Είναι επαναστατική η εξωτερική πολιτική του Modi; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Είναι επαναστατική η εξωτερική πολιτική του Modi;

Στην Ινδία είναι δύσκολο να έρθει η ριζική αλλαγή
Περίληψη: 

Ο Modi ανέλαβε την πρωθυπουργία με την ελπίδα να μεταμορφώσει τις σχέσεις με την Κίνα και το Πακιστάν, να απαλλαγεί από την αναχρονιστική δέσμευση της Ινδίας ως προς την ουδετερότητα, και να επεκτείνει την ινδική επιρροή στη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία.

Ο SUMIT GANGULY είναι διακεκριμένος καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Indiana University Bloomington.

Κατά την προεκλογική εκστρατεία του το 2013-14, ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Narendra Modi [1], έδειξε ελάχιστο ενδιαφέρον για την εξωτερική πολιτική, εστιάζοντας αντ’ αυτού στην οικονομική ανάπτυξη, την διαφθορά και την διακυβέρνηση. Όντας στην εξουσία, ωστόσο, ο Modi έχει πραγματοποιήσει 35 ταξίδια στο εξωτερικό και επισκέφθηκε 53 χώρες. Από την εποχή του Jawaharlal Nehru, κανένας Ινδός πρωθυπουργός δεν ήταν τόσο πολυταξιδεμένος. Στην πραγματικότητα, αυτή η εξαιρετική έμφαση οδήγησε ορισμένους σχολιαστές, όπως ο συγγραφέας C. Raja Mohan, να υποδείξουν ότι η εξωτερική πολιτική της Modi ήταν τόσο επαναστατική [2] ώστε να σηματοδοτήσει την αρχή μιας ινδικής «τρίτης δημοκρατίας».

Στην πραγματικότητα, δεν υπήρξε επανάσταση. Ο Modi ανέλαβε την πρωθυπουργία με την ελπίδα να μεταμορφώσει τις σχέσεις με την Κίνα και το Πακιστάν, να απαλλαγεί από την αναχρονιστική δέσμευση της Ινδίας ως προς την ουδετερότητα, και να επεκτείνει την ινδική επιρροή [3] στη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία. Ωστόσο, παρά τις καλύτερες προσπάθειές του, απέτυχε να αλλάξει θεμελιωδώς την εξωτερική πολιτική της χώρας του.

14032018-1.jpg

Ο Narendra Modi (δεξιά) και ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Benjamin Netanyahu, στο Νέο Δελχί, τον Ιανουάριο του 2018. ADNAN ABIDI / REUTERS
-----------------------------------------------------------------------------

Αυτή η αποτυχία μπορεί να αποδοθεί σε τρεις τουλάχιστον παράγοντες. Πρώτον, η συντηρητική, μόνιμη γραφειοκρατία της εξωτερικής πολιτικής της Ινδίας αντιστάθηκε στις προσπάθειες του Modi για αλλαγή. Δεύτερον, παρά την υγιή οικονομική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, η Ινδία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικούς οικονομικούς περιορισμούς που περιορίζουν την ικανότητά της να προβάλλει ισχύ στο εξωτερικό. Τρίτον, αν και το κόμμα Bharatiya Janata (BJP) του Modi απολαμβάνει μια πλειοψηφία στο εθνικό κοινοβούλιο [4], εξακολουθεί να πρέπει να αντιμάχεται την ομοσπονδιακή δομή της χώρας, η οποία δίνει ευρύ περιθώριο στα [ομοσπονδιακά] κρατίδια που κυβερνώνται από άλλα κόμματα να αποθαρρύνουν το BJP. Μαζί, και οι τρεις [περιορισμοί] συντήρησαν μεγάλο μέρος του status quo.

ΣΚΛΗΡΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ

Ο Μόντι είχε το μερίδιό του σε επιτεύγματα εξωτερικής πολιτικής στην πρωθυπουργία. Δεν υπάρχει αμφιβολία, για παράδειγμα, ότι έχει ενισχύσει την σχέση ΗΠΑ-Ινδίας. Παρά τον εκνευρισμό του Modi επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες τού είχαν αρνηθεί την χορήγηση βίζας το 2005 για τον υποτιθέμενο ρόλο του ως επικεφαλής υπουργός του Γκουτζαράτ, σε ένα αντι-μουσουλμανικό πογκρόμ το 2002, ως πρωθυπουργός κάλεσε [5] τον Αμερικανικό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα να είναι κύριος προσκεκλημένος στην παρέλαση της Παγκόσμιας Ημέρας της Δημοκρατίας, τον Ιανουάριο του 2015. Ποτέ στην ιστορία της Ινδίας δεν είχε δοθεί αυτή η ιδιαίτερη τιμή σε πρόεδρο των ΗΠΑ. Πέραν της προσφοράς αυτής της συμβολικής χειρονομίας, ο Modi προχώρησε στο να υπογράψει μια σημαντική συμφωνία logistics [6] με τις Ηνωμένες Πολιτείες η οποία είχε μαραζώσει για πάνω από μια δεκαετία. Πιο πρόσφατα, η κυβέρνησή του ενεπλάκη πιο βαθιά στον τετραμερή διάλογο για την θαλάσσια ασφάλειας με την Αυστραλία, την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Πιο κοντά στην χώρα, η πολιτική του Μόντι «Πρώτα η Γειτονιά», η οποία επιδιώκει να ενισχύσει τους υφιστάμενους δεσμούς της Ινδίας με τους γείτονές της από τη Νότια Ασία, έχει επιτύχει ανάμεικτα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, η Ινδία χορήγησε γρήγορα ανθρωπιστική βοήθεια στο Νεπάλ αφότου ο σεισμός το 2015 προκάλεσε ανείπωτη ζημιά. Ωστόσο, σύντομα έχασε μεγάλο μέρος της καλής θέλησης που είχε δημιουργήσει όταν έκανε μια αδέξια απόπειρα να επηρεάσει τις εκλογές στο Νεπάλ προσπαθώντας να διαμορφώσει την σύνταξη ενός νέου συντάγματος. Οι συναλλαγές της Ινδίας με άλλα μικρά κράτη στην περιοχή ήταν πιο επιτυχημένες. Μέσα σε λίγους μήνες από την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Modi επέλυσε επιδέξια [7] μια ιδιαίτερα αμφισβητούμενη και μακρόχρονη συνοριακή διαμάχη με το Μπαγκλαντές -μια διευθέτηση που ξέφευγε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις εδώ και δεκαετίες. Υπό τον Modi, η Ινδία έχει επίσης διαχειριστεί ικανοποιητικά τις σχέσεις της με το Αφγανιστάν, συνεχίζοντας να παρέχει βοήθεια και να εκπαιδεύει αφγανικό προσωπικό ασφαλείας δημιουργώντας ταυτόχρονα έναν εναέριο διάδρομο για την βελτίωση του διμερούς εμπορίου. Το πιο σημαντικό είναι ότι η Ινδία έχει προχωρήσει στην κατασκευή λιμανιού στο Chabahar του Ιράν, προκειμένου να δημιουργήσει έναν διάδρομο ξηράς και θάλασσας για το Αφγανιστάν.

Ωστόσο, οι σχέσεις με την Κίνα και το Πακιστάν υπήρξαν διαμφισβητούμενες. Αμέσως αφότου έγινε πρωθυπουργός, ο Modi προσέγγισε και τις δύο χώρες. Κάλεσε τον Nawaz Sharif, τότε πρωθυπουργό του Πακιστάν, να παρευρεθεί στην ορκωμοσία του μαζί με άλλους αρχηγούς κρατών από ολόκληρη τη Νότια Ασία. Δυστυχώς, η φιλική χειρονομία του δεν έτυχε ανταπόκρισης. Αντ’ αυτού, την παραμονή των διμερών συνομιλιών τον Αύγουστο του 2014, ο πρεσβευτής του Πακιστάν στο Νέο Δελχί κάλεσε αυτονομιστές του Κασμίρ να παραβρεθούν σε δεξίωση στην πακιστανική πρεσβεία παρά μια ρητή προειδοποίηση της Ινδίας. Αν και προηγούμενοι πρωθυπουργοί αγνοούσαν παρόμοιες διπλωματικές προκλήσεις, ο Modi αποφάσισε να διακόψει τις συνομιλίες. Οι επακόλουθες επιθέσεις στην Ινδία από τους τρομοκράτες που εδρεύουν στο Πακιστάν, καθώς και τα ινδικά διασυνοριακά χτυπήματα αντιποίνων έχουν προκαλέσει επιδείνωση των σχέσεων.

Οι κινεζο-ινδικές σχέσεις υπήρξαν επίσης τεταμένες τα τελευταία χρόνια, αν και οι εντάσεις δεν μπορούν να αποδοθούν μόνο στον Modi. Τον Σεπτέμβριο του 2014, ο Modi κάλεσε τον Κινέζο πρόεδρο, Xi Jinping, στην Ινδία για επίσημη επίσκεψη. Ωστόσο, κατά την διάρκεια της επίσκεψης, ο κινεζικός στρατός πραγματοποίησε μια σειρά εισβολών στην περιοχή Ladakh των Ιμαλαΐων, η οποία αποτελεί περιοχή εξελισσόμενης συνοριακής διαμάχης μεταξύ των δύο χωρών.