξης στην προστάτιδά του, Σοβιετική Ένωση, την ώρα που ο ίδιος προσπαθούσε να βρει έναν τρόπο να χαλαρώσει την μέγγενη του Κρεμλίνου.