Η μετάβαση του Τραμπ στα άκρως απόρρητα των ΗΠΑ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η μετάβαση του Τραμπ στα άκρως απόρρητα των ΗΠΑ

Τα έθιμα των Υπηρεσιών Πληροφοριών για την προετοιμασία του εκλεγέντα προέδρου για το Οβάλ Γραφείο
Περίληψη: 

Οι υποψήφιοι για το υψηλότερο αξίωμα της χώρας, αντίθετα, συχνά αρχίζουν τον αγώνα τους προς τον Λευκό Οίκο με ελάχιστη γνώση των εξωτερικών υποθέσεων. Και ο Donald Trump ξεκίνησε το προεδρικό στοίχημά του με ακόμη λιγότερες γνώσεις από ό, τι οι περισσότεροι από τους προκατόχους του. Σε λίγες εβδομάδες, ωστόσο, θα είναι πρόεδρος. Θα είναι δουλειά του να παίρνει δύσκολες αποφάσεις σε όλο το φάσμα των θεμάτων πληροφοριών και εξωτερικών υποθέσεων.

Ο DAVID PRIESS είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο The President's Book of Secrets: The Untold Story of Intelligence Briefings to America's Presidents from Kennedy to Obama. Έχει υπηρετήσει υπό τις διοικήσεις Bill Clinton και George W. Bush ως αναλυτής, διαχειριστής και καθημερινός υπεύθυνος ενημέρωσης πληροφοριών στην CIA και σαν υπεύθυνος τομέα στο Υπουργείο Εξωτερικών. Μπορείτε να τον ακολουθείτε στο Twitter @DavidPriess [1].

Κάθε πρόεδρος των ΗΠΑ κληρονομεί το ιστορικά πιο εύρωστο σύστημα απόκτησης βαθειάς γνώσης για τις δυνατότητες και τις προθέσεις των άλλων δυνάμεων. Ένα σημαντικό μέρος αυτής της εθνικής υποδομής ασφαλείας είναι η Καθημερινή Ενημέρωση του Προέδρου (President’s Daily Brief ή PDB) [2], η οποία περιέχει τις πιο ευαίσθητες εκθέσεις και αναλύσεις πληροφοριών του έθνους. Για περισσότερα από 50 χρόνια, η κοινότητα πληροφοριών των ΗΠΑ [3] παραδίδει αυτό το άκρως απόρρητο (top-secret) βιβλίο στον αρχηγό του κράτους [4] κάθε εργάσιμη ημέρα. Μαζί με τα άλλα μέσα υποστήριξης, η PDB βοηθά τον πρόεδρο να παραμένει το καλύτερα ενημερωμένο πρόσωπο στην Γη για ένα ευρύ φάσμα παγκόσμιων προκλήσεων.

Οι υποψήφιοι για το υψηλότερο αξίωμα της χώρας, αντίθετα, συχνά αρχίζουν τον αγώνα τους προς τον Λευκό Οίκο με ελάχιστη γνώση των εξωτερικών υποθέσεων. Και ο Donald Trump [5] ξεκίνησε το προεδρικό στοίχημά του με ακόμη λιγότερες γνώσεις από ό, τι οι περισσότεροι από τους προκατόχους του. Σε λίγες εβδομάδες, ωστόσο, θα είναι πρόεδρος. Θα είναι δουλειά του να παίρνει δύσκολες αποφάσεις σε όλο το φάσμα των θεμάτων πληροφοριών και εξωτερικών υποθέσεων.

Δύο ελάχιστα γνωστά έθιμα βοηθούν να κλείσει το χάσμα μεταξύ της ανάδειξης ενός υποψηφίου και της εγκαθίδρυσης του νικητή: Στους υποψήφιους των σημαντικότερων κομμάτων προσφέρονται διαβαθμισμένες ενημερώσεις πληροφοριών κατά την διάρκεια της εκστρατείας, και ο νικητής των εκλογών αποκτά πρόσβαση στην PDB του νυν προέδρου κατά την διάρκεια της μεταβατικής περιόδου. Τα έθιμα αυτά επέτρεψαν στον κάθε απερχόμενο πρόεδρο και την κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών του να προετοιμάσουν τον εκλεγέντα πρόεδρο για το Οβάλ Γραφείο -και παρέχουν κάποια εικόνα για το πώς ο Trump θα μπορούσε να αποκτήσει ορμή για την θητεία του στο τιμόνι.

Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Τα σχόλια του Trump κατά την διάρκεια της εκστρατείας υπονοούν μια έλλειψη εξοικείωσης με τις πληροφορίες, μια δυσπιστία έναντι εκείνων που τις παρέχουν εντός της κυβέρνησης, ή και τα δύο. Πιο δραματικές ήταν οι παρατηρήσεις που έκανε στις 17 Αυγούστου, πριν γίνει κοινωνός οποιωνδήποτε διαβαθμισμένων πληροφοριών. Ρωτήθηκε αν εμπιστεύεται τις πληροφορίες. «Όχι τόσο πολύ από τους ανθρώπους που το κάνουν για την χώρα μας», απάντησε [6]. «Θέλω να πω, κοίτα τι συνέβη τα τελευταία δέκα χρόνια».

Στην συνέχεια παρακολούθησε την πρώτη του ενημέρωση πληροφοριών, η ίδια η ύπαρξη της οποίας εξέπληξε πολλούς Αμερικανούς. Στην πραγματικότητα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν [7] ξεκίνησε το έθιμο το 1952 ως έναν τρόπο για να ενημερώσει τους πιθανούς διαδόχους του για τα προβλήματα που τους περίμεναν. Γιατί ο πρόεδρος να κάνει διαθέσιμες τις διαβαθμισμένες πληροφορίες σε δύο ανθρώπους, γνωρίζοντας ότι ένας από αυτούς δεν θα τις χρειάζεται; Βοηθά να υπενθυμιστεί ότι ο Τρούμαν είχε δώσει τον προεδρικό όρκο μετά από μόλις μερικές εβδομάδες ως αντιπρόεδρος, διάστημα κατά το οποίο ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ [8] δεν του είχε πει ούτε καν για το Σχέδιο Μανχάταν για την ανάπτυξη της ατομικής βόμβας. Ο Τρούμαν σκέφτηκε ότι ήταν σημαντικό να γίνει κάτι καλύτερο για τους προεδρικούς υποψηφίους από ό, τι είχε γίνει για εκείνον όσο ήταν αντιπρόεδρος.

Από τότε -όπως περιγράφεται λεπτομερώς στο βιβλίο του αξιωματούχου καριέρας της CIA, John Helgerson, με τίτλο Getting To Know the President, το οποίο έγραψε για το Κέντρο της CIA για την Μελέτη των Πληροφοριών- αυτές οι ενημερώσεις έχουν προσφερθεί σε Ρεπουμπλικάνους και Δημοκρατικούς υποψήφιους. Πέρα από την αρχική πρόθεση του Τρούμαν, οι ενημερώσεις έχουν επίσης αποδειχθεί χρήσιμες στην προσπάθεια των υποψηφίων να κατανοήσουν τι να μην πουν στις περιοδείες τους που θα το μετανιώσουν αργότερα. Ο πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ [9] το κατέλαβε αυτό καλύτερα: «Ήθελα τις μεγάλες ενημερώσεις», είπε στον Helgerson. «Ήθελα ιδιαίτερα να μην κάνω οποιοδήποτε ακούσιο λάθος που θα περιέπλεκε τα πράγματα για τον πρόεδρο Ford. . . ή αργότερα για μένα». Ίσως γι’ αυτό σχεδόν κάθε υποψήφιος μεγάλου κόμματος έχει παρακολουθήσει τουλάχιστον μια τέτοια ενημέρωση. Και αυτές οι ενημερώσεις γίνονταν με λίγες φανφάρες.

22112016-1.jpg

Ο Donald Trump σε μια προεκλογική συγκέντρωση στο Newtown, στην Πενσυλβάνια, τον Οκτώβριο του 2016. JONATHAN ERNST / REUTERS
-------------------------------------

Μέχρι το 2016. Λίγο μετά τα συνέδρια [των κομμάτων], οι πολιτικοί και ειδήμονες άρχισαν να εκφράζουν αμφιβολίες για την παρουσίαση πληροφοριών σε αμφότερους τους υποψηφίους: Στον Trump, λόγω της τάσης του να βγάζει στην φόρα τις σκέψεις του όπως του έρχονται˙ και στην αντίπαλό του, Χίλαρι Κλίντον, λόγω της δημόσιας δήλωσης του Διευθυντή του FBI ότι ήταν «απρόσεκτη» [10] στον χειρισμό διαβαθμισμένων πληροφοριών.

Και, βεβαίως, το θέμα των πληροφοριών αναδύθηκε κατά την διάρκεια ενός προεδρικού debate λίγες μόλις εβδομάδες μετά την πρώτη ατομική ενημέρωση πληροφοριών των υποψηφίων. Ο Trump είπε, αφενός, ότι «δεν έμαθε τίποτα» κατά την διάρκεια των συναντήσεων για να αλλάξει τις απόψεις του σχετικά με το πώς να καταπολεμήσει το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) [11]. Αλλά από την άλλη, αποκάλεσε εκείνους που τον ενημέρωσαν ως «ειδικούς» και άφησε να εννοηθεί ότι τον είχαν εντυπωσιάσει: «Υπάρχει κάποιος λόγος που το αποκαλούν “νοημοσύνη” [στμ: intelligence]».

Μια άλλη έκπληξη ήρθε όταν ο Trump ισχυρίστηκε ότι έλαβε σήματα από κάποιους από εκείνους που τον ενημέρωσαν, για τον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα [12]: «Σε σχεδόν κάθε περίπτωση -και θα μπορούσα να πω, τα έχω αρκετά καλά με την γλώσσα του σώματος [sic]- δεν ήταν ευχαριστημένοι. Οι ηγέτες μας δεν ακολουθούν αυτό που τους συστήνουν». Χωρίς να δώσει συνέχεια για το πώς εκείνοι που τον ενημέρωναν μετέφεραν ένα τέτοιο πράγμα, οι παρατηρητές του debate παρέμειναν σε σύγχυση σχετικά με το τι πήρε τελικά ο Trump από την ενημέρωση πληροφοριών του.