Η Πολωνία δεν είναι Ουγγαρία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Πολωνία δεν είναι Ουγγαρία

Μια απάντηση στο άρθρο «Η συνταγματική κρίση της Πολωνίας»
Περίληψη: 

«Σε γενικές γραμμές, η πολωνική κοινωνία είναι πολιτισμικά αναρχική, και παραδοσιακά δύσπιστη σε οποιαδήποτε κυβέρνηση. Αυτός ο πολιτισμός λειτουργεί ως προπύργιο κατά των αυταρχικών τάσεων».

Ο IRENEUSZ PAWEL KAROLEWSKI είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών Willy Brandt στο Πανεπιστήμιο Wroclaw-Breslau, και επίσης διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Potsdam.
Ο ROLAND BENEDIKTER είναι ερευνητής καθηγητής Διεπιστημονικής Πολιτικής Ανάλυσης στο Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών Willy Brandt στο Πανεπιστήμιο Wroclaw-Breslau και συνεργάτης μελετητής στο Πανεπιστήμιο Stanford.

Τα σύγχρονα σχόλια για την κεντρική και την ανατολική Ευρώπη τείνουν να γίνονται πολύ αυστηρά. Σε πρόσφατο κείμενό του «Η συνταγματική κρίση της Πολωνίας» [1], ο Daniel Kelemen εξηγεί την σύγκρουση μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος της Πολωνίας «Νόμος και Δικαιοσύνη» (PiS) και του Συνταγματικού Δικαστηρίου της χώρας κατ’ αναλογία με την Ουγγαρία. Όπως γράφει ο Kelemen, «το PiS είναι αποφασισμένο να νικήσει το Συνταγματικό Δικαστήριο, διότι είναι ένα σημαντικό εμπόδιο για το σχέδιο του [ηγέτη του PiS, Jaroslaw] Kaczynski να εισαγάγει μια λαϊκιστική εκλογική απολυταρχία στην Πολωνία κατά μήκος των γραμμών του [πρωθυπουργού] Viktor Orban στην Ουγγαρία [2 ]». Αυτή είναι μια συνήθης σύγκριση [3]. Αλλά είναι επίσης λάθος. Κρύβει ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των χωρών [4] και οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα, όπως η σύσταση του Κέλεμεν ότι η ΕΕ θα πρέπει να επικαλεστεί το άρθρο επτά της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, απειλώντας με αυτόν τον τρόπο να αναστείλει τα δικαιώματα της Πολωνίας ως μέλος της ΕΕ. Τέτοια απερίσκεπτα βήματα, ωστόσο, θα μπορούσαν να βυθίσουν την ΕΕ σε μια ακόμη βαθύτερη κρίση νομιμοποίησης.

Το κυβερνών κόμμα της Ουγγαρίας, Fidesz, έχει πράγματι ορισμένες ιδεολογικές συγγένειες με το PiS. Και τα δύο είναι συντηρητικά εθνικιστικά κόμματα, οι ηγέτες των οποίων, Όρμπαν και Κατσίνσκι, έχουν συναντηθεί δύο φορές από τότε που το PiS ήρθε στην εξουσία στα τέλη του 2015 [5]. Από οικονομική άποψη, το Fidesz και το PiS αμφότερα υιοθετούν μια εκδοχή του εθνικισμού που συνδυάζει την υποστήριξη για αναδιανεμητικές κοινωνικές πολιτικές [6] με τον σκεπτικισμό προς τις διεθνείς εταιρείες. Και τα δύο κόμματα είναι επίσης αντίθετα με την μετανάστευση [7], και, ιδιαίτερα στην Ουγγαρία, αυτό έχει χρησιμοποιηθεί για να κινητοποιηθεί το ριζοσπαστικό εθνικιστικό συναίσθημα, αν και η αντίθεση στις πολιτικές υπέρ της μετανάστευσης της Γερμανίας και της Σουηδίας [8] δεν είναι διαφορετική από εκείνη στην Ουγγαρία ή την Πολωνία. Και τα δύο κόμματα, άλλωστε, έχουν επικεντρωθεί στην συνταγματική αλλαγή στις αντίστοιχες χώρες τους. Και υπάρχει, όπως ορθώς επισημαίνει ο Kelemen, μια συνεχιζόμενη συνταγματική κρίση στην Πολωνία, η οποία εγείρει ερωτήματα εκεί σχετικά με μια συγκέντρωση της εξουσίας, που δεν διαφέρουν από εκείνα [τα ερωτήματα] που εγείρονται από τις εξελίξεις στην Ουγγαρία.

Ωστόσο η συντηρητική στροφή της Ουγγαρίας υπό τον Orban υπήρξε πολύ πιο λαϊκίστικη και αυταρχική [9] από εκείνην στην Πολωνία υπό το PiS. Για παράδειγμα, το 2010, όταν ο Orban είχε μια αρκετά μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να αλλάξει το ουγγρικό σύνταγμα, πέρασε (από την βουλή) περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου, σε δημόσια και ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης, και άλλαξε τον εκλογικό νόμο για να ευνοήσει μεγάλα κόμματα όπως το Fidesz. Μια από τις νέες συνταγματικές διατάξεις-κλειδιά ήταν η τέταρτη τροπολογία, η οποία υπονόμευσε την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας, έφερε τα πανεπιστήμια υπό μεγαλύτερο κυβερνητικό έλεγχο, κατέταξε την έλλειψη στέγης στα εγκλήματα, και έβλαψε τα ανθρώπινα δικαιώματα εν γένει. Τίποτα συγκρίσιμο δεν συνέβη στην Πολωνία, όπου υπάρχουν ελεύθερα, ιδιωτικά, και σε μεγάλο βαθμό διεθνή μέσα ενημέρωσης (με εξαίρεση το κρατικά μέσα ενημέρωσης, τα οποία ήταν πάντα ελεύθερα για όλους μετά τις εκλογές), και δεν υπάρχουν σοβαροί περιορισμοί στις ατομικές ελευθερίες. Ακόμα και ο νέος αντιτρομοκρατικός νόμος της Πολωνίας, μερικές φορές παρουσιασμένος ως μια επίθεση στις ελευθερίες των πολιτών [10], είναι για τα καλά μέσα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, και πολλά από τα νέα μέτρα ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης να εγγράφεται κανείς για προπληρωμένες κάρτες SIM, έχουν εφαρμοστεί από χώρες όπως η Γερμανία επί χρόνια.

Στην Ουγγαρία, πολλές από τις χειρότερες αλλαγές μπορούν να ανιχνευθούν στην συνεργασία του Fidesz με το ανοικτά αντισημιτικό και νεο-φασιστικό κόμμα Jobbik [11], το οποίο είναι πλέον το τρίτο μεγαλύτερο στην Ουγγαρία, κερδίζοντας πάνω από το 20% της λαϊκής ψήφου το 2014. Αν και το Jobbik ουδέποτε εισήλθε επισήμως στην κυβέρνηση, το Fidesz έχει υιοθετήσει πολλές από τις ιδέες και τις πολιτικές του, ενώ συνεργάζεται με μεμονωμένους πολιτικούς του Jobbik, παρά το γεγονός ότι το Fidesz δεν είχε τακτική ανάγκη να το πράξει. Στην Πολωνία δεν υπάρχει καμία πολιτική δύναμη παρόμοια με το Jobbik. Ο Orban, άλλωστε, όχι μόνο παρενέβη σε μεγάλο βαθμό στο σύνταγμα της χώρας του (σε αντίθεση με το PiS, το οποίο έχει χρησιμοποιήσει συνήθεις νόμους για τις αμφιλεγόμενες μεταρρυθμίσεις του), αλλά έχει χρησιμοποιήσει ανοιχτά τον όρο «ανελεύθερο κράτος» (illiberal state), σύμφωνα με το πρότυπο της Ρωσίας του Πούτιν ή της Τουρκίας του Ερντογάν, για να περιγράψει θετικά το πολιτικό ιδεώδες του.

Η αντίθεση μεταξύ των χωρών είναι εμφανής στην αντιμετώπιση του Τύπου. Στην έκθεση Freedom of the Press 2016 από το Freedom House [12], ο Τύπος της Ουγγαρίας θεωρείται μόνο «εν μέρει ελεύθερος», και σύμφωνα με την έκθεση του τού 2015 για την χώρα [13], «η δυσφήμιση παραμένει ποινικό αδίκημα [στην Ουγγαρία], και αμφότερες η δυσφήμηση και οι σχετικές κατηγορίες -για παράδειγμα, η παραβίαση της καλής φήμης και ο χουλιγκανισμός- απευθύνονται συχνά εναντίον δημοσιογράφων και άλλων αρθρογράφων». Αυτό δεν είναι η περίπτωση της Πολωνίας, όπου το Freedom House θεωρεί τον Τύπο «ελεύθερο», οι δημοσιογράφοι εργάζονται απρόσκοπτα, τα ιδιωτικά και κρατικά μέσα ενημέρωσης ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Το κορυφαίο τηλεοπτικό κανάλι [14] στην Πολωνία είναι το TVN24, το οποίο είναι ιδιαίτερα επικριτικό για την κυβέρνηση, ακολουθούμενο από το κρατικό πληροφοριακό κανάλι TVP Info.