Δημογραφικός βομβαρδισμός | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Δημογραφικός βομβαρδισμός

Οι άνθρωποι ως όπλα στην Συρία και πέρα από αυτήν

Τις τελευταίες εβδομάδες, αρκετοί κορυφαίοι Ρεπουμπλικάνοι προεδρικοί υποψήφιοι [1] τάχθηκαν υπέρ της επιλεκτικής σφράγισης των συνόρων των ΗΠΑ σε Σύριους και άλλους. Αυτό -και η διακοπή κάθε [2] προγράμματος επανεγκατάστασης προσφύγων της Συρίας- υποστηρίζουν, θα κρατήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ασφαλείς από τρομοκρατικές επιθέσεις. Τέτοιου είδους φαντασιακές και ελλειμματικές από πλευράς πληροφοριών προτάσεις είναι αντιπαραγωγικές από μόνες τους [3] αλλά επίσης αποσπούν την προσοχή από τους πολύ πραγματικούς και επακόλουθους τρόπους με τους οποίους οι πρόσφυγες και οι μετανάστες [4] χρησιμοποιούνται ως πολιτικά και στρατιωτικά όπλα.

ΔΙΑΚΙΝΗΤΕΣ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

Όλες οι πλευρές του συριακού εμφυλίου πολέμου έχουν, σε κάποιο βαθμό, στρατηγικά μηχανευτεί μαζικές μετακινήσεις πολιτών προς –ή και μακριά- από τομείς εδαφικού ελέγχου τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η συστηματική μείωση και ανασύσταση του πληθυσμού σε εδάφη, αντιπροσωπεύουν τις προσπάθειες για να κερδηθεί στρατηγικό στρατιωτικό πλεονέκτημα. Για παράδειγμα, στις αρχές Οκτωβρίου, η Διεθνής Αμνηστία ανέφερε ότι το Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD), μια κουρδική επαναστατική ομάδα στην Συρία, κατεδάφιζε σπίτια και εκτόπιζε ολόκληρα χωριά, με στόχο, όπως θα το έθετε ο Μάο, να «αδειάσει η θάλασσα [οι άμαχοι ], στην οποία τα ψάρια [ο εχθρός] κολυμπούν». Το PYD δεν είναι το μόνο. Αυτό το είδος της σχεδιασμένης μετανάστευσης είναι από καιρό ένα πολεμικό εργαλείο, δεδομένου ότι οι άμαχοι μπορούν να παρέχουν ασφάλεια, συμπαράσταση και στήριξη και να χρησιμεύσουν ως πηγή στρατολογήσεων.

Αντίθετα, στους πολίτες μπορεί επίσης να απαγορευθεί η φυγή από περιοχές που ελέγχονται από μαχητές, προκειμένου να λειτουργήσουν ως ασπίδα για τους στρατιώτες και τους υποστηρικτές τους σε ενδεχόμενη στρατιωτική επίθεση. Η Human Rights Watch ανέφερε στις αρχές Νοεμβρίου, για παράδειγμα, ότι η ομάδα ανταρτών Jaysh al-Islam κρατά άμαχους ομήρους στην βόρεια Συρία, προκειμένου να αποτρέψει επιθέσεις από τις κυβερνητικές δυνάμεις.

23122015-1.jpg

Διαδήλωση κατά του Ντόναλντ Τραμπ και υπέρ της μετανάστευσης έξω από το Plaza Hotel, όπου μίλησε ο Αμερικανός Ρεπουμπλικανός προεδρικός υποψήφιος Donald Trump, στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, στις 11 Δεκεμβρίου 2015. Ο Trump δεσμεύθηκε να κλείσει τα σύνορα για τους Μουσουλμάνους. BRENDAN MCDERMID / REUTERS
---------------------------------------

Σε άλλες περιπτώσεις, τέτοια συστήματα δημογραφικού ανασχεδιασμού φαίνεται να είναι μακροπρόθεσμα στοιχήματα για την διατήρηση ή την διασφάλιση του μεταπολεμικού ελέγχου συγκεκριμένων κομματιών των εδαφών της Συρίας, μέσω μιας στρατηγικής που έχω ονομάσει «dispossessive engineered migration» (αποστερητική σχεδιασμένη μετανάστευση) [5], ένα υποσύνολο της οποίας είναι η εθνοκάθαρση. Έχει αναφερθεί, για παράδειγμα, ότι δυνάμεις πιστές στον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ έχουν εκκαθαρίσει επιλεκτικά γειτονιές υπό τον έλεγχό τους και τις εποίκησαν εκ νέου με συμμάχους του καθεστώτος, ορισμένοι από τους οποίους είναι εσωτερικά εκτοπισμένοι από αλλού στην Συρία. Ομοίως, όπως ανέφερε ο ιστότοπος War on the Rocks [6] την περασμένη εβδομάδα, το αυτοαποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος (επίσης γνωστό ως ISIS) έχει χρησιμοποιήσει συστηματικά βία για να ενθαρρύνει «άπιστους» να εγκαταλείψουν την γη τους και στην συνέχεια πρόσφεραν τα οικόπεδα και τα περιουσιακά τους στοιχεία σε εισερχόμενους πιστούς τους. Αυτή η στρατηγική της κατάσχεσης και της οικειοποίησης μέσω της αναγκαστικής μετανάστευσης έχει, επίσης, μια μακρά και μάλλον ανέντιμη ιστορία.

Αλλά η μετατροπή των εκτοπισμένων ανθρώπων σε όπλα δεν περιορίζεται στις ζώνες συγκρούσεων˙ μετανάστες και πρόσφυγες μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για επιρροή μακριά από το πεδίο της μάχης. Για παράδειγμα, κατά την πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου, ο Jamal Zubia, ο εκπρόσωπος της Κυβέρνησης Εθνικής Σωτηρίας στο Γενικό Εθνικό Κογκρέσο της Λιβύης -μιας από τις δύο αντίπαλες κυβερνήσεις στην Λιβύη [7]- απηύθυνε μια λίγο συγκεκαλυμμένη απειλή κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Αν δεν προσφέρει διπλωματική αναγνώριση και χρηματοδοτική βοήθεια, θα μπορούσε να βοηθήσει ενεργά μετανάστες και αιτούντες άσυλο στις προσπάθειές τους να φτάσουν στην Ευρώπη. Σε μια συνέντευξη στην εφημερίδα The Telegraph, ο Zubia τόνισε ότι αν και η παράταξή του που εδρεύει στην Τρίπολη δεν είχε την πρόθεση να δώσει άμεσα συνέχεια στο θέμα των απειλών, θα μπορούσε το κάνει στο μέλλον: «Εμείς προστατεύουμε τις πύλες της Ευρώπης [8], αλλά η Ευρώπη δεν μας αναγνωρίζει και δεν θέλει να μας αναγνωρίσει. Οπότε, γιατί θα πρέπει να σταματήσουμε τους μετανάστες εδώ; … Πρόκειται για μια στρατηγική απειλή, ναι, αλλά εγώ δεν θα απέκλεια ότι θα το κάνουμε μια μέρα».

Η λιβυκή προειδοποίηση ήρθε αμέσως μετά από ανάλογες απειλές που η Τουρκία [9] φέρεται να εξέφρασε τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο (και ενδεχομένως και νωρίτερα). Σύμφωνα με την εφημερίδα The Wall Street Journal, το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters και άλλες πηγές, οι τουρκικές διεκδικήσεις από την Ευρώπη περιλαμβάνουν οικονομική βοήθεια για τον περιορισμό της σημαντικής επιβάρυνσης από την φιλοξενία περισσότερων από δύο εκατομμύρια Σύριων, την άρση των ευρωπαϊκών περιορισμών βίζα για Τούρκους ταξιδιώτες, και την αναζωογόνηση της προσπάθειας της Τουρκίας να ενταχθεί στην ΕΕ. Σύμφωνα με κάποιους υπολογισμούς, η Άγκυρα ανανέωσε επίσης μια παλαιότερη απαίτηση για την δημιουργία μιας «ασφαλούς ζώνης» κατά μήκος των συνόρων με την Συρίας.

Σε αμφότερες την λιβυκή και την τουρκική περίπτωση, το βασικό μήνυμα ήταν σαφές: Υποχωρήστε στις απαιτήσεις μας ή αντιμετωπίστε (πιθανώς σοβαρές) συνέπειες σχετικές με την μετανάστευση. Παρά το γεγονός ότι η λιβυκή απειλή προφανώς παραμένει λανθάνουσα προς το παρόν, μια σειρά από τουρκικές απαιτήσεις έχουν ήδη ικανοποιηθεί, συμπεριλαμβανομένων της αρχικής βοήθειας των τριών δισεκατομμυρίων ευρώ και της αναζωογόνησης της πορείας της Άγκυρας για ένταξη στην ΕΕ, σύμφωνα με την New York Times, το BBC και άλλες πηγές.

Η χρήση της μετανάστευσης ως μέσο καταναγκασμού σε κρατικό επίπεδο δεν είναι κάτι καινούργιο. Από τότε που η Σύμβαση του 1951 για τους Πρόσφυγες τέθηκε σε ισχύ, έχουν υπάρξει τουλάχιστον 75 απόπειρες κρατικών και μη κρατικών φορέων να χρησιμοποιήσουν τους εκτοπισμένους ως μέσο για πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά αποτελέσματα. Οι απαιτήσεις των εξαναγκαστών κυμαίνονται από την απλή παροχή οικονομικής βοήθειας μέχρι αιτήματα για μεγάλης κλίμακας εισβολή και βοήθεια στην πραγματοποίηση αλλαγής καθεστώτος. Τέτοια ήταν η περίπτωση όταν ο εξόριστος [10] πρόεδρος της Αϊτής, Jean-Bertrand Aristide, χρησιμοποίησε την απειλή της πλημμύρας Αϊτινών μεταναστών δια θαλάσσης προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για να πείσει την κυβέρνηση του προέδρου των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, να εκδιώξει την τότε χούντα και να τον επαναφέρει στην εξουσία τον Σεπτέμβριο του 1994.

Ομοίως, ο πρώην ηγέτης της Λιβύης, Μουαμάρ αλ Καντάφι, μάλλον δραματικά υποσχέθηκε να κάνει «την Ευρώπη μαύρη» [11] αν η ΕΕ αποτύγχανε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του. Αν και οι στόχοι του ποίκιλαν ευρέως με την πάροδο του χρόνου -και κυμαίνονταν από την άρση των κυρώσεων ως την παροχή δισεκατομμυρίων ευρώ και μέχρι την βοήθεια για τον τερματισμό της στήριξης των διαδηλωτών κατά τις πρώτες ημέρες αυτού που έγινε τελικά η λιβυκή εξέγερση- ο Καντάφι χρησιμοποίησε αυτό το εργαλείο με διάφορους βαθμούς επιτυχίας το 2004, το 2006, το 2008 και το 2010, πριν το παρακάνει με μοιραίο τρόπο το 2011.

Σε σχεδόν τα τρία τέταρτα των ιστορικών περιπτώσεων, οι εξαναγκαστές πετυχαίνουν τουλάχιστον κάποιους από τους στόχους τους. Σε πάνω από το ήμισυ των τεκμηριωμένων περιπτώσεων, απέκτησαν όλα ή σχεδόν όλα από όσα ζήτησαν, κάτι που κάνει αυτή την τακτική πιο αποτελεσματική, αν και πιο δύσκολο να τύχει επιτυχούς διαχείρισης και ελέγχου, από όσο οι οικονομικές κυρώσεις ή η παραδοσιακή, υποστηριζόμενη από τον στρατό, καταναγκαστική διπλωματία.

Ακόμη πιο εντυπωσιακό, κάποιες απειλές για την ανάπτυξη προσφύγων και μεταναστών ως όπλα έχουν όντως πραγματοποιηθεί. Την άνοιξη του 1999, ο τότε πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας, Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, αρχικά απείλησε και αργότερα εξόρισε εκατοντάδες χιλιάδες Κοσοβάρους, σε μια προσπάθεια πρώτον να αποτρέψει το ΝΑΤΟ από το να ξεκινήσει μια εκστρατεία βομβαρδισμών κατά την διάρκεια του πολέμου στο Κοσσυφοπέδιο και στην συνέχεια να αναγκάσει την συμμαχία να την τερματίσει. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Γιόσκα Φίσερ, παραδέχτηκε αργότερα την λύπη του επειδή δεν έλαβε σοβαρά υπόψη τον Μιλόσεβιτς όταν του είπε: «θα μπορούσα να αδειάσω το Κοσσυφοπέδιο σε μια εβδομάδα».

Ο πρώην πρόεδρος της Κούβας, Φιντέλ Κάστρο, χρησιμοποίησε επίσης την μετανάστευση ως όπλο εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών τουλάχιστον τρεις φορές: Το 1965, το 1994, και, πιο διαβόητα, κατά την διάρκεια της θαλάσσιας «γέφυρας» Mariel του 1980. Όπως και με τον Καντάφι, οι στόχοι και οι απαιτήσεις του Κάστρο ποίκιλαν με την πάροδο του χρόνου αλλά συμπεριλάμβαναν, μεταξύ άλλων, μια σημαντική αλλαγή στην πολιτική των ΗΠΑ έναντι των Κουβανών αεροπειρατών και την συστηματοποίηση της μετανάστευσης μεταξύ ΗΠΑ και Κούβας.

ΑΝΤΕΠΙΤΙΘΕΜΕΝΟΙ

Παρά την επικράτησή του, αυτό το είδος του εξαναγκασμού ιστορικά αναφέρεται ελάχιστα. Κατ’ αρχήν, οι καταναγκαστικές απειλές συχνά γίνονται μυστικά και σε διμερές επίπεδο˙ σε πολλές περιπτώσεις, ούτε οι εξαναγκαστές ούτε οι στόχοι τους έχουν κίνητρα για να αποκαλύψουν τον πολιτικό εκβιασμό. Από την άλλη πλευρά, αυτό το είδος εξαναγκασμού είναι μερικές φορές συνυφασμένο με άλλες πολιτικές σκοπιμότητες. Για παράδειγμα, ο ηγέτης της Ουγκάντα, Ίντι Αμίν, εκδίωξε τους περισσότερους Ασιάτες από την χώρα του το 1972, σε αυτό που συχνά έχει ερμηνευθεί ως μια ξεκάθαρη αρπαγή περιουσιακών στοιχείων, δεδομένου ότι οι Ασιάτες κατείχαν τις περισσότερες από τις μεγάλες επιχειρήσεις στην Ουγκάντα [12] κατά την διάρκεια εκείνης της περιόδου. Πολύ λιγότερο τονισμένο είναι το γεγονός ότι περίπου 50.000 από εκείνους που εκδιώχθηκαν είχαν βρετανικά διαβατήρια και ότι αυτές οι απελάσεις συνέβησαν την ίδια στιγμή που ο Αμίν απαιτούσε από τους Βρετανούς να σταματήσουν μια προγραμματισμένη απομείωση της στρατιωτικής βοήθειας στην χώρα του. Ο Αμίν μέχρι που ανακοίνωσε την πρόθεσή του να προωθήσει τους 50.000 πρόσφυγες στην Βρετανία, με μια βολική περίοδο χάριτος 90 ημερών προς αυτή την χώρα για να επανεξετάσει την απόφασή της σχετικά με την στρατιωτική βοήθεια.

Όπως και στην περίπτωση της Ουγκάντα, η συντριπτική πλειονότητα των γνωστών στόχων αυτού του είδους εξαναγκασμού υπήρξαν οι φιλελεύθερες δημοκρατίες (πάνω από το 70%)˙ ένα άλλο 11% ήταν ομάδες κρατών που συμπεριλαμβάνουν φιλελεύθερες δημοκρατίες. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες τείνουν να είναι ιδιαίτερα ευάλωτες επειδή βρίσκονται παγιδευμένες μεταξύ αντικρουόμενων επιταγών. Από τη μια πλευρά, τα εν λόγω κράτη εν γένει έχουν αναλάβει κανονιστικές και νομικές δεσμεύσεις για την προστασία εκείνων που διαφεύγουν από την βία και τις διώξεις. Από την άλλη, όπως έχουν καταστήσει σαφές τα πρόσφατα γεγονότα στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ορισμένα τμήματα των δημοκρατικών πολιτειών είναι έντονα αντίθετα με την αποδοχή εκτοπισμένων ατόμων, είτε λόγω ορθολογικών οικονομικών, πολιτικών ή πολιτιστικών λόγων είτε για παράλογους, ξενοφοβικούς λόγους. Επειδή οι στόχοι δεν μπορούν να αγκαλιάζουν μια δεδομένη ομάδα μεταναστών και ταυτόχρονα να την απορρίπτουν, τα κίνητρα για να υποχωρήσουν στις απαιτήσεις των εξαναγκαστών και να εξαφανίσουν το πρόβλημα μπορεί να είναι συναρπαστικά.

Οπότε, ποιες είναι οι επιλογές που έχουν οι πιθανοί στόχοι της μετανάστευσης που προέρχεται από τον καταναγκασμό; Υπάρχουν πολλές, αλλά καμία δεν είναι πανάκεια˙ καθεμιά έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Οι στόχοι μπορεί να υποκύψουν, αλλά αυτό ενέχει τον κίνδυνο οι εξαναγκαστές να επανέλθουν και να κλιμακώσουν τα αιτήματά τους, όπως έκανε ο Καντάφι στην δεκαετία του 2000. Εναλλακτικά, οι στόχοι μπορούν αναλάβουν στρατιωτική δράση για την αλλαγή των συνθηκών στο έδαφος των χωρών καταγωγής. Αλλά οι πόλεμοι είναι δαπανηροί και η έκβασή τους αβέβαιη. Και πάλι, το παράδειγμα του Καντάφι είναι διδακτικό: Η απειλή του λιβυκού εξαναγκασμού δεν εξαφανίστηκε όταν εξαφανίστηκε ο ίδιος, και η επακόλουθη αστάθεια στην χώρα και την περιοχή δεν εμπνέει εμπιστοσύνη για την επιλογή της αλλαγής καθεστώτος.

Εναλλακτικά, οι στοχευόμενες κυβερνήσεις μπορούν να αποταθούν στους πληθυσμούς τους να καλωσορίσουν τους εκτοπισμένους, δίνοντας έμφαση στις μακροπρόθεσμες οικονομικές αρετές της μετανάστευσης, ιδίως για τις χώρες που υποφέρουν από μείωση γεννήσεων και συρρίκνωση της φορολογικής βάσης. Αν η στρατηγική αυτή είναι επιτυχής, ο εξαναγκασμός καθίσταται αδύνατος επειδή οι απειλές για μια «πλημμύρα» [μεταναστών], θεωρητικά, θα αντιμετωπιστούν με ένα σήκωμα των ώμων [δηλαδή, με αδιαφορία]. Αλλά αυτό το είδος της αλλαγής στάσης τείνει να είναι αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας εκστρατείας. [Αυτή] η στρατηγική γενικά δεν είναι αποτελεσματική στην μέση μιας εξελισσόμενης μετανάστευσης έκτακτης ανάγκης. Και θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολη στον απόηχο των επιθέσεων στο Παρίσι, υπό το φως του γεγονότος ότι τουλάχιστον ένας από τους ευθυγραμμισμένους με το ISIS επιτιθέμενους ταξίδεψε στην Ευρώπη μέσα σε ένα ρεύμα εκτοπισμένων ανθρώπων.

Τέλος, και αντιστρόφως, τα στοχευόμενα κράτη μπορούν να ανακαλέσουν τις δεσμεύσεις τους, να κλείσουν τα σύνορά τους και να κλειδώσουν τις πόρτες τους. Αυτό, επίσης, κάνει τον εξαναγκασμό με μέσο την μετανάστευση δύσκολο, αν όχι αδύνατο. Ωστόσο, μια τέτοια στάση ενθαρρύνει συχνά τους άλλους να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους και θα αντιπροσώπευε την εγκατάλειψη των βασικών στοιχείων των πιο αξιοζήλευτων αξιών των φιλελεύθερων δημοκρατιών. Τελικά, το μακροπρόθεσμο κόστος για τα φιλελεύθερα ήθη, την φιλοσοφία και την ταυτότητα ίσως να είναι πολύ μεγαλύτερο από όσο οποιοδήποτε βραχυπρόθεσμο ανθρωπιστικό κόστος - και κόστος αφομοίωσης- που θα προέρχεται από την αποδοχή μεταναστών και προσφύγων, [δηλαδή] τα πραγματικά θύματα αυτού του είδους εξαναγκασμού. Μια τέτοια προσέγγιση είναι επίσης ιδιαιτέρως απίθανο να επιλύσει τις ανησυχίες για την (σχετική με την μετανάστευση) ασφάλεια. Πράγματι, το σφράγισμα των συνόρων για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες μπορεί παραδόξως να βοηθήσει να τροφοδοτηθούν τζιχαντιστικές αφηγήσεις, οι οποίες με την σειρά τους ίσως να σπείρουν τους σπόρους για ένα διαφορετικό είδος μετατροπής των εκτοπισμένων σε όπλα.

Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/2015-12-17/demographic-bombing

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2015-12-10/smart-b...
[2] https://www.foreignaffairs.com/regions/syria
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2015-12-09/dont-fe...
[4] https://www.foreignaffairs.com/topics/refugees-migration
[5] https://books.google.com/books?id=dpPHnMur3y4C&pg=PA14&lpg=PA14&dq=dispo...
[6] http://warontherocks.com/
[7] https://www.foreignaffairs.com/regions/libya
[8] http://www.telegraph.co.uk/news/worldnews/africaandindianocean/libya/119...
[9] https://www.foreignaffairs.com/regions/turkey
[10] https://www.foreignaffairs.com/regions/haiti
[11] http://www.telegraph.co.uk/news/worldnews/africaandindianocean/libya/797...
[12] https://www.foreignaffairs.com/regions/uganda

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition