Μπορεί η Γαλλία να είναι η νέα γέφυρα της Αμερικής στην Ευρώπη; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μπορεί η Γαλλία να είναι η νέα γέφυρα της Αμερικής στην Ευρώπη;

Ο γαλλικός πραγματισμός συναντά το «Πρώτα η Αμερική»

Στην πραγματικότητα, η Γαλλία έχει επίγνωση του γεγονότος ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επαναπροσδιόριζαν τα δικά τους συμφέροντα ασφαλείας εδώ και αρκετό καιρό, με έναν τρόπο που δεν ήταν απαραιτήτως ευνοϊκός για τους Ευρωπαίους. Αν και η διπλωματία του Ομπάμα επιδίωκε ορισμένους παγκοσμιοποιημένους στόχους (καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και [καταπολέμηση] της διάδοσης των πυρηνικών όπλων), άσκησε επίσης μια εξωτερική πολιτική συγκράτησης, ενίοτε σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα: Η «στροφή» προς την Ασία θεωρήθηκε ως μια στροφή μακριά από την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή˙ αυξήθηκε η πίεση για τους Ευρωπαίους να μοιραστούν το βάρος της ασφάλειας˙ και ο Ομπάμα είχε μια περιοριστική προσέγγιση στην χρήση βίας, ακόμη και όταν διακυβεύονταν μεγάλα ευρωπαϊκά συμφέροντα ασφάλειας («ηγεσία εκ των μετόπισθεν» στην Λιβύη, δευτερεύων ρόλος στην διπλωματία του Μινσκ σχετικά με την Ουκρανία και άρνηση χρήσης βίας για να επιβληθεί η κόκκινη γραμμή των χημικών όπλων στη Συρία). Αν και η σημερινή διοίκηση έχει σκληρύνει την στάση της απέναντι στην Ρωσία, ο Trump σε σχεδόν όλα τα μέτωπα έχει παρατείνει και επεκτείνει αυτόν τον επαναπροσδιορισμό των συμφερόντων των ΗΠΑ, συσκευάζοντάς τον σε μια εθνικιστική, προστατευτική, μονήρη πολιτική τύπου «Πρώτα η Αμερική». Τούτου λεχθέντος, οι Γάλλοι αισθάνονται ότι μοιράζονται λίγα ένστικτα με τον Αμερικανό πρόεδρο. Αφότου ο Τραμπ διέταξε τον βομβαρδισμό μιας αεροπορικής βάσης της Συρίας τον Απρίλιο του 2017, οι Γάλλοι διπλωμάτες χαιρέτισαν την αντιληπτή αλλαγή στρατηγικής και την εμφανή αποφασιστικότητα της νέας διοίκησης. Και δεν δίστασαν να μπουν στο ίδιο τρένο την περασμένη εβδομάδα για μια παρόμοια επιχείρηση. Περισσότερο από τους άλλους Ευρωπαίους, οι Γάλλοι δίνουν στον Trump το πλεονέκτημα της αμφιβολίας. Θεωρούν ότι μπορούν να διαπραγματευτούν με αυτόν τον πρόεδρο, τουλάχιστον όσο και με τους προκάτοχούς του.

ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΒΛΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΓΑΛΛΙΑ ΩΣ «ΜΟΝΤΕΛΟ ΣΥΜΜΑΧΟΥ»

Όχι μόνο οι Γάλλοι αισθάνονται σίγουροι για την κατανόηση του κόσμου του Trump, αλλά και έχουν ένα σχεδόν πρωτοφανές και ασύγκριτο επίπεδο πρόσβασης στην Ουάσινγκτον. Σε μια πλήρη ανατροπή της τύχης από πριν από 15 χρόνια, τώρα η Γαλλία γιορτάζεται στην Ουάσινγκτον ως αξιόπιστος στρατιωτικός σύμμαχος, ικανός και πρόθυμος να παρέμβει για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της ασφάλειάς της και εκείνα των συμμάχων της. Αυτή η αναμόρφωση της εικόνας είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς προσπάθειας εκ μέρους τριών Γάλλων προέδρων για την επιδιόρθωση των σχέσεων με τον Αμερικανό σύμμαχό τους. Μετά τις υπερβολικούς διαξιφισμούς για το Ιράκ, ο πρόεδρος Ζακ Σιράκ χαμήλωσε την ρητορική και συνεργάστηκε με την διοίκηση Μπους, αποφεύγοντας να συμμετάσχει σε επιχειρήματα του τύπου «σας τα έλεγα εγώ». Ο αντιληπτός ατλαντισμός του Σαρκοζί, «ο Αμερικανός», συμπληρώθηκε από την επιστροφή της Γαλλίας στις ολοκληρωμένες δομές στρατιωτικής διοίκησης του ΝΑΤΟ το 2009, μια ιδιαίτερα τολμηρή κίνηση δεδομένης της κεντρικής σημασίας της ειδικής θέσης της Γαλλίας στο ΝΑΤΟ για την πολιτική ασφαλείας της. Με αυτή την απόφαση, η Γαλλία επιδιόρθωσε τις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ανακουφίζοντας τις υποψίες για τα ευρωπαϊκά αμυντικά σχέδιά της, και ψηλώνοντας το προφίλ της Γαλλίας στο Πεντάγωνο. Η επιχείρηση του ΝΑΤΟ στην Λιβύη το 2011, υπό την ηγεσία της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, να μοιράζονται την διοίκηση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, παγίωσε τον νέο σχηματισμό.

Ωστόσο, ήταν η απόφαση της κυβέρνησης Hollande να παρέμβει στο Μάλι στις αρχές του 2013 που πραγματικά ξύπνησε την Ουάσιγκτον για την παρούσα αξία του παλαιότερου συμμάχου της. Δέκα χρόνια μετά την διαμάχη για το Ιράκ, έδειξε ότι η Γαλλία ήταν πρόθυμη να παρέμβει όταν η σταθερότητα ενός συμμάχου κινδύνευε και όταν ένα τρομοκρατικό δίκτυο ήταν πιθανό να κερδίσει έδαφος. Πριν και κατά την διάρκεια της επέμβασης, η γαλλική διπλωματία εξασφάλισε ευρεία πολιτική στήριξη για τον πόλεμο στην Ουάσινγκτον. Μια δεκαετής προσπάθεια προσέγγισης του Κογκρέσου, μέσω εκπαιδευτικών ταξιδιών στελεχών και της δημιουργίας μιας «γαλλικής» ομάδας στο Καπιτώλιο, συνέβαλε στην εξασφάλιση υλικοτεχνικής υποστήριξης και πληροφοριών από τις ΗΠΑ. Όταν η Γαλλία επέκτεινε την προσπάθειά της για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας στην περιοχή του Σαχέλ, επωφελήθηκε από την ενεργό στήριξη και συμμετοχή των ΗΠΑ.

Το 2014, η Γαλλία εντάχθηκε στον συνασπισμό υπό την ηγεσία των ΗΠΑ εναντίον του ISIS στο Ιράκ και με βάση τις πληροφορίες περί μιας επικείμενης απειλής, επέκτεινε τον αγώνα στην Συρία τον Σεπτέμβριο του 2015. Μετά τις φρικτές τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι αργότερα εκείνο το έτος, οι αμερικανο-γαλλικές αμυντικές σχέσεις έκαναν βήματα προς την θεσμοθέτησή τους: Δόθηκαν ειδικές οδηγίες στους στρατιωτικούς οργανισμούς πληροφοριών των δύο χωρών για να έχουν πρόσβαση στις επιχειρησιακές πληροφορίες ο ένας στου άλλου για απειλές κοινής εμπλοκής, και η Επιτροπή Lafayette ιδρύθηκε για να παρακολουθεί την διαδικασία και να αυξάνει την ευελιξία. Η στρατιωτική συνεργασία αυξήθηκε σε πολλούς τομείς, γεγονός που οδήγησε τον υπουργό Άμυνας, Ashton Carter, να πει τον Νοέμβριο του 2016 ότι «η στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του παλαιότερου συμμάχου μας, της Γαλλίας, δεν ήταν ποτέ ισχυρότερη». Σήμερα, οι δύο χώρες είναι σχεδόν ταυτόσημες στο μέτωπο της αντιτρομοκρατίας. Οι συναντήσεις στη μορφή FiveEyes + France, για το ISIS και την Βόρεια Κορέα, είναι ολοένα και συχνότερες, αποδεικνύοντας την σημασία, από την πλευρά των ΗΠΑ, για κοινή χρήση πληροφοριών με το Παρίσι.