Το ΝΑΤΟ μετά το Brexit | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το ΝΑΤΟ μετά το Brexit

Θα λειτουργήσει η συνεργασία για την ασφάλεια;
Περίληψη: 

Το Brexit έρχεται σε μια εποχή που η ευρωπαϊκή ασφάλεια είναι ήδη υπό απειλή. Κρατικοί και μη κρατικοί φορείς προκαλούν ασύστολα την Ευρώπη και τους συμμάχους της. Ενόψει, υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα για το Ηνωμένο Βασίλειο, για την ΕΕ, καθώς και για την σχέση αμφοτέρων με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο FRANK J. CILLUFFO [1] διευθύνει το Center for Cyber & Homeland Security (CCHS) στο Πανεπιστήμιο George Washington και υπηρέτησε ως Ειδικός Βοηθός του προέδρου των ΗΠΑ για θέματα εθνικής ασφάλειας αμέσως μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001.
Η SHARON L. CARDASH [2] είναι αναπληρώτρια διευθύντρια του CCHS και προηγουμένως είχε υπηρετήσει ως σύμβουλος Πολιτικής Ασφαλείας στον υπουργό Εξωτερικών του Καναδά.

Οι σχολιαστές έσπευσαν να δημοσιοποιήσουν την γνώμη τους σχετικά με τις πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις του δημοψηφίσματος του Brexit. Αλλά οι πιθανές επιπτώσεις στην ασφάλεια είναι εξίσου σημαντικές. Σε κίνδυνο είναι επιχειρησιακά θέματα όπως η ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών. Αλλά επίσης σε αμφισβήτηση είναι κάτι πιο θεμελιώδες: Οι σχέσεις που επιτρέπουν στις Υπηρεσίες ασφαλείας να ζουν και να αναπνέουν. Το Ηνωμένο Βασίλειο, η ΕΕ και άλλοι εταίροι θα πρέπει τώρα να επαναπροσδιορίσουν τις σχέσεις για την ασφάλεια και τις Υπηρεσίες πληροφοριών τους.

Οι διαπραγματεύσεις αυτές θα πάρουν χρόνο. Και πριν πάρουν μια θέση στο τραπέζι, όλα τα μέρη θα κάνουν καλά να σκεφθούν προσεκτικά μερικά από τα κρίσιμα στρατηγικά και τακτικά ζητήματα που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν, ακόμη και δεδομένου ότι έχουν κατά νου πως και πριν από το δημοψήφισμα υπήρχαν ρήγματα μεταξύ των Αρχών επιβολής του νόμου των κρατών-μελών της ΕΕ και των κοινοτήτων των υπηρεσιών πληροφοριών και ότι οι αντίπαλοι είναι πιθανό να αδράξουν κάθε διάσπαση ως μια ευκαιρία για να δοκιμάσουν την αποφασιστικότητα [των εταίρων].

Ο κατακερματισμός της Ευρώπης δίνει στην Ρωσία την ευκαιρία να ωθήσει τα όρια, όπως έχει κάνει τα τελευταία χρόνια στην Ουκρανία και αλλού. Ήδη επί μήνες, η Ρωσία δοκιμάζει την ηπειρωτική και την διατλαντική συμμαχία, φέρνοντας δύσκολα και ενδεχομένως διχαστικά ζητήματα στο προσκήνιο. Οι πρόσφατες ρωσικές ασκήσεις, αναπτύξεις και ρητορικές [3] φάνηκε να σκοπεύουν να εξετάσουν το βάθος της δέσμευσης της ΕΕ και του ΝΑΤΟ για την ασφάλεια των συνόρων τους.

Ρωσικά μαχητικά σκάφη τριγυρνούν στις άκρες του εναέριου χώρου του ΝΑΤΟ εδώ και μήνες, προσπαθώντας να διαπιστώσουν τα όρια της συμμαχικής πειθαρχίας και αυτοσυγκράτησης. Κάτω από την θάλασσα, τα ρωσικά υποβρύχια «επιχειρούν επιθετικά κοντά» [4] στα υποθαλάσσια καλώδια που είναι καθοριστικής σημασίας για την λειτουργία του στρατού των ΗΠΑ και της παγκόσμιας οικονομίας. Στον κυβερνοχώρο, εν τω μεταξύ, η Ρωσία προσπάθησε να αποσταθεροποιήσει εχθρούς μέσω της προπαγάνδας [5], συμπεριλαμβανομένης της απεικόνισης της Γερμανίας ως «μια κοινωνία σε χάος εξαιτίας της μετανάστευσης» [5]. Και με ειλικρίνεια, μέσα σε λίγες ώρες μετά το βρετανικό δημοψήφισμα, ο δήμαρχος της Μόσχας δήλωσε ότι «χωρίς την Μεγάλη Βρετανία στην ΕΕ, κανείς δεν θα υπερασπίζεται τις κυρώσεις εναντίον μας με τόσο ζήλο». Με λίγα λόγια, το Brexit είναι ουσιαστικά ένα δώρο προς την Ρωσία, και κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσει να αποδίδει [οφέλη στην Μόσχα].

Το Ισλαμικό Κράτος (γνωστό και ως ISIS), επίσης επεδίωξε να αποδυναμώσει την ευρωπαϊκή ενότητα και να αποσταθεροποιήσει την Δύση. Σε ένα τεύχος του ενημερωτικού δελτίου της, η οργάνωση καυχήθηκε ότι η επίθεση του Παρισιού θα μπορούσε να οδηγήσει στην «αποδυνάμωση της ευρωπαϊκής συνοχής, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων για την κατάργηση της συμφωνίας του Σένγκεν» [6]. Για τον σκοπό αυτό, είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι ο σχεδιασμός της τελευταίας επίθεσής του στο Βέλγιο και την Γαλλία συνέδεσε τόσες πολλές χώρες της ΕΕ. Οι δράστες μοιράστηκαν πληροφορίες για τα πάντα, από σχέδια μέχρι δυνατότητες μέσα από πολύπλοκα δίκτυα που εκμεταλλεύτηκαν κενά στην πληροφόρηση, την ανάλυση πληροφοριών και την συνεργασία, εντός και μεταξύ των συμμαχικών Υπηρεσιών ασφαλείας. Αν μη τι άλλο, οι επιθέσεις αυτές έδειξαν την ανάγκη της Ευρώπης να έρθει πιο κοντά, και όχι πιο μακριά, μέσω του Brexit ή με άλλο τρόπο.

Οι φορείς της ΕΕ όπως η Europol είναι επιφορτισμένοι με το χαρτοφυλάκιο ασφαλείας και πληροφοριών της Ευρώπης και θα χάσουν τα σημαντικά στοιχεία, απτά και μη, που το Ηνωμένο Βασίλειο έχει φέρει στο τραπέζι. Οι ιδιαίτερα ικανές Υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών της χώρας βοήθησαν να ενεργοποιηθούν οι προσπάθειες της ΕΕ σε αυτόν τον τομέα και, ακόμη και αν οι εταίροι καταλήξουν σε εναλλακτικές διευθετήσεις (για πρόσβαση σε δεδομένα και ούτω καθεξής), το Ηνωμένο Βασίλειο θα χάσει την ικανότητα να ηγείται και να επηρεάζει από μέσα. Υπάρχει επίσης η σχέση της ΕΕ με το ΝΑΤΟ που πρέπει να είναι κατά νου. Ήταν πάντα μια πρόκληση να αποφευχθούν οι επικαλύψεις και η αναποτελεσματικότητα μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Αλλά η πιθανότητα της απόκλισης των δύο φορέων θα μπορούσε να μεγεθυνθεί τώρα που το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα είναι πλέον τριγύρω για να γεφυρώσει το ρήγμα. Έχοντας μια ισχυρογνώμονα προσέγγιση για τις απειλές -συμπεριλαμβανομένων εκείνων στον νεότερο τομέα, τον κυβερνοχώρο- το Ηνωμένο Βασίλειο εργάστηκε στο παρελθόν για να εστιάσει τα ευρωπαϊκά μυαλά και τους πόρους στα πιο πιεστικά ζητήματα, με έναν τρόπο που χρησιμοποιεί την συμπληρωματικότητα μεταξύ αυτών των αρχιτεκτονικών ασφάλειας. Το αν η διαδικασία αυτή θα συνεχιστεί στην πράξη, με την ρητορική κατά μέρος, μένει να το δούμε.

Ιστορικά, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επίσης λειτουργήσει ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, επιβεβαιώνοντας τον δεσμό της ασφάλειας πέρα από τον ωκεανό. Παρά το γεγονός ότι κάποια από την λάμψη της ειδικής σχέσης έχει φθαρεί, γεγονός παραμένει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει από καιρό υπηρετήσει ως λυδία λίθος για τις Ηνωμένες Πολιτείες στις σχέσεις της με την Ευρώπη με το παραπάνω, και παραμένει ο πιο κοντινός ευρωπαϊκός σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών. Με τις δύο χώρες πλέον έξω από το μπλοκ της ΕΕ, καθώς και εν τη απουσία ενός βασικού μακροχρόνιου συνομιλητή, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν κάλλιστα να το βρουν δύσκολο να εξηγούν στην Ευρώπη τι πρέπει να γίνεται σε θέματα ζωτικής σημασίας. Από την επιβολή οικονομικών κυρώσεων στην Ρωσία και το Ιράν μέχρι τον χαρακτηρισμό των Ξένων Τρομοκρατικών Οργανώσεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν καθοριστικές στο να επιτευχθεί ο στόχος όταν υπήρχαν διαφορές εντός της ΕΕ.