Ο Trump και ο λαϊκισμός της Αμερικής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Trump και ο λαϊκισμός της Αμερικής

Παλιό κρασί σε νέα μπουκάλια
Περίληψη: 

Ο λαϊκισμός έχει ένα απείθαρχο παρελθόν. Ρατσιστές και επίδοξοι αυταρχικοί έχουν εκμεταλλευτεί την ελκυστικότητά του, όπως έχουν κάνει και οι πιο ανεκτικοί εχθροί της πλουτοκρατίας. Όμως, ο λαϊκισμός μπορεί να είναι επικίνδυνος, αλλά μπορεί επίσης να είναι αναγκαίος…

Ο MICHAEL KAZIN διδάσκει ιστορία στο Πανεπιστήμιο Georgetown και είναι συντάκτης του Dissent. Είναι ο συγγραφέας του επερχόμενου βιβλίου με τίτλο War Against War: The American Fight for Peace, 1914–1918.

Ο Donald Trump είναι ένας απίθανος λαϊκιστής [1]. Ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ κληρονόμησε μια περιουσία, υπερηφανεύεται για τον πλούτο του και τις πολλές ιδιοκτησίες του, μετακινείται μεταξύ των αποκλειστικών θερέτρων και των πολυτελών ξενοδοχείων του, και έχει υιοθετήσει ένα οικονομικό σχέδιο [2] που, μεταξύ άλλων, θα μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές για τους πλούσιους ανθρώπους όπως και ο ίδιος. Αλλά ένας πολιτικός δεν οφείλει να έχει ζήσει ανάμεσα σε ανθρώπους περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων, ή ακόμη και να εξαγγέλλει πολιτικές που θα ενισχύσουν τα εισοδήματά τους, να αρθρώνει τα παράπονά τους και να κερδίζει την υποστήριξή τους. Είτε κερδίσει είτε χάσει, ο Trump έχει αξιοποιήσει μια βαθιά φλέβα δυσφορίας και δυσαρέσκειας μεταξύ των εκατομμυρίων των λευκών Αμερικανών της εργατικής και της μεσαίας τάξης.

Ο Trump δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί ο πρώτος [3] πολιτικός που χτυπά τις ελίτ και υπερασπίζεται τα συμφέροντα των απλών ανθρώπων. Δύο διαφορετικές, συχνά ανταγωνιστικές λαϊκιστικές παραδόσεις [4] έχουν από καιρό ανθίσει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι αυθεντίες συχνά ομιλούν για «αριστερούς» και «δεξιούς» λαϊκιστές. Αλλά αυτές οι ταμπέλες δεν αποτυπώνουν την πιο σημαντική διάκριση. Ο πρώτος τύπος των Αμερικανών λαϊκιστών κατευθύνει την οργή του αποκλειστικά προς τα πάνω: Στις εταιρικές ελίτ και τα ενεργούμενά τους στην κυβέρνηση οι οποίοι φέρεται να έχουν προδώσει τα συμφέροντα των ανδρών και των γυναικών που κάνουν την απαραίτητη δουλειά για το έθνος. Αυτοί οι λαϊκιστές υιοθετούν μια αντίληψη του «λαού» βασισμένη στις τάξεις, και αποφεύγουν να αναγνωρίσουν τους εαυτούς τους ως υποστηρικτές ή αντιπάλους κάποιας συγκεκριμένης εθνοτικής ομάδας ή θρησκείας. Ανήκουν σε ευρύ φιλελεύθερο ρεύμα στην αμερικανική πολιτική ζωή˙ προωθούν μια έκδοση «κοινωνικού εθνικισμού», που ο ιστορικός του Gary Gerstle ορίζει ως την «πίστη στην θεμελιώδη ισότητα όλων των ανθρώπων, στα αναφαίρετα δικαιώματα κάθε ατόμου στην ζωή, την ελευθερία και την επιδίωξη της ευτυχίας, και σε μια δημοκρατική κυβέρνηση που αντλεί την νομιμοποίησή της από την συναίνεση του λαού».

Οι οπαδοί της δεύτερης αμερικανικής λαϊκιστικής παράδοσης -εκείνη στην οποία ανήκει ο Trump- επίσης κατηγορούν τις ελίτ στις μεγάλες επιχειρήσεις και την κυβέρνηση για την υπονόμευση των οικονομικών συμφερόντων του απλού ανθρώπου και τις πολιτικές ελευθερίες του. Αλλά ο ορισμός αυτής της λαϊκιστικής παράδοσης για τον «λαό» είναι στενότερος και πιο εθνοτικά περιοριστικός. Για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας των ΗΠΑ, αυτό σήμαινε μόνο πολίτες ευρωπαϊκής προέλευσης –οι «πραγματικό Αμερικανοί», των οποίων η εθνικότητα και μόνο, τους παρείχε ένα δικαίωμα να μοιραστούν την γενναιοδωρία της χώρας. Συνήθως, αυτή η φυλή των λαϊκιστών ισχυρίζεται ότι υπάρχει μια φαύλη συμμαχία μεταξύ των δυνάμεων του κακού σε εκείνους που βρίσκονται υψηλά και τους ανάξιους, σκουρόχρωμους φτωχούς χαμηλά -μια σκευωρία που θέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντα και τις αξίες της πατριωτικής (λευκής) πλειοψηφίας στην μέση. Η υποψία περί ενός άγραφου συμφώνου μεταξύ εκείνων υψηλά και εκείνων χαμηλά προέρχεται από την πεποίθηση σε αυτό που ο Gerstle αποκαλεί «φυλετικό εθνικισμό», μια αντίληψη της «Αμερικής με εθνοφυλετικούς όρους, όπως ένας λαός μένει ενωμένος από το κοινό αίμα και το χρώμα του δέρματος και από μια κληρονομική καταλληλότητα για αυτο–κυβέρνηση».

Και οι δύο τύποι των Αμερικανών λαϊκιστών έχουν, κατά καιρούς, αποκτήσει πολιτική επιρροή. Τα ξεσπάσματά τους [5] δεν είναι τυχαία. Προκύπτουν ως απάντηση πραγματικών παραπόνων [6]: Ένα οικονομικό σύστημα που ευνοεί τους πλούσιους [7], ο φόβος της απώλειας θέσεων εργασίας προς όφελος νέων μεταναστών, και πολιτικοί που νοιάζονται περισσότερο για την δική τους πρόοδο από όσο για την ευημερία της πλειοψηφίας. Τελικά, ο μόνος τρόπος για να αμβλύνουν την ελκυστικότητά τους είναι να πάρουν αυτά τα προβλήματα στα σοβαρά.

ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΛΑΪΚΙΣΤΩΝ

Ο λαϊκισμός [8], είναι από καιρό μια αμφισβητούμενη και διφορούμενη έννοια. Οι μελετητές διαφωνούν για το αν πρόκειται για μια πίστη, ένα στυλ, μια πολιτική στρατηγική, ένα τέχνασμα μάρκετινγκ, ή κάποιος συνδυασμός των παραπάνω. Οι λαϊκιστές έχουν επαινεθεί ως υπερασπιστές των αξιών και των αναγκών της σκληρά εργαζόμενης πλειοψηφίας και έχουν κατηγορηθεί ως δημαγωγοί που λυμαίνονται την άγνοια του απαίδευτων.