Αισιοδοξία για την Ισπανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αισιοδοξία για την Ισπανία

Γιατί η χώρα τα πηγαίνει καλύτερα από όσο η Ελλάδα

Η διελκυστίνδα της περασμένης εβδομάδας μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της λεγόμενης τρόικα -η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ)- επί ενός πακέτου διάσωσης για την καταρρέουσα οικονομία της Ελλάδας, έστρεψε την προσοχή στην Ισπανία, άλλη μια νοτιο-ευρωπαϊκή οικονομία που, τα τελευταία χρόνια, αγωνίζεται με ένα βουνό χρέους, μείωση του ΑΕΠ, και ουρανομήκη ανεργία, τα οποία όλα αποτελούν μια αντιληπτή απειλή για την σταθερότητα της ευρωζώνης. Ωστόσο, οι Ισπανοί πολιτικοί έσπευσαν να καθησυχάσουν τον κόσμο ότι το ελληνικό δράμα δεν θα παιζόταν στην Ισπανία.

Σε μια συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό «Telecinco», αμέσως αφότου μαθεύτηκε από την Αθήνα ότι μια σειρά μεταρρυθμίσεων λιτότητας είχε ηττηθεί στο δημοψήφισμα, ο συντηρητικός πρωθυπουργός Mariano Rajoy απέφυγε κάθε συζήτηση περί μετάδοσης της ελληνικής κατάστασης, και έδειξε λίγη συμπάθεια για τους Έλληνες. Αντ’ αυτού, αγκάλιασε την σκληρή στάση των διεθνών πιστωτών προς την Ελλάδα, ειδικά της Γερμανίας. Σημείωσε ότι η βοήθεια δεν θα είναι δυνατή για την Ελλάδα «χωρίς υπευθυνότητα και μεταρρυθμίσεις από την πλευρά της Αθήνας», και πρόσθεσε ότι: «Αυτό που έχει σημασία είναι ότι η Ελλάδα γνωρίζει ότι είμαστε πρόθυμοι να βοηθήσουμε, αλλά ότι αυτό θα απαιτήσει ως αντάλλαγμα ότι θα πραγματοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για την ανάπτυξη και την δημιουργία θέσεων εργασίας».

Από την πλευρά του, ο Pablo Iglesias, ο επικεφαλής του Podemos («Μπορούμε»), του φλογερού κόμματος της αριστεράς στην Ισπανία, το οποίο θεωρείται συχνά ως ομοειδές του ΣΥΡΙΖΑ, του κυβερνώντος κόμματος στην Ελλάδα, και είναι ο στενότερος σύμμαχος του ΣΥΡΙΖΑ στην Ευρώπη, ήταν γεμάτο επαίνους για το δημοψήφισμα. Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Cadena SER», ο Ιγκλέσιας εξύψωσε το αποτέλεσμα ως «θρίαμβο για την δημοκρατία». Αλλά ήταν γρήγορος στο να αποστασιοποιήσει το κόμμα του και την Ισπανία από την κατάσταση στην Ελλάδα. «Έχουμε μια μεγάλη φιλία με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η Ισπανία δεν είναι Ελλάδα». Πρόσθεσε ότι: «Είμαστε μια οικονομία με πολύ περισσότερο βάρος στην ευρωζώνη, είμαστε μια χώρα με ισχυρή διοίκηση και σε καλύτερη οικονομική κατάσταση. Οι συνθήκες είναι διαφορετικές και πιστεύω ότι δεν έχει νόημα να κάνω παραλληλισμούς».

ΟΠΙΣΘΟΧΩΡΩΝΤΑΣ

Οι Ισπανοί πολιτικοί είναι τόσο σίγουροι για τους ισχυρισμούς τους ότι «η Ισπανία δεν είναι Ελλάδα» εξαιτίας των αναμφισβήτητων οικονομικών δεικτών που σηματοδοτούν ότι η βάναυση ισπανική οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2009 και που τροφοδότησε ανεπιθύμητες συγκρίσεις με την Ελλάδα στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, έχει τελειώσει. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ισπανίας, η Ισπανία βγήκε επίσημα από την ύφεση το πρώτο τρίμηνο του 2013, μετά από εννέα συνεχόμενα τρίμηνα οικονομικής συρρίκνωσης˙ και το 2015, η Ισπανία αναμένεται να δει ανάπτυξη 3,3%, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ, αν η Ισπανία είναι σε θέση να διατηρήσει αυτό το ρυθμό μέσα στο επόμενο έτος, η ισπανική οικονομία θα καλύψει κάθε χαμένο έδαφος από το 2009. Αντίθετα, η Ελλάδα είναι για τα καλά μέσα στην έκτη συνεχόμενη χρονιά οικονομικής συρρίκνωσης, και το τέλος δεν φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα.

16072015-1.jpg

Ένας εργάτης στην γραμμή συναρμολόγησης του νέου ηλεκτρικού Renault Twizy Zero Emission στην Valladolid, στις 17 Οκτωβρίου 2011. FELIX ORDONEZ / REUTERS
-------------------------------------

Σύμφωνα με τον The Economist, «η εκπληκτικά ισχυρή οικονομική ανάκαμψη» της Ισπανίας είναι το αποτέλεσμα μιας έκρηξης εξαγωγών. Πέρυσι, οι εξαγωγές έφθαναν μέχρι το 35% του ΑΕΠ της χώρας (αύξηση 15% σε σχέση με πριν από την κρίση) και καθοδηγήθηκαν από προϊόντα μεγάλης αξίας, όπως τα αυτοκίνητα, τα βαρέα μηχανήματα, τα φαρμακευτικά και τα χημικά προϊόντα. Περισσότερα αυτοκίνητα κατασκευάστηκαν στην Ισπανία πέρσι από ό, τι σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα εκτός από την Γερμανία, μια τάση που ώθησε την προσθήκη περίπου 25.000 νέων θέσεων εργασίας στα ισπανικά εργοστάσια των ξένων αυτοκινητοβιομηχανιών General Motors, Ford και Renault SA. Στην πραγματικότητα, η έκρηξη των εξαγωγών έχει ήδη κάμψει σοβαρά την ισπανική ανεργία, η οποία έπεσε στο 23,8% του ενεργού πληθυσμού, από το υψηλό του 27% κατά την κορύφωση της οικονομικής κρίσης στις αρχές του 2013. Περίπου 600.000 νέες θέσεις εργασίας αναμένονται μέχρι το τέλος του έτους, συμβάλλοντας σε μια από τις μεγαλύτερες πτώσεις της ανεργίας στην ισπανική ιστορία.

Ο τουρισμός, ένα στήριγμα της ισπανικής οικονομίας αφότου η χώρα άνοιξε για τους ξένους τουρίστες στις αρχές του 1960, που αντιπροσωπεύει σχεδόν το 12% του ΑΕΠ, είναι άλλο ένα φωτεινό σημείο στην οικονομία. Η διεθνής οικονομική κρίση έπληξε την ισπανική τουριστική βιομηχανία σκληρά το 2009, όταν πολλοί άνθρωποι, αντιμετωπίζοντας οικονομική ύφεση στις χώρες τους, ανέβαλλαν τις διακοπές στο εξωτερικό και έμειναν στο σπίτι τους. Αλλά από το 2014, ο αριθμός των ξένων επισκεπτών στην Ισπανία υπερέβη το επίπεδο προ του 2009, φθάνοντας τα 65 εκατομμύρια επισκέπτες και καθιστώντας την Ισπανία τον τρίτο μεγαλύτερο τουριστικό προορισμό στον κόσμο, μετά την Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, είναι το ότι οι ξένοι επενδυτές, οι οποίοι μετά το 2009 έφυγαν από την Ισπανία φοβούμενοι μια επική οικονομική κατάρρευση, σπεύδουν πίσω στην ισπανική αγορά, με τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου ψηλά στον κατάλογο των προτεραιοτήτων τους. Αυτό αντανακλά την ισχυρή απόδοση του δείκτη μετοχών blue chip της Ισπανίας IBEX-35 κατά τα τελευταία δύο χρόνια. Περιέργως, οι τράπεζες, που μόλις πριν από λίγα χρόνια χρειάστηκαν μαζικές διασώσεις για να αποφευχθεί η ολοκληρωτική κατάρρευση του τραπεζικού τομέα, είναι από τις πιο καυτές μετοχές στην ισπανική αγορά. Αυξητικό της ελκυστικότητας αυτών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είναι ότι, ως μέρος των όρων διάσωσης, περιέκοψαν την έκθεσή τους σε κακές συμφωνίες ακινήτων. Μέχρι το 2013, η έκθεση σε ακίνητα ανήλθε στα 110 δισεκατομμύρια ευρώ, έναντι 400 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2008.

Σίγουρα, πολλά προβλήματα εξακολουθούν να σκιάζουν το οικονομικό μέλλον της Ισπανίας. Η χώρα εξακολουθεί να επιβαρύνεται με χρέος, που ανέρχεται πάνω από το 100% του ΑΕΠ. Η πρόβλεψη για το 2016 βλέπει το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ να πέφτει στο 98,5%, αλλά αυτό εξακολουθεί να είναι πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης του 92,1%. Η αγορά ακινήτων, η οποία κατέρρευσε μετά το 2008, ως συνέπεια μιας απερίσκεπτης επέκτασης, θα μπορούσε να εξακολουθεί να αντιμετωπίζει περαιτέρω πτώση. Στο βάθος της κρίσης, οι τιμές των κατοικιών στην Ισπανία μειώθηκαν κατά περίπου 30%. Αλλά αυτό ήταν σημαντικά μικρότερο από όσο σε άλλες χώρες όπου οι αγορές κατοικιών συνετρίβησαν επίσης. Θα χρειαστούν χρόνια, αν όχι δεκαετίες, για να απαλυνθεί το ψυχολογικό κόστος της κρίσης στον ισπανικό λαό, ιδίως μεταξύ των νέων, οι οποίοι είχαν γνωρίσει μόνο μια δημοκρατική, ειρηνική και ευημερούσα Ισπανία, χωρίς ούτε μια μνήμη της βίας, της καταστολής και της οικονομικής απόγνωσης των μετ-εμφυλιακών χρόνων.

ΧΡΕΟΚΟΠΗΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΧΡΕΟΚΟΠΗΜΕΝΟΙ…

Για να κατανοηθεί το πώς η Ισπανία κατάφερε να βρει το δρόμο της επιστροφής στην οικονομική ανάπτυξη, ενώ η Ελλάδα παραμένει παγιδευμένη σε μια βαθιά ύφεση, βοηθά το να μπουν τα πράγματα σε μια προοπτική. Όπως σημειώνεται σε ένα άρθρο στο Foreign Affairs για την άνοδο των Podemos τον Φεβρουάριο του 2015, η σύγκριση Ισπανίας – Ελλάδας είναι ελαττωματική, αφού παραβλέπει τις βασικές διαρθρωτικές οικονομικές διαφορές μεταξύ των δύο χωρών. Ανάλογα με τον ρόλο της ως η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης μετά την Γερμανία, την Γαλλία και την Ιταλία, η Ισπανία έχει μια πολύ μεγαλύτερη και πιο διαφοροποιημένη οικονομία από ό, τι η Ελλάδα, η οποία μετρά περίπου το ένα έκτο του μεγέθους (από το 2014) της Ισπανίας και βασίζεται κυρίως στον τουρισμό και τη ναυτιλία. Επιπλέον, η ισπανική οικονομία ποτέ δεν βούτηξε τόσο σκληρά όσο στην Ελλάδα.

Ο απολογισμός της οικονομικής κρίσης στο ΑΕΠ της Ισπανίας ήταν σοβαρός -μια απώλεια 7%. Αλλά αυτό ωχριά σε σύγκριση με την εντυπωσιακή μείωση του ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά περισσότερο από 25%. Μια τέτοια δραστική μείωση βάζει την ελληνική κατάσταση στο ίδιο επίπεδο με την Μεγάλη Ύφεση της Αργεντινής την περίοδο 1998-2002, κατά την διάρκεια της οποίας η οικονομία συρρικνώθηκε κατά περισσότερο από 20%. Στην πραγματικότητα, η ελληνική κατάσταση είναι χειρότερη από ό, τι της Αργεντινής, αφού η Αργεντινή είδε μια πολύ γρήγορη και ισχυρή ανάκαμψη. Βοηθούμενη κατά πολύ από την δυνατότητα να υποτιμήσει το νόμισμά της -επιλογή που δεν είναι διαθέσιμη στην Ελλάδα αν δεν βγει από την ευρωζώνη-, κατά το 2005 η οικονομία της Αργεντινής είχε ανακτήσει το χαμένο έδαφος και το εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά σχεδόν 50%.

Όπως ήταν αναμενόμενο, η ζωή στην Ελλάδα επί του παρόντος κυριολεκτικά δεν είναι για τους ευαίσθητους. Το σύστημα υγείας της χώρας βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης, με τις δημόσιες δαπάνες για την υγεία να έχουν μειωθεί κατά περίπου 25% από το 2009 και τα νοσοκομεία και τις κλινικές να αναφέρουν ελλείψεις φαρμάκων. Η ανεργία έχει εκτιναχθεί στα ύψη, από το 10,4% το 2004 στο 26,4% το 2014, η υψηλότερη στην Ευρώπη. Η άνοδος της ανεργίας βοήθησε να ανεβεί το ποσοστό φτώχειας στην Ελλάδα στην κορυφή της κατάταξης της ΕΕ. Εκτιμάται ότι πάνω από το 20% του πληθυσμού της Αθήνας είναι άστεγοι, και ότι το ποσοστό αυτοκτονιών έχει αυξηθεί κατά περίπου 35% από την έναρξη της κρίσης το 2010.

16072015-2.jpg

Ένας άνδρας εργάζεται δίπλα σε έναν πίνακα που εμφανίζει τον αριθμό των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια, σε μια πολιτική συγκέντρωση του Λαϊκού Κόμματος στην Μαδρίτη, στις 11 Ιουλίου 2015. ANDREA COMAS / REUTERS
---------------------------------

Πιο σημαντικό, όμως, είναι το τι προκάλεσε την κρίση εξ αρχής. Ενώ στην Ισπανία, την Ισλανδία, την Ιρλανδία, και τις Ηνωμένες Πολιτείες, η βασική αιτία της κρίσης ήταν η επιχειρηματική απληστία και κακοδιαχείριση, στην Ελλάδα, ήταν η κρατική ανικανότητα και η διαφθορά. Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι ήταν η αποκάλυψη ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε «μαγειρέψει» τα βιβλία της επί χρόνια, για να κρύψει υπερβολικό δανεισμό και δαπάνες, που προκάλεσε την οικονομική κρίση στην Ελλάδα. Κατά συνέπεια, οι διασώσεις
για την χώρα αυτή ήταν κατά πολύ μεγαλύτερες από εκείνη για την Ισπανία. Οι διασώσεις έχουν παίξει επίσης έναν πολύ διαφορετικό ρόλο στην οικονομία. Από τότε που ξεκίνησε η οικονομική κρίση το 2009, στην Ελλάδα έχουν δοθεί 240 δισεκατομμύρια ευρώ, το 2010 και το 2012, που προορίζονταν για την κάλυψη των ελλειμμάτων στα δημόσια οικονομικά, συμπεριλαμβανομένων των εγχώριων υποχρεώσεων, όπως οι συντάξεις και οι πληρωμές του χρέους στους διεθνείς δανειστές. Αντίθετα, η Ισπανία είχε ένα σχέδιο διάσωσης, 42 δισεκατομμυρίων ευρώ για να αποτρέψει μια κατάρρευση στον τραπεζικό τομέα της.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΡΙΣΕΩΝ

Μια άλλη βασική διαφορά ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ισπανία είναι το πόσο καλύτερα έχουν διαχειριστεί την οικονομική κρίση οι ισπανικοί πολιτικοί θεσμοί και πώς αυτό, με την σειρά του, βοήθησε την Ισπανία να βρει μια διέξοδο από την κρίση. Τον Νοέμβριο του 2011, μην μπορώντας να αντιμετωπίσει μια αυξανόμενη κρίση χρέους, η κυβέρνηση του Έλληνα πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου του σοσιαλιστικού κόμματος ΠΑΣΟΚ, κατέρρευσε. Μια τέτοια ξαφνική διακοπή στην διακυβέρνηση προκάλεσε σημαντική εγχώρια πολιτική αβεβαιότητα, και έσπειρε ακόμα περισσότερο φόβο στο εξωτερικό σχετικά με την ικανότητα των Ελλήνων πολιτικών να βγάλουν την Ελλάδα από την κρίση. Στις επόμενες εκλογές, τα κατεστημένα ελληνικά κόμματα -το ΠΑΣΟΚ και η κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία- είχαν επισκιαστεί από πιο ριζοσπαστικές εναλλακτικές λύσεις που επιδίωξαν να επωφεληθούν από την λαϊκή δυσαρέσκεια και την απόγνωση, όπως το κυβερνών ΣΥΡΙΖΑ, των οποίων η ικανότητα διαχείρισης της οικονομικής κρίσης φαίνεται περιορισμένη.

Αφότου άφησε την Ελλάδα να αθετήσει την πληρωμή ενός δανείου από το ΔΝΤ στις 20 Ιουνίου, στην πρώτη [αθέτηση] από μια ανεπτυγμένη οικονομία, ο πρωθυπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, έθεσε σε λαϊκό δημοψήφισμα το πακέτο λιτότητας της τρόικας για διάσωση, ελπίζοντας ότι μια αρνητική ψήφος θα ενίσχυε την διαπραγματευτική του θέση. Η επιθυμία του Τσίπρα ικανοποιήθηκε με το δημοψήφισμα, αλλά η στρατηγική του απέτυχε θεαματικά, δεδομένου ότι η ψηφοφορία μόνο σκλήρυνε την στάση των διεθνών δανειστών. Αντιμετωπίζοντας την προοπτική ενός επίφοβου Grexit, μόνο μια εβδομάδα μετά την νίκη του στο δημοψήφισμα, ο Τσίπρας αποδέχθηκε σκληρότερους όρους από εκείνους που προσφέρονταν στην Ελλάδα πριν από την ψηφοφορία. Η αντίθεση με την Ισπανία είναι εντυπωσιακή.

Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η οικονομική κρίση δεν προκάλεσε την κατάρρευση της κυβέρνησης του José Luis Rodríguez Zapatero του Σοσιαλιστικού PSOE˙ αντ’ αυτού, το PSOE απομακρύνθηκε από την εξουσία το 2011 με συνηθισμένες εκλογές και οι ψηφοφόροι επιβράβευσαν το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (PP) με την πλειοψηφία των ψήφων στο ισπανικό κοινοβούλιο. Πριν από την λήξη της θητείας του, ωστόσο, ο Θαπατέρο διαπραγματεύθηκε με την Δεξιά την τροποποίηση του ισπανικού συντάγματος για την θεσμοθέτηση ενός ανώτατου ορίου για το πόσο η κυβέρνηση μπορεί να δανειστεί σε όλα τα επίπεδα. Το όριο μπορεί να ξεπεραστεί μόνο υπό εξαιρετικές περιστάσεις, όπως μια φυσική καταστροφή. Όταν πήρε την εξουσία, το PP χρησιμοποίησε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να εφαρμόσει ένα ευρύ φάσμα πολιτικών διαρθρωτικής προσαρμογής, όπως οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να απολύουν και να προσλαμβάνουν με μεγαλύτερη ευκολία, και βαθιά αντιλαϊκά μέτρα, όπως αυξήσεις φόρων και μεγάλες περικοπές στον δημόσιο τομέα και τα κοινωνικά προγράμματα, ακόμα και καθώς η οικονομική ύφεση βάθαινε. Παρά το γεγονός ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις έφεραν υψηλό τίμημα σε εκείνους που μπορούσαν να τα αντέξουν λιγότερο, όπως τους φτωχούς και την μεσαία τάξη, έχουν πετύχει στο να καταστεί η οικονομία πιο ανταγωνιστική και αποκατέστησαν την εμπιστοσύνη των επενδυτών.

Το πιο σημαντικό, οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν στην Ισπανία κατά την διάρκεια της κρίσης εμπόδισαν τις ακραίες θεραπείες που επί του παρόντος προβλέπονται για την Ελλάδα, για να μην πούμε τίποτα για την αποτροπή του εξωτερικού καταναγκασμού με τον οποίο τίθενται σε εφαρμογή οι μεταρρυθμίσεις [στην Ελλάδα]. Η συμφωνία που πέτυχε η Ελλάδα ως αντάλλαγμα για ένα τρίτο σχέδιο διάσωσης στο ποσό των 86 δισεκατομμυρίων ευρώ καλεί την ελληνική κυβέρνηση να περικόψει τις συντάξεις, να αυξήσει δραματικά τους φόρους, να απελευθερώσει την αγορά εργασίας, να ιδιωτικοποιήσει κρατικά περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 50 δισεκατομμυρίων ευρώ, και να τηρεί ένα αυστηρό χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του χρέους˙ και δεν θα υπάρξει «κούρεμα» ή μείωση του χρέους, κάτι που ήθελε απεγνωσμένα η ελληνική κυβέρνηση. Στην ουσία, οι πιστωτές πήραν ό, τι ήθελαν από την Ελλάδα. Η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί από την Βουλή των Ελλήνων, κάτι που υπόσχεται να είναι μια διαδικασία που θα αφήσει μώλωπες˙ Μόνο τότε θα αρχίσουν τα χρήματα της διάσωσης να εισρέουν στην χώρα. Η μοίρα του Τσίπρα κρέμεται επίσης στην κόψη του ξυραφιού, καθώς είναι πιθανό να αναγκαστεί να προκηρύξει πρόωρες εκλογές για να νομιμοποιήσει εκ νέου την κυβέρνησή του.

ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΤΑ ΑΚΡΑ

Ένας τελευταίος παράγοντας προς εξέταση είναι οι αποκλίνουσες πολιτικές κουλτούρες που δημιουργήθηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης και στις δύο χώρες. Είναι ένα συμπέρασμα της πολιτικής επιστήμης ριζωμένο στην φρίκη του μεσοπολέμου στην Γερμανία ότι οι δύσκολοι οικονομικά καιροί αποτελούν πρόσφορο έδαφος για τον εξτρεμισμό, καθώς πολιτικοί ηγέτες και κινήματα από τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος ξεπερνούν ο ένας τον άλλο στην τροφοδότηση του κυνισμού των πολιτών και την εκμετάλλευση της δυσπιστίας τους σε ένα απαξιωμένο πολιτικό σύστημα. Αυτό το φάσμα έχει διανύσει πολύ δρόμο μέχρι να επανεμφανιστεί στην Ελλάδα μετά την έλευση της οικονομικής κρίσης, όπως μπορεί να δει κανείς στην άνοδο της αντι-συστημικής πολιτικής που κηρύττει τον δημοκρατικό σκεπτικισμό αναμεμιγμένο με αντι-αποικιακή νοοτροπία που τονίζει πως η τρόικα παραβιάζει την ελληνική αξιοπρέπεια και κυριαρχία. Οι υπέρμαχοι αυτών των απόψεων περιλαμβάνουν το κυβερνών ΣΥΡΙΖΑ, το μεγαλύτερο κόμμα της άκρας αριστεράς στην Ευρώπη, και το νεο-ναζιστικό κόμμα Χρυσή Αυγή, την πιο βίαιη δύναμη της Δεξιάς στην Ευρώπη, το οποίο κατάφερε να έρθει τρίτο στις γενικές εκλογές το 2015, συγκεντρώνοντας το 6,28% των ψήφων.

Στην Ισπανία, όμως, το πολιτικό περιβάλλον είναι αισθητά διαφορετικό, όπως αποδεικνύεται από τα πολιτικά κινήματα που δημιούργησε η οικονομική κρίση της χώρας. Όπως και στην Ελλάδα, οι νεοεισερχόμενοι στην πολιτική σκηνή στην Ισπανία καθοδηγούνται από ένα συναίσθημα κατά της λιτότητας˙ αλλά αυτοί οι νεοφερμένοι δεν συμμερίζονται τις αντι-συστημικές συμπεριφορές των Ελλήνων αδελφών τους. Αν μη τι άλλο, συμβαίνει το αντίθετο. Λόγω των ριζών του στο «Κίνημα των Αγανακτισμένων», τις μαζικές διαδηλώσεις κατά της διαφθοράς που συγκλόνισαν την Ισπανία στο διάστημα 2011-2012, το Podemos καθοδηγείται λιγότερο από την ιδεολογία παρά από την επιθυμία να καθαρίσει το πολιτικό σύστημα. Η μεγαλύτερη εκλογική νίκη του κόμματος μέχρι σήμερα, η εκλογή δύο προοδευτικών γυναικών, της Manuela Carmela και της Ada Colau, για την δημαρχία της Μαδρίτης και της Βαρκελώνης, το αποδεικνύει. Και οι δύο ηγέτιδες έχουν φέρει την διαφάνεια και την ανισότητα στο επίκεντρο των διοικήσεών τους. Καθώς προετοιμάζεται για τις εθνικές εκλογές, το Podemos έχει λιγοστέψει τις επιθέσεις του κατά του καπιταλισμού, κάτι που είναι λογικό δεδομένου ότι στόχος του κόμματος είναι να αντικαταστήσει το PSOE ως η κορυφαία επιλογή για τους ψηφοφόρους της μεσαίας τάξης.

Το αντίστοιχο του Podemos στα δεξιά είναι το Ciudadanos, ή «Πολίτες». Όπως το Podemos, το Ciudadanos έγινε εθνικό με τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές του 2015. Το κόμμα δελεάζει τους συντηρητικούς ψηφοφόρους που έχουν απηυδήσει με το status quo, ειδικά την αλαζονεία και την διαφθορά του κυβερνώντος ΡΡ, αλλά είναι απρόθυμοι να υποστηρίξουν το Podemos, το οποίο βλέπουν ως πολύ ριζοσπαστικό. Η πλατφόρμα του Ciudadanos τονίζει τις ατομικές ελευθερίες, την διαφάνεια στην κυβέρνηση, και ένα μίγμα σοσιαλδημοκρατικής και κλασικής φιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής. Παρ’όλο που γεννήθηκε στην Καταλονία, το Ciudadanos αντιτίθεται στον καταλανικό εθνικισμό, όπως μπορεί να δει κανείς από την δήλωση του αρχηγού του κόμματος Albert Rivera: «Η Καταλονία είναι η πατρίδα μου, η Ισπανία είναι η χώρα μου, και η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι το μέλλον μας».

Σίγουρα, ένα λιγότερο απελπιστικό οικονομικό περιβάλλον δημιουργεί ένα λιγότερο ριζοσπαστικό πολιτικό περιβάλλον. Αλλά υπάρχει και κάτι μοναδικά ισπανικό σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ο πολιτικός εξτρεμισμός έχει διατηρηθεί στο περιθώριο της Ισπανίας καθ’ όλη την διάρκεια των ετών της οικονομικής ύφεσης. Έχοντας υποστεί έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο στην διάρκεια του μεσοπολέμου, που στοίχισε την ζωή σε σχεδόν ένα εκατομμύριο ανθρώπους, και που ακολουθήθηκε από τέσσερις δεκαετίες δικτατορίας της δεξιάς υπό τον Φρανσίσκο Φράνκο, οι πολιτικές δυνάμεις στην Ισπανία είναι προσεκτικές στο να κάνουν εκκλήσεις προς τις μάζες με εξτρεμιστικές προτάσεις. Ξέρουν πολύ καλά ότι το κοινό δεν θα είναι δεκτικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ισπανικό κοινοβούλιο είναι ίσως το μοναδικό στην Ευρώπη που δεν έχει καμία αντιπροσώπευση από την άκρα δεξιά, μια απόδειξη ότι η πολιτική μετριοπάθεια παραμένει το «σήμα κατατεθέν» της μετα-Φράνκο πολιτικής.

Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/greece/2015-07-14/bullish-spain

Σύνδεσμοι:
[1] http://www.upenn.edu/pennpress/book/15205.html

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνσηwww.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.grκαι στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition