Ένας φίλος σε ανάγκη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ένας φίλος σε ανάγκη

Ο Ομπάμα, ο Ρέντσι και το ιταλικό δημοψήφισμα

Την Τρίτη, 18 Οκτωβρίου, ο Ιταλός πρωθυπουργός Matteo Renzi δείπνησε στον Λευκό Οίκο σε αυτό που μπορεί να αποδειχθεί το τελευταίο επίσημο δείπνο του Μπαράκ Ομπάμα ως προέδρου των ΗΠΑ. Αυτή η τιμή ήταν ο τρόπος της κυβέρνησης Ομπάμα για να δείξει ευγνωμοσύνη. Ο Renzi υποστήριξε την διοίκηση Ομπάμα στην Ευρώπη και την Μεσόγειο, συμφώνησε σε κυρώσεις για την Ρωσία που πηγαίνουν ενάντια στα υλικά συμφέροντα της Ιταλίας, και υποστήριξε μια μακροοικονομική πολιτική θέση -υπέρ των δημοσιονομικής αναζωογόνησης [1]- που είναι πιο συνεπής με εκείνη που πήρε το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ από όσο εκείνη που υποστηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα [2].

Η πρόσκληση, όμως, ήταν κάτι περισσότερο από μια επίδειξη ευγνωμοσύνης: Ήταν επίσης ένα μήνυμα στήριξης. Σε λιγότερο από δύο μήνες, στις 4 Δεκεμβρίου, ο Renzi θα αντιμετωπίσει ένα σημαντικό λαϊκό δημοψήφισμα για την συνταγματική μεταρρυθμιστική ατζέντα του, πάνω στην οποία έχει στοιχηματίσει την πολιτική του καριέρα. Αν κερδίσει, θα είναι σε θέση να συνεχίσει την οικονομική μεταρρυθμιστική ατζέντα του εγχωρίως και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στο εξωτερικό. Αν χάσει, όμως, είναι πολύ πιθανό να παραιτηθεί από το αξίωμά του και η Ιταλία θα γίνει εσωστρεφής, καθώς οι πολιτικοί της θα εμπλακούν σε μια παρατεταμένη μάχη σχετικά με την μεταρρύθμιση των πολιτικών θεσμών της χώρας. Μιλώντας σε κοινή συνέντευξη Τύπου προχθές το βράδυ, ο Ομπάμα παραδέχτηκε ότι παρ’όλο που ο ίδιος υποστηρίζει την επιτυχία του δημοψηφίσματος, ελπίζει ότι ο Ιταλός ηγέτης θα «βρίσκεται τριγύρω σε κάθε περίπτωση» [3].

Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ

Ο Renzi επιχειρεί να μεταβάλλει το ιταλικό πολιτικό σύστημα, το οποίο έχει απόλυτη ανάγκη επιδιόρθωσης [4]. Το σύνταγμα της χώρας απαιτεί η κυβέρνηση να έχει την πλειοψηφία και στα δύο σώματα του κοινοβουλίου για να περάσει νόμους. Δεδομένου ότι τα δύο σώματα έχουν εκλεγεί με την χρήση διαφορετικών τύπων αναλογικής εκπροσώπησης, το ιταλικό κοινοβούλιο ήταν ανέκαθεν ένα συνονθύλευμα κομμάτων, με τις κυβερνήσεις να πρέπει να κάνουν ταχυδακτυλουργίες με πολλά συγκεκριμένα συμφέροντα, προκειμένου να συγκεντρώσουν έναν αρκετά μεγάλο συνασπισμό ώστε να περάσουν νόμους. Ίσως αναμενόμενα, η Ιταλία είχε 49 κυβερνήσεις από το 1946 μέχρι το 1992, μια περίοδο που αναφέρεται κοινώς ως η «Πρώτη Δημοκρατία». Καθώς οι κυβερνήσεις αναδύονταν και έπεφταν, το προσωπικό σπάνια άλλαζε -η ίδια ομάδα πολιτικών ηγετών επέζησε με το να μετακινείται εντός και εκτός διαδοχικών συνασπισμών. Όταν η Πρώτη Δημοκρατία κατέρρευσε μέσα σε μια εκτεταμένη έρευνα για δωροδοκία, οι πολιτικοί της Ιταλίας προσπάθησαν να αναδιαμορφώσουν τους πολιτικούς τους θεσμούς. Τα αποτελέσματα, όμως, ήταν μόνο εν μέρει επιτυχή, και από τότε η «Δεύτερη Δημοκρατία» [5] της Ιταλίας μαστίζεται από την πολιτική αστάθεια.

Σήμερα, η διατήρηση κυβερνητικών συνασπισμών είναι υπερβολικά πολύπλοκο καθήκον για να το διαχειρίζονται οι Ιταλοί πολιτικοί [6]. Πράγματι, οι περισσότεροι πολιτικοί αναγνωρίζουν ότι κάποια συνταγματική μεταρρύθμιση είναι απαραίτητη αν η Ιταλία πρόκειται ποτέ να επιδιώξει άλλες πιεστικά αναγκαίες μεταρρυθμιστικές ατζέντες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Renzi έχει προτείνει την μείωση της σημασίας της άνω βουλής, δηλαδή της Γερουσίας, με την μείωση του αριθμού των γερουσιαστών και με το να ορίζονται ανάλογα με τις περιοχές αντί να είναι άμεσα εκλεγμένοι. Μέσα σε αυτό το νέο καθεστώς, η κυβέρνηση θα χρειάζεται μόνο μια πλειοψηφία στην κάτω βουλή, την Βουλή των Αντιπροσώπων, προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία και να περάσει νομοθεσία.

Αυτή η μεταρρύθμιση της Γερουσίας είναι μέρος ενός μεγαλύτερου πακέτου μέτρων που προτάθηκαν από μια επιτροπή λεγόμενων «σοφών» [7] το 2013, και την οποία ο Renzi έχει κάνει το επίκεντρο της ατζέντας του από την ανάληψη των καθηκόντων του το 2014. Αυτό το πακέτο περιλαμβάνει μια σειρά από άλλες προτεινόμενες αλλαγές στο σύνταγμα, όπως η κατάργηση του επαρχιακού κυβερνητικού επιπέδου -ευρέως θεωρούμενου ως σπάταλη και περιττού- και ένας νέος εκλογικός νόμος για την Βουλή των Αντιπροσώπων, ο οποίος δίνει ένα μπόνους πλειοψηφίας στο μεγαλύτερο πολιτικό κόμμα. Και τα δύο σώματα του κοινοβουλίου ψήφισαν δύο φορές για να εγκρίνουν το πακέτο μεταρρυθμίσεων. Τώρα θα πρέπει να εγκριθεί σε ένα λαϊκό δημοψήφισμα.

Η τελευταία κοινοβουλευτική ψηφοφορία, ωστόσο, πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους, και η λαϊκή υποστήριξη για τις μεταρρυθμίσεις έχει μειωθεί από τότε. Αν είναι να κερδίσει το δημοψήφισμα, ο Renzi θα πρέπει να ξεπεράσει διαιρέσεις στο εσωτερικό του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος (PD) και να αντιμετωπίσει μια πολυκομματική αντιπολίτευση που εκτείνεται από την λαϊκίστικη αριστερά μέχρι την αντι-μεταναστευτική δεξιά. Τον περασμένο χειμώνα, οι δημοσκοπήσεις έκλιναν τόσο υπέρ του «Ναι» που ο Renzi απείλησε να παραιτηθεί από το αξίωμά του, αν η ψηφοφορία δεν πήγαινε κατά τις επιθυμίες του -μια χαρακτηριστική έκφραση του μαχητικού και με αυτοπεποίθηση στυλ ηγεσίας του. Αλλά με το να προσωποποιήσει το δημοψήφισμα, η απειλή αυτή παρουσίασε ένα διττό πρόβλημα. Το πρώτο ήταν ότι ο Renzi έκανε την ψηφοφορία τόσο σχετική με τον εαυτό του όσο και με τις συνταγματικές αλλαγές. Τώρα που το αντιπολιτευόμενο Κίνημα των Πέντε Αστέρων (M5S) έχει ξεπεράσει το PD του Renzi στις δημοσκοπήσεις, η απειλή μοιάζει με έναν εσφαλμένο υπολογισμό.

Το βαθύτερο πρόβλημα με την απειλή παραίτησης του Renzi ήταν ότι έπαιξε απευθείας στην προτιμητέα αφήγηση της εκστρατείας του «Όχι», η οποία υποστηρίζει ότι ο σκοπός του μεταρρυθμιστικού προγράμματος του Renzi είναι να συγκεντρώσει την εξουσία στα χέρια λίγων ατόμων. Για εκείνους που αντιτίθενται στην μεταρρύθμιση, το ερώτημα δεν είναι αν η Ιταλία θα πρέπει να εξεύρει μια νέα ισορροπία στον τρόπο που λειτουργεί η κυβέρνησή της, κάτι στο οποίο συμφωνούν οι περισσότεροι ότι χρειάζεται. Αντί γι’ αυτό είναι αν το είδος της αποφασιστικής κυβερνητικής δράσης που θα ενεργοποιηθεί από τις μεταρρυθμίσεις του Renzi θα δώσει πολύ μεγάλη δύναμη στην ηγεσία των μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων. Ο Renzi, τονίζοντας την προσωπική του σημασία ως πολιτικός ηγέτης, επικύρωσε κατά λάθος το σκεπτικό των επικριτών του.

ΔΥΣΚΟΛΟΙ ΚΑΙΡΟΙ

Δυστυχώς για τον Renzi, προσπαθεί να συσπειρώσει υποστήριξη για τις επίμαχες αλλαγές σε μια εποχή που η Ιταλία αντιμετωπίζει μια σειρά από σημαντικά προβλήματα τα οποία ωθούν τους ψηφοφόρους μακριά από την κυβέρνηση προς τα χέρια των λαϊκιστικών του M5S. Το πρώτο είναι η μετανάστευση [8]. Παρά το γεγονός ότι, χάρη στην συμφωνία της ΕΕ με την Τουρκία, το βάρος της μετανάστευσης έχει χαλαρώσει για την Ευρώπη στο σύνολό της [9], για την Ιταλία έχει γίνει βαρύτερο. Σύμφωνα με τα στοιχεία από την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR), περισσότεροι από 144.000 μετανάστες διέσχισαν την Μεσόγειο προς την Ιταλία μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και των μέσων Οκτωβρίου του 2016 -μόλις 10.000 λιγότεροι από το σύνολο του 2015. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους μετανάστες ταξιδεύουν με πλοία από την Τυνησία και την Λιβύη, η συμφωνία με την Τουρκία μπορεί να κάνει ελάχιστα για να ανακόψει την ροή. Εν τω μεταξύ, οι βόρειοι γείτονες της Ιταλίας δεν είναι πλέον τόσο ανοιχτοί με τα σύνορά τους όπως ήταν στο παρελθόν, και κατά συνέπεια, ένας αυξανόμενος αριθμός μεταναστών μένουν παγιδευμένοι στην Ιταλία. Η κυβέρνηση Renzi έχει δοκιμάσει την διανομή των μεταναστών στις κοινότητες σε όλη την χώρα. Τώρα, όμως, που τα κέντρα υποδοχής γεμίζουν, οι τοπικοί πολιτικοί διαμαρτύρονται ότι δεν έχουν τους πόρους για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση.

20102016-1.jpg

Ομπάμα και Renzi χαιρετούν ο ένας τον άλλον σε μια τελετή άφιξης στον κήπο του Λευκού Οίκου, τον Οκτώβριο του 2016. KEVIN LAMARQUE / REUTERS
-------------------------------------------

Οι ιταλικές τράπεζες παρουσιάζουν ένα άλλο πρόβλημα. Η Ιταλία έχει ένα σχετικά μικρό και συντηρητικό τραπεζικό σύστημα που επικεντρώνεται κυρίως στην εγχώρια αγορά. Πελάτες του είναι οι πολλές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις της Ιταλίας. Αυτό ήταν ένα πλεονέκτημα κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης του 2008, όταν άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες αντιμετώπιζαν τεράστιες απώλειες από τοξικούς ενυπόθηκους τίτλους που είχαν αγοράσει στις Ηνωμένες Πολιτείες˙ οι τράπεζες της Ιταλίας σε μεγάλο βαθμό δεν είχαν εκτεθεί. Αλλά σήμερα, οκτώ χρόνια οδυνηρά αργής ανάπτυξης έχουν οδηγήσει σε ρεκόρ τα ποσοστά πτώχευσης μεταξύ των ιταλικών επιχειρήσεων και σε μικρή ζήτηση για νέες επενδύσεις. Σε αυτό το κλίμα, ο εγχώριος προσανατολισμός των ιταλικών τραπεζών έχει γίνει μια σημαντική πηγή αδυναμίας: Όταν οι τοπικές επιχειρήσεις αποτυγχάνουν, οι τράπεζες όχι μόνο χάνουν ζωτικούς πελάτες, αλλά και καταλήγουν με μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Η εμπλοκή της πολιτικής και της τραπεζικής είναι μια άλλη πηγή του προβλήματος. Όπως έμαθε ο Renzi τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν προσπάθησε να αναδιοργανώσει τέσσερις μικρές περιφερειακές τράπεζες, ένα σχέδιο διάσωσης μοιάζει με πολιτική ευνοιοκρατία και εμπεριέχει το ρίσκο να λειτουργήσει σαν μπούμερανγκ. Έτσι, η κυβέρνηση Renzi, όχι μόνο πρέπει να βρει έναν τρόπο να απελευθερώσει το τραπεζικό σύστημα από ένα βουνό επισφαλών δανείων, αλλά επίσης να δημιουργήσει αρκετή εμπιστοσύνη μεταξύ των επενδυτών για να είναι πρόθυμοι να ρισκάρουν τα κεφάλαιά τους.

Αν μη τι άλλο, οι Ευρωπαίοι εταίροι της Ιταλίας έχουν κάνει μέχρι τώρα και τα δύο προβλήματα χειρότερα. Πριν από το περσινό μεγάλο μεταναστευτικό κύμα προς την υπόλοιπη Ευρώπη, η ΕΕ είχε ήδη εμπλακεί με αναποτελεσματικές προσπάθειες να επιβραδύνει την μετανάστευση στην Ιταλία, κυρίως περιορίζοντας τις επιχειρήσεις διάσωσης ανοιχτής θαλάσσης. Αυτοί οι περιορισμοί, όμως, μόνο αύξησαν τον αριθμό και το μέγεθος των τραγωδιών, χωρίς να αποτρέψουν αποτελεσματικά τους νέους μετανάστες. Η κατάσταση επιδεινώθηκε καθώς η μετανάστευση αυξήθηκε στα τέλη του 2015 [10]. Οι γείτονες της Ιταλίας όχι μόνο έκαναν πιο σφιχτά τα σύνορά τους, αλλά και στράφηκαν κατά των Ιταλών, οι οποίοι μαζί με τους Έλληνες είχαν κατηγορηθεί ότι δεν κάνουν αρκετά για να ελέγξουν τα σύνορά τους. Σύμφωνα με πρόσφατες ιδιωτικές δημοσκοπήσεις, περισσότερο από το ήμισυ του συνόλου των Ιταλών πιστεύουν ότι η Ευρώπη κάνει το πρόβλημα της μετανάστευσης στην Ιταλία χειρότερο, και ο ίδιος αριθμός λέει ότι η μεταναστευτική πολιτική της Ευρώπης ζημιώνει την Ιταλία.

Η ΕΕ δεν υπήρξε καλύτερη στο τραπεζικό μέτωπο. Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες έμαθαν το μάθημα από την κρίση, ότι οι τράπεζες αναλαμβάνουν πολύ μεγάλα ρίσκα όταν ξέρουν ότι θα διασωθούν από τους φορολογούμενους. Ως εκ τούτου, έχουν περάσει νομοθεσία, την EU Recovery and Resolution Directive [11], ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι επενδυτές θα διακινδυνεύσουν και αυτοί σε περίπτωση κρίσης. Αυτό έχει νόημα όταν ρυθμίζονται μεγάλες τράπεζες που κερδοσκοπούν με πολύπλοκα περιουσιακά στοιχεία σε χώρες του εξωτερικού˙ έχει λιγότερο νόημα για επαρχιακές τράπεζες με πολύ τοπική πελατειακή και επενδυτική βάση, όπως συνήθως συμβαίνει στην Ιταλία. Έτσι, η κυβέρνηση Renzi θα προτιμούσε πρώτα να αναδιαρθρώσει τις τράπεζες καθαρίζοντας τους ισολογισμούς τους και συγχωνεύοντας τα ασθενέστερα ιδρύματα, και μόνο στην συνέχεια να εφαρμόσει τους νέους ευρωπαϊκούς κανονισμούς. Άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες, στην Γερμανία και αλλού, ανησυχούν ότι αυτό θα δημιουργούσε κακό προηγούμενο, και έτσι επιμένουν ο Renzi να αναδιαρθρώσει τις τράπεζες της Ιταλίας στο νέο πλαίσιο των περιορισμών. Αν δεν υπάρχει «bail-in» των ιδιωτών επενδυτών, υποστηρίζουν, τότε οι ιταλικές τράπεζες θα συνεχίσουν να βάζουν τον εαυτό τους σε κίνδυνο.

ΤΕΙΝΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΧΕΙΡΑ ΒΟΗΘΕΙΑΣ

Το συνταγματικό δημοψήφισμα έρχεται έτσι σε μια κρίσιμη στιγμή για την Ιταλία, και η εξασφάλιση δημόσιας στήριξης από ξένους ηγέτες όπως ο Ομπάμα, θα μπορούσε να βοηθήσει τον Renzi να περάσει τις μεταρρυθμίσεις του. Ωστόσο, η υποστήριξη ενός Ιταλού ηγέτη είναι ένα μια λεπτή υπόθεση για έναν πρόεδρο των ΗΠΑ. Οι Ιταλοί, ιδιαίτερα εκείνοι που βρίσκονται την αριστερά, έχουν οδυνηρές αναμνήσεις από την παρέμβαση των ΗΠΑ στην ιταλική πολιτική σκηνή. Για ένα μεγάλο μέρος του Ψυχρού Πολέμου, διαδοχικές διοικήσεις των ΗΠΑ πίεζαν για να μένει το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα έξω από την κυβέρνηση, αλλά έχουν επίσης κάνει πιο πρόσφατες παρεμβάσεις. Το 2006, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, κάλεσε τον κεντροδεξιό Ιταλό πρωθυπουργό Σίλβιο Μπερλουσκόνι να απευθυνθεί στο Κογκρέσο λίγο πριν την έναρξη των ιταλικών εκλογών, προκαλώντας έντονες διαμαρτυρίες από την ιταλική κεντροαριστερά. Και μόλις τον περασμένο μήνα, ο John Phillips, ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ιταλία, προκάλεσε τα αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα που επιθυμούσε με τον υπαινιγμό ότι η παγκόσμια επενδυτική κοινότητα θα αντιδράσει άσχημα σε ένα «Όχι» στο επικείμενο δημοψήφισμα. Οι αριστεροί πολιτικοί έσπευσαν να επικρίνουν αυτό που εξέλαβαν ως ξένη παρέμβαση στις εσωτερικές ιταλικές υποθέσεις. Ο πρόεδρος της Ιταλίας, Σέρτζιο Ματαρέλα, έπρεπε να καθησυχάσει τους ψηφοφόρους ότι ο ιταλικός λαός παρέμεινε κυρίαρχος.

Ως εκ τούτου, ο Renzi αντιμετωπίζει μια διπλή πρόκληση στο να «πουλήσει» τον εαυτό του και την ατζέντα του. Από τη μια πλευρά, θα πρέπει να πείσει τους Ιταλούς ότι οι προτάσεις του για την συνταγματική μεταρρύθμιση θα διατηρήσουν την ιταλική παράδοση της συναίνεσης, και δεν θα είναι ένα μέσο ώστε μια μικρή ομάδα ελίτ να αρπάξει τον έλεγχο της χώρας. Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να αποδείξει ότι ο ίδιος, προσωπικά, μπορεί να τύχει εμπιστοσύνης˙ ότι μπορεί να παραδεχθεί λάθη, να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της Ιταλίας και να απαντήσει στις πολλές προκλήσεις της χώρας. Το να καθίσει με έναν δημοφιλή πρόεδρο των ΗΠΑ κατά την διάρκεια επίσημου κρατικού δείπνου παρέχει σημαντική συμβολική υποστήριξη σε αυτό το μήνυμα, τονίζοντας τα χαρακτηριστικά του Renzi ως πολιτικού. Εάν οι δύο ηγέτες μπορούν να αποφύγουν να δοθεί η εντύπωση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες στηρίζουν επίσημα την εκστρατεία υπέρ του «Ναι», το δείπνο μέχρι που μπορεί να προσφέρει και μια πολύ αναγκαία ώθηση στην εγχώρια νομιμοποίηση του Renzi, και να αρχίσει να καθησυχάζει εκείνους στο ιταλικό εκλογικό σώμα που ακόμη αμφιταλαντεύονται ότι δεν είναι τόσο επικίνδυνος για την ιταλική δημοκρατία όπως τον περιγράφουν οι αντίπαλοί του.

Copyright © 2016 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/italy/2016-10-19/friend-need

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/germany/2016-01-22/going-south
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/germany/2016-09-29/pragmatism-wi...
[3] https://www.whitehouse.gov/the-press-office/2016/10/18/press-conference-...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/italy/2013-03-11/italy-did-not-j...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/1992-06-01/second-italian...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/italy/2011-11-21/how-italys-demo...
[7] http://www.cnbc.com/id/100607980?view=story&%24DEVICE%24=native-android-...
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2016-04-26/dont-fe...
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/western-europe/2016-02-22/europe...
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/western-europe/2015-09-02/europe...
[11] http://eur-lex.europa.eu/legal-content/en/TXT/?uri=CELEX%3A32014L0059

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition