Οι αενάως αναδυόμενες αγορές | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι αενάως αναδυόμενες αγορές

Γιατί αποτυγχάνουν οι οικονομικές προβλέψεις*

Στα μέσα της περασμένης δεκαετίας, ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης στις αναδυόμενες αγορές έφθασε να είναι για πρώτη φορά πάνω από 7% το χρόνο, και αυτοί που κάνουν οικονομικές προβλέψεις έτρεξαν να διαφημίσουν τις συνέπειες. Η Κίνα, είπαν, θα ξεπερνούσε σύντομα τις Ηνωμένες Πολιτείες ως οικονομική δύναμη και η Ινδία, με τον τεράστιο πληθυσμό της, ή το Βιετνάμ, με την δική του στροφή στον αυταρχικό καπιταλισμό, θα είναι η επόμενη Κίνα. Ψάχνοντας για την πολιτική ομπρέλα, οι ειδήμονες προέβλεπαν ότι το Πεκίνο θα ηγηθεί σύντομα του νέου και ανερχόμενου συνασπισμού των BRICs - Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα - ως την τελική υπεροχή έναντι των ξεθωριασμένων εξουσιών της Δύσης. Ξαφνικά, ξεκίνησε μια κούρσα για να φτιαχτεί το επόμενο καυτό ακρωνύμιο, και οι CIVETS (Κολομβία, Ινδονησία, Βιετνάμ, Αίγυπτος, Τουρκία και Νότια Αφρική) προέκυψαν από τις MIST (Μεξικό, Ινδονησία, Νότια Κορέα και Τουρκία).

Σήμερα, περισσότερα από πέντε χρόνια μετά την οικονομική κρίση τού 2008, μεγάλο μέρος αυτής της ευφορίας και όλα αυτά τα αρκτικόλεξα έχουν γίνει θλιβερά παρωχημένα. Ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης στον αναδυόμενο κόσμο μειώθηκε στο 4% το 2013. Εν τω μεταξύ, οι χώρες BRIC παραπαίουν, η καθεμιά για τους δικούς της λόγους, και ενώ οι σύνοδοι κορυφής τους συνεχίζονται, εξυπηρετούν μόνο στο να υπογραμμίζουν πόσο δύσκολο είναι να σφυρηλατηθεί ένα ουσιαστικό μπλοκ από αυταρχικά και δημοκρατικά καθεστώτα με συγκρουόμενα οικονομικά συμφέροντα. Δεδομένου ότι η ευφορία εξασθενίζει, όσοι απέμειναν να κάνουν προβλέψεις επανεξετάζουν τα λάθη που πραγματοποίησαν στην κορύφωση της ανάπτυξης.

25042018-1.jpg

Ο Gao Xiqing, πρόεδρος της China Investment Corporation, χαμογελά καθώς κρατά το σφυρί για να χτυπήσει το τελετουργικό γκονγκ κατά την επίσκεψή του στο χρηματιστήριο του Καράτσι, τον Δεκέμβριο του 2012. AKHTAR SOOMRO / COURTESY REUTERS
----------------------------------------------------------------------

Τα λάθη τους ήταν επικά. Οι αναλυτές σταμάτησαν να κοιτούν τις αναδυόμενες αγορές σαν ξεχωριστές υποθέσεις και άρχισαν να τις ομαδοποιούν σε απρόσωπα πακέτα με εντυπωσιακά αλλά χωρίς νόημα ακρωνύμια. Άκουγαν πολύ προσεκτικά τους πολιτικούς ηγέτες στον αναδυόμενο κόσμο οι οποίοι κέρδιζαν αποδοχή λόγω της ανάπτυξης και αγνόησαν τις άλλες παγκόσμιες δυνάμεις, όπως το εύκολο χρήμα που προερχόταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, που είχαν βοηθήσει στην ενίσχυση της ανάπτυξης. Οι αναλυτές επίσης έριχναν πάρα πολύ βάρος για τις προβλέψεις τους σε έναν και μόνο παράγοντα – ας πούμε τα ισχυρά δημογραφικά στοιχεία ή την παγκοσμιοποίηση - όταν κάθε ίχνος έρευνας έδειχνε ότι μια σύνθετη σειρά δυνάμεων έδινε ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη.

Πάνω απ’ όλα, έκαναν το μεγαλειώδες λάθος της αναγωγής. Οι αναλυτές υπέθεσαν ότι οι πρόσφατες τάσεις θα συνεχιστούν επ’ αόριστον και ότι οι θερμές οικονομίες θα παραμείνουν θερμές, αγνοώντας την εγγενώς κυκλική φύση τόσο της πολιτικής όσο και της οικονομικής ανάπτυξης. Η ευφορία ξεπέρασε την ορθή κρίση - μια διαδικασία που καταδίκασε τις οικονομικές προβλέψεις για όσο χρονικό διάστημα οι ειδικοί σκέπτονταν κατ’ αυτόν τον τρόπο.

ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΜΟΝΑΔΙΚΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ

Η ιστορία δείχνει ότι οι ευθείες αναγωγές είναι σχεδόν πάντα λάθος. Ωστόσο, οι ειδήμονες δεν φαίνεται να μπορούν να τους αντισταθούν, καθώς δελεάζονται από ευσεβείς πόθους και από τον φόβο. Στη δεκαετία τού 1960, οι Φιλιππίνες κέρδισαν το δικαίωμα να φιλοξενήσουν την έδρα της Τράπεζας Ανάπτυξης της Ασίας με βάση την άποψη ότι η γρήγορη ανάπτυξή τους εκείνη την εποχή θα μετέτρεπε την χώρα σε ένα περιφερειακό αστέρι για τα επόμενα χρόνια. Αυτό δεν επρόκειτο να συμβεί: Από την επόμενη δεκαετία, η ανάπτυξη είχε σταματήσει χάρη στις άστοχες πολιτικές τού δικτάτορα Ferdinand Marcos (αλλά η Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης παρέμεινε). Ωστόσο, η προτίμηση για αναγωγές συνεχίστηκε, και στην δεκαετία τού 1970 ένα ανάλογο σκεπτικό οδήγησε Αμερικανούς μελετητές και τις μυστικές υπηρεσίες να προβλέψουν ότι το μέλλον ανήκε στην Σοβιετική Ένωση, και στην δεκαετία τού 1980 ότι ανήκε στην Ιαπωνία. Στην συνέχεια ήρθε η έκρηξη των αναδυόμενων αγορών της τελευταίας δεκαετίας, και η αναγωγή έφθασε σε νέα ύψη παραλογισμού. Οι αναλυτές ανέφεραν την οικονομική δύναμη της Κίνας και της Ινδίας στον 17ο αιώνα, ως απόδειξη ότι θα κυριαρχήσουν στην προσεχή δεκαετία, ακόμη και στον επόμενο αιώνα.

Η ραγδαία ανάπτυξη υπογράμμισε, επίσης, ένα άλλο κλασικό σφάλμα των προβλέψεων: Την εξάρτηση από τις θεωρίες του ενός και μόνο παράγοντα. Επειδή η άνθηση της Κίνας στηριζόταν εν μέρει στο φθηνό εργατικό δυναμικό που προερχόταν από έναν αυξανόμενο πληθυσμό νέων, οι αναλυτές άρχισαν να ψάχνουν για την επόμενη καυτή οικονομία σε ένα έθνος με παρόμοια δημογραφικά στοιχεία -αγνοώντας την πρόκληση της ανάπτυξης ενός ισχυρού μεταποιητικού τομέα ώστε να αποκτήσει ο καθένας μια θέση εργασίας. Υπήρχαν οι φιλελεύθεροι, για τους οποίους το «κλειδί» ήταν οι πιο διαφανείς θεσμοί που ενθαρρύνουν την επιχειρηματικότητα -παρά το γεγονός ότι στη μεταπολεμική εποχή, οι περίοδοι ισχυρής ανάπτυξης δεν έχουν περισσότερες πιθανότητες να συμβούν υπό δημοκρατικές κυβερνήσεις από όσο υπό απολυταρχικά καθεστώτα. Και μετά υπήρχαν οι ηθικολόγοι, για τους οποίους το χρέος είναι πάντα κακό (μια προκατάληψη που ενισχύθηκε από την πιστωτική κρίση τού 2008), παρότι η οικονομική μεγέθυνση και οι πιστώσεις πάνε χέρι-χέρι.

Το πρόβλημα με αυτές τις θεωρίες μοναδικού παράγοντα είναι ότι δεν έχουν καμία σχέση με τα τρέχοντα γεγονότα ή με μια εκτίμηση για τους άλλους παράγοντες που κάνουν κάθε χώρα μοναδική. Από τη μια πλευρά, τα θεσμικά και τα δημογραφικά στοιχεία αλλάζουν πάρα πολύ αργά για να προσφέρουν κάποια σαφή ένδειξη για το που οδεύει η οικονομία. Από την άλλη, οι αναλυτές οι οποίοι υποστήριξαν ότι ορισμένες εθνικές κουλτούρες είναι καλές ή κακές για την ανάπτυξη ξεχνούν το πόσο γρήγορα μπορεί να αλλάξει μια κουλτούρα. Δείτε την Ινδονησία και την Τουρκία, μεγάλες δημοκρατίες με μουσουλμανική πλειοψηφία, όπου η ισχυρή ανάπτυξη έχει καταρρίψει την άποψη ότι το Ισλάμ είναι κάτι ασυμβίβαστο με την ανάπτυξη.

Οι σαρωτικές θεωρίες συχνά χάνουν αυτό που έρχεται στην συνέχεια. Όσοι έβλεπαν την γεωγραφία ως παράγοντα κλειδί απέτυχαν να προβλέψουν την ισχυρή αναπτυξιακή πορεία κατά την τελευταία δεκαετία σε ορισμένα από τα πιο γεωγραφικά αμφισβητούμενα έθνη της γης, συμπεριλαμβανομένων περίκλειστων χωρών όπως η Αρμενία, το Τατζικιστάν και η Ουγκάντα. Στο απομακρυσμένο Καζακστάν, η αύξηση των τιμών τού πετρελαίου τράβηξε την οικονομία από την μακρά μετα-σοβιετική ύφεσή της.

Η σαφήνεια των θεωριών μοναδικού παράγοντα τις καθιστά ελκυστικές. Αλλά επειδή αγνοούν τις ραγδαίες αλλαγές τού παγκόσμιου ανταγωνισμού, δεν παρέχουν κανένα πειστικό σενάριο στο οποίο να μπορεί να βασιστεί κάποιος σχεδιασμός για τα επόμενα πέντε έως δέκα χρόνια. Η αλήθεια είναι ότι οι οικονομικοί κύκλοι είναι μικροί, συνήθως μόλις τρία έως πέντε έτη από το ανώτατο στο κατώτατο σημείο τους. Το ανταγωνιστικό τοπίο μπορεί να αλλάξει εντελώς σε αυτό το διάστημα, είτε μέσω της τεχνολογικής καινοτομίας είτε του πολιτικού μετασχηματισμού.

ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ

Πράγματι, αν και οι αναλυτές μισούν να το παραδέχονται, η επόμενη δεκαετία, συνήθως δεν μοιάζει σε τίποτα με την προηγούμενη, καθώς τα επόμενα οικονομικά αστέρια είναι συχνά οι απορριπτέοι της προηγούμενης δεκαετίας. Σήμερα, για παράδειγμα, το πρώην στάσιμο Μεξικό έχει γίνει μια από τις πιο ελπιδοφόρες οικονομίες στην Λατινική Αμερική. Και οι Φιλιππίνες, κάποτε περίγελος, είναι σήμερα από τις πιο καυτές οικονομίες στον κόσμο, με την ανάπτυξη να υπερβαίνει το 7%. Καταγεγραμμένο στο εξώφυλλο του περιοδικού The Economist πριν από πέντε χρόνια ως το «πιο επικίνδυνο μέρος του κόσμου», το Πακιστάν ξαφνικά δείχνει σημάδια χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Είχε μια από τις παγκοσμίως κορυφαίες επιδόσεις των χρηματιστηριακών αγορών το περασμένο έτος, παρότι ξεπεράστηκε από μια ακόμα πιο εκπληκτική μεγαλοπιασμένη χώρα: Την Ελλάδα. Μια σειρά από δείκτες της αγοράς υποβίβασαν πρόσφατα το καθεστώς στην Ελλάδα από «ανεπτυγμένη αγορά» σε «αναδυόμενη αγορά», αλλά η χώρα εφάρμοσε βάναυσες περικοπές στον κρατικό προϋπολογισμό της, καθώς και στις τιμές και τους μισθούς, κάτι που έκανε τις εξαγωγές της εκ νέου ανταγωνιστικές.

Αυτό που υπογραμμίζουν οι εμπειρίες των χωρών αυτών, είναι ότι οι πολιτικοί κύκλοι είναι εξίσου σημαντικοί για τις προοπτικές ενός έθνους όπως και οι οικονομικοί. Οι κρίσεις και οι υφέσεις συχνά οδηγούν σε μια περίοδο μεταρρύθμισης, η οποία μπορεί να ανθίσει σε μια αναγέννηση ή μια απογείωση. Αλλά μια τέτοια επιτυχία μπορεί στη συνέχεια να οδηγήσει στην αλαζονεία και τον εφησυχασμό -και στην επόμενη ύφεση. Η απογείωση της τελευταίας δεκαετίας φαινόταν να αναθεωρεί αυτό το σενάριο, καθώς σχεδόν όλες οι αναδυόμενες χώρες αναπτύχθηκαν από κοινού και η ύφεση σχεδόν εξαφανίστηκε. Αλλά το «μπιγκ μπανγκ» του 2008 ξανάβαλε τον κύκλο στην θέση του. Πάλαι ποτέ αστέρια όπως η Βραζιλία, η Ινδονησία και η Ρωσία τώρα ξεθωριάζουν χάρη στην κακή διαχείριση ή τον εφησυχασμό. Το πρόβλημα, όπως εξήγησε ο υπουργός Οικονομικών της Ινδονησίας, Muhammad Chatib Basri, είναι ότι «οι κακές περίοδοι είναι για καλές πολιτικές και οι καλές περίοδοι για κακές πολιτικές».

Το τέχνασμα για να ξεφύγουν οι κυβερνήσεις από αυτή την παγίδα είναι να διατηρήσουν τις καλές πολιτικές, ακόμη και όταν οι καιροί είναι καλοί -ο μόνος τρόπος ώστε μια αναδυόμενη αγορά να έχει μια πιθανότητα να πλησιάσει όντως τον ανεπτυγμένο κόσμο. Αλλά το να πράξουν κατ’ αυτόν τον τρόπο αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολο. Στη μεταπολεμική εποχή, μόνο περίπου δώδεκα χώρες -μερικές στη νότια Ευρώπη (όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία) και την Ανατολική Ασία (όπως η Σιγκαπούρη και η Νότια Κορέα)- έχουν επιτύχει αυτό το κατόρθωμα, και γι’ αυτό μόνο 35 χώρες θεωρούνται «αναπτυγμένες».

Εν τω μεταξύ, οι πιθανότητες είναι εναντίον πολλών άλλων κρατών στον δρόμο προς την κορυφαία βαθμίδα, δεδομένης της δυσκολίας να διατηρήσουν τις μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την παραγωγικότητα. Είναι απλά στην ανθρώπινη φύση να παχαίνει κατά την διάρκεια της ευημερίας και να θεωρεί ότι οι καλές εποχές θα συνεχιστούν. Τις περισσότερες φορές, η επιτυχία αποδεικνύεται φευγαλέα. Η Αργεντινή, η Ελλάδα και η Βενεζουέλα, όλες τους έφθασαν σε επίπεδα Δυτικού εισοδήματος κατά τον τελευταίο αιώνα, αλλά στην συνέχεια υποχώρησαν.

Σήμερα, εκτός από το Μεξικό και τις Φιλιππίνες, το Περού και η Ταϊλάνδη κάνουν το σπριντ τους. Αυτές οι τέσσερις χώρες μοιράζονται ένα χαρακτηριστικό κοινό σε πολλές λαμπερές οικονομίες των τελευταίων δεκαετιών: Ένας χαρισματικός πολιτικός ηγέτης που καταλαβαίνει από οικονομικές μεταρρυθμίσεις και έχει την λαϊκή εντολή να τις εφαρμόσει. Παρ’ όλα αυτά, ο ενθουσιασμός θα πρέπει να μετριάζεται. Τέτοιες ρεφορμιστικές εκλάμψεις τείνουν να διαρκούν τρία έως πέντε έτη. Έτσι, μην περιμένετε την αυγή ενός αιώνα των Φιλιππίνων ή του Μεξικού.

ΠΡΑΞΗ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ

Αν οι αναλυτές πρέπει να σκέπτονται ταπεινά με όρους χρόνου, θα πρέπει να σκέφτονται ευρύτερα όταν πρόκειται για την πολυπλοκότητα. Για να διατηρηθεί η ταχεία ανάπτυξη, οι ηγέτες πρέπει να εξισορροπήσουν ένα ευρύ φάσμα παραγόντων, και ο κατάλογος αλλάζει καθώς μια χώρα γίνεται πλουσιότερη. Απλά έργα, όπως η ασφαλτόστρωση οδών, μπορούν να κάνουν περισσότερα για να ενισχυθεί μια φτωχή οικονομία από όσο μια πρόωρη ώθηση στην ανάπτυξη τεχνολογιών αιχμής, αλλά σύντομα τα οφέλη της βασικής υποδομής παίρνουν τον δρόμο τους.

Ο κατάλογος των παραγόντων που πρέπει να παρακολουθούν αλλάζει επίσης ανάλογα με τις οικονομικές συνθήκες. Πέντε χρόνια μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση, οι μεγάλες πιστώσεις εξακολουθούν να αποτελούν ένα κρίσιμο πρόβλημα, ιδιαίτερα αν μεγαλώνουν ταχύτερα από το ΑΕΠ. Πράγματι, οι πάρα πολύ μεγάλες πιστώσεις λυγίζουν τις αναδυόμενες οικονομίες, όπως την Κίνα, οι οποίες έχουν διογκώσει το χρέος για να διατηρήσουν την οικονομική ανάπτυξη. Μόλις ανακηρύχτηκε ως η επόμενη Κίνα, το Βιετνάμ στην πραγματικότητα νίκησε την Κίνα στο φινάλε, αλλά όχι σε αυτό που αναμενόταν: το Βιετνάμ ήδη υποφέρει από ένα χρέος που προκάλεσε οικονομική κατάρρευση και μόλις τώρα αρχίζει να μαζεύει τα κομμάτια και να κλείνει τις αφερέγγυες τράπεζές του.

Για να διατηρήσουν τις οικονομίες τους ευημερούσες, οι ηγέτες πρέπει να βεβαιώνονται ότι η ανάπτυξη είναι ισορροπημένη σε όλους τους εθνικούς λογαριασμούς (όχι υπερβολικά εξαρτημένη από δανεισμό), τις κοινωνικές τάξεις (δεν συγκεντρώνεται στα χέρια λίγων δισεκατομμυριούχων), τις γεωγραφικές περιοχές (δεν συσσωρεύεται στην πρωτεύουσα) και τους παραγωγικούς τομείς (δεν επικεντρώνεται σε επιρρεπείς σε διαφθορά βιομηχανίες όπως οι πετρελαϊκές). Και πρέπει να σταθμίζουν όλα αυτά τα στοιχεία σε ένα επίπεδο που είναι κατάλληλο για το επίπεδο των εισοδημάτων των χωρών τους. Για παράδειγμα, η Βραζιλία ξοδεύει πάρα πολλά για να οικοδομήσει ένα κράτος πρόνοιας πολύ μεγάλο για μια χώρα με μέσο εισόδημα 11.000 δολαρίων. Εν τω μεταξύ, η Νότια Κορέα, μια χώρα με το διπλάσιο μέσο εισόδημα από εκείνο της Βραζιλίας, δαπανά πολύ λίγα για κοινωνικά προγράμματα.

Πολλοί ηγέτες βλέπουν ορισμένα οικονομικά ελαττώματα ως διαχρονικά, γενικά προβλήματα της ανάπτυξης, αλλά στην πραγματικότητα, υπάρχει ένα σημείο ισορροπίας, ακόμη και για την πλεονεξία και την δωροληψία. Η ανισότητα τείνει να αυξάνεται στα πρώτα στάδια της οικονομικής ανάπτυξης και στη συνέχεια σταθεροποιείται πριν αρχίσει να πέφτει, συνήθως γύρω στο επίπεδο κατά κεφαλήν εισοδήματος των 5.000 δολαρίων. Στην καμπύλη αυτή, η ανισότητα σε σχέση με το επίπεδο του εισοδήματος είναι πολύ υψηλότερη από το συνηθισμένο στην Βραζιλία και τη Νότια Αφρική, αλλά είναι εναρμονισμένη με το πρότυπο -και ως εκ τούτου, πολύ λιγότερο ανησυχητική- στην Πολωνία και τη Νότια Κορέα. Η ίδια προσαρμοσμένη με το εισόδημα προσέγγιση ισχύει και για την διαφθορά και δείχνει, για παράδειγμα, ότι η Χιλή είναι εκπληκτικά καθαρή για το επίπεδο των εσόδων της, ενώ η Ρωσία είναι δυσανάλογα διεφθαρμένη.

ΡΩΤΗΣΕ ΕΝΑΝ ΝΤΟΠΙΟ

Καμιά θεωρία, όμως, δεν μπορεί να μειώσει την τοπική γνώση. Οι ντόπιοι συχνά ξέρουν προς ποια κατεύθυνση στρέφεται η οικονομία πριν φανεί σε αριθμούς πρόβλεψης. Ακόμη και πριν αρχίσει να επιβραδύνεται η οικονομία της Ινδίας, οι Ινδοί επιχειρηματίες προείπαν την πτώση της σε μια χορωδία καταγγελιών για εγχώρια διαφθορά. Το αυξανόμενο κόστος για την δωροδοκία κυβερνητικών αξιωματούχων τους ανάγκαζε να επενδύσουν στο εξωτερικό, παρότι οι ξένοι επενδυτές εξακολουθούσαν να εισρέουν στην Ινδία.

Δεν υπάρχει υποκατάστατο από το να βγαίνεις έξω και να βλέπεις τι συμβαίνει επί τόπου. Οι αναλυτές που εστιάζουν σε επικίνδυνα υψηλά επίπεδα επενδύσεων σε αναδυόμενες χώρες χρησιμοποιούν την Κίνα ως πειραματόζωο, διότι οι επενδύσεις είναι σχεδόν στο 50% του ΑΕΠ, επίπεδο πρωτοφανές για οποιαδήποτε ανεπτυγμένη χώρα. Όμως, ο κίνδυνος γίνεται εμφανής μόνο όταν κάποιος πηγαίνει στην Κίνα και βλέπει πού πηγαίνουν όλα τα χρήματα: Σε πόλεις-φαντάσματα γεμάτες ουρανοξύστες και άλλα κενά αναπτύγματα. Στον αντίποδα είναι η Βραζιλία και η Ρωσία, όπου τα αναιμικά επίπεδα επενδύσεων ευθύνονται για κατάφωρα χαμηλές επιδόσεις στους τομείς των υπηρεσιών, ανεπαρκείς οδικούς άξονες, και (στο Σάο Πάολο) το θέαμα των CEO που αποφεύγουν τους συνεχώς μπλοκαρισμένους δρόμους στηριζόμενοι σε ένα δίκτυο ελικοδρομίων σε ταράτσες.

Οι οικονομολόγοι τείνουν να αγνοούν την ιστορία των ανθρώπων και της πολιτικής ως πολύ εύπλαστη για να ποσοτικοποιηθεί και να ενσωματωθεί σε μοντέλα πρόβλεψης. Αντ’ αυτού, μελετούν τις πολιτικές μέσα από σκληρούς αριθμούς, όπως οι κρατικές δαπάνες ή τα επιτόκια. Αλλά οι αριθμοί δεν μπορούν να συλλάβουν την ενέργεια που ένας ζωηρός ηγέτης, όπως ο πρόεδρος του Μεξικού, Enrique Peña Nieto, ή των Φιλιππίνων, Benigno Aquino III, μπορεί να απελευθερώσει με την πάταξη των μονοπωλίων, των δωροδοκιών και των δυσλειτουργικών γραφειοκρατών.

Οποιαδήποτε ρεαλιστική προσέγγιση για να εντοπιστούν οι πιθανοί νικητές της επόμενης απογείωσης των αναδυόμενων αγορών θα πρέπει να αντικατοπτρίζει αυτή την πραγματικότητα και την θεμελιωδώς παροδική φύση τού παγκόσμιου ανταγωνισμού. Ένας επίδοξος αναλυτής πρέπει να παρακολουθεί μια μεταβαλλόμενη λίστα με μια ντουζίνα παράγοντες, από την πολιτική μέχρι τις πιστωτικές και επενδυτικές ροές, προκειμένου να αξιολογήσει τις προοπτικές ανάπτυξης κάθε αναδυόμενου έθνους μέσα στα επόμενα τρία έως πέντε χρόνια - το μόνο χρήσιμο πλαίσιο χρόνου για πολιτικούς ηγέτες, επιχειρηματίες, επενδυτές, ή οποιονδήποτε άλλον με μερίδιο συμμετοχής στα τρέχοντα γεγονότα. Αυτή η προσέγγιση δεν προσφέρει προκλητικές προβλέψεις για το 2100, ούτε προφητείες που βασίζονται στο μακρό σάρωμα της ιστορίας. Στόχος της είναι να παράγει έναν πρακτικό οδηγό παρακολούθησης της ανόδου και της πτώσης των εθνών σε πραγματικό χρόνο και στο άμεσο μέλλον: Αυτήν την δεκαετία, όχι την επόμενη ή την παραπάνω. Μπορεί αυτό να μην είναι εντυπωσιακό. Αλλά η πρόσφατη [οικονομική] συντριβή τόνισε πόσο επικίνδυνος μπορεί να είναι ο υπερβολικός εντυπωσιασμός.

*Το κείμενο αυτό έχει δημοσιευθεί στο τεύχος αριθ. 22 του Foreign Affairs the Hellenic Edition (Φεβρουάριος 2014).

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/140342/ruchir-sharma/the-ever-eme...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr