Οι τρομοκρατικές επιθέσεις είναι στρατηγικές | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι τρομοκρατικές επιθέσεις είναι στρατηγικές

Η απάντηση σε αυτές πρέπει να είναι το ίδιο

Το κύμα των φρικτών επιθέσεων στο Παρίσι [1], την Βηρυτό [2] και το Σινά [3] έχει ορίσει ένα σημαντικό μέρος της διεθνούς ατζέντας για το επόμενο έτος. Οι Δυτικές κοινωνίες πρέπει να αντιμετωπίσουν τα θεμελιώδη ερωτήματα: Είναι δυνατόν να είναι ανοικτές και ασφαλείς; Πότε ο πλουραλισμός γίνεται διαχωρισμός, πότε ο διαχωρισμός γεννά την αλλοτρίωση και πότε η αποξένωση γίνεται βία; Και, πάνω από όλα, ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος απάντησης στις τρέχουσες τραγωδίες και μείωσης των πιθανοτήτων για μελλοντικές;

Οι επιθέσεις έχουν επίσης θέσει υπό αμφισβήτηση, κυρίως αλλά όχι μόνο στην προεδρική προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ, την σοφία της Δυτικής δέσμευσης για τα δικαιώματα των προσφύγων. [4] Καθώς το Κογκρέσο μελετά μέτρα που ουσιαστικά θα τερματίσουν την επανεγκατάσταση των προσφύγων από την Μέση Ανατολή (συμπεριλαμβανομένων των καταπιεσμένων μειονοτήτων όπως οι Yazidis στο Ιράκ), είναι σημαντικό να αντιμετωπιστεί αυτό μετωπικά.

Για τις τρομοκρατικές επιθέσεις που διαπράχθηκαν στο όνομα του Ισλάμ, ο θάνατος και η καταστροφή είναι απλώς ένας δευτερεύων στόχος. Το μακελειό είναι αυτοσκοπός, αλλά είναι επίσης ένα μέσο για έναν μεγαλύτερο σκοπό, ο οποίος είναι να προκαλέσει ή να προωθήσει μια καθοριστική, πολλών γενεών σύγκρουση μεταξύ εκείνων που διαπράττουν βίαιες τζιχάντ και των εχθρών τους (τόσο Δυτικούς όσο και Ισλαμικούς). Κάθε πτυχή της αντιμετώπισης πρέπει να ενημερώνεται από την πρόκληση της ματαίωσης αυτού του ευρύτερου στόχου.

04122015-5.jpg

Ένας έφιππος αστυνομικός οδηγεί μια ομάδα μεταναστών κοντά στην Dobova, στην Σλοβενία, στις 20 Οκτωβρίου 2015. SRDJAN ZIVULOVIC / REUTERS
--------------------------

Όταν οι τρομοκράτες βομβάρδισαν το δίκτυο μεταφορών του Λονδίνου τον Ιούλιο του 2005 σκοτώνοντας 52 ανθρώπους και τραυματίζοντας πάνω από επτακόσιους, υπηρετούσα ως Υπουργός των Κοινοτήτων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Ηνωμένου Βασιλείου. Θυμάμαι πολύ καλά την ερευνητική αυτοκριτική που πυροδότησε αυτή η εγχωρίως αναπτυχθείσα τρομοκρατία. «Παραμείνετε ήρεμοι και συνεχίστε» ήταν η ευρεία λαϊκή διάθεση, ακόμα και καθώς οι πολιτικοί από όλο το πολιτικό φάσμα αναγνώριζαν ότι έπρεπε να κάνουν καλύτερη δουλειά με τις πληροφορίες, την εσωτερική ασφάλεια, καθώς και να ενσωματώσουν τις μειονότητες πληρέστερα στην εθνική κοινότητα, χαράζοντας μια πορεία μεταξύ των λάθος επιλογών της πλήρους αφομοίωσης ή του διαχωρισμού.

Ως υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου την περίοδο 2007-2010, ξόδεψα πολύ χρόνο σκεπτόμενος το πώς ο αγώνας κατά της διεθνούς τρομοκρατίας θα μπορούσε να διεξαχθεί με τρόπο που να υπονομεύει αντί να ενισχύει το επιχείρημα των βίαιων τζιχαντιστών ότι είναι οι μόνοι άνθρωποι που θα μπορούσαν επαρκώς υπερασπιστούν τα συμφέροντα των Μουσουλμανικών πληθυσμών. Δεν πείσθηκα ποτέ από το επιχείρημα για την «σύγκρουση των πολιτισμών» -επειδή η αλ Κάιντα ήταν ένα σύμπτωμα της σύγκρουσης στο εσωτερικό του Ισλάμ όσο και ανάμεσα στο Ισλάμ και την Δύση και γιατί ποτέ δεν αποδέχθηκα την αλ Κάιντα ως πολιτισμό. (Ένας από τους κινδύνους της ανακήρυξης του πολέμου κατά της τρομοκρατίας ήταν ότι συγκεντρώνει διαφορετικά παράπονα σε ένα μοναδικό σύνολο, όταν η κατανίκηση της βίαιης τζιχάντ απαιτούσε το ξεκαθάρισμα της βάσης που την στηρίζει).

Αυτές οι εμπειρίες δεν μου άφησαν καμία ψευδαίσθηση σχετικά με τους κινδύνους που υπάρχουν για τις Δυτικές κοινωνίες (αν και η 10η επέτειος των βομβιστικών επιθέσεων στο Αμμάν είναι μια καλή στιγμή για να θυμηθούμε ότι τα περισσότερα από τα θύματα του βίαιου τζιχαντισμού είναι Μουσουλμάνοι), καθώς και για τις διασυνδέσεις μεταξύ της εξωτερικής πολιτικής και της εσωτερικής πολιτικής σε έναν διασυνδεδεμένο κόσμο. Σήμερα φέρνω αυτές τις εμπειρίες στην δουλειά μου ως ηγέτης μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης που δραστηριοποιείται στον τομέα των ανθρωπιστικών έκτακτων αναγκών σε όλο τον κόσμο και για την εγκατάσταση προσφύγων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Εάν οι επιτιθέμενοι είναι στρατηγικοί, το ίδιο πρέπει να είναι και η απάντηση. Αυτό ισχύει τόσο για την συζήτηση σχετικά με την εγκατάσταση των προσφύγων, όσο και για την εξωτερική πολιτική. Το καταφύγιο για τους πρόσφυγες και η ασφάλεια για τους Αμερικανούς είναι [πράγματα] συμπληρωματικά, όχι ανταγωνιστικά.

04122015-6.jpg

Ένας Σύριος πρόσφυγας φιλά την κόρη του καθώς περπατά μέσα από μια καταιγίδα προς τα σύνορα Ελλάδας - πΓΔΜ, κοντά στην Ειδομένη, στις 10 Σεπτεμβρίου 2015. YANNIS BEHRAKIS / REUTERS
--------------------------------

Οι πρόσφυγες έχουν (κερδισμένα με δύσκολο τρόπο) δικαιώματα στο διεθνές δίκαιο, και οι χώρες έχουν υποχρεώσεις απέναντί τους. Οι ΗΠΑ, μαζί με πάνω από 140 άλλες χώρες, τηρούν τις αρχές της Σύμβασης για τους Πρόσφυγες του 1951 και το Πρωτόκολλο του 1967 που προσαρτήθηκε σε αυτήν. Τα εργαλεία αυτά αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του διεθνούς προσφυγικού δικαίου. Όλοι οι υπογράφοντες πρέπει να παρέχουν στους πρόσφυγες τις ίδιες εκπαιδευτικές ευκαιρίες που προσφέρουν στους πολίτες, να επιτρέπουν στους πρόσφυγες να κυκλοφορούν ελεύθερα στο εσωτερικό της χώρας, και, το σημαντικότερο, να μην επιστρέφουν τους πρόσφυγες σε κράτη όπου θα μπορούσε να απειληθεί η ζωή ή η ελευθερία τους. Η εκπλήρωση αυτών των υποχρεώσεων είναι αυτό που κάνει η Γερμανία με εντυπωσιακό τρόπο ετούτη την στιγμή. Με την τελευταία καταμέτρηση, πάνω από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες θα φτάσουν εκεί φέτος.

Λόγω της γεωγραφίας τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σε μεγάλο βαθμό μονωμένες από το κύμα των προσφύγων που διαχέεται από τις σημερινές προσφυγικές πηγές: Αφγανιστάν [5], Σομαλία [6] και Συρία [7]. Αλλά αυτό δεν εξαιρεί τις Ηνωμένες Πολιτείες από το να ενεργούν για τις υποχρεώσεις, τα συμφέροντά [8] και τις αξίες τους όταν πρόκειται για την εγκατάσταση των προσφύγων.

Ιστορικά οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν υποδεχθεί τουλάχιστον το 50% των προσφύγων που αναφέρονται από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, με την αιχμή της εγκατάστασης να συμβαίνει κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1970 και του 1980 με την εισαγωγή πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπων από το Βιετνάμ. Σε αντιδιαστολή, ο αριθμός των προσφύγων από την Συρία που εισήχθη στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 2011 είναι απλώς 2.200. Η Ουάσιγκτον μπορεί και πρέπει να πάρει περισσότερους, για τέσσερις λόγους.

Ο πρώτος είναι απλή ευπρέπεια. Οι Ηνωμένες Πολιτείες [9] μπορούν να κάνουν μια τεράστια αλλαγή ζωής για μερικά από τα πιο ευάλωτα θύματα του πολέμου, και έτσι θα έπρεπε να κάνουν. Λιγότερο από 2% του συνόλου των εισηγμένων στις ΗΠΑ Σύριων προσφύγων μέχρι σήμερα είναι μόνοι άνδρες, χωρίς σύνδεση με οικογένειες˙ στην συντριπτική πλειοψηφία τους παραδέχτηκαν ότι ήταν οι πιο αδύναμοι και με την μεγαλύτερη ανάγκη. Ο ΟΗΕ αναγνωρίζει αυτούς τους ανθρώπους και οι Ηνωμένες Πολιτείες τους ελέγχουν και τους δέχονται, μια ανθρωπιστική υπηρεσία που οι Αμερικανοί θα πρέπει να είναι υπερήφανοι που την παρέχουν.

Ο δεύτερος λόγος είναι για το μήνυμα που θα στείλουν, λέγοντας στους γείτονες της Συρίας ότι δεν είναι οι μόνοι που θα φέρουν το βάρος των προσφύγων και λέγοντας στους Μουσουλμάνους σε όλο τον κόσμο ότι η Αμερική είναι ανοικτή για τους πλέον ευάλωτους, όλων των θρησκειών (αλλά και καμίας). Οι αναπτυσσόμενες χώρες φιλοξενούν το 86% των προσφύγων παγκοσμίως. Η Ιορδανία, με συνολικό πληθυσμό περίπου 6.000.000 άτομα, σήμερα φιλοξενεί 650.000 καταγεγραμμένους πρόσφυγες˙ ο Λίβανος, με πληθυσμό μεταξύ 4 και 5 εκατομμυρίων, φιλοξενεί πάνω από ένα εκατομμύριο Σύριους˙ και η Τουρκία, με πληθυσμό περίπου 75 εκατομμυρίων, φιλοξενεί πάνω από δύο εκατομμύρια. Είναι αλήθεια ότι η επανεγκατάσταση προσφύγων θα βοηθήσει μόνο ένα μικρό ποσοστό των ατόμων που έχουν προσβληθεί από την κρίση στην Συρία. Αλλά τα σύμβολα έχουν σημασία˙ απλά θυμηθείτε το σύμβολο που είναι το Γκουαντάναμο.

Ο τρίτος λόγος είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ένα αποδεδειγμένο σύστημα για την επιτυχή ένταξη των προσφύγων. Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο συνδυασμός των γλωσσικών μαθημάτων, των θέσεων εργασίας, της εκπαίδευσης για τα παιδιά, καθώς και της προοπτικής της πορείας προς την υπηκοότητα, αποτελεί μια καλή συνταγή για την δημιουργία γενιών παραγωγικών και πατριωτικών πολιτών. Υπάρχουν επιτυχείς συρο-αμερικανικές κοινότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες για να καλωσορίσουν τους συμπατριώτες τους. Στην πραγματικότητα, η οικογενειακή επανένωση πέραν των σχέσεων γονιού-παιδιού θα επιτρέψει την ταχύτερη αύξηση των επανεγκαταστάσεων. Συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε ολόκληρη την χώρα καταδεικνύουν τον σημαντικό ρόλο των εργοδοτών και των κρατικών και τοπικών Αρχών στο να καταστεί λειτουργικό το σύστημα.

04122015-7.jpg

Αφρικανός πρόσφυγας κάθεται στην κορυφή φράχτη στα συρματοπλεγμένα σύνορα μεταξύ του Μαρόκου και του βορειο-αφρικανικού ισπανικού θύλακα, Μελίγια, κατά την διάρκεια της πιο πρόσφατης προσπάθειάς του να περάσει στην ισπανική επικράτεια, στις 14 Ιουνίου 2014. JESUS BLASCO DE AVELLANEDA / REUTERS
-------------------------------

Το μοντέλο των ΗΠΑ για την ένταξη των προσφύγων ξεκινά με ένα αποτελεσματικό σύστημα ελέγχων ασφαλείας. Συνεπικουρώντας την αντοχή του συστήματος, οι πρώην υπουργοί Εσωτερικής Ασφάλειας Michael Chertoff και Janet Napolitano σημειώνουν ότι η εξέταση περιλαμβάνει βιομετρικούς ελέγχους και ελέγχους του παρελθόνος [κάθε μετανάστη], με περίπου μισή ντουζίνα κυβερνητικές υπηρεσίες να συμμετέχουν. Ο νυν υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας Jeh Johnson εξηγεί: «Είναι πάντα ευθύνη του προσφεύγοντος να αποδείξει ότι αυτός (ή αυτή) είναι επιλέξιμος για το καθεστώς του πρόσφυγα σε αυτή την χώρα ... Αν δεν έχουμε πληροφορίες για να φτάσουμε σε μια ορθή απόφαση ή οι αιτήσεις εγείρουν ερωτήματα που δεν αντιμετωπίζονται ικανοποιητικά, η υπόθεση τίθεται σε αναμονή μέχρι να έχουμε περισσότερα, ή απορρίπτεται».

Η σοβαρότητα της τρέχουσας διαδικασίας ελέγχων είναι στην πραγματικότητα ένας λόγος που η διαδικασία διαρκεί τόσο πολύ, και έτσι λίγοι έχουν γίνει δεκτοί. Και υπάρχουν μετέπειτα έλεγχοι αφότου οι πρόσφυγες έχουν φτάσει -μετά από ένα χρόνο, για να ελεγχθεί η υπόθεση της μόνιμης κατοικίας, και μετά από πέντε χρόνια, για να ελεγχθεί η υπόθεση της υπηκοότητας. Είναι αλήθεια ότι τρεις πρόσφυγες συνελήφθησαν για αδικήματα που σχετίζονται με την τρομοκρατία (πριν τελεστούν). Αυτό στέκεται δίπλα στους 750.000 πρόσφυγες που έχουν γίνει δεκτοί στην χώρα από την 11η Σεπτεμβρίου [2001] και προκάλεσε αναβαθμίσεις στα συστήματα.

Τελικά, η αποδοχή περισσότερων προσφύγων θα παράσχει στήριξη στην Ευρώπη και κυρίως στην Γερμανία, καθώς προσπαθούν να επινοήσουν μια φωτισμένη απάντηση στην κρίση της Συρίας. Η Ευρώπη έχει πολύ μεγαλύτερη έκθεση από τις Ηνωμένες Πολιτείες τόσο στους πρόσφυγες όσο και στους τζιχαντιστές, και είναι επικίνδυνα διχασμένη σχετικά με το πώς να αντιμετωπίσει την πρόκληση. Εάν η Ουάσινγκτον εκφράζει πανικό για πολύ μικρότερες ροές, θα θέσει ένα κακό παράδειγμα για τους άλλους.

Η ανθρωπιστική δράση, φυσικά, δεν πρέπει να σταματήσει στην επανεγκατάσταση των προσφύγων. Ακριβώς όπως η γεωγραφική απομόνωση δεν αποτελεί δικαιολογία για τις Ηνωμένες Πολιτείες να αποφύγουν την υποδοχή προσφύγων, το ίδιο δεν αποτελεί δικαιολογία η κοντόφθαλμη αντίληψη της βοήθειας των εθνών της πρώτης γραμμής να επωμιστούν τα βάρη τους. Η Ουάσιγκτον έχει διαθέσει πάνω από 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι στιγμής κατά την διάρκεια της σύγκρουσης στην Συρία, αλλά το μέγεθος των αναγκών είναι μαζικά μεγαλύτερο. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ανακοινώσει ότι το ήμισυ του εξωτερικού προϋπολογισμού βοήθειας ύψους περίπου 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων θα διατεθούν στα κράτη που είναι ευάλωτα ή σε πόλεμο˙ οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν έναν μεγαλύτερο προϋπολογισμό και, επομένως, μεγαλύτερη ικανότητα να κάνουν την διαφορά.

Αλλά αυτό δεν είναι μόνο για τις κρατικές ενισχύσεις. Είναι, επίσης, σχετικά με την κινητοποίηση των ικανοτήτων του ιδιωτικού τομέα. Όπως έγραψα πρόσφατα σε αυτές τις σελίδες [10], δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την Παγκόσμια Τράπεζα να περιορίσει τις εργασίες της στην Ιορδανία και τον Λίβανο μόνο και μόνο επειδή είναι χώρες μεσαίου εισοδήματος. Ευτυχώς, ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας και η Ομάδα Υψηλού Επιπέδου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για την Ανθρωπιστική Χρηματοδότηση έθεσαν αυτό το θέμα για την Παγκόσμια Ανθρωπιστική Σύνοδο Κορυφής τον προσεχή Μάιο. Χρειάζονται ισχυρή υποστήριξη.

Οι Αμερικανοί έχουν κουραστεί να εμπλέκονται βαθιά στην Μέση Ανατολή. Αλλά σε ένα παγκόσμιο χωριό, δεν μπορείς να επιλέξεις τις προκλήσεις σου˙ εκείνες σε επιλέγουν. Η κατανίκηση των βίαιων τζιχαντιστών είναι μια πρόκληση για όλους. Μια προσέγγιση με λάθος τρόπο θα έχει το αποτέλεσμα να ενισχύσει ακριβώς τις δυνάμεις που μας απειλούν.

Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/2015-12-01/terrorist-attacks-are...

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/tags/paris-attack
[2] https://www.foreignaffairs.com/regions/lebanon
[3] http://thediplomat.com/2015/11/why-india-is-key-to-a-climate-change-agre...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/western-europe/2015-09-14/truth-...
[5] https://www.foreignaffairs.com/regions/afghanistan
[6] https://www.foreignaffairs.com/regions/somalia
[7] https://www.foreignaffairs.com/regions/syria
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/central-europe/2015-09-27/self-i...
[9] https://www.foreignaffairs.com/regions/united-states
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/2015-06-16/improving-humanitaria...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition