Πραγματισμός χωρίς σκοπό | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πραγματισμός χωρίς σκοπό

Οι επιδόσεις της Μέρκελ στο γενικότερο πλαίσιο

Καθώς στερείται διαδόχων όπως και αμφισβητιών, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ κατά πάσα πιθανότητα θα επιδιώξει μια νέα θητεία στις ομοσπονδιακές εκλογές του επόμενου έτους. Παρά την αδύναμη επίδοση του κόμματός της στις περιφερειακές εκλογές του τρέχοντος έτους, η Μέρκελ θα κερδίσει και πάλι. Οι εταίροι του νυν συνασπισμού της, οι Σοσιαλδημοκράτες, δεν ήταν σε θέση να καταλήξουν σε έναν δυνητικό διεκδικητή, και οι Πράσινοι είναι πιο πιθανό να επιδιώξουν να μοιράζονται την εξουσία μαζί της από το να ρισκάρουν με το να την ανταγωνίζονται. Στο τέλος της επόμενης θητείας της, η Μέρκελ θα είναι στην εξουσία για 17 χρόνια, επισκιάζοντας ακόμα και τον Δυτικογερμανό καγκελάριο Konrad Adenauer και τον δικό της μέντορα, τον Χέλμουτ Κολ, τον αρχιτέκτονα της επανένωσης. Αλλά για ποιο σκοπό;

Ο θρυλικός πραγματισμός της Μέρκελ –που συγκέντρωσε μεγάλο θαυμασμό κατά τις πιο σκοτεινές ώρες της κρίσης της ευρωζώνης - προδίδει μια έλλειψη απώτερου σκοπού. Καλώς ή κακώς, εντός της Γερμανίας, [η Μέρκελ] υπήρξε καθοριστική για την ενεργειακή πολιτική και τους πρόσφυγες. Σε κρίσιμα σταυροδρόμια της ευρωπαϊκής πολιτικής, ωστόσο, έχει επιλέξει σταθερά ρεαλιστικές, αλλά τελικά λάθος πορείες, στην καλύτερη περίπτωση καθυστερώντας την ανάκαμψη της ηπείρου από την κρίση και, στην χειρότερη, βαθαίνοντας τις υπαρξιακές απειλές για την Ευρώπη που φιλοδοξεί να υπερασπιστεί.

Οι φλόγες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης έφτασαν στην Ευρώπη γρήγορα το 2008, και αρκετά σύντομα, κάθε κυρίαρχο κράτος ανακοίνωσε πιστώσεις προς τα χρηματοπιστωτικά του ιδρύματα. Η Μέρκελ ηγήθηκε στις τραπεζικές διασώσεις, περνώντας το γερμανικό νομοσχέδιο σε χρόνο ρεκόρ από την Ομοσπονδιακή Βουλή˙ αλλά αντιστάθηκε σε μια ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση. Για λόγους τακτικής ευνόησε τις ανεξάρτητες εθνικές λύσεις, γνωρίζοντας τον ισχυρισμό ότι μια ευρωπαϊκή απάντηση θα αύξανε τον ηθικό κίνδυνο μεταξύ των τραπεζιτών. Πήρε αυτή την στάση, παρά το γεγονός ότι μια από τις πρώτες προβληματικές τράπεζες, η Dexia, ήταν εξ ορισμού μια διακρατική τράπεζα που απαιτούσε συντονισμό μεταξύ των Αρχών του Βελγίου, της Γαλλίας και του Λουξεμβούργου. Ωστόσο, τα εθνικά πακέτα διάσωσης είναι τόσο αξιόπιστα όσο οι αντίστοιχοι ισολογισμοί των κρατών –μερικοί εκ των οποίων ήταν αναξιόπιστοι, όντως.

04102016-1.jpg

Τα κεντρικά γραφεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στην Φρανκφούρτη, στις 28 Ιουνίου 2015. RALPH ORLOWSKI / REUTERS
------------------------------------

Η αυστηρή εθνικοποίηση του τραπεζικού προβλήματος εν μέσω μιας παγκόσμιας κρίσης έδεσε το χρηματοπιστωτικό σύστημα στο κατάρτι του κάθε έθνους. Εν μέσω του ναυαγίου, ήταν η Μέρκελ που τότε αντιστάθηκε στην πρόταση του Γάλλου πρώην προέδρου Νικολά Σαρκοζί να χρησιμοποιήσει τον μόλις δημιουργηθέντα Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM, και τον προσωρινό προκάτοχό του, το EFSF) για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της ηπείρου. Ο Σαρκοζί μίλησε για μια γερμανο-γαλλική «ευθύνη για την σταθεροποίηση του ευρώ», αλλά κάθε νέα δόση της διεθνούς βοήθειας γινόταν θέμα στην Bundestag και στην γερμανική δημόσια σφαίρα, ακόμη και όταν οι διασώσεις βοήθησαν έμμεσα τους γερμανικούς οργανισμούς που είχαν εκτεθεί σε προβληματικά δάνεια.

Στο τέλος, το στίγμα που συνδεόταν με την χρηματοδότηση από τον ESM ήταν τέτοιο που η Ιταλία αρνήθηκε να αποκτήσει πρόσβαση σε πιστώσεις και η Ισπανία το έκανε μόνο κάτω από απειλή και μόνο για τις τράπεζές της. Η Μέρκελ φέρεται να είχε υποσχεθεί στον Ιταλό πρώην πρωθυπουργό Mario Monti ότι οι διασώσεις ενδεχομένως θα ομοσπονδοποιούνταν για να ομαδοποιήσουν το ρίσκο και να αποφύγουν να συμπαρασύρουν προς τα κάτω τα κράτη μαζί τους, αλλά τίποτα δεν βγήκε από αυτό. Μέχρι σήμερα, οι ιταλικές τράπεζες παραμένουν υποκεφαλαιοποιημένες.

Ο κατά συρροήν δράστης ελλειμμάτων της Ευρώπης, η Ελλάδα, είχε χρονοτριβήσει για τις μεταρρυθμίσεις επί χρόνια, παντοτινά υπο-αποδίδοντας στην τήρηση των υποσχέσεών της προς τους εταίρους που την είχαν χρηματοδοτήσει από το 2011. Και όμως, όταν η Ελλάδα είχε μια μεταρρυθμιστική κυβέρνηση υπό την ηγεσία του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, η γερμανική κυβέρνηση έδειξε ελάχιστη έως καμία ευελιξία για τους στόχους των πιστωτών σχετικά με την μείωση του ελλείμματος. Η έμφαση δόθηκε στις περικοπές των δαπανών που μείωσαν παραδόξως την κοινωνική συναίνεση γύρω από το άνοιγμα μιας ξεπερασμένης οικονομίας, αποδυναμώνοντας την υπόθεση ακριβώς για το είδος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που βοήθησαν την Γερμανία να εκσυγχρονίσει την οικονομία της («Ατζέντα 2010») κατά την διάρκεια της θητείας του προκατόχου της Μέρκελ, Γκέρχαρντ Σρέντερ. Στο τέλος, οι περικοπές των δαπανών συνέβαλαν στην πτώση της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά διατήρησαν την ειρήνη μέσα στον κυβερνητικό συνασπισμό της Μέρκελ με τους φιλελεύθερους «Ελεύθερους Δημοκράτες», οι οποίοι, ωστόσο, συνεθλίβησαν στις επόμενες ομοσπονδιακές εκλογές.

Ήταν, επίσης, λόγω του εγχώριου εκλογικού χρονοδιαγράμματος της Μέρκελ που τα διμερή δάνεια της Ελλάδας με κρατικούς πιστωτές δεν είχαν αναδιαρθρωθεί μαζί με τα ιδιωτικά χρέη της το 2012. Η ταραγμένη χώρα κατάφερε να μειώσει τις οφειλές της προς τον ιδιωτικό τομέα, αλλά εξακολουθούσε να επιβαρύνεται με άμεσα χρέη στους ευρωπαϊκούς εταίρους της. Όλοι στην Ευρώπη γνωρίζουν ότι αυτά τα χρέη δεν θα εξοφληθούν στο ακέραιο οποτεδήποτε σύντομα, ωστόσο ο λόγος της Μέρκελ είναι ακόμη τελεσίδικος.

Έτσι, ο ευρωπαϊκός πραγματισμός συνέβαλε στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, ενός κόμματος που σχεδόν τυχαία έφερε το Grexit πέρυσι. Η Ιταλία, επίσης, σχεδόν μοιράστηκε αυτή την μοίρα αφότου η μεταρρυθμιστική κυβέρνηση Monti τελείωσε την θητεία της˙ αν δεν ήταν ο Matteo Renzi, ένας μεταρρυθμιστής πρωθυπουργός που αγωνίζεται να αναζωογονήσει την εγχώρια ανάπτυξη, ένας λαϊκιστής κωμικός θα μπορούσε κυριολεκτικά να είναι στην εξουσία στην Ρώμη. Η Γερμανία, από την πλευρά της, είναι τώρα ο μόνος καλύτερος εκλογικός στόχος για τους λαϊκιστές αντι-Ευρωπαίους, από τον ΣΥΡΙΖΑ στην σκληρή αριστερά μέχρι το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας (FN) στην άκρα δεξιά. Παρά το γεγονός ότι δεν είναι ρεαλιστικό να αναμένουμε ότι η Marine Le Pen θα κερδίσει τις γαλλικές προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους, έχει γίνει δύσκολο να πιστέψουμε ότι δεν θα είναι μια από τις φιναλίστ στον δεύτερο γύρο της ψηφοφορίας. Στο κάτω-κάτω, στις δημοσκοπήσεις είναι σταθερά μπροστά από όλους τους άλλους διεκδικητές για τον πρώτο γύρο της ψηφοφορίας˙ αυτό θα ασκήσει πίεση στο αποκαλούμενο «δημοκρατικό σύμφωνο» μεταξύ των καθιερωμένων κομμάτων να μην επιτρέψουν στο FN [να αναλάβει] την εξουσία σε μια εποχή που η εμπιστοσύνη μεταξύ της γαλλικής αριστεράς και της δεξιάς είναι σε χαμηλά επίπεδα ρεκόρ.

04102016-2.jpg

Η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και αρχηγός του κόμματος της Χριστιανο-δημοκρατικής Ένωσης, CDU, στέκεται μπροστά στο πούλμαν της προεκλογικής εκστρατείας της πριν από μια συνεδρίαση του ηγετικού συμβουλίου του CDU στο Βερολίνο, στις 16 Σεπτεμβρίου 2013. FABRIZIO BENSCH / REUTERS
-----------------------------------------

Ίσως η πιο σοβαρή ηπειρωτική γκάφα της Μέρκελ ήρθε με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο το 2013. Μετά από μια σειρά διασώσεων κρατών, η Γερμανία επέμεινε για αλλαγές στο αποτυχημένο Σύμφωνο Ανάπτυξης και Σταθερότητας της Ευρώπης, μια σειρά μακροοικονομικών κανόνων για όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Το Σύμφωνο είχε δικαίως επικριθεί ως ελλιπές στο πλαίσιο μιας νομισματικής ένωσης που ήταν μακράν του να είναι τέλεια σχεδιασμένη. Η πορεία που προτίμησε η Μέρκελ ήταν να συντάξει ένα νέο Δημοσιονομικό Σύμφωνο για να αυξήσει την δημοσιονομική πειθαρχία και να εξυψώσει την αξιοπιστία της με εξαγωγικό προσανατολισμό οικονομικής άνθησης της Γερμανίας.

Ωστόσο, η καγκελάριος υιοθέτησε μόνο μια αποσπασματική έκδοση της σωστής λύσης. Οι αρχικές προτάσεις περιλάμβαναν μια πορεία προς ευρωγραμμάτια και ευρωομόλογα, που θα ταίριαζαν τα αυστηρά όρια στους εθνικούς προϋπολογισμούς με την αυξημένη ομοσπονδιακή δημοσιονομική εξουσία και την αντι-κυκλική αναζωογόννηση. Αυτό θα μπορούσε να ήταν η ευρωπαϊκή έκδοση της Πράξης Χρηματοδότησης του Alexander Hamilton το 1790, ένα κρίσιμο νομοθέτημα που στερεοποίησε την εκκολαπτόμενη ομοσπονδιακή κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών με το να δημιουργήσει μια βαθιά ομοσπονδιακή αγορά χρέους που παραμένει σήμερα η πιο ρευστοποιημένη στον κόσμο. Η Μέρκελ επέλεξε να μην πολεμήσει σε αυτήν την μάχη, οπότε τα όρια για τις εθνικές δαπάνες δεν συνοδεύτηκαν από αύξηση της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης για σημαντικά έργα, από την παιδεία μέχρι τις υποδομές. Σε μια εποχή επιζήμιας ανεργίας μεταξύ των νέων ψηφοφόρων σε όλη την ήπειρο, η Ευρώπη εξακολουθεί να συζητά πώς να υπολογίζει τις δαπάνες για υποδομές στους εθνικούς λογαριασμούς.

Κάτι παρόμοιο συνέβη με την τραπεζική ένωση της Ευρώπης˙ η Γερμανία της Μέρκελ συμφώνησε σε μέτρα που στοχεύουν στην βελτίωση της εποπτείας των τραπεζών στην ΕΕ, ενώ την ίδια στιγμή αντιστέκεται στην δημιουργία ενός μηχανισμού ασφάλισης καταθετών σε επίπεδο ηπείρου, παρόμοιον με την Ομοσπονδιακή Εταιρεία Ασφάλισης Καταθέσεων (Federal Insurance Deposit Corporation, FDIC) στις Ηνωμένες Πολιτείες. Υπάρχει ευρεία συναίνεση μεταξύ των ειδικών, τόσο στην Ευρώπη όσο και στο εξωτερικό, ότι μια ευρωπαϊκή FDIC θα βοηθήσει στην μείωση του κινδύνου για μια νέα τοπική τραπεζική κρίση. Όπως συμβαίνει συνήθως σε οικονομικές κρίσεις, η καθυστέρηση μόνο θα αυξήσει το κόστος της λύσης.

Με αυστηρότερα όρια στα εθνικά ελλείμματα, αλλά καμία πορεία για ευρωομόλογα σε ομοσπονδιακό επίπεδο, είναι τελείως αναμενόμενο το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έπρεπε να καταφύγει σε γιγάντια ποσοτική χαλάρωση για να μειώσει τις ενδοευρωπαϊκές αποδόσεις των κρατικών ομολόγων. Η Κεντρική Τράπεζα υπό την επιστασία του Mario Draghi παρενέβη για να μειώσει το κόστος του χρέους για τις χρεωμένες χώρες, έτσι ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος μιας έκρηξης ενώ ενθάρρυνε την ανάληψη κινδύνων για την αναζωογόνηση της οικονομίας. Ωστόσο, οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό –σύμφωνα με τις Συνθήκες της ΕΕ, ο μοναδικός στόχος της ΕΚΤ στην Ευρώπη- είναι στην καλύτερη περίπτωση ανεπαρκείς. Μόνο καθυστερημένα έχει καταστεί σαφές ότι η νομισματική πολιτική από μόνη της δεν μπορεί να επιφέρει μια αρκετά ισχυρή ανάκαμψη για να εμποδίσει τους λαϊκιστές από το [να κάνουν το] επιχείρημα ότι οι μετά την κρίση πολιτικές ωφελούν μόνο τις ελίτ.

Ο ρεαλισμός της Μέρκελ έχει παραμείνει άθικτος απέναντι στο σοκ του Brexit τον περασμένο Ιούνιο. Κατά την πολυ-διαφημισμένη σύνοδο κορυφής της Μπρατισλάβα στις αρχές Σεπτεμβρίου, [η Μέρκελ] είχε υποσχεθεί το μελλοντικό όραμα μιας Ευρώπης που θα προχωρήσει πέρα από την απώλεια ενός τόσο σημαντικού μέλους όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλά με τις περιφερειακές εκλογές να αποκαλύπτουν την απώλεια της στήριξης για την συνέχιση της διακυβέρνησης από το κόμμα της, η Μέρκελ δεν είχε καμία διάθεση να συναινέσει με τις γαλλικές και ιταλικές εκκλήσεις για βαθύτερη [ευρωπαϊκή] ολοκλήρωση εκτός από την άμυνα. Η δήλωση που προέκυψε από την Σύνοδο Κορυφής υποβίβασε τα οικονομικά ζητήματα που συνέβαλαν στο Brexit στην τελευταία ενότητα ενός ανέμπνευστου εγγράφου. Έδωσε την κενή υπόσχεση να «εκπληρώσει τις υποσχέσεις».

Στο αποκορύφωνα της δύναμής της, η Μέρκελ έχει συγκριθεί με τον Μπίσμαρκ, τον οποίον ένας νεαρός Χένρι Κίσινγκερ περιέγραψε κάποτε ως έναν «λευκό επαναστάτη» για την ικανότητά του να ξεκινήσει μια πολιτική επανάσταση έτσι ώστε να μπορεί να αντέξει ο συντηρητισμός του. Αλλά ο πραγματισμός, οσοδήποτε αποτελεσματικός, χάνει τον σκοπό του εάν στερείται ενός υπερκείμενου στρατηγικού στόχου. Θα έπρεπε να υπάρχει ένας σκοπός στην εξουσία, πέρα από την διάρκεια. Και τέτοιον, η ισχυρή και ανθεκτική καγκελάριος δεν έχει.

Copyright © 2016 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/germany/2016-09-29/pragmatism-wi...

Σύνδεσμοι:
[1] http://www.hup.harvard.edu/catalog.php?isbn=9780674728851

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition