Γιατί το AfD θα μπορούσε να είναι καλό για την γερμανική δημοκρατία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί το AfD θα μπορούσε να είναι καλό για την γερμανική δημοκρατία

Θα φέρει ένα τέλος στην συναίνεση του CDU με το SPD;

Το AfD είναι σίγουρα ένα εθνικιστικό κόμμα και έχει ισλαμοφοβικές και ρατσιστικές τάσεις, καθώς και ορισμένα μέλη που είναι νεοφασίστες. Υπό την έννοια αυτή, μπορεί να θεωρηθεί ότι υπερασπίζεται μια πλειοψηφική ή αντι-φιλελεύθερη μορφή δημοκρατίας και όχι μια συμμετοχική, φιλελεύθερη [δημοκρατία]. Αλλά όσο κι αν είναι δυσάρεστες οι απόψεις του για τη μετανάστευση ή το Ισλάμ, το κόμμα παραμένει βασικά αφοσιωμένο στις υπάρχουσες δομές της φιλελεύθερης δημοκρατίας στην Γερμανία και υπάρχουν λίγες αποδείξεις ότι θέλει να διαλύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς. Εάν υπήρχαν, το Verfassungsschutz (το Γραφείο Προστασίας του Συντάγματος, η εγχώρια υπηρεσία πληροφοριών της Γερμανίας), το οποίο το παρακολουθεί στενά, θα είχε αναλάβει δράση. Πράγματι, το κόμμα έχει διατυπώσει τις επιθέσεις του στην πολιτική κατάσταση με δημοκρατική ρητορική. Μέχρι που συντάχθηκε και με το σύνθημα του Σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Willy Brandt: «Τολμήστε περισσότερη δημοκρατία!». Μια από τις κύριες επικρίσεις του AfD κατά της Μέρκελ είναι ότι εγκατέλειψε το κράτος δικαίου στις αντιδράσεις της στις κρίσεις του ευρώ και των προσφύγων, παραβιάζοντας τους κανόνες της ΕΕ που απαγορεύουν την «διάσωση» άλλων κρατών-μελών της ΕΕ, και παραιτούμενη από τον έλεγχο των συνόρων της Γερμανίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι το AfD είναι ακίνδυνο, μόνο ότι είναι σημαντικό να είμαστε ακριβείς για το ποια ακριβώς είναι η απειλή και πώς να ανταποκριθούμε σε αυτήν.

Η περιγραφή του AfD ως αντιδημοκρατικού είναι ιδιαίτερα αντιπαραγωγική, επειδή αποκρύπτει σημαντικά, πραγματικά προβλήματα με την γερμανική δημοκρατία, τα οποία ξεκίνησαν πριν από το AfD -και ως απάντηση των οποίων προέκυψε το AfD. Το ίδιο το όνομα του AfD ήταν μια απάντηση στην συχνή δήλωση της Merkel [6] ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» στην προσέγγισή της στην κρίση του ευρώ. Με άλλα λόγια, είτε είναι είτε δεν είναι το ίδιο το AfD αντιδημοκρατικό, η εμφάνισή του είναι συνέπεια της μείωσης των δημοκρατικών επιλογών που συνέβη στην Γερμανία την τελευταία δεκαετία. Κατά την διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, η Γερμανία έχει γίνει ολοένα και πιο «μετα-δημοκρατική» -και τούτο ίσως εξηγεί το γιατί η έννοια, αρχικά επινοημένη από τον Βρετανό ακαδημαϊκό Colin Crouch το 2004, είχε τόσο μεγάλη απήχηση στην Γερμανία.

Από το 2005, όταν η Μέρκελ έγινε καγκελάριος, υπήρξε μια εξαιρετική συναίνεση στο γερμανικό πολιτικό κέντρο. Για οκτώ από τα τελευταία δώδεκα χρόνια, η Γερμανία διοικείται από ένα μεγάλο συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών. Με μια υπερ-πλειοψηφία στην Bundestag, οι μεγάλοι συνασπισμοί μπόρεσαν πραγματικά να αγνοήσουν την αντιπολίτευση. Τα πράγματα έγιναν τόσο θερμά μεταξύ των δύο κομμάτων που, σε συνέντευξή του το 2015, ένας κορυφαίος Σοσιαλδημοκράτης, ο Torsten Albig, διερωτήθηκε για το εάν το SDP χρειαζόταν έναν δικό του υποψήφιο [7], αφού η Μέρκελ έκανε μια τόσο «εξαιρετική» δουλειά.

Αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «η συναίνεση της Μέρκελ», δεν βασιζόταν αποκλειστικά σε μια μετακίνηση προς τα αριστερά από τους Χριστιανοδημοκράτες, όπως φαίνεται να πιστεύουν πολλοί Γερμανοί, αλλά σε έναν συμβιβασμό μεταξύ μιας δεξιάς οικονομικής πολιτικής και των αριστερών κοινωνικών και περιβαλλοντικών πολιτικών. Η συναίνεση ήταν καταστροφική για την Ευρωπαϊκή Ένωση εν γένει και ιδιαίτερα για την ευρωζώνη, επειδή σήμαινε ότι οι Σοσιαλδημοκράτες απέτυχαν να προσφέρουν μια πραγματική κεντροαριστερή εναλλακτική λύση [8] στην προσέγγιση της Μέρκελ ως προς την κρίση του ευρώ. Γι’ αυτό, σε ένα δοκίμιο [9] που δημοσιεύθηκε το 2013, ο φιλόσοφος Jürgen Habermas επιθυμούσε την επιτυχία του AfD.

Οι απογοητευμένοι με την ατζέντα της Μέρκελ Γερμανοί, ήλπιζαν ότι ο σοσιαλδημοκράτης Martin Schulz θα έβαζε κάποια απόσταση μεταξύ του ίδιου και της καγκελάριου, και θα προσέφερε μια πραγματική εναλλακτική λύση στο κυβερνητικό της πρόγραμμα -εξ ου και η αρχική δημοτικότητά του όταν πρωτοεμφανίστηκε ως υποψήφιος του κόμματός του την άνοιξη. Τελικά, όμως, απέτυχε να δώσει σάρκα και οστά στην ρητορική του σχετικά με την κοινωνική δικαιοσύνη με πολιτικούς όρους και υποχώρησε από το να επικρίνει την Μέρκελ -προφανώς επειδή του είπαν ότι κάνοντας κάτι τέτοιο απέδιδε άσχημα στις δημοσκοπήσεις άσχημα. Όπως το έθεσε το περιοδικό Der Spiegel σε ένα πρόσφατο άρθρο [10] σχετικά με την εκστρατεία του Schulz, χρειαζόταν ένα «μικροσκόπιο για να βρούμε τις διαφορές μεταξύ των πλατφορμών του SPD και του CDU». Πράγματι, οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Σοσιαλδημοκράτες συνωμότησαν για να αποφύγουν μια συζήτηση για τα πιο σημαντικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η Γερμανία -από το μέλλον της ευρωζώνης έως την ενσωμάτωση των προσφύγων. Ο σχολιαστής του τηλεοπτικού καναλιού ARD, Rainald Becker, απέρριψε ακόμη και τη μια τηλεοπτική συζήτηση μεταξύ των δύο υποψηφίων, που είχαν διαφημίσει ως «μονομαχία» (duel), χαρακτηρίζοντάς την ως «ντουέτο» (duet) [11].