Πλουσιότερος κόσμος, φτωχότερα έθνη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πλουσιότερος κόσμος, φτωχότερα έθνη

Το πρόβλημα με την άνοδο των υπολοίπων
Περίληψη: 

Τα τελευταία 40 χρόνια, η ταχεία ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων χωρών έχει συρρικνώσει δραματικά την ανισότητα μεταξύ πλουσίων και φτωχών χωρών. Ένας μεγάλος αριθμός των πρώην αναπτυσσόμενων χωρών έχουν γίνει οι κορυφαίες 20 πλουσιότερες στον κόσμο. Όμως, οι μεσαίες τάξεις στα σημερινά έθνη έχουν συρρικνωθεί ενώ οι φτωχές έχουν διογκωθεί.

Ο JACK Α. GOLDSTONE είναι καθηγητής Δημόσιας Πολιτικής στην έδρα Elman Family και διευθυντής του Ινστιτούτου Δημόσιας Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Επιστημών και Τεχνολογίας του Χονγκ Κονγκ. Είναι επίσης Global Fellow στο Woodrow Wilson International Center for Scholars.

Το κίνημα Occupy Wall Street, το «Είμαστε το 99 τοις εκατό» και το ισπανικό κίνημα ενάντια στην λιτότητα «15Μ» μπορεί να βρίσκονται στο αντίθετο άκρο του πολιτικού φάσματος από τα λαϊκιστικά κινήματα όπως το Tea Party [1], το Εθνικό Μέτωπο στην Γαλλία [ 2] και το Pegida στην Γερμανία [3], αλλά μοιράζονται την ίδια ρίζα προέλευσης: Μια οργή προς εκείνους για τους οποίους νιώθουν ότι κερδίζουν εις βάρος τους. Στην αριστερά, ο θυμός στρέφεται κατά των υπερπλούσιων που έχουν γίνει πλουσιότεροι -ζουν σε έναν κόσμο με σπίτια των 50 εκατομμυρίων δολαρίων, με γάμους των 10 εκατομμυρίων δολαρίων και με διακοπές κόστους 10.000 δολαρίων ανά διανυκτέρευση, καθώς η υπόλοιπη χώρα παραμένει στάσιμη ή γίνεται φτωχότερη. Σύμφωνα με την U.S. Census, τα μέσα οικογενειακά εισοδήματα έχουν αυξηθεί ελάχιστα τα τελευταία 20 χρόνια. Στην δεξιά, ο θυμός στοχεύει τους μετανάστες οι οποίοι φαίνεται να ανταγωνίζονται ή να υπονομεύουν τους ντόπιους εργαζόμενους και να απειλούν τον πολιτισμό και τον τρόπο ζωής τους.

Και όμως ο κόσμος στο σύνολό του είναι σε καλύτερη κατάσταση από ποτέ: Οι άνθρωποι παντού, κατά μέσο όρο, ζουν περισσότερο, μένουν περισσότερο στο σχολείο, γίνονται όλο και πιο παραγωγικοί και, χάρη στο Διαδίκτυο, απολαμβάνουν φθηνή και σχεδόν απεριόριστη πρόσβαση σε πληροφορίες και ψυχαγωγία. Γιατί, λοιπόν, υπάρχει τόση πολλή λαϊκιστική οργή όταν τα πράγματα, με πολλούς μετρήσιμους τρόπους, ποτέ δεν ήταν καλύτερα;

Μέρος της απάντησης έγκειται στον τρόπο με τον οποίο τα παγκόσμια πρότυπα της ανισότητας έχουν αλλάξει στα τελευταία 30 χρόνια. Στην δεκαετία του 1980, ο κόσμος ήταν σε μεγάλο βαθμό χωρισμένος σε «αναπτυγμένες» ή πλούσιες χώρες και σε «υπανάπτυκτες» ή φτωχές [4]. Οι πλούσιες χώρες περιελάμβαναν την Ιαπωνία και τα κράτη στην Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική. Συγκριτικά, ο υπόλοιπος κόσμος ήταν ως επί το πλείστον αρκετά φτωχός. Στην πραγματικότητα, οι οικονομολόγοι της Παγκόσμιας Τράπεζας Κριστόφ Λακνέρ και Μπράνκο Μιλάνοβιτς διαπίστωσαν ότι το 1988, το μέσο εισόδημα στις ανεπτυγμένες χώρες ήταν 20 έως 30 φορές υψηλότερο από το αντίστοιχο στις φτωχότερες χώρες.

Την ίδια στιγμή, η ανισότητα μέσα στις πλουσιότερες χώρες είχε υποστεί μια απότομη πτώση, δημιουργώντας εντυπωσιακά εξισωτικές κοινωνίες. Από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945 μέχρι το τέλος του πολέμου του Βιετνάμ το 1975, η έντονη βιομηχανική ανάπτυξη στον ανεπτυγμένο κόσμο δημιουργούσε καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας για τους τεράστιους αριθμούς των μετρίως ειδικευμένων εργατών και των μεσαίου επιπέδου στελεχών. Η ανάπτυξη αυτή προήλθε από την επέκταση της μεταποίησης, των κατασκευών και των επαγγελματικών υπηρεσιών -στον τομέα της εκπαίδευσης, των τραπεζών, της υγειονομικής περίθαλψης, της μεταφοράς και της λιανικής πώλησης- η οποία προσέφερε σταθερή απασχόληση στην μεσαία τάξη. Καθώς η μεσαία τάξη αναπτυσσόταν, το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος αυξανόταν. Στον Καναδά, τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο, το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που πήγαινε το κορυφαίο 1% των μισθωτών πήγε από το 10%-16% πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στο 7%-8% στα τέλη του 1970. Στην ηπειρωτική Ευρώπη και την Ιαπωνία, οι οποίες είχαν ισχυρές πολιτικές υπέρ της εργασίας, το ποσοστό που πήγαινε στο κορυφαίο 1% εκατό μειώθηκε ακόμη πιο δραματικά, από 11%-18% πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στο 4%-9% στις αρχές του 1980. Όπως μετράται από το συντελεστή Gini, η ανισότητα με βάση το διαθέσιμο εισόδημα (δηλαδή, μετά από φόρους και κυβερνητικές παροχές) μειώθηκε στα επίπεδα του 0,2 έως 0,3 σε όλη την Ευρώπη και την Ιαπωνία και σε 0,34 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εν τω μεταξύ, οι περισσότεροι άνθρωποι στις φτωχότερες χώρες παρέμειναν βυθισμένοι στην αγροτική φτώχεια, μένοντας ακόμα πιο πίσω από τα πλουσιότερα έθνη [5].

30032016-1.jpg

Διαδηλωτές κατά την δεύτερη επέτειο του κινήματος 15M στην Μάλαγα, στη νότια Ισπανία, στις 12 Μαΐου 2013. JON NAZCA / REUTERS
------------------------------------

Μετά από αυτή την χρυσή εποχή για τις μεσαίες τάξεις του αναπτυγμένου κόσμου, ωστόσο, η μείωση των παγκόσμιων ανισοτήτων αντιστρέφει απότομα πορεία. Από το 1980, το επίπεδο της ανισότητας μεταξύ των ανεπτυγμένων και των αναπτυσσόμενων χωρών έχει μειωθεί σημαντικά, ενώ η ανισότητα στο εσωτερικό των πλουσιότερων χωρών έχει αυξηθεί σημαντικά.

Το 1980 είδε το άνοιγμα της Κίνας, και, στην συνέχεια, της Ινδίας, στην παγκόσμια οικονομία [6]. Αυτό οδήγησε σε πολλαπλασιασμό των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού που παρήγαγαν φθηνά αγαθά και υπηρεσίες μέσω της φθηνής ασιατικής εργασίας. Υπήρξε επίσης μια έκρηξη στα εμπορεύματα και τις κατασκευές καθώς οι αναπτυσσόμενες χώρες έχτιζαν τις δικές τους πόλεις, σιδηρόδρομους, δρόμους και εργοστάσια παραγωγής. Παραγωγοί εμπορευμάτων, όπως η Βραζιλία, η Ινδονησία και η Νότια Αφρική έγιναν μεγάλοι παγκόσμιοι εξαγωγείς. Επιπλέον, η υπό την ηγεσία του ΟΠΕΚ άνοδος των τιμών του πετρελαίου μετατόπισε έσοδα από τον πλούσιο κόσμο στα έθνη που παράγουν πετρέλαιο.

Στις επόμενες δεκαετίες, οι μισθοί στον αναπτυσσόμενο κόσμο αυξήθηκαν ραγδαία, βγάζοντας εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους από την φτώχεια στην Κίνα, την Ινδία, την Λατινική Αμερική, την Μέση Ανατολή και μέρη της Αφρικής. Πολλά έθνη έγιναν «χώρες μεσαίου εισοδήματος», όχι ακόμη πλούσιες αλλά και όχι πλέον βυθισμένες στην φτώχεια, και ακόμη και οι πιο φτωχές χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας και της Κίνας, οι οποίες το 1980 ήταν όντως φτωχές) ανέπτυξαν μια σειρά από ταχέως διογκούμενες πόλεις με σημαντική μεσαία τάξη.