Μην ακολουθείτε τα χρήματα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μην ακολουθείτε τα χρήματα

Το πρόβλημα με τον πόλεμο κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας*

Στις πρώτες μέρες του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», πριν οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκινήσουν αεροπορικές επιθέσεις εναντίον των Ταλιμπάν ή επιδρομές των Ειδικών Δυνάμεων στα στρατόπεδα του Οσάμα Μπιν Λάντεν, ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους υπέγραψε την Εκτελεστική Εντολή 13224 [2]. Το προεδρικό διάταγμα, το οποίο χρονολογείται από τις 23 Σεπτεμβρίου 2001, στόχευσε τα χρήματα της Αλ Κάιντα με το να «απαγορεύσει τις συναλλαγές» με ύποπτους ως τρομοκράτες. «Τα χρήματα είναι η γραμμή ζωής των τρομοκρατικών επιχειρήσεων», δήλωσε ο Μπους εκείνη την εποχή [3]. «Ζητάμε από τον κόσμο να σταματήσει τις πληρωμές». Πέντε ημέρες αργότερα, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ακολούθησε το παράδειγμα, καλώντας τα κράτη να «προλάβουν και να καταστείλουν την χρηματοδότηση» της τρομοκρατίας στο πρώτο ουσιαστικό ψήφισμα μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.

27072018-2.jpg

Ένας μαχητής του ISIS φρουρεί σε ένα σημείο ελέγχου στην Μοσούλη του Ιράκ, τον Ιούνιο του 2014. STRINGER / REUTERS
---------------------------------------------------------------------------------

Πάνω από 15 χρόνια αργότερα, ο πόλεμος κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας απέτυχε [4]. Σήμερα, υπάρχουν περισσότερες τρομοκρατικές οργανώσεις, με περισσότερα χρήματα από ποτέ άλλοτε. Το 2015, για παράδειγμα, το αυτοανακηρυγμένο Ισλαμικό Κράτος (γνωστό και ως ISIS) είχε προϋπολογισμό μέχρι 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με μελέτη του King's College London και της λογιστικής εταιρείας Ernst & Young, καθιστάμενο η πλουσιότερη τρομοκρατική ομάδα στον κόσμο. Την ίδια χρονιά, το συνολικό ποσό όλων των παγωμένων τρομοκρατικών περιουσιακών στοιχείων ανήλθε σε λιγότερο από 60 εκατομμύρια δολάρια. Μόνο τρεις χώρες -Ισραήλ, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένες Πολιτείες- είχαν κατασχέσει πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια.

Με γνώμονα το συμπέρασμα ότι η τρομοκρατία κοστίζει χρήματα, οι κυβερνήσεις προσπάθησαν επί σειρά ετών να περιορίσουν την πρόσβαση των τρομοκρατών [5] στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Έχουν εισαγάγει μαύρες λίστες, πάγωσαν περιουσιακά στοιχεία και επέβαλαν αμέτρητους κανονισμούς που αποσκοπούν στην πρόληψη της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κοστίζοντας δισεκατομμύρια δολάρια στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.

Αυτή η προσέγγιση πιθανώς έχει αποτρέψει τους τρομοκράτες από την χρήση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι έχει ποτέ αποτρέψει μια τρομοκρατική εκστρατεία. Οι περισσότερες επιθέσεις απαιτούν πολύ λίγα χρήματα και οι τρομοκράτες τείνουν να χρησιμοποιούν ένα ευρύ φάσμα μεθόδων μεταφοράς χρημάτων και συγκέντρωσης κεφαλαίων, πολλές από τις οποίες αποφεύγουν το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αντί να συνεχίσουν να ψάχνουν ψύλλους στ’ άχυρα, οι κυβερνήσεις πρέπει να αναθεωρήσουν την προσέγγισή τους για την αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, μετατοπίζοντας την εστίασή τους μακριά από τον χρηματοπιστωτικό τομέα και υιοθετώντας μια ευρύτερη στρατηγική που περιλαμβάνει επιλογές διπλωματικές, στρατιωτικές και επιβολής του νόμου. Διαφορετικά, θα χάνουν χρόνο και χρήμα σε μια στρατηγική που δεν μπορεί να προσφέρει ασφάλεια για πολλά ακόμη χρόνια.

ΧΡΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ

Ένα μήνα αφότου τρομοκράτες σκότωσαν 130 άτομα στο Παρίσι [6] στις 13 Νοεμβρίου 2015, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ φιλοξένησε μια ειδική σύνοδο για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. «Απέναντι σε μια τέτοια αδιάκριτη βαρβαρότητα», δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Michel Sapin, «έχουμε όλοι καθήκον να δράσουμε». Περιέγραψε τις βασικές πηγές χρηματοδότησης του ISIS: «Εμπορία πετρελαίου, αρχαιοτήτων και έργων τέχνης, απαγωγές και λύτρα, εκβιασμοί και εμπορία ανθρώπων». Ωστόσο, αντί να εξηγήσει το πώς η διεθνής κοινότητα θα μπορούσε να σταματήσει το λαθρεμπόριο πετρελαίου ή να εμποδίσει τις απαγωγές, έκανε έκκληση για δέσμευση χρηματικών περιουσιακών στοιχείων, περισσότερο έλεγχο από τις τράπεζες, καλύτερη χρηματοοικονομική πληροφόρηση και αυστηρότερη ρύθμιση των ψηφιακών νομισμάτων.

Η ομιλία του Sapin δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστη. Ακόμη και αν οι κυβερνήσεις κατανοήσουν τις πολλές και ποικίλες πηγές χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, σχεδόν πάντοτε στρέφονται στο χρηματοπιστωτικό σύστημα για να κάνουν καταστολή εκεί. Η προφανής εξήγηση είναι ότι στις περισσότερες χώρες, η ευθύνη για την κατάπνιξη των πόρων των τρομοκρατών βρίσκεται στα Υπουργεία Οικονομικών, τα οποία είναι αποσυνδεδεμένα από τις ευρύτερες στρατηγικές για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Ως αποτέλεσμα, οι κυβερνήσεις ανταποκρίνονται συνήθως στις επιθέσεις, ενισχύοντας τις διαδικασίες εμπεριστατωμένου ελέγχου (due diligence), απαιτώντας από τις τράπεζες να δεσμεύουν περισσότερα περιουσιακά στοιχεία και ενισχύοντας περαιτέρω την ομάδα δράσης Financial Action Task Force (FATF), ένα διακυβερνητικό όργανο που παρακολουθεί τα διεθνή πρότυπα για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Σε μια ξεκάθαρη δήλωση, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Jacob Lew, μιλώντας στην ίδια σύνοδο του Συμβουλίου Ασφαλείας, δήλωσε ότι ο στόχος δεν ήταν να στερηθούν οι τρομοκράτες τα χρήματά τους αλλά «να προστατευθεί το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα».

Αυτή η προσέγγιση απέτυχε για δύο λόγους. Πρώτον, τα χρήματα των τρομοκρατών είναι δύσκολο να βρεθούν. Ο ηγέτης της Αλ Κάιντα, Ayman al-Zawahiri, και ο αυτοαποκαλούμενος χαλίφης του ISIS, Abu Bakr al-Baghdadi, ασφαλώς δεν έχουν τραπεζικούς λογαριασμούς με τα ονόματά τους, ενώ τα μέλη με χαμηλότερη κατάταξη και οι μεσάζοντες τείνουν να μην χαρακτηρίζονται επισήμως ως τρομοκράτες από κυβερνήσεις ή διεθνείς οργανισμούς όπως ο ΟΗΕ. Χωρίς τα ονόματα ή την ταυτότητα των τρομοκρατών ή των χρηματοδοτών τους, οι τράπεζες αγωνίζονται να απαλλαγούν από ύποπτες συναλλαγές. Εάν οι τράπεζες έπρεπε να διερευνήσουν κάθε κίνηση χρήματος για την οποία δεν μπορούσαν να δουν αμέσως ένα νόμιμο οικονομικό σκεπτικό, θα έπρεπε να ελέγχουν καθημερινά δεκάδες εκατομμύρια συναλλαγές. Δεδομένου ότι οι τρομοκρατικές ενέργειες είναι φθηνές -καμία από τις πρόσφατες επιθέσεις στην Ευρώπη δεν κοστίζει περισσότερα από 30.000 δολάρια- θα πρέπει να διενεργήσουν εμπεριστατωμένες έρευνες για τις συνθήκες πίσω από εκατομμύρια συναλλαγές κάτω των 1.000 δολαρίων. Όσο οι κυβερνήσεις δεν επιθυμούν να μοιραστούν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τους ύποπτους και τις ύποπτες οντότητες με τις τράπεζες, η έκκληση προς τον χρηματοπιστωτικό τομέα να καταστείλει την χρηματοδότηση της τρομοκρατίας δεν εξυπηρετεί τίποτα περισσότερο από την πολιτική ρητορική.

Δεύτερον, μεγάλα ποσά των ταμείων των τρομοκρατών δεν εισέρχονται ποτέ στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Σε χώρες όπως το Αφγανιστάν, το Ιράκ, η Σομαλία, η Συρία και η Υεμένη, όπου η al-Qaeda και το ISIS έχουν τα οχυρά τους, μόνο ένα μικροσκοπικό ποσοστό του πληθυσμού κατέχει τραπεζικούς λογαριασμούς. Ακόμη και μεγάλες και νόμιμες συναλλαγές πραγματοποιούνται σε μετρητά, πράγμα που σημαίνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αλληλεπιδρούν ποτέ με το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ως αποτέλεσμα, λίγες από τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές τρομοκρατικών ομάδων εμφανίζονται σε τραπεζικούς λογαριασμούς.

Στην πραγματικότητα, όχι μόνο έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική η εστίαση στον χρηματοπιστωτικό τομέα˙ έχει επίσης βλάψει αθώους ανθρώπους και επιχειρήσεις. Για να αντιμετωπιστούν οι απαιτήσεις των πολιτικών, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν «απο-ρισκάρει» τα χαρτοφυλάκιά τους, απορρίπτοντας επενδύσεις και πελάτες που μπορεί να συνδέονται με την χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Χωρίς πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένα άτομα και οντότητες, οι τράπεζες βασίστηκαν σε βάσεις δεδομένων ανοιχτού κώδικα για το δικό τους due diligence. Αλλά αυτές οι βάσεις δεδομένων περιέχουν ανακριβείς και ξεπερασμένες καταχωρήσεις. Η αποφυγή του ρίσκου, εξάλλου, είχε ως αποτέλεσμα τον de facto αποκλεισμό ολόκληρων χωρών, κυρίως φτωχών, όπως το Αφγανιστάν και η Σομαλία, από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Οι τραπεζικοί λογαριασμοί των προσφύγων, των φιλανθρωπικών οργανώσεων που λειτουργούν σε περιοχές που έχουν καταστραφεί από τον εμφύλιο πόλεμο και ακόμη και των Δυτικών πολιτών με οικογενειακούς δεσμούς με τις λεγόμενες «χώρες κινδύνου», έχουν κλείσει. Στην πραγματικότητα, καμία Δυτική τράπεζα δεν προσφέρει τώρα μεταβιβάσεις μετρητών, για παράδειγμα, στην Σομαλία, αν και το 40% του πληθυσμού εξαρτάται από εμβάσματα από το εξωτερικό. Όταν η τελευταία τράπεζα των ΗΠΑ προσφέρει τέτοιες πληρωμές τερμάτισε την υπηρεσία της στις αρχές του 2015, οι Σομαλο-αμερικανοί ξεκίνησαν μια καμπάνια στο Twitter χρησιμοποιώντας το hashtag #IfundFoodNotTerror.

Εκτός από την αναστάτωση των ζωών αμέτρητων ανθρώπων και την υπονόμευση του έργου των νόμιμων φιλανθρωπικών οργανώσεων, η αποφυγή του ρίσκου πυροδότησε μια έκρηξη στις ανεπίσημες -και μη ρυθμιζόμενες- χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Αντί να χρησιμοποιούν τις Δυτικές τράπεζες, οι μετανάστες στην Δύση βασίζονται όλο και περισσότερο σε ανεπίσημα συστήματα μεταφοράς χρημάτων, γνωστά ως δίκτυα hawala στον μουσουλμανικό κόσμο, για να στείλουν τα εμβάσματα στην πατρίδα τους. Σε αντίθεση με τις τράπεζες, τα δίκτυα αυτά εξαρτώνται από την εμπιστοσύνη, απαιτούν ελάχιστη ταυτοποίηση, δεν διατηρούν συστηματικά ή συγκεντρωτικά αρχεία και βρίσκονται εκτός των αρμοδιοτήτων των κυβερνητικών ρυθμιστικών Αρχών. Με άλλα λόγια, η απομάκρυνση των τρομοκρατών από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα έχει διευκολύνει ακούσια την μεταφορά χρημάτων σε ολόκληρο τον κόσμο.

27072018-3.jpg

Τα αποτελέσματα της επίθεσης στο Bataclan, στο Παρίσι, τον Νοέμβριο του 2015. PHILLIPE WOJAZER / REUTERS
-----------------------------------------------------

ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ ΧΡΗΜΑΤΩΝ

Αλλά τα προβλήματα με την τρέχουσα στρατηγική είναι βαθύτερα: Η ίδια η ιδέα της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι λανθασμένη. Υπονοεί ότι υπάρχει μια σειρά οικονομικών μεθόδων που χρησιμοποιούν όλες οι τρομοκρατικές ομάδες. Τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Η έννοια της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας καθορίζεται από τον σκοπό της, γεγονός που καθιστά δύσκολη την γενίκευση των πηγών και των μεθόδων της. Διαφορετικές ομάδες χρηματοδοτούν τις δραστηριότητές τους με διαφορετικούς τρόπους, ενώ για τα διακρατικά δίκτυα όπως η Αλ Κάιντα οι μέθοδοι μπορεί να διαφέρουν ακόμη και από τόπο σε τόπο. Δείτε την υποτιθέμενη εμπλοκή της ανατολικο-αφρικανικής τζιχαντιστικής ομάδας al Shabab [7] στο εμπόριο ελεφαντόδοντου. Όταν αυτό δημοσιοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2013, δημοσιογράφοι και ειδικοί έσπευσαν να προσθέσουν την λαθροθηρία της άγριας ζωής στον κατάλογο των μεθόδων χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και πολιτικοί, όπως η πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χίλαρι Κλίντον, άρχισαν να ζητούν δράση κατά του εμπορίου ελεφαντόδοντου ως μέρος του παγκόσμιου πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε κίνδυνος το ISIS να ξεκινήσει την λαθροθηρία ελεφάντων στο Ιράκ και την Συρία και θα έπρεπε να ήταν σαφές ότι η καταπολέμηση του εμπορίου ελεφαντόδοντου εκτός των περιοχών επιρροής της al Shabab θα έκανε λίγα για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.

Τρεις παράγοντες καθορίζουν το πώς οι τρομοκρατικές ομάδες χρηματοδοτούν τις δραστηριότητές τους. Ο πρώτος είναι το επίπεδο υποστήριξης των ομάδων. Αν και λίγοι διαφωνούν ότι η Αλ Κάιντα και το ISIS είναι τρομοκρατικές οργανώσεις, οι περισσότερες άλλες ομάδες χαρακτηρίζονται ως τρομοκρατικές από ορισμένες κυβερνήσεις, αλλά όχι από άλλες -όπως λέει και η παροιμία, ο τρομοκράτης για κάποιον είναι μαχητής της ελευθερίας για κάποιον άλλο. Για παράδειγμα, η Χαμάς και η Χεζμπολάχ θεωρούνται τρομοκρατικές οργανώσεις από την Δύση, αλλά επιχειρούν περισσότερο ή λιγότερο ανοιχτά σε πολλές αραβικές χώρες. Και όταν οι ομάδες εμπλέκονται σε εμφύλιους πολέμους όπου όλες οι πλευρές κατηγορούνται ότι διαπράττουν φρικαλεότητες, συχνά μπορούν να βασίζονται σε εθελοντικές συνεισφορές από τους ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν, σε οικονομική υποστήριξη από συμπαθητικές φιλανθρωπικές οργανώσεις και διασπορές, ακόμη και σε κρατική χορηγία. Η χρηματοοικονομική ρύθμιση δεν μπορεί να εξαλείψει καμία από αυτές τις πηγές χρηματοδότησης -μπορεί να υπάρξει μόνο διαρκής πολιτική πίεση, κυρώσεις ή λύσεις μετά από διαπραγμάτευση.

Ένας δεύτερος παράγοντας που καθορίζει τις μεθόδους συγκέντρωσης κεφαλαίων από τρομοκρατικές ομάδες είναι ο βαθμός στον οποίο μπορούν να αξιοποιούν παράνομες οικονομίες. Οι τρομοκράτες συχνά επωφελούνται από το λαθρεμπόριο αρχαιοτήτων, πετρελαίου, τσιγάρων, πλαστών προϊόντων, διαμαντιών ή, πράγματι, ελεφαντόδοντου. Συνήθως εκμεταλλεύονται υπάρχοντα δίκτυα και συχνά συνεργάζονται με εγκληματίες. Η παραγωγή ηρωίνης στο Αφγανιστάν χρονολογείται από την δεκαετία του 1970, πολύ πριν από την άφιξη των Ταλιμπάν στην σκηνή. Η λαθροθηρία της άγριας ζωής στην Ανατολική Αφρική δεν ξεκίνησε με την γέννηση της al Shabab, ούτε θα τελειώσει με την κατάρρευση της οργάνωσης. Και οι διαδρομές λαθρεμπορίου στο Ιράκ και την Συρία, που υπάρχουν εδώ και δεκαετίες, είναι βέβαιο ότι θα επιζήσουν και μετά το ISIS. Ως αποτέλεσμα, τα αγαθά τα οποία εκμεταλλεύτηκαν οι τρομοκρατικές ομάδες -πετρέλαιο στο Ιράκ, τσιγάρα στο Σαχέλ ή διαμάντια στην Δυτική Αφρική- αντικατοπτρίζουν απλώς την παράνομη οικονομία της μιας ή της άλλης περιοχής. Επομένως, για να αντιμετωπιστεί η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οι κυβερνήσεις πρέπει να αντιμετωπίσουν τις υποκείμενες οικονομικές δομές αυτών των περιοχών ή, τουλάχιστον, να σπάσουν τις συνδέσεις αυτών των δομών με την τρομοκρατία. Η προώθηση της ανάπτυξης, η βελτίωση της διακυβέρνησης και η καταπολέμηση της διαφθοράς θα διαδραματίσουν πολύ σημαντικότερο ρόλο από την απώθηση των τρομοκρατών από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Ο τρίτος παράγοντας που διαμορφώνει τους τρόπους με τους οποίους οι τρομοκράτες χρηματοδοτούν τις δραστηριότητές τους είναι η ικανότητά τους να έχουν πρόσβαση σε νόμιμες πηγές χρημάτων. Οι αμερικανικές Αρχές γνώριζαν αρχικά τον Μπιν Λάντεν ως χρηματοδότη της τρομοκρατίας, όμως οι πηγές του πλούτου του -τα οικογενειακά του χρήματα και οι κατασκευαστικές και γεωργικές επιχειρήσεις που κατείχε- ήταν εξ ολοκλήρου νόμιμες. Ομοίως, ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός (ΙΡΑ) δημιούργησε πολλές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων υπηρεσιών ταξί και ξενοδοχείων, που είχαν καταγραφεί σωστά και πλήρωναν τους φόρους τους, αλλά η οργάνωση διέθετε τα έσοδα στον ένοπλο αγώνα της. Επειδή οι τρομοκράτες μπορούν να αντλήσουν από νόμιμες πηγές εισοδήματος, το κλείσιμο της κάνουλας είναι δυσκολότερο από την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή του οργανωμένου εγκλήματος.

27072018-4.jpg

Ένας μαχητής της al-Shabab στέκεται στον τόπο των δημοσίων εκτελέσεων όπου εκτελέστηκε ένας άνδρας από την οργάνωση, στην πόλη Bula Marer, στην Σομαλία, τον Δεκέμβριο του 2008. ISMAIL TAXTA / REUTERS
-----------------------------------------------------------

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΧΡΗΜΑΤΑ, ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Όσο κι αν είναι σημαντικές οι μέθοδοι συγκέντρωσης χρημάτων από τρομοκράτες, ωστόσο, μόνο ένα πράγμα μπορεί πραγματικά να φέρει επανάσταση στα οικονομικά μιας τρομοκρατικής ομάδας: Η κατάληψη εδάφους. Μέχρι το 2013, το ISIS έκανε τα περισσότερα από τα χρήματά του πουλώντας προστασία, από την παράνομη οικονομία του Ιράκ και, σε πολύ μικρότερο βαθμό, από ξένες δωρεές. Ωστόσο, το 2013 και το 2014, η ομάδα κατέλαβε τεράστιες εκτάσεις εδάφους στην ανατολική Συρία και στο βόρειο Ιράκ. Μέχρι τα μέσα του 2014, όταν το ISIS ανακήρυξε το χαλιφάτο του, περίπου έξι έως οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν υπό την διακυβέρνησή του.

Τα οικονομικά της οργάνωσης εκτοξεύθηκαν. Το 2014, σύμφωνα με τη μελέτη του King's College London και της Ernst & Young, ο προϋπολογισμός της έφθασε τα 1,9 δισ. δολάρια, από λιγότερο από 500 εκατ. δολάρια το προηγούμενο έτος, από τα οποία το 90% προέκυψε από το πρόσφατα αποκτηθέν έδαφος. Καθώς κατέλαβε έδαφος, το ISIS λεηλατούσε τράπεζες και καταστήματα και κατάσχεσε την περιουσία των μειονοτήτων και των ανθρώπων που είχαν φύγει. Από μόνη της η κατάληψη της Μοσούλης, της εμπορικής πρωτεύουσας του χαλιφάτου, πιθανώς απέφερε 500 εκατομμύρια με 1 δισεκατομμύριο δολάρια –κάνοντας την λεηλασία την σημαντικότερη πηγή εσόδων της οργάνωσης.
Όπως και οι κυβερνήσεις του Ιράκ και της Συρίας, το ISIS εισπράττει φόρους, επιβάλλει τέλη και δασμούς στο εμπόριο˙ τα έσοδα της οργάνωσης το 2014 από τέτοια μέτρα ξεπέρασαν τα 300 εκατομμύρια δολάρια. Επιβάλλει επίσης πρόστιμα, συνήθως για ό, τι θεωρεί «μη ισλαμική» συμπεριφορά, και εκμεταλλεύεται τους φυσικούς πόρους, ιδίως τα κοιτάσματα πετρελαίου στην επαρχία Deir ez-Zor της ανατολικής Συρίας και σε εδάφη στο βόρειο Ιράκ που ελέγχονταν από τους Κούρδους. Παρόλο που το ISIS χρησιμοποιεί για εγχώρια κατανάλωση το μεγαλύτερο μέρος του πετρελαίου που κατάσχει, μεταφέρει και κάποιες ποσότητες σε γειτονικά εδάφη προς πώληση. Στο αποκορύφωμά της στα τέλη του 2014 και στις αρχές του 2015, η οργάνωση εισέπραττε μεταξύ 1 και 3 εκατομμυρίων δολαρίων την ημέρα από το πετρέλαιο.

Αλλά οι εδαφικές κατακτήσεις του ISIS έχουν έρθει με κάποιο τίμημα. Η οργάνωση έχει μετατραπεί σε οιονεί κράτος -με όλο το κόστος που συνεπάγεται. Από την ώρα που έχει τόσα πολλά εδάφη και ελέγχει τόσους πολλούς ανθρώπους, η οργάνωση πρέπει να διατηρεί μια γραφειοκρατία. Και πρέπει να δημιουργήσει την ουτοπία που έχει υποσχεθεί. Μη ούσα πλέον σε θέση να περιορίσει τα έξοδά της στην χρηματοδότηση μαχητών και την αγορά όπλων, η οργάνωση πρέπει να πληρώσει για σχολεία, νοσοκομεία και υποδομές και να απασχολήσει δικαστές, δασκάλους και καθαριστές δρόμων. Καθώς το ISIS έχει γίνει περισσότερο σαν το κράτος που ισχυρίστηκε ότι είναι, τα πρόσθετα έσοδά του έχουν αντιστοιχιστεί με νέα έξοδα.

Για τις διεθνείς ρυθμιστικές Αρχές, η άνοδος του ISIS παρουσίασε μια πρόκληση, επειδή καμία από τις κυριότερες πηγές εισοδήματος του ομίλου δεν μπορεί εύκολα να παρεμποδιστεί με οικονομικά μέσα όπως η τοποθέτηση ατόμων σε μαύρη λίστα ή η κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών. Σε ένα σημαντικό έγγραφο πολιτικής που δημοσιεύθηκε στις αρχές του 2016, η FATF αναγνώρισε ότι «η στρατηγική του ISIS ήταν να βασίζεται σε κεφάλαια που παράγονται στο έδαφος που ελέγχει». Ωστόσο, όλες οι προτάσεις του εγγράφου εστιάστηκαν στην παρεμπόδιση της ομάδας από το «να εκμεταλλευτεί τον επίσημο χρηματοπιστωτικό τομέα». Δεδομένου ότι το ISIS δεν είχε ανάγκη να χρησιμοποιήσει το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι συστάσεις αυτές δεν είχαν νόημα.

Το ότι τα οικονομικά του ISIS παρά ταύτα μειώθηκαν -από περίπου 1,9 δισεκατομμύρια δολάρια το 2014 σε λιγότερο από 1 δισεκατομμύριο δολάρια το 2016- οφείλεται περισσότερο σε στρατιωτικές ενέργειες παρά σε δράσεις της FATF. Από τον Οκτώβριο του 2015, ο συνασπισμός υπό την ηγεσία των ΗΠΑ στόχευσε την πετρελαϊκή υποδομή της οργάνωσης, τα συστήματα μεταφοράς και τις αποθήκες μετρητών. Σύμφωνα με τα στοιχεία του συνασπισμού, μέχρι τον Νοέμβριο του 2016, το ISIS είχε χάσει το 62% της επικράτειάς του στο Ιράκ και το 30% της επικράτειάς του στην Συρία. Παράλληλα με την συρρίκνωση της φορολογικής βάσης, το ISIS έχασε τον έλεγχο σε πάνω από το 90% των πετρελαιοπηγών του. Με την παρεμπόδιση της εδαφικής επέκτασης του ομίλου, ο συνασπισμός εξάλειψε επίσης την ικανότητα του ISIS να επωφελείται από λεηλασίες. Η προκύπτουσα έλλειψη μετρητών όχι μόνο αποδυνάμωσε την στρατιωτική ισχύ του ISIS, αλλά και άμβλυνε την ιδεολογική του ελκυστικότητα.

ΦΘΗΝΕΣ ΣΥΓΚΙΝΗΣΕΙΣ

Ωστόσο, αυτές οι προσπάθειες δεν εμπόδισαν την ικανότητα οργανώσεων όπως το ISIS ή η Αλ Κάιντα να ξεκινήσουν ή να εμπνεύσουν τρομοκρατικές επιθέσεις στην Δύση. Οι τρομοκρατικές ενέργειες είναι φθηνές και, σύμφωνα με μια μελέτη του Νορβηγικού Οργανισμού για την Έρευνα στην Άμυνα (Norwegian Defense Research Establishment) [8], το 90% των τζιχαντιστικών κυττάρων στην Ευρώπη μεταξύ 1994 και 2013 ήταν «αυτοχρηματοδοτούμενα», συνήθως μέσω αποταμιεύσεων, πληρωμών της πρόνοιας, προσωπικών δανείων ή εσόδων από μικρο-εγκλήματα. Για παράδειγμα, οι τρομοκράτες που πραγματοποίησαν την επίθεση του Ιανουαρίου 2015 στο γαλλικό περιοδικό Charlie Hebdo ήταν εγκληματίες χαμηλού επιπέδου που είχαν συναντηθεί στην φυλακή και μοιράζονταν μεταξύ τους δώδεκα καταδίκες. Ένας από αυτούς, ο Σερίφ Κουασί, φέρεται να είχε λάβει περίπου 20.000 δολάρια από έναν ριζοσπάστη ιερέα στην Υεμένη επτά χρόνια νωρίτερα, αλλά ο Κουασί πιθανώς είχε δαπανήσει τα χρήματα μέχρι την στιγμή που αυτός και οι συνεργάτες του άρχισαν να σχεδιάζουν την επιχείρηση. Αντ’ αυτού, οι άνδρες χρηματοδότησαν την επίθεση παίρνοντας δόλια δάνεια, πουλώντας παπούτσια-«μαϊμού» και ασχολούμενοι με ναρκωτικά. Αυτά τα εγκλήματα παρήγαγαν πολύ περισσότερα χρήματα από ό, τι χρειάζονταν -μόνο τα δάνεια είχαν αξία περίπου 40.000 δολαρίων.

Η νορβηγική μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι πάνω από το 40% των τζιχαντιστικών τρομοκρατικών σχεδίων στην Ευρώπη μεταξύ 1994 και 2013 χρηματοδοτήθηκαν, τουλάχιστον εν μέρει, από το έγκλημα. Το ποσοστό αυτό πιθανώς έχει αυξηθεί, καθώς όλο και περισσότεροι εγκληματίες έχουν προσχωρήσει σε ομάδες όπως το ISIS. Και σύμφωνα με την Γερμανική Ομοσπονδιακή Αστυνομία, τα δύο τρίτα των 669 Γερμανών ξένων μαχητών για τους οποίους είχε πληροφορίες στα τέλη του 2015, είχαν φάκελο στην αστυνομία και το ένα τρίτο είχε ποινικές καταδίκες. Ο Alain Grignard, μέλος της Βελγικής Ομοσπονδιακής Αστυνομίας στις Βρυξέλλες, περιέγραψε το ISIS ως «ένα είδος σούπερ συμμορίας».

27072018-5.jpg

Ένας περαστικός βοηθά μια τραυματισμένη γυναίκα μετά την επίθεση στην γέφυρα Westminster, στο Λονδίνο, τον Μάρτιο του 2017. TOBY MELVILLE / REUTERS
--------------------------------------------------------------------------

Τα προσωπικά κεφάλαια αποτελούν μια άλλη σημαντική πηγή για ξένους μαχητές που ταξιδεύουν σε ζώνες συγκρούσεων όπως το Ιράκ και η Συρία. Η προσέγγιση της Συρίας μέσω της Τουρκίας, ένας δημοφιλής προορισμός διακοπών για πολλούς Ευρωπαίους, είναι φθηνή -στις περισσότερες περιπτώσεις, κοστίζει λιγότερο από 1.000 δολάρια για ένα αεροπορικό εισιτήριο και για το ταξίδι στο αεροδρόμιο. Για να πληρώσουν για το ταξίδι τους, πολλοί τζιχαντιστές έχουν χρησιμοποιήσει τις δικές τους αποταμιεύσεις και πληρωμές κοινωνικής πρόνοιας ή έχουν πάρει μικρά δάνεια˙ άλλοι έχουν δανειστεί χρήματα από φίλους ή από την οικογένειά τους. Σε μια περίπτωση, ένας νεαρός άνδρας στο Ηνωμένο Βασίλειο που ήλπιζε να φτάσει στην Συρία έπεισε τη μητέρα του ότι χρειαζόταν ένα νέο φορητό υπολογιστή˙ σε μια άλλη, στην Γερμανία, η δικαιολογία ήταν μια σχολική εκδρομή. Ακόμα και οι πιο εξελιγμένες μέθοδοι για την παρακολούθηση των χρημάτων μέσω του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν θα έπιαναν αυτές τις συναλλαγές.

Επιπλέον, σε αντίθεση με την Αλ Κάιντα, η οποία προσπάθησε να πείσει τους υποστηρικτές της να φτιάξουν ερασιτεχνικές βόμβες, το ISIS, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη τζιχαντιστική ομάδα, φαίνεται να καταλαβαίνει ότι η ενστάλλαξη τρόμου δεν απαιτεί ούτε εκρηκτικά ούτε εξελιγμένες δεξιότητες ούτε χρήματα. «Εάν μπορείτε να σκοτώσετε έναν άπιστο Αμερικανό ή Ευρωπαίο», δήλωσε ο εκπρόσωπος της οργάνωσης, Abu Muhammad al-Adnani (ο οποίος έχει σκοτωθεί έκτοτε) σε μια ομιλία του το 2014 προς Δυτικούς υποστηρικτές, «τότε βασιστείτε στον Αλλάχ και σκοτώστε τον με οποιονδήποτε μέσο ή τρόπο που μπορείτε: Σπάστε το κεφάλι του με βράχο ή σφαγιάστε τον με ένα μαχαίρι ή πατήστε τον με το αυτοκίνητό σας ή πετάξτε τον από ψηλά ή πνίξτε τον ή δηλητηριάστε τον».

Αυτές οι οδηγίες έχουν εμπνεύσει πολλές από τις πιο καταστροφικές επιθέσεις τα τελευταία χρόνια. Το καλοκαίρι του 2016, ένα 16χρονο αγόρι επιτέθηκε με τσεκούρι σε επιβάτες σε ένα επιβατηγό τρένο στη νότια Γερμανία, και στην Γαλλία, δύο άνδρες που εισήλθαν σε μια καθολική εκκλησία, αποκεφάλισαν έναν 85χρονο παπά με μαχαίρια. Οι τρομοκράτες έχουν επίσης χρησιμοποιήσει οχήματα, επιχειρώντας σε δύο περιπτώσεις το 2014 να οδηγήσουν τα αυτοκίνητα σε πλήθη στις γαλλικές χριστουγεννιάτικες αγορές. Τον Ιούλιο του 2016, ένα φορτηγό σκότωσε 86 άτομα κατά την διάρκεια των εορτασμών της ημέρας της Βαστίλης στη Νίκαια, και αργότερα το ίδιο έτος ένας τζιχαντιστής οδήγησε ένα φορτηγό σε μια χριστουγεννιάτικη αγορά στο Βερολίνο, σκοτώνοντας 12 άτομα. Και τον Μάρτιο του 2017 κοντά στο Κοινοβούλιο στο Λονδίνο, ένας εισβολέας οδήγησε το αυτοκίνητό του σε πλήθος και στην συνέχεια μαχαίρωσε έναν αστυνομικό. Καμία από αυτές τις επιθέσεις δεν κοστίζει περισσότερο από 300 δολάρια -το τίμημα της ενοικίασης του φορτηγού στη Νίκαια. Η πλειοψηφία τους δεν κοστίζει τίποτα.

ΜΗΝ ΤΟ ΠΑΣ ΣΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ

Περισσότερο από μιάμιση δεκαετία μέσα στον πόλεμο κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι φορείς χάραξης πολιτικής πρέπει να αναγνωρίσουν τα μειονεκτήματα της τρέχουσας προσέγγισής τους. Τα χρηματοπιστωτικά εργαλεία δεν μπορούν να σταματήσουν τους μοναχικούς επιτιθέμενους από το να οδηγήσουν αυτοκίνητα εναντίον του πλήθους, ούτε μπορούν να κάνουν πολλά όταν ομάδες όπως το ISIS κατέχουν έδαφος και κερδίζουν το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους μέσα σε αυτό. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να αναγνωρίσουν ότι ο πόλεμος κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όπως διεξήχθη από το 2001, ήταν συχνά δαπανηρός και αντιπαραγωγικός, βλάπτοντας τους αθώους ανθρώπους και τις επιχειρήσεις, χωρίς να περιορίζει σημαντικά την ικανότητα των τρομοκρατικών ομάδων να επιχειρούν. Εκτός κι αν οι κυβερνήσεις βρουν τρόπους να φέρουν μια επανάσταση στο τρόπο με τον οποίο ανταλλάσσουν πληροφορίες με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι περισσότερες από τις τρέχουσες διαδικασίες για τον εντοπισμό ύποπτων συναλλαγών θα εξακολουθήσουν να είναι κάτι παραπάνω από δαπανηρές γραφειοκρατικές ασκήσεις.

Αντ’ αυτού, οι κυβερνήσεις πρέπει να εντάξουν τις προσπάθειές τους για τον περιορισμό της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στις ευρύτερες στρατηγικές τους για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Αντί να αναθέτουν την αποστολή αυτή στα Υπουργεία Οικονομικών, τα οποία διαιωνίζουν την υπερβολική εστίαση στον τραπεζικό τομέα, οι κυβερνήσεις πρέπει να τις συμπεριλάβουν σε ευρύτερες πολιτικές, διπλωματικές και στρατιωτικές αποφάσεις. Μερικές φορές, οι δράσεις που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μπορεί να περιλαμβάνουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά σε άλλες περιπτώσεις, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τον στρατό και τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Τον Ιανουάριο του 2016, για παράδειγμα, ο αμερικανικός στρατός βομβάρδισε τις αποθήκες του ISIS, καταστρέφοντας δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε μια μέρα -περισσότερα από ό, τι ολόκληρο το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα είχε κατασχέσει από την ανάδυση του χαλιφάτου [μέχρι σήμερα].

Τέλος, οι μέθοδοι αντιμετώπισης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας θα πρέπει να προσαρμοστούν στην οργάνωση και στο θέατρο που στοχεύουν. Οι τρομοκρατικές ομάδες συγκεντρώνουν χρήματα με χιλιάδες διαφορετικούς τρόπους, αλλά οι κυβερνήσεις τείνουν να αντιδρούν με το ίδιο στενό σύνολο εργαλείων για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Το να καταπνιγεί η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας στις Βρυξέλλες θα πρέπει να φαίνεται πολύ διαφορετικό από το να γίνεται το ίδιο στην Raqqa. Στις Βρυξέλλες, μπορεί να συνεπάγεται την πάταξη των συμμοριών και των μικρών εγκλημάτων˙ στην Συρία, απαιτεί βομβαρδισμό εγκαταστάσεων πετρελαίου και αποθηκών που περιέχουν χρήματα. Αντί να ασκούν πιέσεις για ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, οι κυβερνήσεις πρέπει να ακολουθήσουν μια πιο ρεαλιστική και στοχοθετημένη προσέγγιση για να στερήσουν τους τρομοκράτες από τα χρήματά τους. Αφού ξοδεύτηκαν πάνω από 15 χρόνια και δισεκατομμύρια δολάρια σε μια στρατηγική που είχε ελάχιστα εμφανή αντίκτυπο, είναι καιρός για μια νέα προσέγγιση.

* Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στο τεύχος 49 (Δεκεμβρίου 2017 – Ιανουαρίου 2018) του Foreign Affairs The Hellenic Edition.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/2017-06-13/dont-follow-money

Σύνδεσμοι:
[1] https://twitter.com/PeterRNeumann
[2] https://www.state.gov/j/ct/rls/other/des/122570.htm
[3] http://www.nytimes.com/2001/09/25/world/nation-challenged-overview-bush-...
[4] http://www.economist.com/node/5053373
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/afghanistan/2016-09-07/dirty-mon...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/france/2015-11-17/frances-perpet...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/2015-12-03/gimme-some-sugar
[8] http://www.nupi.no/en/About-NUPI/Projects-centres-and-programmes/Consort...

Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc. 
All rights reserved.

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition