Η Τουρκία μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Τουρκία μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας

Γιατί επιμένουν οι θεωρίες συνωμοσίας

Παρά το γεγονός ότι ο Ατατούρκ είναι ακόμα σεβαστός ως ιδρυτής της τουρκικής Δημοκρατίας, πολλοί έχουν αμφισβητήσει την αληθινή φύση του χαρακτήρα του και της διακυβέρνησής του. Τόσο τότε όσο και τώρα, μερικοί από τους οξείς επικριτές του, όπως ο διακεκριμένος δημοσιογράφος Soner Yalçın, έχουν εκφράσει ανοιχτά υποψίες ότι Ατατούρκ ήταν ένας μασόνος, άθεος ή κρυπτο-Εβραίος. Η προέλευση αυτών των υποψιών χρονολογείται από την εποχή της ανόδου του Ατατούρκ στην εξουσία. Υπήρχαν γενικές υποψίες σχετικά με την κοσμική ελίτ στις αρχικές δεκαετίας της τουρκικής δημοκρατίας, καθώς και για την υποτιθέμενη μεγάλη εβραϊκή ακολουθία που συγκέντρωσαν οι Νεότουρκοι. Τόσο οι επαναστάτες της υπαίθρου όσο και οι διαφωνούντες από τις ελίτ είδαν τον Ατατούρκ ως πιόνι σε μια διεθνή συνωμοσία κυριαρχίας επί της Τουρκίας. Αν και οι σύγχρονοι μελετητές απορρίπτουν τους ισχυρισμούς αυτούς, οι ιστορικοί γενικά συμφωνούν ότι ο Ατατούρκ είχε κατηγορήσει ψευδώς πολλούς πολιτικούς του ανταγωνιστές και διαφωνούντες ότι συμμετείχαν σε μεγάλες συνωμοσίες εναντίον του. Εδραιώνοντας την εξουσία του, ο πρόεδρος της Τουρκίας εκκαθάρισε ή απαξίωσε μεγάλους αριθμούς προηγουμένως εξεχουσών πολιτικών προσωπικοτήτων με την κατηγορία ότι προσπαθούσαν να αναστήσουν την Επιτροπή της Ένωσης και Προόδου. Μέχρι σήμερα, πολλοί σύγχρονοι Τούρκοι αποδέχονται αυτές τις εκκαθαρίσεις ως ένα ιστορικά απαραίτητο στάδιο για την ανάπτυξη της νέας δημοκρατίας, ακόμη και αν τα θύματα αυτής της εκστρατείας μπορεί να ήταν εντελώς αθώα.

Ο Ψυχρός Πόλεμος βοήθησε να ενταθούν και να διευρυνθούν οι φόβοι του λαού και των ελίτ για συνωμοσία με στόχο την κυβέρνηση. Υπό το φως του ρόλου που διαδραμάτισαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην ανατροπή των κυβερνήσεων της Γουατεμάλας και του Ιράν κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1950, η πεποίθηση εξακολουθεί να υφίσταται ακόμη και σήμερα ανάμεσα σε πολλούς στην Τουρκία ότι η Ουάσιγκτον είχε ομοίως μια εμπλοκή στα πραξικοπήματα που είδε η Άγκυρα το 1960, το 1971 και το 1980. Πραγματικές αποδείξεις αμερικανικής συμμετοχής γενικώς δεν υπάρχουν (αν και ένας Τούρκος δημοσιογράφος, ο Mehmet Birand, ισχυρίστηκε ότι ένας σταθμάρχης της CIA το 1980 παραδέχθηκε ότι υποστήριξε το πραξικόπημα του Σεπτεμβρίου του 1980 [3]).

Στον απόηχο του Ψυχρού Πολέμου, Τούρκοι δημοσιογράφοι ισχυρίστηκαν ότι μια σειρά από αξιοσημείωτους πολιτικούς ηγέτες, μεγιστάνες του επιχειρηματικού χώρου, και τα αφεντικά της μαφίας ευθυγραμμίστηκαν με το κατεστημένο της ασφάλειας της Τουρκίας κατά την διάρκεια των «βρώμικων πολέμων» της πολιτείας εναντίον αριστερών και Κούρδων ανταρτών στην δεκαετία του 1980 και του 1990. Αυτές οι υποψίες επιβεβαιώθηκαν από γεγονότα όπως το «σκάνδαλο Σουσουρλούκ» το 1996, όταν οι σοροί ενός μέλους του κοινοβουλίου, ενός διοικητή της αστυνομίας και ενός δολοφόνου της μαφίας βρέθηκαν μαζί στο συντρίμμια ενός αυτοκινήτου. Η αρχική δημοτικότητα του Ερντογάν οφειλόταν, εν μέρει, στην υπόσχεσή του να καταπολεμήσει τις συμμαχίες αυτού του δήθεν «βαθέος κράτους» μεταξύ απατεώνων αξιωματούχων, υπαλλήλων και συμμοριτών και να φέρει διαφάνεια στην πολιτική ζωή της Τουρκίας.

Κατά την διάρκεια των τελευταίων 15 χρόνων, η εμμονή του λαού και των ελίτ με τις συνωμοσίες μεταξύ και κατά της τουρκικής κυβέρνησης έχει αυξηθεί σημαντικά. Παρά το γεγονός ότι οι κατηγορίες περί ξένων σχεδίων εναντίον της κυβέρνησης δεν ήταν ανήκουστες πριν από την άνοδο του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), ιδιαίτερα κατά την διάρκεια του χειρότερου πολέμου της Άγκυρας εναντίον του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (ΡΚΚ) στην δεκαετία του 1980 και του 1990, η εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ ενίσχυσε φόβους στο εσωτερικό της χώρας ότι η προώθηση της Ουάσινγκτον στην Μέση Ανατολή θα μπορούσε κάποια μέρα να περιλαμβάνει την Τουρκία. Εκτός από την κληρονομιά των μυστικών δραστηριοτήτων των ΗΠΑ κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι Τούρκοι επικριτές κατέδειξαν την νεο-συντηρητική βιβλιογραφία και τον ακτιβισμό (ομάδων όπως το Πρόγραμμα για τον Νέο Αμερικανικό Αιώνα) ως απόδειξη των σχεδίων της Ουάσιγκτον να αναμορφώσει την Τουρκία και την Μέση Ανατολή ως ένα σύνολο.

Διάφορα δημοφιλή τουρκικά βιβλία και ταινίες, όπως η σειρά «Η Κοιλάδα των Λύκων», αναμιγνύουν την πραγματικότητα και την φαντασία, προοιωνιζόμενα ότι ένα μεγάλο πλήθος διεθνών παραγόντων μηχανορραφούν για να κόψουν σε κομμάτια την χώρα ακριβώς όπως οι Σύμμαχοι έκαναν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στα τελευταία χρόνια, ο Ερντογάν είχε την τάση να ενθαρρύνει και να προωθεί τέτοιες κοσμοθεωρίες ως έναν τρόπο για να εξηγεί και να νομιμοποιεί την διακυβέρνηση του ΑΚΡ. Όταν οι εισαγγελείς άρχισαν να απευθύνουν κατηγορίες εναντίον εκατοντάδων αξιωματικών του στρατού και πολιτών ότι ανήκουν στο λεγόμενο σχέδιο Εργκένεκον για την ανατροπή της κυβέρνησης του ΑΚΡ το 2007, ο Ερντογάν δήλωσε ότι τέτοιες μηχανορραφίες «ήταν πάντα εκεί» από την εποχή των Οθωμανών. Αντί να αναγνωρίσει την λαϊκή οργή που προκάλεσε τις διαδηλώσεις το καλοκαίρι του 2013 στο πάρκο Gezi, κατηγόρησε τους διαδηλωτές ότι πληρώνονταν από Δυτικές κυβερνήσεις και επιχειρηματικά συμφέροντα.

Η πολύ δημόσια αποκήρυξη του κινήματος των γκιουλενιστών από τον Ερντογάν ξεκίνησε στον απόηχο των διαδηλώσεων στο πάρκο Gezi. Όταν οι εισαγγελείς απήγγειλαν κατηγορίες διαφθοράς εναντίον των γιων πολλών υπουργών του ΑΚΡ, τον Δεκέμβριο του 2013, ο Ερντογάν δήλωσε ότι οι υποθέσεις αυτές ισοδυναμούσαν με πραξικόπημα. Αφότου υποστήριξε ότι οι γκιουλενιστές είχαν σκοπίμως υπονομεύσει τις υπηρεσίες ασφαλείας και το δικαστικό σύστημα της χώρας, άρχισε μια μαζική εκκαθάριση αστυνομικών, δικηγόρων και δικαστών. Όταν οι επικριτές πρότειναν ότι η κυβέρνηση συμπεριφέρεται αδιακρίτως και παράνομα, ο Ερντογάν ήταν απορριπτικός. «Αν πρόκειται για κυνήγι μαγισσών το να απολυθούν εκείνοι που ενεπλάκησαν σε προδοσία», δήλωσε περίφημα, «τότε θα είναι ένα κυνήγι μαγισσών». [4]