Έθνη σε κρίση, θεσμοί σε αμφισβήτηση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Έθνη σε κρίση, θεσμοί σε αμφισβήτηση

Αναζητώντας μια νέα εθνική ταυτότητα σε ένα διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο
Περίληψη: 

Οι εθνικές κρίσεις, όσο επώδυνες είναι για μια χώρα, τόσο πιο γόνιμες μπορούν να φανούν για την αναγέννηση ενός έθνους, την ενίσχυση των θεσμών του και γενικότερα τον επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας και της θέσης του στον παγκόσμιο χάρτη ισχύος.

Ο ΣΤΡΑΤΟΣ Δ. ΚΑΜΕΝΗΣ είναι διεθνολόγος και οικονομικός αναλυτής.

«Μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση», συνήθιζε να λέει ο Μάο Τσε-Τουνγκ τον καιρό της παντοδυναμίας του για να περιγράψει τις στιγμές κρίσης που περνούσε το κομμουνιστικό εγχείρημα στην Κίνα. Με αυτήν την φράση μέχρι σήμερα υποδηλώνεται ο συνεχής κύκλος που κάνει η ιστορία έχοντας ταυτόχρονα ως αφετηρία και τέλος εθνικές κρίσεις και επιτυχίες. Οι εθνικές κρίσεις, όσο επώδυνες είναι για μια χώρα, τόσο πιο γόνιμες μπορούν να φανούν για την αναγέννηση ενός έθνους, την ενίσχυση των θεσμών του και γενικότερα τον επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας και της θέσης του στον παγκόσμιο χάρτη ισχύος. Η Γαλλική επανάσταση γέννησε το σύγχρονο Δυτικό πολιτικό σύστημα, η οικονομική κρίση του 1929 προσδιόρισε τις οικονομικές αρχές που εφαρμόστηκαν στη Δυτική καπιταλιστική οικονομία τον 20ο αιώνα και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ώθησε τους Ευρωπαϊκούς λαούς να αντιληφθούν τα κοινά τους συμφέροντα και επιτάχυνε την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Τα ιστορικά αυτά γεγονότα λειτούργησαν ως εφαλτήριο σε μια σειρά κρατών για να αναθεωρήσουν την πορεία τους.

Από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, μέχρι την Αραβική Άνοιξη και την ελληνική και ευρωπαϊκή κρίση χρέους, η τελευταία δεκαετία έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές στους εθνικούς και παγκόσμιους θεσμούς. Γίνεται πλέον αντιληπτό ότι το θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκαν οι σύγχρονες δημοκρατίες και οικονομίες βρίσκεται σε μια κατάσταση συνεχούς εξέλιξης που προσφέρει ευκαιρίες καινοτομίας, δημιουργικότητας και προόδου για όποιο έθνος καταφέρει να τις αξιοποιήσει. Είτε πρόκειται για κρίση οικονομική, είτε για κρίση πολιτική, το ζητούμενο για τους εθνικούς θεσμούς είναι το πώς θα υπερβούν τα στενά όρια των δυνατοτήτων τους για να διορθώσουν τις παθογένειες που προκάλεσαν την κρίση. Το ζητούμενο, δηλαδή, είναι οι σύγχρονες κοινωνίες – μεταξύ των οποίων και η ελληνική – να μετατρέψουν το σοκ της κρίσης σε ευκαιρία επαναπροσδιορισμού των θεσμών τους, και με αυτόν τον τρόπο να καθορίσουν το μέλλον των επόμενων γενεών.

Η διεθνής εμπειρία από τις χώρες που κατάφεραν να μεταρρυθμίσουν το κράτος και την οικονομία τους προσφέρει παραδείγματα για την στρατηγική με την οποία ο πολιτικός κόσμος και η κοινωνία της Ελλάδας θα μπορούσαν να διαχειριστούν και να αξιοποιήσουν την κρίση με έναν πιο δημιουργικό τρόπο. Τα επιτυχή παραδείγματα που προσφέρει η διεθνής κλίμακα καταδεικνύουν τον δρόμο που θα έπρεπε να είχε επιλέξει η Ελλάδα για να ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο της κρίσης με το μικρότερο δυνατό κοινωνικό και οικονομικό κόστος. Η πόλωση και η αντιπαλότητα των ελληνικών πολιτικών κομμάτων θα μπορούσαν να είχαν αντικατασταθεί από την συναίνεση και τον εθνικό διάλογο, ο κοινωνικός αυτοματισμός από την συνειδητοποίηση και την αλλαγή νοοτροπίας, και, τέλος, η μεταρρυθμιστική αδράνεια από ένα ριζοσπαστικό εθνικό σχέδιο που θα είχε στον πυρήνα του το στοιχείο της κοινωνικής διαβούλευσης και αποδοχής.

ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΝ ΚΑΙΡΩ ΚΡΙΣΗΣ: ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ, ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ

Το ελληνικό πολιτικό σύστημα δομήθηκε κατά τα χρόνια της μεταπολίτευσης με κύριο στόχο την επίτευξη ισχυρών, σταθερών κυβερνήσεων που θα ήταν ικανές να προσελκύσουν ευρείες μάζες πολιτών και να επιτύχουν μεγάλες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες. Άλλωστε, έπειτα από αρκετές δεκαετίες πολιτικής αποσταθεροποίησης και εμφύλιου διχασμού, το εκλογικό σύστημα και το θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ασκούνταν η πολιτική είχαν ως κεντρικό στόχο την διασφάλιση σταθερότητας. Η επιλογή αυτή, ωστόσο, –αν και αναγκαία– καθόρισε όχι μόνο τον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, αλλά επηρέασε και τον πολιτικό πολιτισμό που επικράτησε στην χώρα. Οδήγησε, δηλαδή, στην υιοθέτηση πρακτικών και συμπεριφορών που έγιναν μέρος του πολιτικού παιχνιδιού. Ο κομματικός εγωισμός, η συγκρουσιακή ρητορική, η απουσία στοιχειώδους συνεννόησης σε κομβικά ζητήματα που απασχολούσαν την χώρα, αποτέλεσαν τα βασικά στοιχεία με τα οποία η εκάστοτε αντιπολίτευση κέρδιζε τις εκλογές. Η συναίνεση, ο διάλογος και η συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων δεν αποτελούσαν αναγκαία συνθήκη για την άσκηση εξουσίας και γι’ αυτόν τον λόγο δεν αποζητούνταν.

Παράλληλα, ο λαϊκισμός έγινε το πολιτικό εργαλείο που εξασφάλιζε την παραμονή των κομμάτων στην εξουσία και την εκπλήρωση των πελατειακών υποσχέσεων που είχαν δώσει. Η σχέση μεταξύ κόμματος, εκτελεστικής εξουσίας και συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων μετατράπηκε σε σχέση εξάρτησης, συναλλαγής και άσκησης πολιτικών που ήταν ενάντια στο δημόσιο συμφέρον. Η πρακτική της σύγκρουσης και της τεχνητής κομματικής αντιπαράθεσης υπηρετούσε αυτό το τρίγωνο συναλλαγής σε περιόδους οικονομικής ευημερίας και κάλυπτε κάτω από το πέπλο της αντιπαράθεσης την διαφθορά και τον οικονομικό παρασιτισμό. Ωστόσο, η κρίση χρέους που ξέσπασε το 2010 ανέδειξε την αδυναμία των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων να ανταποκριθούν στην πρόκληση αυτή και απέδειξε ότι το συγκεκριμένο πολιτικό και οικονομικό μοντέλο της μεταπολίτευσης δεν ήταν βιώσιμο. Τα πολιτικά κόμματα διαχειρίστηκαν την κρίση εντός του υπάρχοντος πλαισίου και δεν επιχείρησαν να το υπερβούν και να υιοθετήσουν τις πρακτικές άλλων χωρών που προέταξαν από την πρώτη στιγμή την συνεργασία και τον εθνικό διάλογο για να υπερβούν την κρίση.

Η Αραβική Άνοιξη που ξεκίνησε από την Τυνησία και σιγά σιγά εξαπλώθηκε στην Αίγυπτο, την Λιβύη, την Συρία και την Υεμένη προσφέρει παραδείγματα διαφορετικών στρατηγικών για την διαχείριση εθνικών κρίσεων. Παρότι το πλαίσιο μέσα στο οποίο διαδραματίστηκαν τα γεγονότα της Αραβικής Άνοιξης είναι διαφορετικό από το πλαίσιο της ελληνικής πραγματικότητας, οι παράγοντες που συμβάλλουν στην διαχείριση κρίσεων παραμένουν συγκρίσιμοι.

24062016-1.jpg