Οθωμανικά φαντάσματα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οθωμανικά φαντάσματα

Αυτοκρατορικές μνήμες στην Τουρκία και την Συρία
Περίληψη: 

Νέα βιβλία, ταινίες και τηλεοπτικές σειρές είχαν οδηγήσει πολλούς Τούρκους να βλέπουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία, και κατ’ επέκταση και την Τουρκική Δημοκρατία, ως πηγή έμπνευσης και ηγεσίας μεταξύ των λαών της Μέσης Ανατολής. Οι εγχώριοι σχολιαστές έκαναν, επομένως, μεγάλη χρήση του οθωμανικού παρελθόντος για την νομιμοποίηση της πρόσφατης παρέμβασης της Άγκυρας. Αλλά όλα αυτά κρύβουν μεγάλους κινδύνους.

Ο RYAN GINGERAS είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Υποθέσεων Εθνικής Ασφαλείας στην Ναυτική Μεταπτυχιακή Σχολή στο Μόντερεϊ στην Καλιφόρνια. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Fall of the Sultanate: The Great War and the End of the Ottoman Empire.

Η στρατιωτική επέμβαση της Άγκυρας στην βόρεια Συρία στα τέλη Αυγούστου που ονομάστηκε επισήμως Επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη, ήταν μια στιγμή ξεφαντώματος για πολλούς στον τουρκικό Τύπο. Μια μεγάλη πλειοψηφία συντακτών, αρθρογράφων και παρουσιαστών στην τηλεόραση είδαν την προέλαση του τουρκικού στρατού ως μια αποφασιστική δήλωση της βούλησης του έθνους. Η εισβολή και η δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας στην Συρία πληροί δύο στόχους ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της χώρας [1]. Πρώτον, ανάγκασε το Ισλαμικό κράτος (ISIS) να υποχωρήσει μετά από χρόνια κατοχής σε πόλεις και χωριά κατά μήκος των νότιων συνόρων της Τουρκίας. Δεύτερον, και ίσως πιο σημαντικό, ήταν μια προσπάθεια να περιοριστεί η πιο ισχυρή κουρδική παράταξη της Συρίας, το Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD), σε περιοχές ανατολικά του ποταμού Ευφράτη. Από την πλευρά της Άγκυρας, τέτοιες κινήσεις θα βελτιώσουν όχι μόνο την τουρκική ασφάλεια, αλλά ήταν μια φυσική επέκταση της συνεχιζόμενης εκστρατείας της Άγκυρας εναντίον του Εργατικού Κόμματος των Κούρδων (ΡΚΚ), μια αυτονομιστική οργάνωση με έδρα στην Τουρκία. Παρά το γεγονός ότι το ΡΚΚ και το PYD αυτοπροσδιορίζονται ως διαφορετικές οργανώσεις, η τουρκική κυβέρνηση και οι περισσότεροι Τούρκοι σχολιαστές τις θεωρούν μια ενιαία τρομοκρατική ομάδα. Η δημιουργία ενός συριακού μετώπου, σύμφωνα με τα λόγια ενός Τούρκου αναλυτή [2], άνοιξε έτσι μια νέα φάση στον πόλεμο της χώρας κατά της τρομοκρατίας, μια φάση που καταδικάζει εξίσου τα «ρατσιστικά σχέδια» του ISIS, του ΡΚΚ, και του PYD «στα σκουπίδια της ιστορίας».

Ωστόσο, παρά την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας, η Επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη βασανίστηκε από πολιτικές και πρακτικές αμφιβολίες. Η εισβολή, υποστηρίζουν ορισμένοι [3], κατηύθυνε την προσοχή μακριά από τις όλο και πιο αυταρχικές τάσεις του προέδρου της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η Επιχείρηση έλαβε χώρα εν μέσω της συνεχιζόμενης προσπάθειας της Άγκυρας να εξαγνίσει την κυβέρνηση από τους υποστηρικτές του Fethullah Gulen [4], του κληρικού, κατοίκου Πενσυλβάνιας, τον οποίο ο Ερντογάν κατηγορεί για την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου [5]. Αυτές οι εκκαθαρίσεις έχουν θέσει, επίσης, σε αμφισβήτηση την ισχύ του στρατού -τους τελευταίους δύο μήνες, περί το 50% των υψηλόβαθμων αξιωματικών του στρατού έχουν συλληφθεί ή απαλλαγεί των καθηκόντων τους. Η μαζική εκκαθάριση του σώματος των αξιωματικών [6] έχει οδηγήσει σε αναφερόμενες ελλείψεις εκπαιδευμένων πιλότων, χωροφυλάκων, και άλλων αξιωματούχων της ασφάλειας σε ολόκληρη την χώρα.

Βάζοντας αυτές τις αμφιβολίες κατά μέρος, τόσο η κυβέρνηση όσο και οι κοινωνικοί υποστηρικτές της εισβολής έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στην εθνική υπερηφάνεια. Ανάμεσα στις πιο ισχυρές εθνικιστικές ρητορικές φράσεις ήταν εκείνη της ιστορικής σχέσης της Τουρκίας με την Συρία, την οποία κυβερνούσε ως Οθωμανική Αυτοκρατορία για σχεδόν τέσσερις αιώνες. Το οθωμανικό παρελθόν έχει προσδώσει κάποια μικρή δικαιολογία για την τρέχουσα πολιτική της Άγκυρας στην Συρία, που θεωρείται από πολλούς Τούρκους λιγότερο ως εισβολή από όσο μια καλοπροαίρετη πράξη απελευθέρωσης. Αλλά η μυθολογία και ο ρομαντισμός αυτών των ιστορικών αναφορών καλύπτουν περισσότερα από όσα αποκαλύπτουν. Εκεί που οι Τούρκοι βλέπουν δυνητική υποστήριξη στα πρώην εδάφη τους και την αναβίωση του ένδοξου αυτοκρατορικού παρελθόντος τους, οι Κούρδοι και άλλοι στην βόρεια Συρία υιοθετούν μια αναμφισβήτητα αρνητική άποψη της οθωμανικής περιόδου. Η τάση των Τούρκων διαμορφωτών της κοινής γνώμης να υποτιμούν ή να παρερμηνεύουν τις τοπικές αντιλήψεις της εισβολής μπορεί έτσι να έχει επικίνδυνες συνέπειες, αυξάνοντας την πιθανότητα της υπερεπέκτασης και της διαιώνισης της βίας και της αστάθειας στο σύνολο της περιοχής.

ΤΟ ΞΙΦΟΣ ΤΗΣ MARJ DABIK

Η Άγκυρα δεν είχε πάντα την τάση να ερμηνεύει την περιφερειακή πολιτική μέσα από το πρίσμα του αυτοκρατορικού παρελθόντος της χώρας. Για μεγάλο μέρος του εικοστού αιώνα, οι Τούρκοι πολιτικοί πίστευαν ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν μια διαβρωτική και οπισθοδρομική δύναμη στον καθορισμό της σχέσης της Τουρκίας με τους γείτονές της. Φλογεροί υποστηρικτές αυτής της κοσμοθεωρίας έτειναν να ερμηνεύσουν το παρελθόν με όρους της δικής τους κοσμικής εθνικιστικής ιδεολογίας, που απεικονίζει τους Άραβες, τους Τούρκους, και τους άλλους λαούς της αυτοκρατορίας ως εριστικούς και ανταγωνιστικούς, με τον καθένα να θέλει το δικό του έθνος-κράτος σε βάρος της κυβέρνησης του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη. Ειδικά κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η ανάλυση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στηριζόταν σε όρους ταιριαστούς με την εποχή. Η ψυχρή λογική των συλλογικών συμφερόντων και προτεραιοτήτων -κυρίως μεταξύ των οποίων το εμπόριο και η ασφάλεια- παρείχαν την βάση για την δέσμευση της Άγκυρας με τους λαούς και τα εδάφη στο κοντινό της εξωτερικό.

Ωστόσο, από την εποχή της κυριαρχίας του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν (ΑΚΡ) το 2002, οι αναλυτές έχουν τροποποιήσει σε μεγάλο βαθμό το πλαίσιό τους επί της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Τα γραπτά του πρώτου υπουργού Εξωτερικών του Ερντογάν, Αχμέτ Νταβούτογλου, είχαν ιδιαίτερη επιρροή στην επανένταξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας [7] ως πρότυπο για την συμπεριφορά της Τουρκίας σε περιφερειακό επίπεδο. Η παλιά αυτοκρατορική τάξη, υποστήριξε ο Νταβούτογλου, αντιπροσώπευε μια χρυσή εποχή συνεργασίας και διασύνδεσης στην άμεση γειτονιά της Τουρκίας. Επιπλέον, ο ανεκτικός νομικός πολιτισμός και το κύρος της αυτοκρατορίας ως το πιο ισχυρό μουσουλμανικό κράτος στον κόσμο [8] βοήθησαν στην ειρηνική ενοποίηση των πολλών πολιτισμών και θρησκειών της περιοχής. Τα αισθήματα του Νταβούτογλου είχαν απήχηση στον Τύπο, και το ενδιαφέρον στην οθωμανική ιστορία είχε σημειώσει άνοδο στην ευρύτερη κοινωνία. Νέα βιβλία, ταινίες και τηλεοπτικές σειρές είχαν οδηγήσει πολλούς Τούρκους να βλέπουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία, και κατ’ επέκταση και την Τουρκική Δημοκρατία, ως πηγή έμπνευσης και ηγεσίας μεταξύ των λαών της Μέσης Ανατολής.