Η ρωσική διπλωματία της ατομικής ενέργειας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ρωσική διπλωματία της ατομικής ενέργειας

Ο αυξανόμενος ρόλος της ROSATOM στον παγκόσμιο χάρτη

Τελευταία, λαμβάνει χώρα μεγάλη συζήτηση -και διεθνώς, και στην Ελλάδα- για τη ρωσική ενεργειακή διπλωματία του φυσικού αερίου, με αιχμή του δόρατος την ΟΑΟ Gazprom (της οποίας τον πλειοψηφικό έλεγχο απέκτησε εκ νέου το ρωσικό Δημόσιο μόλις το 2005) [1]. Κι όμως, η ενεργειακή διπλωματία της Ρωσίας επί Βλαντιμίρ Πούτιν σε καμιά περίπτωση δεν περιορίζεται στο αέριο και τους υδρογονάνθρακες, ούτε καν στα συμβατικά καύσιμα εν γένει. Περιλαμβάνει και την πλέον υποσχόμενη, κατά την άποψή μου, τουλάχιστον, μορφή ενέργειας: Την ατομική.

Ακριβώς, δε, επειδή η ατομική ενέργεια έχει, δυνητικά τουλάχιστον, και άλλες χρήσεις (παραγωγή ατομικών όπλων, με μοναδική διαφορά τον βαθμό εμπλουτισμού του ουρανίου), αποτελεί έναν άκρως «ευαίσθητο» τομέα διεθνούς συνεργασίας: Δημιουργεί ισχυρές διακρατικές σχέσεις μεταξύ του κράτους-πωλητή και του κράτους-αγοραστή της σχετικής τεχνογνωσίας. Ως εκ τούτου, η έντονη τεχνολογική εξάρτηση μεταφράζεται, σχεδόν αναπόφευκτα, και σε βαρύνουσα πολιτική εξάρτηση. Εάν, επομένως, οι γεωπολιτικές υποδηλώσεις των μακροχρόνιων συμβάσεων πώλησης φυσικού αερίου είναι μια φορά σημαντικές για τις διεθνείς σχέσεις, αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο με τα συμβόλαια εκείνα που αφορούν την κατασκευή και, κατόπιν, την τεχνική υποστήριξη των πυρηνικών αντιδραστήρων.

26052017-1.jpg

Το σήμα για προσοχή σχετικά με την εκπομπή ραδιενέργειας, σε ρωσική μονάδα αποθήκευσης πυρηνικών αποβλήτων στην περιοχή Πριμόρσκι, τον Ιούνιο του 2014 REUTERS / Yuri Maltsev.
------------------------------------------------------

ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΠΥΡΗΝΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ ΤΗΣ ΕΣΣΔ ΣΤΗΝ ROSATOM

Στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας ο «εθνικός πρωταθλητής» της Ρωσίας, με διαρκώς αυξανόμενη παρουσία σε ολόκληρη την υφήλιο, ονομάζεται ROSATOM (Russian State Atomic Energy Corporation). Πρόκειται, για την ακρίβεια, για έναν τεράστιο οργανισμό-ομπρέλα, υπό την σκέπη του οποίου λειτουργεί ένα ολόκληρο σύμπλεγμα 300 τεχνολογικών ινστιτούτων, ορυχείων ουρανίου και βιομηχανικών εγκαταστάσεων (τόσο για ειρηνικές όσο και για στρατιωτικές χρήσεις). Είναι πρώτη στον κόσμο σε παραγωγή ουρανίου, με 3.000 τόνους ετησίως στην Ρωσία και άλλους 5.000 τόνους στο εξωτερικό. Μεταξύ των θυγατρικών της, αναφέρουμε ενδεικτικά την εταιρεία Atomstroyexport, η οποία ασχολείται με τα διεθνή πρότζεκτ, τα οποία και μας ενδιαφέρουν εδώ. Η εκπεφρασμένη αποστολή (“mission statement”) της Atomstroyexport είναι «όπως προσφέρει την στρατηγική ανταγωνιστικότητα της ρωσικής πυρηνικής μηχανικής στην διεθνή αγορά κατασκευής πυρηνικών σταθμών με αξιοπιστία, ποιότητα και ασφάλεια, σε συμμόρφωση με τις υψηλότερες διεθνείς απαιτήσεις πυρηνικής ακτινοβολίας και οικολογικής ασφάλειας (…) με απώτερο σκοπό την αποτελεσματική ανάπτυξη της οικονομίας και της ποιότητας ζωής, αλλά και την διατήρηση του περιβάλλοντος» [2]. Σημαντικό μερίδιο, όμως, επί της Atomstroyexport (49%) ανήκει στην Gazprombank του ομώνυμου ομίλου, επομένως εδώ οι δύο ρωσικοί τιτάνες της ενέργειας συναντώνται… Από τον Οκτώβριο του 2016, γενικός διευθυντής του ομίλου ROSATOM είναι ο Alexey Likhachev και αναπληρωτής γενικός διευθυντής, αρμόδιος για τις διεθνείς δραστηριότητες, ο πρώην πρέσβης Nikolai Spasskiy. Εφέτος, λοιπόν, η ROSATOM συμπληρώνει δέκα χρόνια λειτουργίας με την τρέχουσα δομή και ονομασία της (την οποία υιοθέτησε το Νοέμβριο του 2007), επομένως η ανά χείρας σύντομη ανάλυση θα μπορούσε να έχει και επετειακό χαρακτήρα. Ας ξεκινήσουμε, όμως, με μια μικρή ιστορική αναδρομή στις κυριότερες εξελίξεις επί σοβιετικής εποχής.

Η Σοβιετική Ένωση, μολονότι δοκίμασε την πρώτη της ατομική βόμβα το 1949, συνέστησε Υπουργείο Ατομικής Ενέργειας (γνωστό επί πολλές δεκαετίες υπό τον παραπλανητικό τίτλο «Υπουργείο Μεσαίας Μηχανολογικής Βιομηχανίας») μόλις τον Ιούνιο του 1953, λίγους μήνες μετά το θάνατο του Στάλιν. Αυτό το μόρφωμα ήταν υπεύθυνο τόσο για τις στρατιωτικές χρήσεις από την διάσπαση του ατόμου, ήτοι την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, όσο και τις ειρηνικές, ήτοι την ανάπτυξη κινητήρων για πλοία -λ.χ. το θρυλικό παγοθραυστικό «Λένιν» (1957)- και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία μας ενδιαφέρει εδώ. Μια κρίσιμη ημερομηνία ήταν η 26/5/1954, όταν ο πυρηνικός αντιδραστήρας της Καλούγκα, 110 χιλιόμετρα έξω από τη Μόσχα, έγινε ο πρώτος παγκοσμίως ο οποίος συνδέθηκε με δίκτυο παραγωγής ηλεκτρισμού (η κατασκευή του είχε ξεκινήσει ήδη επί Στάλιν, στις αρχές του 1951). Αυτό το ιστορικό εργοστάσιο σταμάτησε να λειτουργεί μόλις το 2002, μετά από σχεδόν μισό αιώνα. Μάλιστα, ελάχιστοι γνωρίζουν ότι η ΕΣΣΔ ήταν μια από τις ελάχιστες χώρες που χρησιμοποίησε πυρηνικούς αντιδραστήρες όχι μόνο για ηλεκτροπαραγωγή, όπως είναι ο κανόνας παγκοσμίως, αλλά ακόμη και για θέρμανση πόλεων, έστω και σε πολύ περιορισμένη κλίμακα.

Αμιγώς ερευνητικοί -όχι εμπορικοί, δηλ. με στόχο την παραγωγή ενέργειας- αντιδραστήρες κατασκευάστηκαν από Σοβιετικούς τεχνικούς την εποχή Χρουστσώφ, ξεκινώντας από το 1958, σε πολλές «χώρες-δορυφόρους» ή ακόμη και σε τρίτες χώρες: Λαϊκή Δημοκρατία Κίνας, Ανατολική Γερμανία, Βουλγαρία, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, Γιουγκοσλαβία, Αίγυπτος κλπ. Την εποχή του Μπρέζνιεφ (1964-82), ακολούθησαν οι πρώτοι εμπορικοί σταθμοί εκτός της ΕΣΣΔ. Ειδικά στα Βαλκάνια, από το 1974 έως το 1991 η ΕΣΣΔ ολοκλήρωσε έξι εμπορικούς αντιδραστήρες στο Κοζλοντούι της Βουλγαρίας, δίπλα στο Δούναβη, από τους οποίους σήμερα λειτουργούν μόνον οι Κοζλοντούι 5 (1987) και Κοζλοντούι 6 (1991), παράγοντας το 33% του ηλεκτρισμού στην γείτονα. Ενδιαφέρουσα ιστορικά ήταν η περίπτωση των δύο φινλανδικών εμπορικών αντιδραστήρων της δεκαετίας του 1970, οι οποίοι χρησιμοποίησαν ένα μοναδικό μείγμα σοβιετικής -κατά βάση- και αμερικανικής τεχνολογίας (της εταιρείας Westinghouse Electric), εξ ου και έμειναν ανεπίσημα γνωστοί ως … «Eastinghouse»!

Εντούτοις, επί αρκετές δεκαετίες η υπερ-αφθονία φθηνών ορυκτών καυσίμων στην ΕΣΣΔ είχε ως αποτέλεσμα το ατομικό της πρόγραμμα να μείνει σχετικά πίσω, τουλάχιστον σε σχέση με τις ΗΠΑ. Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι ο δεύτερος εμπορικός της αντιδραστήρας (και ουσιαστικά ο πρώτος αξιόλογος σε μέγεθος, καθώς εκείνος του 1954 ήταν πάρα πολύ μικρός, παράγοντας μόλις 5 MW) λειτούργησε στην πόλη Μπελαγιάρσκ, κοντά στα Ουράλια όρη, μόλις το 1964, ακριβώς δέκα έτη μετά την παγκόσμια «πρωτιά» της Καλούγκα. Ακόμη χειρότερα, το τραγικό ατύχημα στο σχεδόν καινούργιο (είχε λειτουργήσει το 1983) σταθμό Τσερνόμπιλ 4 της σοβιετικής Ουκρανίας, την άνοιξη του 1986, αποκάλυψε τις σοβαρές αδυναμίες των Σοβιετικών στο συγκεκριμένο τομέα και δη στην ασφάλεια. Το συμβάν εκείνο, σε συνδυασμό με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το χειμώνα του 1991 και την έλλειψη πόρων, «πάγωσε» τις εξελίξεις επί μία δεκαετία τουλάχιστον: Κανένα νέο πυρηνικό εργοστάσιο δεν λειτούργησε στην Ρωσία ολόκληρη την δεκαετία του 1990, παρά μόνον ένας τέταρτος αντιδραστήρας προστέθηκε, τον Δεκέμβριο του 1993, στο υφιστάμενο εργοστάσιο του Μπαλάκοβο (που διέθετε άλλους τρεις από την περίοδο 1986-89). Όταν «έσβησε» η Σοβιετική Ένωση, υπήρχαν διάσπαρτοι στις διάδοχες Δημοκρατίες -κυρίως, όμως, στην ίδια την Ρωσία- 40 εμπορικοί αντιδραστήρες παραγωγής ενέργειας, έναντι 95 που λειτουργούσαν στις ΗΠΑ την ίδια ακριβώς χρονιά (1991/2).

Τελικά, μόλις το 2001 τέθηκε σε λειτουργία ο νέας γενιάς αντιδραστήρας Ροστώφ 1, με τον Ροστώφ 2 να ακολουθεί το 2010 και τον Ροστώφ 3 το 2015. Επιπλέον, κατά τη σύγχρονη περίοδο των προέδρων Πούτιν-Μεντβέντεφ επεκτάθηκαν τρία υφιστάμενα πυρηνικά εργοστάσια, με την προσθήκη των αντιδραστήρων Καλίνιν 3 & 4 (2005 και 2012), Μπελαγιάρσκ 4 (2016) και Νοβοβορονέζ 6 (αρχές 2017). Παράλληλα, 24 παλαιοί -σοβιετικής τεχνολογίας- αντιδραστήρες αναβαθμίστηκαν, στον βαθμό του δυνατού, και παρατάθηκε η ωφέλιμη διάρκεια ζωής τους από τα 30 στα 45 έτη. Σήμερα (μέσα 2017), η χώρα διαθέτει σε λειτουργία 35 νέους και αναβαθμισμένους αντιδραστήρες, με εγκατεστημένη ισχύ σχεδόν 27.000 MW. Η συμμετοχή τους στην εθνική παραγωγή ηλεκτρισμού ανήλθε στο 18,3% επί του «ενεργειακού μείγματος» το 2016. Υπό κατασκευή βρίσκονται σήμερα στην Ρωσία από τον όμιλο ROSATOM άλλοι οκτώ αντιδραστήρες, συνολικής ισχύος πάνω από 6.500 MW, που θα συνδεθούν στο ηλεκτρικό δίκτυο την περίοδο 2018-2022. Λίγο μετά το 2025, θα ακολουθήσουν οι δύο πρώτοι αντιδραστήρες τέταρτης γενιάς (sodium-cooled fast neutron reactors), τύπου BN-1200. Εφόσον αποδειχθούν επιτυχείς, θα είναι μια παγκόσμια πρωτιά για την ROSATOM. Πάντως, ο αρχικός-φιλόδοξος στόχος που είχε ανακοινωθεί το 2006 και περιλάμβανε αύξηση της συμμετοχής της πυρηνικής ενέργειας στο 23% του «ενεργειακού μείγματος» έως το 2020 δεν πρόκειται να επιτευχθεί, διότι τα αμέσως προσεχή έτη οι παλαιότεροι ρωσικοί αντιδραστήρες -τουλάχιστον 10 στον αριθμό- θα αποσυρθούν. Η ύφεση της ρωσικής οικονομίας από το 2014 και η έλλειψη ικανών κεφαλαίων οδήγησαν πολλά σχέδια νέων αντιδραστήρων «στον πάγο».

Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΕΚΤΟΣ ΡΩΣΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ

Παρά την ιαπωνική τραγωδία της Φουκουσίμα Νταήτσι, τον Μάρτιο του 2011, η οποία ανέστειλε -μάλλον προσωρινά- πολλά ατομικά πρότζεκτ παγκοσμίως, η αγορά αντιδραστήρων είναι μια «πίτα» πάρα πολλών δισ. δολαρίων, για την οποία συναγωνίζονται εξ ορισμού μόνο επτά χώρες: ΗΠΑ, Καναδάς, Ρωσία, Γαλλία, Κίνα, Ιαπωνία και Νότια Κορέα. Σήμερα (2017), τουλάχιστον 20 χώρες οι οποίες δεν διαθέτουν ακόμη εμπορικούς αντιδραστήρες έχουν ήδη δρομολογήσει σχετικά προγράμματα, ενώ άλλες 25 το εξετάζουν πολύ σοβαρά. Ακόμη και τα ΗΑΕ, μια παραδοσιακή πετρελαιοπαραγωγός χώρα του Κόλπου, κατασκευάζουν σήμερα τέσσερις (!) τεράστιους αντιδραστήρες στο Μπαρακάχ, κορεατικής τεχνολογίας, που αναμένεται να λειτουργήσουν -ένας κάθε χρόνο- από το 2017 έως το 2020. Ο ενεργειακός γίγαντας των υδρογονανθράκων, Σαουδική Αραβία, αν και δεν έχει ακόμη δεσμευτεί με κάποιο συγκεκριμένο συμβόλαιο, έχει ανακοινώσει ότι θα κατασκευάσει 16 πυρηνικούς αντιδραστήρες στα επόμενα 25 έτη, συνολικού κόστους άνω των 80 δισ. δολαρίων.

Εκτιμήσεις της ίδιας της ROSATOM κάνουν λόγο για κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης αντιδραστήρων κατά τη δεκαετία του 2020, οπότε η παγκόσμια αγορά θα ανέρχεται σε 16 μονάδες ετησίως, με αξία άνω των 5 δισ. δολαρίων εκάστη. Σε αυτή την αγορά, δε, η ROSATOM φιλοδοξεί να κατακτήσει μερίδιο 30% ή πέντε μονάδες ετησίως. Το μέγα συγκριτικό της πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της από τις χώρες που αναφέρθηκαν παραπάνω είναι η πλήρως καθετοποιημένη δομή της, η οποία της επιτρέπει να προσφέρει σε δυνητικούς πελάτες ένα ενιαίο «πακέτο» (integrated offer) με την κατασκευή, το πυρηνικό καύσιμο, την εκπαίδευση και όποια άλλη υπηρεσία απαιτείται. Πάνω από όλα, ίσως, αποδέχεται υπό προϋποθέσεις ακόμη και την επιστροφή των πυρηνικών αποβλήτων (RAW-radioactive waste) στην ίδια την Ρωσία για αποθήκευση, αμβλύνοντας, έτσι, τις οικολογικές ανησυχίες στις χώρες-στόχους. Αυτό δεν μπορεί να το υλοποιήσει κανείς άλλος ανταγωνιστής της.

26052017-2.jpg

Το λογότυπο της ROSATOM στην Παγκόσμια Πυρηνική Έκθεση του 2014, στο γαλλικό Le Bourget, κοντά στο Παρίσι . REUTERS/Benoit Tessier
--------------------------------------------------------------

Επιπλέον, η εν λόγω οργάνωση απολαμβάνει την πλήρη πολιτική-διπλωματική υποστήριξη του Κρεμλίνου και χρησιμοποιεί λίαν ελκυστικά χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως λ.χ. χαμηλότοκες εξαγωγικές πιστώσεις από τις ρωσικές κρατικές τράπεζες (και πρωτίστως από την ειδικού σκοπού Vnesheconombank-Russian Bank for Development and Foreign Economic Affairs). Κατά την σύναψη μνημονίου συνεργασίας με τη Vnesheconombank, το 2016, η ROSATOM δήλωσε ότι: «η υπογραφείσα συμφωνία θα συμβάλει στην αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων της πυρηνικής βιομηχανίας και στην αύξηση της ενεργειακής ασφάλειας της Ρωσικής Ομοσπονδίας (…) Θα συμβάλει επίσης στην ανάπτυξη της ρωσικής οικονομίας και στην επέκταση της παρουσίας της Ρωσίας στην παγκόσμια αγορά πυρηνικής ενέργειας» [3]. Το πόσο σημαντική είναι η ROSATOM για την ατομική διπλωματία της Ρωσίας φαίνεται, μεταξύ άλλων, από το εξής γεγονός: Το Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας είναι μεν θεσμικά υπεύθυνο για την προώθηση της συγκεκριμένης τεχνολογίας ανά την υφήλιο, αλλά ο άκρως ειδικός και τεχνικός χαρακτήρας του θέματος καθιστά επιβεβλημένη την παρουσία στελεχών και της ίδιας της ROSATOM σε 15 περίπου ρωσικές πρεσβείες στο εξωτερικό (εκεί τουλάχιστον όπου υπάρχει προοπτική διείσδυσης), επιτελώντας, έτσι, έναν άτυπο ρόλο «ατομικών ακολούθων»!

Οι αριθμοί ομιλούν από μόνοι τους: Ακόμη και μέσα στην υφιστάμενη -λιγότερο ευνοϊκή, λόγω Φουκουσίμα- διεθνή συγκυρία της δεκαετίας του 2010, η ROSATOM έχει να επιδείξει εντυπωσιακά αποτελέσματα, ειδικά τα τελευταία δύο-τρία χρόνια. Το συνολικό της βιβλίο επιβεβαιωμένων παραγγελιών μόνο από το εξωτερικό ανερχόταν σε 133 δισ. δολάρια στο τέλος του 2016, συνεπώς υπερβαίνει κατά πολύ τις παραγγελίες της μέσα στην ίδια την Ρωσία. Αφορά 34 αντιδραστήρες που βρίσκονται σήμερα υπό ανάπτυξη σε 13 χώρες, ενώ άλλοι τόσοι περίπου είναι υποψήφιοι για σύναψη συμβολαίων κατά τα αμέσως επόμενα έτη. Σημειωτέον ότι η ROSATOM προσφέρει ως εναλλακτική επιλογή σε ορισμένους από τους ενδιαφερομένους πελάτες της και το -άκρως ελκυστικό οικονομικά- μοντέλο BOO (build-own-operate), δηλαδή και τα κεφάλαια και η ιδιοκτησία και η λειτουργία να ανήκουν στην Ρωσία [4].

Αυτό ακριβώς το μοντέλο θα υιοθετηθεί από την ROSATOM στον περίφημο τουρκικό πυρηνικό σταθμό του Ακούγιου, απέναντι από την Κύπρο, για τον οποίο οι αρχικές μελέτες χρονολογούνται ήδη από το 1976. Η διακρατική συμφωνία Ρωσίας-Τουρκίας υπεγράφη τον Μάιο του 2010, μέσα σε ηχηρές τυμπανοκρουσίες, και ήταν η πρώτη φορά που ένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ συνεργαζόταν πυρηνικά με το Κρεμλίνο. Κυρώθηκε από τη μεν τουρκική Εθνοσυνέλευση τον Ιούλιο του 2010, από την δε ρωσική Δούμα τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. Εντός του 2011, συστάθηκε για την υλοποίηση και διαχείριση του μέγκα-πρότζεκτ, ύψους άνω των 22 δισ. δολαρίων, η μεικτή εταιρεία (joint stock company) «Akkuyu Nukleer Santral», αποκλειστικά με ρωσικά κεφάλαια. Τελικά, μετά από αλλεπάλληλες καθυστερήσεις, που σχετίζονται, βεβαίως, και με τις έντονες διακυμάνσεις των ρωσοτουρκικών σχέσεων τα τελευταία έτη [5], ο αντιδραστήρας Ακούγιου 1, ισχύος 1.200 MW, θα ξεκινήσει να κατασκευάζεται στις αρχές του 2018 και θα είναι έτοιμος να παράξει ηλεκτρισμό μέσα σε σχεδόν έξι έτη, ήτοι εντός του 2023. Για την ακρίβεια, όπως δήλωσε το Φεβρουάριο ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας και γαμπρός του προέδρου Ερντογάν, Μεχμέτ Αλ Μπαϊράκ, επισκεπτόμενος το χώρο: «Πρόθεσή μας είναι ο αντιδραστήρας να τεθεί σε λειτουργία όταν η χώρα θα γιορτάζει την 100η επέτειο από την ανακήρυξη της Δημοκρατίας». Όπως, λοιπόν, η πρώτη γέφυρα του Βοσπόρου εγκαινιάστηκε τον Οκτώβριο του 1973, ακριβώς στα 50 χρόνια της σύγχρονης Τουρκίας, έτσι και το Ακούγιου θα συμπέσει με τα 100 χρόνια. Άλλοι τρεις παρόμοιας ισχύος αντιδραστήρες αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί από την ROSATOM (Atomstroyexport Division) στο ίδιο ακριβώς μέρος -Ακούγιου- έως το τέλος του 2025. Εντούτοις, ο δεύτερος τουρκικός πυρηνικός σταθμός, επίσης των 4.800 MW συνολικά (τέσσερις αντιδραστήρες των 1.200 MW), εκείνος στην Σινώπη του Πόντου, δεν ανατέθηκε τελικά στους Ρώσους, αλλά σε διεθνή κοινοπραξία με επικεφαλής την ιαπωνική εταιρεία ΜΗΙ (Mitsubishi Heavy Industries). Προφανώς, η Τουρκία επέλεξε να μην τοποθετήσει «όλα τα -πυρηνικά- αυγά στο ίδιο καλάθι», καθώς στην περίπτωση αυτή η εξάρτηση από τη Ρωσία θα ήταν υπέρμετρη…

Από τα υπόλοιπα σε εξέλιξη πρότζεκτ της ROSATOM στο εξωτερικό, αναφέρουμε τηλεγραφικά τα κάτωθι: Ο πρώτος πυρηνικός σταθμός του Ιράν, κοντά στο Bushehr (1.000 MW), λειτουργεί από το φθινόπωρο του 2011. Βεβαίως, το όλο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν είναι μια πολύ μεγάλη ιστορία, η οποία εκφεύγει του πλαισίου του παρόντος άρθρου. Ο αντιδραστήρας Bushehr 2 θα προστεθεί τον Οκτώβριο του 2024 και ο Bushehr 3 την άνοιξη του 2026, με την κατασκευή αμφοτέρων να έχει ξεκινήσει από το Μάρτιο του 2017. Μολονότι η Κίνα διαθέτει την δική της τεχνολογία αντιδραστήρων, το 2007 εγκαινίασε και δύο ρωσικούς AES-91 των 1.060 MW έκαστος στον γιγαντιαίο σταθμό Lianyungang-Tianwan. Το 2018 θα πλαισιωθούν από άλλους δύο, κατά τι ισχυρότερους (1.126 ΜW), που ξεκίνησαν να κατασκευάζονται το 2012/13. Στην τελική του μορφή, περί το 2025, ο εν λόγω σταθμός φιλοδοξεί να περιλαμβάνει οκτώ αντιδραστήρες! Ομοίως η Ινδία έχει ήδη εγκαινιάσει δύο ρωσικές μονάδες τύπου AES-92 στο Kudankulam (2013) και, εντός του 2017, θα ξεκινήσει την κατασκευή άλλων δύο στο ίδιο σημείο, κόστους σχεδόν 6 δισ. δολάρια. Ενώ, όμως, η Κίνα τους αποπληρώνει η ίδια στο 100% της αξίας τους, η Ινδία θα δανειστεί από τη Ρωσία το 85% των απαιτούμενων κεφαλαίων για τους Kudankulam 3 και 4.

Ρωσικό δάνειο -σε ποσοστό 90%- χρησιμοποιείται και για την κατασκευή των δύο πυρηνικών αντιδραστήρων της Λευκορωσίας (Ostrovets 1 και 2), που ξεκίνησε το 2013 και πλησιάζει στο τέλος της. Στο Μπαγκλαντές των 165 εκατ. κατοίκων θα ξεκινήσει μάλλον εφέτος η κατασκευή των μονάδων Rooppur 1 και 2, παρόμοιας τεχνολογίας με τις ινδικές (αντιδραστήρας AES-92) και με ρωσική πίστωση στο 90%. Δύο μονάδες των 1.200 MW (με δικαίωμα προαίρεσης για άλλες δύο ίδιας ισχύος) έχει συμβολαιοποιήσει με την ROSATOM το Βιετνάμ, όμως εκεί το πρόγραμμα αντιμετωπίζει καθυστερήσεις και ουσιαστικά έχει «παγώσει» από το 2014. Και εδώ, η χρηματοδότηση θα γίνει σε μεγάλο βαθμό -8 δις $- με ρωσικά δάνεια. Ο νέος φινλανδικός σταθμός Hanhikivi 1, συνολικού κόστους 6 δισ. δολαρίων, θα αρχίσει μάλλον να κατασκευάζεται το 2018/19, την ίδια περίπου εποχή με τον αρμενικό Metsamor 3. Σε προχωρημένο στάδιο διαπραγματεύσεων βρίσκεται σήμερα ο ρωσικός τιτάνας με την Ιορδανία (την δεύτερη χώρα μετά την Τουρκία όπου θα εφαρμοστεί το μοντέλο BOO), την Αίγυπτο, την Σλοβακία και την Ουγγαρία. Στην τελευταία, χάρη στις άριστες σχέσεις του προέδρου Πούτιν και του Ούγγρου πρωθυπουργού Όρμπαν, τον Ιανουάριο του 2014 η Ρωσία δέχτηκε όπως παράσχει «δάνειο-μαμούθ» ύψους 10,7 δισ. δολαρίων, επί συνολικού κόστους 13,6 δισ.

Αξίζει να σημειωθεί, όμως, ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (η γνωστή …Νέμεση και της Gazprom) κινήθηκε ήδη εναντίον της εμπλοκής της ROSATOM στην Ουγγαρία και, συγκεκριμένα, εναντίον της πρόβλεψης για μονοπωλιακή παροχή του πυρηνικού καυσίμου στους δύο νέους αντιδραστήρες Paks 5 & 6. Κάτι τέτοιο, σύμφωνα με την Επιτροπή, αντίκειται στο δίκαιο του ανταγωνισμού και πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξει (πρόκειται για την «αρχή της διαφοροποίησης του πυρηνικού καυσίμου» από πλείονες προμηθευτές). Στην καλύτερη των περιπτώσεων, ο Paks 5 θα λειτουργήσει το 2025 και ο Paks 6 το 2027, αυξάνοντας την εξάρτηση της Ουγγαρίας από την πυρηνική ενέργεια στο 80%. Ακόμη χειρότερα για την ROSATOM, στην Βουλγαρία ο νέος πυρηνικός σταθμός του Μπέλενε -με δύο αντιδραστήρες- ακυρώθηκε, μάλλον οριστικά, το Μάρτιο του 2012, μετά από ατελέσφορη επένδυση περίπου 800 εκατ. δολαρίων από το 2008 που είχαν ξεκινήσει οι προκαταρκτικές εργασίες. Επιπλέον, τον Ιούνιο του 2016, διαιτητικό δικαστήριο της Γενεύης επιδίκασε στην ρωσική πλευρά (Atomstroyexport) αποζημίωση ύψους 620 εκ. ευρώ για εξοπλισμό τον οποίο είχε ήδη κατασκευάσει προ της ακύρωσης του Μπέλενε. Τέλος, οι Αλγερία, Ινδονησία, Νιγηρία, Καζακστάν αλλά και η μακρινή Αργεντινή είναι πέντε ακόμη πιθανοί πελάτες της ROSATOM -και δη όλες μεγάλες χώρες με λίαν αυξημένο γεωπολιτικό βάρος- χωρίς, όμως, να έχουν δεσμευτεί.

Ιδιάζουσα είναι η περίπτωση της Ουκρανίας, η οποία από την εποχή της ΕΣΣΔ είχε δώσει πολύ μεγάλη έμφαση στην πυρηνική ενέργεια. Ακόμη και σήμερα, η χώρα αυτή διαθέτει 15 αντιδραστήρες σε λειτουργία, που παράγουν περίπου το ήμισυ της ηλεκτρικής της ενέργειας. Είναι όλοι τους σοβιετικής/ρωσικής τεχνολογίας και ολοκληρώθηκαν την περίοδο 1981-2005 (ουσιαστικά μέχρι το 1989, καθώς το 2005 απλώς αποπερατώθηκαν δύο σοβιετικοί αντιδραστήρες, που την εποχή της ΕΣΣΔ είχαν προχωρήσει σε ποσοστό 80%). Οι παλαιότεροι εξ αυτών θα πρέπει να αντικατασταθούν σχετικά σύντομα. Χωρίς τα πυρηνικά, είναι προφανές ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να επιβιώσει ενεργειακά, καθώς η υποκατάστασή τους από οποιαδήποτε άλλη μορφή ενέργειας θα ενέχει υπέρογκο κόστος. Το μεγάλο πρόβλημα, όμως, είναι οι διμερείς σχέσεις με την Ρωσία, ιδίως μετά την προσάρτηση της Κριμαίας τον Μάρτιο του 2014. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η συνέχιση της σχέσης με τη ROSATOM αντιμετωπίζει τεράστιες δυσκολίες, εξ ου και έχει ήδη ξεκινήσει η συνεργασία με την γαλλική Areva (για τον εκσυγχρονισμό των παλαιών μονάδων) και την αμερικανική Westinghouse (για αγορά πυρηνικού καυσίμου). Εντούτοις, το μέγα ερώτημα είναι ποιος -και επίσης με ποια κεφάλαια- θα κατασκευάσει τη νέα γενιά ουκρανικών αντιδραστήρων. Τεχνολογικά, η ROSATOM εμφανίζεται ως η λογική λύση, καθώς οι Ουκρανοί είναι εξοικειωμένοι με την συγκεκριμένη φιλοσοφία λειτουργίας και τυχόν αλλαγή «μοντέλου» θα οδηγούσε σε απαξίωση μιας ολόκληρης γενιάς ειδικών. Πολιτικά, όμως, κάτι τέτοιο μοιάζει -επί του παρόντος- αδύνατο. Ο γρίφος του τι μέλλει γενέσθαι με το πυρηνικό πρόγραμμα της Ουκρανίας παραμένει άλυτος…

ΝΟΤΙΑ ΑΦΡΙΚΗ: ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΕΠΑΘΛΟ

Κανένα άλλο πρότζεκτ της ROSATOM στο εξωτερικό δεν είναι σήμερα τόσο πολυσυζητημένο και αμφιλεγόμενο, όσο οι σχεδιαζόμενοι αντιδραστήρες για τη Νότια Αφρική, από τέσσερις έως οκτώ στον αριθμό. Υπενθυμίζουμε ότι, κατά την τελευταία φάση του «Ψυχρού Πολέμου», οι διμερείς σχέσεις Μόσχας-Πρετόριας ήταν πολύ κακές: Στην δεκαετία του 1980, η «Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια» αποκαλούσε το κράτος του Ακρωτηρίου «φασιστικό». Επί της ουσίας, οι δύο χώρες είχαν αναμετρηθεί σε μια σειρά ένοπλων συγκρούσεων στην περιφέρεια της Ν. Αφρικής, όπου ενεπλάκη η Κούβα ως «λαγός» της ΕΣΣΔ. Η κατάρρευση, όμως, στην δεκαετία του 1990 και των δύο καθεστώτων (απαρντχάιντ-κομμουνισμός) μετέβαλε άρδην τις διμερείς σχέσεις, ιδίως, δε, μετά την αναρρίχηση του πρώην κομμουνιστή Jacob Zuma στην Προεδρία της Νότιας Αφρικής, τον Μάιο του 2009.

26052017-3.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, με τον ομόλογό του της Νότιας Αφρικής, Τζέικομπ Ζούμα, σε συνάντηση των ηγετών των χωρών BRICS, τον Νοέμβριο του 2015. REUTERS/Mikhail Klimentyev/RIA Novosti
-----------------------------------------------

Ο Zuma προσέγγισε την Μόσχα σε επίπεδο στρατηγικής εταιρικής σχέσης και η χώρα του προσχώρησε επισήμως στην ομάδα των BRICS στις 24/12/2010. Ο ίδιος έχει αναγάγει σε πρότζεκτ θεμελιώδους σημασίας την αναβίωση του πυρηνικού προγράμματος της χώρας, με στόχο την πολυπόθητη «ενεργειακή της ανεξαρτησία». Υπενθυμίζεται ότι το 1984 και το 1985, αντίστοιχα, αποπερατώθηκαν από τους Γάλλους δύο αντιδραστήρες στο Koeberg (οι μοναδικοί σε ολόκληρη την ήπειρο), που παράγουν σήμερα το 5% των νοτιοαφρικανικών αναγκών σε ηλεκτρισμό, ενώ την ίδια ακριβώς εποχή το καθεστώς του απαρντχάιντ ανέπτυξε με άκρα μυστικότητα και έξι πυρηνικές κεφαλές (!), τις οποίες τελικά διέλυσε περί το 1989/90. Μολονότι δεν έχει υπογραφεί ακόμη κανένα επίσημο συμβόλαιο για νέους αντιδραστήρες, αποτελεί κοινό μυστικό ότι κύριος ανάδοχος του πρότζεκτ, εάν και εφόσον αυτό υλοποιηθεί, θα είναι ο όμιλος ROSATOM. Το συνολικό κεφαλαιουχικό και λειτουργικό κόστος, στο βάθος της ωφέλιμης ζωής των σταθμών, εκτιμάται από την αντιπολίτευση σε πάνω από ένα τρισ. ραντ (άνω των 75 δισ. δολαρίων ) για οκτώ αντιδραστήρες των 1.200 MW έκαστος, αποτελώντας έτσι το ακριβότερο έργο υποδομής στην ιστορία της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας.

Επισήμως, το ρωσικό ενδιαφέρον για τους αντιδραστήρες του Ακρωτηρίου εκφράστηκε μόλις στις αρχές του 2013 και προξένησε μεγάλη αίσθηση, καθώς τυχόν ευθυγράμμιση Μόσχας-Πρετόριας σε αυτό το τόσο κρίσιμο θέμα θα μετακινήσει τις τεκτονικές πλάκες της γεωπολιτικής σε ολόκληρη την «Μαύρη Ήπειρο». Στο τέλος της ίδιας χρονιάς, η 100% κρατική εταιρεία NECSA (Nuclear Energy Corporation of South Africa), η οποία διαχειρίζεται και τους υφιστάμενους αντιδραστήρες, υπέγραψε μια μάλλον ασαφή συμφωνία «στρατηγικής συνεργασίας» με την Atomstroyexport, παρακάμπτοντας τις συνομιλίες όλων των προηγούμενων ετών με την γαλλική Areva και την αμερικανική Westinghouse. Τον Σεπτέμβριο του 2014, ακολούθησε στη Βιέννη και μια -μη δεσμευτική- διακρατική συμφωνία πυρηνικής συνεργασίας, που επικρίθηκε έντονα από την αντιπολίτευση και την Greenpeace (ανάλογες συμφωνίες έχει υπογράψει η Μόσχα τα τελευταία χρόνια με Γκάνα, Κένυα, Νιγηρία και Ζάμπια). Η αποκάλυψη της διακρατικής συμφωνίας του 2014 πυροδότησε πολιτική θύελλα, όταν αυτή δημοσιεύθηκε ολόκληρη στην ιστοσελίδα του… ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών (το νοτιοαφρικανικό ΥΠΕΞ τηρούσε έως τότε σιγή ιχθύος).

Δυο λίαν επαχθή -σχεδόν πρωτοφανή σε παγκόσμιο επίπεδο- σημεία της εν λόγω συμφωνίας ήταν, πρώτον, η απαλλαγή της ρωσικής πλευράς από οποιαδήποτε νομική ευθύνη σε περίπτωση ατυχήματος και, δεύτερον, η απαγόρευση στη Νότια Αφρική όπως συνεργαστεί στο πυρηνικό πεδίο με οποιαδήποτε άλλη χώρα, χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Ρωσίας. Φανατικά εναντίον της κατασκευής των οκτώ αντιδραστήρων είναι και η NUM (Εθνική Οργάνωση Εργαζομένων σε Ορυχεία), η οποία υποστηρίζει, για ευνόητους λόγους, την εξακολούθηση της εξόρυξης άνθρακα και, μάλιστα, έχει χαρακτηρίσει μια πιθανή συνεργασία της χώρας με την ROSATOM ως «εθνική αυτοκτονία». Από την άλλη, η πλευρά των υπέρμαχων της κατασκευής των νέων αντιδραστήρων τονίζει ότι η χώρα δεν θα κερδίσει μόνο την ενεργειακή της ασφάλεια, αλλά και πολλά ακόμη οφέλη: Ένα ποσοστό 40-60% του κατασκευαστικού και υποκατασκευαστικού έργου θα ανατεθεί σε εγχώριες εταιρείες, δημιουργώντας έως 30.000 θέσεις εργασίας. Και εδώ, όμως, οι επικριτές διαβλέπουν μια πιθανή εστία αδιαφάνειας και διαφθοράς.

Το Νοέμβριο του 2016, πάντως, το χρονοδιάγραμμα αποπεράτωσης των νέων αντιδραστήρων μετακινήθηκε για πολλά χρόνια στο μέλλον: Από το 2023-25 πήγε πλέον στο 2037-41, λόγω προβλημάτων χρηματοδότησης. Εικάζεται ότι οι ίδιοι οι Νοτιοαφρικάνοι προτιμούν το προαναφερθέν μοντέλο BOO (όπως στο Ακούγιου), μόνο που η ROSATOM δεν είναι εύκολο να τους το παράσχει. Και επειδή οι διαφωνίες για το κόστος συνεχίζονταν, στο σαρωτικό ανασχηματισμό της 30/3/2017, γνωστό από ορισμένους κύκλους της αντιπολίτευσης ως …«το πυρηνικό πραξικόπημα της ROSATOM» («ROSATOM’s nuclear coup»), ο πρόεδρος Zuma απέπεμψε από υπουργό Οικονομικών τον ικανό τεχνοκράτη Pravin Gordhan, πρωτοκλασάτο μέλος όλων των κυβερνήσεών του κατά την τελευταία οκταετία (2009-2017). Ως βασικός λόγος της απομάκρυνσης του Gordhan φέρεται να ήταν η εκπεφρασμένη αντίθεσή του στο πανάκριβο πρόγραμμα των νέων πυρηνικών αντιδραστήρων (εντός του 2015, είχε καρατομηθεί κι άλλος ένας υπουργός Οικονομικών, ο N.Nene, που επίσης διαφωνούσε με το πυρηνικό πρόγραμμα). Ομοίως την ίδια ημέρα (30/3/2017) απομακρύνθηκε η υπουργός Ενέργειας, Tina Joemat-Pettersson, στην οποία λέγεται ότι καταλογίστηκε από τον Πρόεδρο Zuma έλλειψη αποφασιστικότητας, ικανότητας και ταχύτητας ως προς την υλοποίηση των συμπεφωνηθέντων με τους Ρώσους. Εντούτοις, ακριβώς ένα μήνα μετά τον ανασχηματισμό, στα τέλη Απριλίου 2017, ένα δικαστήριο της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας (Western Cape High Court) κήρυξε ως παράνομη και αντισυνταγματική -συνεπώς άκυρη- την συμφωνία της NECSA με τους Ρώσους, καθώς παραβίαζε τις αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού. Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι θα χρειαστεί να λάβει χώρα διεθνής διαγωνισμός για τους νέους αντιδραστήρες, στον οποίο, εκτός από την ROSATOM, θα συμμετάσχουν και όλοι οι άλλοι «παίκτες».

Συμπερασματικά, το όλο πυρηνικό πρόγραμμα της Ν.Αφρικής -και όχι μόνο η προοπτική ανάθεσής του στη ROSATOM- αντιμετωπίζει προκλήσεις, με δεδομένη και την μεγάλη ηλικία του πανίσχυρου σήμερα Zuma (θα είναι 77 ετών το 2019, όταν λήγει η δεύτερη και τελευταία θητεία του). Μάλλον θα προχωρήσει και υπό τη νέα νοτιοαφρικανική ηγεσία, η οποία, όπως όλα δείχνουν, θα είναι η πρώην… σύζυγός του, αλλά στο χρονοδιάγραμμα, η κλίμακα ανάπτυξης και ο ανάδοχος τελούν υπό αίρεση. Εάν, πάντως, καταφέρει να το υλοποιήσει η ROSATOM, και δη στην πλήρη μορφή των οκτώ αντιδραστήρων, θα αποτελεί μια μεγάλη επιτυχία του Κρεμλίνου σε ένα πάλαι ποτέ «προπύργιο» της Δύσης. Γενικά, η πυρηνική ενέργεια φέρνει πιο κοντά όλα σχεδόν τα κράτη BRICS, πλην της Βραζιλίας, που παραμένει προσδεδεμένη στο άρμα της γαλλικής Areva. Μέσω της ROSATOM, η Ρωσία έχει καταφέρει να εμφανιστεί στους υπόλοιπους τρεις της συγκεκριμένης ομάδας (όπως και σε πολλά ακόμη κράτη) ως ένας σημαντικός πάροχος ενεργειακής ασφάλειας στον 21ο αιώνα.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

[1] Ενδεικτικά αναφέρουμε στο ελληνικό F.A. το άρθρο του υπογράφοντος «Ευρωπαϊκή Επιτροπή εναντίον Gazprom-Νομική διαμάχη ή γεωπολιτική σύγκρουση;» στο τεύχος 24 (Απρ. 2014) και το άρθρο των Ρ. Βουλγαράκη και Μ. Γραμματικάκη «Η Gazprom ως όπλο εξωτερικής πολιτικής» στο τεύχος 42 (Οκτ. 2016).
[2] www.atomstroyexport.ru
[3] www.rosatom.ru
[4] Την πρακτική αυτή την εφήρμοσαν πρώτοι οι Νοτιοκορεάτες στα ΗΑΕ (Μπαρακάχ).
[5] Λ.χ. την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους Su-24 το Νοέμβριο του 2015

ΑΛΛΕΣ ΠΗΓΕΣ:

-www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2017-04-02/russia-s-nuclear-diplomacy
-www.rosatom.ru (επίσημη ιστοσελίδα του ρωσικού τιτάνα, με όλα του τα πρότζεκτ)
-www.atomstroyexport.ru (επίσημη ιστοσελίδα της θυγατρικής που δραστηριοποιείται στο εξωτερικό, λιγότερο πλήρης από την προηγούμενη)
-www.world-nuclear.org/information-library/country-profiles/others/emerging-nuclear-energy-countries.aspx (εξαιρετική ιστοσελίδα που περιγράφει εκτενώς όλες τις αναδυόμενες «αγορές» στο χώρο της χρήσης του ατόμου για ειρηνικούς σκοπούς)
-www.iaea.org (Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας στο πλαίσιο του ΟΗΕ, ιδρυθείσα το 1957 στη Βιέννη, με 168 κράτη-μέλη σήμερα)
-Επίσης ένα αξιόλογο άρθρο ειδικά για την Μέση Ανατολή, διαθέσιμο και στο Διαδίκτυο:
Marco Giuli, Russia's nuclear energy diplomacy in the Middle East: why the EU should take notice, EPC Policy Brief, 21/2/2017

Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition