Τι θα κοστίσει στην Ευρώπη το «Πρώτα η Αμερική» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι θα κοστίσει στην Ευρώπη το «Πρώτα η Αμερική»

Θα μπορούσε η αδιαφορία του Trump να διαλύσει την ΕΕ;

Επί 70 χρόνια, ένα κρίσιμο κομμάτι της αμερικανικής προσέγγισης στην Ευρώπη έχει περιστραφεί γύρω από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ακόμη και αν δεν είναι ευγενικό να το πούμε, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν απαραίτητες για την ανάπτυξη μιας Ευρώπης ενωμένης και ισχυρής ώστε να υπερασπιστεί τον εαυτό της και να πάρει την θέση της ως ο καλύτερος και ισχυρότερος σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Ευρώπη είναι αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο επίτευγμα της εξωτερικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών. Αλλά τώρα η διοίκηση Trump είναι αρκετά ξεκάθαρη ότι έχει ελάχιστο ενδιαφέρον για αυτό το έργο. Ο Trump θεωρεί την Ευρωπαϊκή Ένωση ως «χειρότερη από την Κίνα» [7] στο εμπόριο και κάτι λίγο περισσότερο από ένα γερμανικό όχημα για την απόσπαση αθέμιτων συμφωνιών από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η διοίκηση του Trump έδωσε λίγη προσοχή στην ΕΕ, εκτός από την απαίτηση για εμπορικές παραχωρήσεις από αυτήν.

ΜΙΑ ΤΟΞΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ

Είναι, δυστυχώς, εξαιρετικά εύκολο για την Ουάσιγκτον να καταστρέψει αυτό που έχει δημιουργήσει. Σχεδόν κάθε ευρωπαϊκή χώρα εξαρτάται από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την ασφάλειά της και αυτό δίνει στην Ουάσινγκτον τεράστια μόχλευση, ακόμη και όταν ο Trump έχει εξοργίσει πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες με τις πολιτικές του για το εμπόριο, το κλίμα και το Ιράν.

Η κακόβουλη παραμέληση της ΕΕ από τον Trump έρχεται σε μια άκαιρη στιγμή αδυναμίας για το ευρωπαϊκό σχέδιο. Με την πρόσφατη εγκατάσταση μιας ευρωσκεπτικιστικής κυβέρνησης στην Ιταλία, τουλάχιστον πέντε κυβερνήσεις της ΕΕ (σε Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιταλία, Πολωνία και Ηνωμένο Βασίλειο) είναι τώρα ομολογημένα αντιτιθέμενες κατά των Βρυξελλών. Σε ολόκληρη την ΕΕ, οι λαϊκιστές αποκτούν πολιτική δύναμη εν μέρει με το μήνυμα ότι οι Βρυξέλλες είναι υπεύθυνες για τα προβλήματά τους. Οι ψηφοφόροι στον νότο κατηγορούν την ευρωπαϊκή νομισματική πολιτική για μια δεκαετία λιτότητας και αναιμικής ανάπτυξης˙ οι ψηφοφόροι στα ανατολικά κατηγορούν τις ευρωπαϊκές πολιτικές μετανάστευσης ότι απειλούν την ταυτότητα και την ανεξαρτησία τους. Και, φυσικά, υπάρχει το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο προσπαθεί να βγει από την ΕΕ εντελώς. Όλα αυτά απειλούν να καταστήσουν την ΕΕ ακυβέρνητη, ιδίως εάν οι εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τον επόμενο χρόνο αποδώσουν αυτό που ο Mark Leonard χαρακτήρισε «ένα αυτο-μισούμενο κοινοβούλιο» [8] -δηλαδή ένα κοινοβούλιο του οποίου η πλειοψηφία επιθυμεί να εξασφαλίσει την κατάργησή του.

Οι υποστηρικτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν εγκαταλείψει τον αγώνα. Η Γαλλία και η Γερμανία βρίσκονται στο επίκεντρο μιας ευρείας και φιλόδοξης προσπάθειας να αναζωογονήσουν το ευρωπαϊκό σχέδιο [9] και να δείξουν την αξία του στους ψηφοφόρους. Επιδιώκουν να δρομολογήσουν νέες ευρωπαϊκές αμυντικές πρωτοβουλίες για να καταδείξουν ότι η Ευρώπη μπορεί να προστατεύσει τους πολίτες της και να διαχειριστεί τη μετανάστευση. Επιδιώκουν τη μεταρρύθμιση της διακυβέρνησης της ευρωζώνης για να καταστήσουν το ευρώ πιο ικανό να προωθήσει την ευημερία και την σταθερότητα. Και αναζητούν μια φόρμουλα για να συγκρατήσουν τις πιο αντι-φιλελεύθερες τάσεις των κυβερνήσεων της ΕΕ για να δείξουν ότι η ΕΕ παραμένει προσηλωμένη στην δημοκρατία και στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Όλες αυτές οι πρωτοβουλίες αντιμετωπίζουν σημαντικά εσωτερικά εμπόδια και η μοίρα τους δεν είναι καθόλου βέβαιη. Οι [Ευρωπαίοι] υπέρ της εναρμόνισης [10], υπό κανονικές συνθήκες θα είχαν την υποστήριξη των ΗΠΑ, τουλάχιστον στο παρασκήνιο. Όμως, στην διοίκηση του Trump δύσκολα τους παρατηρούν καν. Έτσι, ακόμα και καθώς η ΕΕ αγωνίζεται να διατηρήσει την συνοχή της, η διοίκηση Trump, σύμφωνα με το Reuters, αποστέλλει διπλωμάτες στα πιο απείθαρχα μέλη της ΕΕ στα ανατολικά για να διασπάσει την ευρωπαϊκή ενότητα σχετικά με την πυρηνική συμφωνία του Ιράν. Η κυβέρνηση Trump έχει ήδη αποσπάσει την Ρουμανία και την Τσεχική Δημοκρατία από την ευρωπαϊκή συναίνεση, η οποία αντιτάχθηκε στην απόφαση του Trump να μεταφέρει την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, υποτίθεται ως αντάλλαγμα για διαβεβαιώσεις περί αμερικανικής υποστήριξης στους αγώνες των χωρών αυτών κατά των Βρυξελλών.

Οι λαϊκιστές στην Ευρώπη τώρα φαίνεται να καταλαβαίνουν ότι, αν και δεν θα πάρουν αμερικανική υποστήριξη μόνο για να ενεργούν σαν Ευρωπαίοι Τραμπ, μπορούν να λάβουν υποστήριξη στην εσωτερική τους πάλη αν δελεάσουν τις προτεραιότητες των ΗΠΑ. Ο νέος Ιταλός πρωθυπουργός, ο Giuseppe Conte [11], για παράδειγμα, ήταν ο μόνος ηγέτης στην συνάντηση του G-7 στον Καναδά που υποστήριξε την έκκληση του Trump να συμπεριλάβει την Ρωσία, και ανταμείφθηκε με ένα tweet του Τραμπ που εξυμνούσε την εκλογή του και τον προσκαλούσε στον Λευκό Οίκο.

Φυσικά, προηγούμενες διοικήσεις των ΗΠΑ υπέπεσαν μερικές φορές στον πειρασμό να προσπαθήσουν να διχάσουν την Ευρώπη όταν τις βόλευε. Αλλά αξιολογούσαν επίσης την ευρωπαϊκή ενότητα και τελικά επιδίωκαν να περιορίσουν τις ζημιές που έκαναν στην συνολική διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αφότου ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους [ο νεότερος] δίχασε επιτυχώς την Ευρώπη για το Ιράκ το 2003, ξεκίνησε την δεύτερη θητεία του με μια συμβολική επίσκεψη στην έδρα της ΕΕ στις Βρυξέλλες για να στείλει το μήνυμα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να στέκονται πίσω από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Αντιθέτως, η αδιάφορη στάση της διοίκησης του Trump για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και η εχθρότητά της στην εμπορική πολιτική της ΕΕ, δίνουν ελπίδα στους λαϊκιστές σε όλη την Ευρώπη ότι μπορούν και θα έχουν την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών ακόμη και σε αγώνες που απειλούν την ακεραιότητα της ΕΕ. Είναι αυτή η τοξική αλληλεπίδραση μεταξύ της στρατηγικής αδιαφορίας της διοίκησης Trump προς την Ευρώπη και της προσπάθειας των λαϊκιστών να υπονομεύσουν την ΕΕ, η οποία απειλεί το πιο διαρκές στρατηγικό επίτευγμα των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη.

Copyright © 2018 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.