Η μετα-αμερικανική παγκόσμια οικονομία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η μετα-αμερικανική παγκόσμια οικονομία

Η παγκοσμιοποίηση στην εποχή του Trump

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες έθεσαν ως στόχο την οικοδόμηση μιας παγκόσμιας οικονομικής τάξης βασισμένης σε κανόνες [2]. Στο επίκεντρο αυτής της τάξης, έθεσαν τις φιλελεύθερες αξίες του ελεύθερου εμπορίου και του κράτους δικαίου. Κατά τις επόμενες επτά δεκαετίες, η τάξη, υποστηριζόμενη από την δύναμη των ΗΠΑ και ενισχυμένη από την αυξανόμενη νομιμοποίησή της σε άλλες χώρες, εμπόδισε τις περισσότερες οικονομικές διαμάχες να κλιμακωθούν σε αμοιβαία καταστροφικούς εμπορικούς πολέμους, πόσω μάλλον σε στρατιωτικές συγκρούσεις. Αυτό επέτρεψε ακόμη και στις μικρότερες και φτωχότερες χώρες να αναπτύξουν το κοινωνικό και οικονομικό τους δυναμικό χωρίς να χρειάζεται να ανησυχούν για το να γίνουν βορά ισχυρότερων γειτόνων. Απαλείφοντας μεγάλο μέρος του φόβου από την παγκόσμια οικονομία, η υπό την ηγεσία των ΗΠΑ τάξη επέτρεψε στις αποφάσεις της αγοράς να καθοδηγούνται από τις επιχειρήσεις και όχι από τον εκφοβισμό.

17082018-3.jpg

Απολαύστε το όσο υπάρχει: Στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, Δεκέμβριος 2017. ANDREW KELLY / REUTERS
---------------------------------------------------------------

Σήμερα, η τάξη αυτή απειλείται [3]. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, απέρριψε την ιδέα ότι όλες οι οικονομίες του κόσμου ωφελούνται όταν παίζουν σύμφωνα με τους κανόνες. Αντιθέτως, αποφάσισε ότι το να μπει «Πρώτα η Αμερική» σημαίνει απόσυρση από υποτιθέμενες κακές συμφωνίες, στις οποίες πιστεύει ότι βασίζεται το σύστημα. Μέχρι στιγμής, ο Trump δεν κατάφερε να ακολουθήσει τις πιο καταστροφικές ιδέες του. Αλλά η ζημιά έχει ήδη αρχίσει να φαίνεται. Η κυβέρνησή του έχει κάνει ζημιά στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, ενθάρρυνε την Κίνα και άλλα αυταρχικά καθεστώτα να στραφούν στους μικρότερους γείτονές τους για οικονομική αφοσίωση, περιέκοψε συμφωνίες για την φοροδιαφυγή και την κλιματική αλλαγή και ώθησε ακόμη και σημαντικούς συμμάχους των ΗΠΑ να διαπραγματευτούν συμφωνίες για ελεύθερες συναλλαγές και για διασυνοριακές επενδύσεις χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίσουν την υποχώρησή τους από την οικονομική ηγεσία, θα προκαλέσουν σοβαρό πόνο στον υπόλοιπο κόσμο -και στον εαυτό τους. Εκτός αν η διοίκηση του Trump επιλέξει να ξεκινήσει έναν ολομέτωπο εμπορικό πόλεμο, οι συνέπειες δεν θα έρθουν αμέσως. Ωστόσο, μια συνεχιζόμενη απόσυρση των ΗΠΑ θα καταστήσει αναπόφευκτα την οικονομική ανάπτυξη πιο αργή και λιγότερο σίγουρη. Η προκύπτουσα αταξία θα καταστήσει την οικονομική ευημερία των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο πιο ευάλωτη στην πολιτική αρπάγη και στην σύγκρουση απ’ όσο ήταν επί δεκαετίες.

ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΕΣ ΣΤΟ ΚΛΑΜΠ

Ένα από τα σπουδαία μαθήματα της οικονομικής ιστορίας είναι ότι ο εκφοβισμός είναι κακός για την ευημερία. Οι καλοί θεσμοί -το κράτος δικαίου, τα ξεκάθαρα δικαιώματα ιδιοκτησίας, τα σταθερά μέσα ανταλλαγής, η αποτελεσματική είσπραξη των φόρων, η παροχή δημόσιων αγαθών, οι έλεγχοι στην διαφθορά αξιωματούχων- είναι οι θεμελιώδεις προϋποθέσεις για σταθερή οικονομική ανάπτυξη. Τα οφέλη αυτών των θεσμών δεν θα πρέπει να υποτιμούνται. Δεν οδηγούν αναπόφευκτα στην ευημερία ή την δημοκρατική ελευθερία. Αλλά χωρίς αυτούς, η μακροπρόθεσμη αποταμίευση και οι επενδύσεις, που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της ανάπτυξης, δεν μπορούν να διατηρηθούν.

Η μεταπολεμική τάξη των ΗΠΑ επεκτείνει αυτά τα είδη θεσμών στην διεθνή οικονομική σφαίρα, τουλάχιστον εν μέρει. Ο καλύτερος τρόπος για να σκεφτεί κανείς την τάξη που βασίζεται σε κανόνες είναι ως μια λέσχη που προωθεί ένα κοινό σύνολο πεποιθήσεων τις οποίες τηρούν τα μέλη του: Η δυνατότητα εξαγωγών, εισαγωγών και επενδύσεων σε αγορές ανά τον κόσμο δεν πρέπει να καθορίζεται από την στρατιωτική ισχύ ή από συμμαχικές δομές˙ η οικονομική ανάπτυξη των άλλων χωρών πρέπει να καλωσορίζεται και όχι να αντιμετωπίζεται ως απειλή˙ τα δικαιώματα ιδιοκτησίας πρέπει να είναι ασφαλή από εισβολή, απαλλοτρίωση ή κλοπή˙ και οι τεχνικές γνώσεις πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερα, με την επιφύλαξη της επιβολής των δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας και των εμπορικών σημάτων. Μαζί, αυτές οι αξίες αποτελούν την βάση για διατηρήσιμες επενδύσεις και επιχειρηματικές σχέσεις, καθώς και για την αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών.

Το κλαμπ προσφέρει μερικές κοινές δομές, για τις οποίες εισπράττονται τέλη. Αυτές ξεκινούν με τους θεσμούς που ιδρύθηκαν κατά την διάσκεψη του Bretton Woods [4] το 1944 -το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), την Παγκόσμια Τράπεζα και αυτό που έγινε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ)- αλλά πηγαίνουν πολύ πέρα από αυτούς. Η τάξη διατηρεί κοινά συστήματα για τον διακανονισμό συναλλαγών, τη μετατροπή νομισμάτων, την τιμολόγηση ευρέως αποδεκτών μονάδων, και την εφαρμογή δασμών και τελωνειακών κανόνων. Καθιερώνει επίσης φόρουμ όπου οι ειδικοί μπορούν να συναντηθούν για να συζητήσουν εξειδικευμένα θέματα, και ομάδες που καθορίζουν διεθνή πρότυπα, όπως η ICANN (η Διαδικτυακή Εταιρεία Διανομής Ονομάτων και Αριθμών, Internet Corporation for Assigned Names and Numbers). Με κρίσιμο τρόπο, οι δομές του συλλόγου περιλαμβάνουν πλέον πλαίσια για την διευθέτηση διεθνών εμπορικών διαφορών.

Το κλαμπ περιλαμβάνει κάποια αμοιβαία ασφάλιση κατά ανθρωπογενών και φυσικών καταστροφών. Εν μέρει, αυτό λαμβάνει τη μορφή αναπτυξιακής βοήθειας και βοήθειας έκτακτης ανάγκης, η οποία ρέει δυσανάλογα προς τα φτωχότερα μέλη. Αλλά συνεπάγεται επίσης συνεργασία ενόψει οικονομικών κρίσεων ή οικονομικής ύφεσης, οι οποίες αμφότερες μπορούν να εξαπλωθούν εάν ολόκληρη η κοινότητα δεν συνεργαστεί για την επίλυση των προβλημάτων, ακόμα κι αν αρχικά επηρεάζουν μόνο ένα μέλος. Η ρευστότητα που παρέχεται από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης είναι απαραίτητη για τέτοιες οικονομικές πυροσβέσεις.

Η αναλογία του κλαμπ δεν είναι τέλεια. Αν και τα μέλη είναι κράτη-έθνη, υποκείμενα σε κάθε κράτος είναι εκατομμύρια άνθρωποι, νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Αυτά, και όχι οι κυβερνήτες των κρατών, είναι οι τελικοί ωφελημένοι της παγκόσμιας οικονομικής τάξης. Αυτό δίνει στην φιλελεύθερη τάξη το ηθικό της βάρος.

ΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ

Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά είναι κατά μεγάλο μέρος το αποτέλεσμα της ηγεσίας των ΗΠΑ. Αλλά αν οι Ηνωμένες Πολιτείες προεδρεύουν στο κλαμπ, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούν να εκδώσουν εντολές ή να απαιτήσουν πίστη. Η Ουάσινγκτον δεν μπορεί να αναγκάσει ένα κράτος να γίνει μέλος˙ μπορεί να κάνει την συμμετοχή περισσότερο ελκυστική από την παραμονή εκτός του κλαμπ. Ούτε μπορεί εύκολα να περιορίσει το τι κάνει μια κυβέρνηση-μέλος στην χώρα της ή σε περιοχές έξω από τις συμφωνημένες αξίες της τάξης, εκτός αν απευθύνει μια αξιόπιστη απειλή να απομακρύνει την χώρα έξω από το σύστημα. Αλλά εάν οι απειλές αυτές έρχονται πολύ συχνά ή φαίνονται υπερβολικά αυθαίρετες, τότε άλλα μέλη θα φοβούνται για την δική τους θέση και θα συνασπιστούν για να αντισταθούν στις πιέσεις των ΗΠΑ. Τέλος, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να εισπράττουν τέλη για το κλαμπ μόνο στον βαθμό που τα μέλη πιστεύουν ότι η ιδιότητα του μέλους αξίζει και ότι οι άλλοι πληρώνουν χονδρικά το δικό τους δίκαιο μερίδιο.

Αυτή η πραγματικότητα έρχεται σε αντίθεση με την διαδεδομένη αλλά λανθασμένη πεποίθηση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέχουν παγκόσμια δημόσια αγαθά, ενώ άλλοι είναι τζαμπατζήδες, πόσω μάλλον η άποψη του Trump ότι το παγκόσμιο σύστημα έχει εκλάβει τους Αμερικανούς ψηφοφόρους ως ανόητους. Στην πραγματικότητα, οι Ηνωμένες Πολιτείες προμηθεύουν από μόνες τους μόνο δύο βασικές πτυχές της οικονομικής τάξης. Πρώτον, η Ουάσινγκτον επεκτείνει μια ομπρέλα εγγυήσεων ασφάλειας και πυρηνικής αποτροπής πάνω από τους συμμάχους των ΗΠΑ. Δεύτερον, ο στρατός των ΗΠΑ διασφαλίζει την ελεύθερη πλοήγηση στις θάλασσες και τον εναέριο χώρο για το εμπόριο, υπό την επιφύλαξη ορισμένων διεθνών κανόνων που καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και τα δύο αυτά είναι κλασικά δημόσια αγαθά, δεδομένου ότι ένας δρων, οι Ηνωμένες Πολιτείες, τα παρέχουν και μπορούν να το κάνουν ουσιαστικά μόνες τους και κάθε χώρα ωφελείται, ανεξάρτητα από το αν συμβάλλει ή όχι.

Στην πραγματικότητα, όσον αφορά τα υπόλοιπα θεσμικά όργανα και τα οφέλη της τάξης, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν συχνά οι τζαμπατζήδες τα τελευταία χρόνια. Έχουν αποτύχει συχνά να καταβάλλουν εγκαίρως τα τέλη σε διεθνείς οργανισμούς, όπως κάνουν άλλοι. Έχουν ξοδέψει πολύ μικρότερο μερίδιο του ΑΕΠ τους σε βοήθεια από όσο άλλες πλούσιες χώρες. Δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν επαρκώς στην κλιματική αλλαγή, ακόμη και όταν άλλες χώρες έχουν αρχίσει να μετατοπίζονται προς μια πιο πράσινη ανάπτυξη. Έχουν συμπεριφερθεί ανεύθυνα με την υπερβολική απορρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τους συστήματος και της αγοράς ενυπόθηκων δανείων τους, παρά το γεγονός ότι πίεζαν άλλες χώρες να περιορίσουν την δική τους ανάπτυξη για λόγους σταθερότητας.

Αυτή η πραγματικότητα είναι το αντίθετο της ανησυχίας που εκφράστηκε από το σύνθημα του Trump «Πρώτα η Αμερική». Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εξαιρεθεί από πολλές ευθύνες, ακριβώς επειδή ηγούνται του συστήματος και άλλες χώρες τις θέλουν να συνεχίσουν να το κάνουν.

Μέχρι στιγμής, τα οφέλη της ηγεσίας των ΗΠΑ ήταν αρκετά μεγάλα ώστε άλλες χώρες να είναι πρόθυμες να αγνοήσουν ένα ορισμένο ποσό υποκρισίας. Αλλά σε κάποια στιγμή, εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες πάνε από το να είναι περιστασιακά τζαμπατζήδες μέχρι το να παραβιάσουν φανερά τους κανόνες, το ίδιο το σύστημα θα απειληθεί. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να θέλουν να ηγηθούν, και τα υπόλοιπα μέλη πρέπει να τις θέλουν να το κάνουν.

Έτσι, η ηγεσία των ΗΠΑ δεν είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα του σχετικού μεγέθους της αμερικανικής οικονομίας και του αμερικανικού στρατού. Τα τελευταία 70 χρόνια [η ηγεσία] εξακολουθεί να υφίσταται παρότι το μερίδιο της παγκόσμιας οικονομίας που καταλαμβάνει η οικονομία των ΗΠΑ έχει συρρικνωθεί από το 50% στο 25%. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν πρέπει να φοβούνται ότι η Κίνα ή η ΕΕ θα αντικαταστήσουν την Ουάσινγκτον ως παγκόσμιο οικονομικό ηγέτη καθώς οι οικονομίες τους ξεπερνούν εκείνες των Ηνωμένων Πολιτειών. Εφόσον η οικονομία των ΗΠΑ παραμείνει πολύ μεγάλη (που θα είναι) και στην τεχνολογική αιχμή (που πιθανώς θα είναι) και οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρήσουν την δέσμευσή τους σε παγκόσμια ελκυστικές αξίες, η χώρα θα είναι ικανή να παραμείνει ηγέτις.

Είναι ένας φόρος τιμής στην ελκυστικότητα της βασισμένης σε φιλελεύθερους κανόνες τάξης -και στην ικανότητα της Ουάσιγκτον να τοποθετηθεί ως μια επιλογή τουλάχιστον καλύτερη από την όποια άλλη εναλλακτική- ότι η ηγεσία των ΗΠΑ έχει διατηρήσει αυτή την γενναιόδωρη υποστήριξη.

17082018-4.jpg

Εργαζόμενοι στην γραμμή συναρμολόγησης στο εργοστάσιο της General Motors στο Guanajuato, στο Μεξικό, τον Νοέμβριο του 2008. HENRY ROMERO / REUTERS
---------------------------------------------------------------------

ΤΟ ΕΝΝΟΟΥΝ ΟΝΤΩΣ;

Η υποχώρηση της Ουάσινγκτον δεν θα στείλει αμέσως τον κόσμο σε ύφεση. Εκτός κι αν η διοίκηση Trump αποφασίσει να πραγματοποιήσει έναν πραγματικό εμπορικό πόλεμο με την Κίνα ή το Μεξικό, μπορεί να μην προκαλέσει καμία προφανή ζημιά στα επόμενα ένα-δυο έτη. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι ακόμη και οι μεγάλες οικονομικές πολιτικές χρειάζονται χρόνο για να επηρεάσουν τις οικονομίες στο σύνολό τους. Είναι επίσης επειδή η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται στη μέση μιας εξαιρετικά ευρείας και ισορροπημένης ανάκαμψης. Αυτό το εύρος καθιστά την τρέχουσα επέκταση την πιο ανθεκτική από οποιαδήποτε άλλη τουλάχιστον από την δεκαετία του ’80. Όλες οι «μηχανές» της παγκόσμιας οικονομίας λειτουργούν καλά, κυρίως χωρίς υπερβολική εξάρτηση από το χρέος είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα.

Άλλες χώρες ως επί το πλείστον υιοθετούν επίσης μια στάση περιμένω-και-βλέπω έναντι των απειλών του Trump προς το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Η Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας (National Security Strategy) της διοίκησης, η οποία δημοσιοποιήθηκε τον Δεκέμβριο, αμφισβητεί σχεδόν όλες τις θεμελιώδεις πτυχές του παγκόσμιου ρόλου των Ηνωμένων Πολιτειών και των αξιών που έχει διακηρύξει η χώρα τα τελευταία 70 χρόνια. Καταρρίπτει το τείχος μεταξύ των οικονομικών και της εθνικής ασφάλειας και δεσμεύει ρητά την αμερικανική κυβέρνηση στον διμερή εκφοβισμό, αντί να επιβάλλει τους -και να υπακούει στους- κανόνες. Προχωρώντας σε αυτό που αποκαλεί «ρεαλισμό με αρχές», η στρατηγική υπόσχεται να «παγιώσει όλα τα στοιχεία της εθνικής ισχύος της Αμερικής -πολιτική, οικονομική και στρατιωτική». Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα «επιδιώξουν διμερείς εμπορικές συμφωνίες» παρά ευρείες συμφωνίες, μια συνταγή οικονομικής επιβολής παρά συνεργασίας.

Κάποιος σκεπτικισμός σχετικά με την πορεία της διοίκησης Τραμπ είναι δικαιολογημένος, καθώς οι προηγούμενες διοικήσεις σπάνια ακολουθούσαν με συνέπεια οποιαδήποτε διακηρυγμένη στρατηγική. Επιπλέον, ακόμη και αν το έγγραφο αντικατοπτρίζει όντως τις προθέσεις του Trump, πολλοί παράγοντες -οι μεσοπρόθεσμες εκλογές αργότερα φέτος, απροσδόκητες εξελίξεις από τις συνεχιζόμενες έρευνες σχετικά με τον πιθανό συντονισμό μεταξύ της προεκλογικής εκστρατείας του Trump και της ρωσικής κυβέρνησης, την αντίδραση από το Κογκρέσο, ακόμη και την λογική πειθώ από τους οικονομικούς συμβούλους του προέδρου και τους παγκόσμιους ηγέτες- θα μπορούσε να σταματήσει την διοίκηση από το να ακολουθήσει αυτό το λανθασμένο μονοπάτι.

Εάν όμως η στρατηγική αυτή καθοδηγήσει όντως την πολιτική των ΗΠΑ, τότε θα προκαλέσει σοβαρή βλάβη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα περιορίσουν την πρόσβαση στην αγορά τους με ποικίλους αυθαίρετους τρόπους, με το να παρεμποδίζουν τις ξένες επενδύσεις, να αποσύρονται από εμπορικές συμφωνίες, να επιβάλλουν περιορισμούς τύπου «αγοράστε αμερικανικά» στις κυβερνητικές αγορές, και πολιτικοποιώντας την οικονομική εποπτεία και την πρόσβαση στα διεθνή συστήματα πληρωμών. Αναπόφευκτα, δεδομένης της μεγαλύτερης πολιτικής διακριτικότητας στην οικονομία, ορισμένοι πολιτικοί των ΗΠΑ θα απαιτήσουν πληρωμές, ίσως μάλιστα και δωροδοκίες, από εταιρείες για να προχωρήσουν σε συνήθεις εμπορικές συναλλαγές. Όλα, εκτός από το τελευταίο, ήδη συμβαίνουν σε κάποιο περιορισμένο βαθμό, αλλά οι διαδοχικές διοικήσεις των ΗΠΑ από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο πίεσαν ενάντια σε αυτές τις τάσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Η αντιστροφή αυτής της προσέγγισης θα έπληττε την οικονομική παραγωγικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών και την αγοραστική δύναμη των πολιτών τους. Εξίσου σημαντικό [είναι ότι] δεν θα σταματούσε εκεί. Η υιοθέτηση τέτοιων πολιτικών θα ενθάρρυνε τους αυταρχικούς να ακολουθήσουν το παράδειγμα, και ακόμη και τους δημοκρατικούς συμμάχους για να ανταποδώσουν τα ίσα.

Τέλος, η έκταση της ζημίας θα εξαρτηθεί από το πόσο πρόθυμες και ικανές είναι οι υπόλοιπες κυβερνήσεις να υποστηρίξουν τις αξίες και τις δομές του σημερινού συστήματος: Κυρίως η Κίνα και η ΕΕ, αλλά και άλλες μεγάλες οικονομίες που έχουν υποστηρίξει εδώ και καιρό την βάσει κανόνων τάξη, όπως η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία και το Μεξικό. Κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα υπάρξει άμεση καταστροφή, διότι το σύστημα προσφέρει οφέλη σε μέλη που συμμορφώνονται οικειοθελώς με τους κανόνες του. Ακόμα και χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες, σχεδόν όλα τα άλλα μέλη της τάξης εξακολουθούν να προσυπογράφουν δημοσίως τις δεδηλωμένες αξίες της: Ανοιχτές αγορές, ίση μεταχείριση όλων των μελών για οικονομικούς σκοπούς, και ειρηνική διευθέτηση των διαφορών.

Κάποια από την μετατόπιση μακριά από την οικονομική ηγεσία των ΗΠΑ προηγείται της διοίκησης του Trump. Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, αναδύθηκε μια γενικευμένη περιφρόνηση για τις υπερβολές του υπερτροφοδοτούμενου αγγλο-αμερικανικού χρηματοδοτούμενου καπιταλισμού, ιδιαίτερα των απεριόριστων κερδοσκοπικών ροών και της ανεξέλεγκτης συσσώρευσης του ιδιωτικού πλούτου. Σε πολλές χώρες, η αντίδραση αυτή έχει οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανοχή για τις κρατικές επιχειρήσεις (ενισχυμένη από το παράδειγμα της κινεζικής καθοδηγούμενης από το κράτος ανάπτυξης), στην προστασία ειδικών συμφερόντων από τον εμπορικό ανταγωνισμό και στην προβολή εταιρειών που εδρεύουν στην πατρίδα τους ως εθνικούς πρωταθλητές. Όλα αυτά μπορούν να έχουν θετικές επιπτώσεις στη μετριοπάθεια, αλλά η σημερινή τάση είναι πιθανό να πάει πολύ μακριά χωρίς την συγκράτηση που έρχεται όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλλουν τους κανόνες. Ακόμη και υπό την διοίκηση του Ομπάμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αργές στο να θέτουν στην διεθνή ατζέντα νέα θέματα, όπως η χειραφέτηση των γυναικών, η επανεγκατάσταση των προσφύγων, η ιδιωτικότητα στο Διαδίκτυο και οι περιβαλλοντικές ανησυχίες. Ωστόσο, ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων θα ήταν να συζητιούνται οι ανησυχίες των άλλων χωρών για τα σφάλματα των Ηνωμένων Πολιτειών στο G-20. Το να εγκαταλείψουν οι άλλες χώρες την αμερικανική ηγεσία, πόσω μάλλον οι ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείψουν το σύστημα, μόνο θα επιδεινώσει αυτά τα προβλήματα.

Η πιο άμεση απάντηση στην υποχώρηση της διοίκησης του Trump έχει έρθει στο εμπόριο. Η προοπτική της αποχώρησης των Ηνωμένων Πολιτειών από το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα ώθησε πολλές μεγάλες οικονομίες να συνάψουν διμερείς ή περιφερειακές εμπορικές συμφωνίες. Κατά το παρελθόν έτος, η ΕΕ συνήψε ουσιαστικές εμπορικές συμφωνίες με τον Καναδά, την Ιαπωνία, την Σιγκαπούρη και το Βιετνάμ και έχει επιταχύνει τις διαπραγματεύσεις με το Μεξικό και το εμπορικό μπλοκ της Νότιας Αμερικής Mercosur. Με εκπληκτική ταχύτητα, τα 11 κράτη που παρέμειναν στην Trans-Pacific Partnership μετά την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών στις αρχές του 2017 προχώρησαν σε μεγάλο μέρος της συμφωνίας [5], με την Αυστραλία και την Ιαπωνία να αναλαμβάνουν την ηγεσία. Οι περιφερειακές εμπορικές συνομιλίες στην Ασία και την Αφρική που εμπλέκουν την Κίνα και οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των χωρών της Λατινικής Αμερικής έχουν επίσης επιταχυνθεί˙ αν και αυτού του τύπου οι διαπραγματεύσεις τείνουν να οδηγήσουν σε συμφωνίες χαμηλότερης ποιότητας που θα επιτρέψουν μόνο περιορισμένη απελευθέρωση [της οικονομίας] και θα επιλύσουν λίγα ρυθμιστικά θέματα, θα εκτρέψουν το εμπόριο από αλλού, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η κυβέρνηση Trump έχει αρχίσει να επιτίθεται στους διεθνείς θεσμούς από το ΝΑΤΟ μέχρι τον ΟΗΕ. Με το να μπλοκάρει τον διορισμό νέων δικαστών επί των εμπορικών διαφορών προκειμένου να μην συμμετάσχουν στο επταμελές δευτεροβάθμιο όργανο του ΠΟΕ, η διοίκηση εμποδίζει τον ΠΟΕ να λειτουργεί κανονικά. Εδώ, ο υπόλοιπος κόσμος ήταν πιο αργός στο να αντιδράσει. Μερικοί παγκόσμιοι ηγέτες, όπως ο Αργεντινός πρόεδρος Mauricio Macri, ο οποίος υπερασπίστηκε τον ΠΟΕ κατά την διετή σύνοδο του οργανισμού τον Δεκέμβριο, μίλησαν ανοιχτά. Ο Καναδάς κατέθεσε μια υπόθεση στον ΠΟΕ κατά των πολλών μονομερών εμπορικών μέτρων που επιδιώκει η διοίκηση Trump, γεγονός που μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο για δράση από άλλες χώρες. Αλλά οι περισσότεροι έχουν παραμείνει σιωπηλοί, πιθανώς επειδή δεν επιθυμούν να προκαλέσουν τον Trump να αποχωρήσει άμεσα ή να επιτεθεί περαιτέρω στον οργανισμό.

Ορισμένες μη εμπορικές πτυχές της βασισμένης σε φιλελεύθερους κανόνες τάξης μπορούν να συνεχίσουν να λειτουργούν χωρίς την ηγεσία των ΗΠΑ. Οι περισσότεροι θεσμοί και τα φόρουμ δεν θα λειτουργήσουν ούτε τόσο καλά, ούτε με τόση συνέπεια ούτε με τόση προσαρμοστικότητα, αλλά θα επιμείνουν. Τα συστήματα που επιτρέπουν την διεθνή οικονομική συνεργασία έχουν γλιτώσει σε μεγάλο βαθμό από επίθεση μέχρι στιγμής, εν μέρει λόγω της νομικής ανεξαρτησίας της Ομοσπονδιακής Τράπεζας. Ωστόσο, χωρίς ηγεσία των ΗΠΑ, ακόμη και αυτά τα καθεστώτα θα είναι ευάλωτα σε μελλοντικά οικονομικά σοκ. Σε περίπτωση μείζονος ύφεσης, οι μεγάλες χώρες πιθανότατα θα αποτύχουν να δράσουν μαζί εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν συμβάλλουν. Το σύστημα δεν έχει σχεδιαστεί για να αντέχει σε μια πλήρη επίθεση από την Ουάσινγκτον. Εάν ο Trump θέλει να διαλύσει την τάξη, θα είναι δύσκολο για άλλες χώρες να περιορίσουν τις ζημιές.

17082018-5.jpg

Ο πρόεδρος της Αργεντινής, Mauricio Macri, μιλά κατά την διάρκεια της υπουργικής διάσκεψης του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στο Μπουένος Άιρες, στην Αργεντινή, τον Δεκέμβριο του 2017. MARCOS BRINDICCI / REUTERS
-------------------------------------------------------------------------

ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΤΟΥ ΓΕΙΤΟΝΑ

Αριστεροί επικριτές της υπό την ηγεσία των ΗΠΑ φιλελεύθερης οικονομικής τάξης υποστηρίζουν συχνά ότι το σύστημα ενθαρρύνει τις χώρες να κάνουν κούρσα προς τα κάτω, εκμεταλλευόμενες τους φτωχότερους πληθυσμούς στην πορεία. Αυτή η κριτική έχει ιδιαίτερη αξία όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και τα εργασιακά δικαιώματα, τομείς στους οποίους οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν κάνουν αρκετά στο εσωτερικό τους και έτσι χαμηλώνουν τα παγκόσμια πρότυπα. Αλλά μέχρι πρόσφατα, ο συνδυασμός της πίεσης από τους ομολόγους τους και οι επίσημες συμφωνίες που ενθαρρύνθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες είχαν περιορίσει όλο και περισσότερο τον βαθμό στον οποίο οι χώρες υποτιμούν η μια την άλλη. Κατά την τελευταία δεκαετία, οι διεθνείς προσπάθειες, καθοδηγούμενες εν μέρει από την κυβέρνηση Ομπάμα δουλεύοντας μέσα από το G-20, είχαν αρχίσει να συγκρατούν δύο από τις πιο ολέθριες πολιτικές «εκμετάλλευσης του γείτονα» (beggar-thy-neighbor policies), τη νομισματική χειραγώγηση και την δημιουργία φορολογικών παραδείσων.

Εάν η κυβέρνηση των ΗΠΑ απομακρυνθεί από τον ηγετικό ρόλο της, αυτή η εικόνα θα αλλάξει δραματικά. Σήμερα, ο φορολογικός ανταγωνισμός λαμβάνει ως επί το πλείστον τη μορφή εποικοδομητικής πίεσης για να φέρει τις [φορολογικές] κλίμακες και την κάλυψη κάπως ευθυγραμμισμένες με εκείνες των συγκρίσιμων οικονομιών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με ορισμένες άλλες χώρες, βρίσκονται σε μειονεκτική θέση στο πλαίσιο του σημερινού συστήματος, αλλά μόνο η διεθνής συνεργασία έχει μια ελπίδα να κλείσει τις τρύπες και όχι μόνο να μειώσει τα έσοδα κάθε χώρας. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθήσουν μονομερώς να χρησιμοποιήσουν τον φορολογικό τους κώδικα για να προσελκύσουν τα κεντρικά γραφεία των εταιρειών από άλλες χώρες, τα κίνητρα για τον αγώνα δρόμου προς τα κάτω με το να επιτραπεί η φοροδιαφυγή, θα ενισχυθούν. Το φορολογικό νομοσχέδιο που υπογράφηκε από τον Trump τον Δεκέμβριο έχει πολλές πολύπλοκες διατάξεις, αλλά σε γενικές γραμμές, φαίνεται να ευνοεί την εγχώρια παραγωγή κατά τρόπο που θα μπορούσε να μειώσει τόσο την οικονομική αποδοτικότητα όσο και να προωθήσει την φορολογική σύγκρουση σε διεθνές επίπεδο.

Γενικότερα, είτε οι καιροσκοπικές πολυεθνικές εταιρείες θα βάλουν τις χώρες τη μια εναντίον της άλλης καθώς οι κυβερνήσεις ανταγωνίζονται για την προσέλκυση θέσεων εργασίας είτε οι χώρες θα ορίσουν εθνικούς πρωταθλητές που θα απαιτήσουν προστασία και επιδοτήσεις. Είτε έτσι είτε αλλιώς, οι μέτοχοι των εταιρειών θα αποκομίσουν περισσότερα από το εθνικό εισόδημα, μετακινώντας πόρους μακριά από τους μεμονωμένους φορολογούμενους και τους εργαζόμενους και μειώνοντας τις ικανότητες των κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν τα κοινωνικά ζητήματα και να επενδύσουν σε μακροπρόθεσμα έργα. Οι πολιτικές «εκμετάλλευσης του γείτονα» θα φτωχοποιήσουν τους πάντες.

Ένας άλλος στόχος της μεταπολεμικής φιλελεύθερης τάξης ήταν να δώσει φωνή στις κυβερνήσεις των αναπτυσσόμενων χωρών. Η παγκόσμια διακυβέρνηση δεν ήταν ποτέ πραγματικά ισότιμη˙ οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες μεγάλες χώρες ανέκαθεν διαδραμάτιζαν κυρίαρχο ρόλο. Και το αδιέξοδο συχνά υπονομεύει θεσμούς στους οποίους όλες οι χώρες-μέλη έχουν μια ισότιμη ψήφο, όπως στον ΠΟΕ. Όμως, το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα και άλλοι πολυμερείς αναπτυξιακοί θεσμοί έχουν γενικά εφαρμόσει συνεκτικά κριτήρια σε όλες τις χώρες, όταν κατανέμουν δάνεια και βοήθεια, εξουσιοδοτημένη από την συλλογική τους συμμετοχή.

Αντίθετα, σε έναν κόσμο στον οποίο οι διασυνδέσεις εθνικής ασφάλειας και οι διμερείς σχέσεις μετατοπίζουν τους γενικούς κανόνες και τους πολυμερείς θεσμούς, η βοήθεια και η χρηματοδότηση σε κρίσεις θα γίνουν όλο και περισσότερο πολιτικοποιημένες. Το εάν μια αναπτυσσόμενη χώρα θα έχει πρόσβαση στην χρηματοδότηση ίσως να εξαρτάται από το αν θα βρίσκεται μέσα στην σφαίρα επιρροής μιας μείζονος χώρας και αν θα είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί (ή ανίκανη να αντισταθεί) στην πολιτική κυριαρχία της χώρας αυτής. Το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα θα παραμείνουν αλλά, χωρίς υποστήριξη από πλούσιες χώρες, πιθανότατα δεν θα είναι σε θέση να αντισταθμίσουν αυτό το είδος της πολιτικοποίησης σε μεγάλες περιοχές του κόσμου.

Για να αποφευχθεί η αντιμετώπιση τέτοιων πολιτικών πιέσεων, πολλές χώρες αναδυόμενων αγορών θα προβούν σε νέες προσπάθειες για την αντιστάθμιση καταστάσεων στις οποίες χρειάζονται βοήθεια διατηρώντας μεγαλύτερα συναλλαγματικά αποθέματα, ακόμη και αν αυτό συμβαίνει εις βάρος των εγχώριων επενδύσεων. Θα προσπαθήσουν επίσης να εξασφαλίσουν τους πάτρωνες που θα τους υποσχεθούν σχετικά ανεπιφύλακτη βοήθεια όταν χρειαστεί. Με αυτές τις υποσχέσεις, οι χώρες θα έχουν λιγότερη ανάγκη βοήθειας από διεθνείς οργανισμούς και έτσι θα είναι πιο πρόθυμες να κρατήσουν τους διεθνείς παρατηρητές έξω από τις αποφάσεις τους. Αυτός ο συνδυασμός θα καταστήσει τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις πιο συχνές και, με το να παρεμβαίνει στις διεθνείς προσπάθειες κάθαρσης, είναι πιθανότερο να προκαλέσει μακροχρόνιες πολιτικές και οικονομικές ζημιές. Ο διαχωρισμός μεταξύ χωρών μεσαίου εισοδήματος και χωρών που παραμένουν φτωχές θα αυξηθεί ακόμη πιο έντονα, καθώς οι ασυνέπειες στο σύστημα θα πλήξουν περισσότερο τις φτωχότερες και τις μικρότερες χώρες.

Η ΜΕΤΑ-ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Λιγότερο εμφανείς αλλά όχι λιγότερο καταστρεπτικές συνέπειες της απόσυρσης των ΗΠΑ από την οικονομική ηγεσία θα προκύψουν στη μακροοικονομική πλευρά. Αυτές έχουν ξεκινήσει με τις πρόσφατες προσπάθειες για την υπονόμευση των οικονομικών στατιστικών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν πάντα υπερήφανες για το γεγονός ότι βασίζονται σε ανεξάρτητες υπηρεσίες για την αναφορά δεδομένων σχετικά με την οικονομία τους. Αυτό τους επέτρεψε να πιέζουν άλλες χώρες να αποκαλύπτουν σωστά και έγκαιρα τις πληροφορίες, να δώσουν βάρος σε μια σειρά ορισμών και τεχνικών που θα τις βοηθούσαν να το πράξουν, και δημιούργησαν την βάση των επίσημων συμφωνιών για την οικονομική εποπτεία μεταξύ των τεχνοκρατών. Τα αντικειμενικά, τυποποιημένα οικονομικά δεδομένα επιτρέπουν στους πολιτικούς να προσαρμόζουν τις πολιτικές τους με κάτι περισσότερο από το ένστικτο ή το τι μπορεί να «πουληθεί» [στους ψηφοφόρους]. Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και το ΔΝΤ, με την ισχυρή υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, συμβάλλουν στην ανάπτυξη και την διατήρηση αυτού του στατιστικού καθεστώτος˙ οι τακτικές εκθέσεις τους σχετικά με τις πολιτικές και τις επιδόσεις των κρατών-μελών παρέχουν στους ψηφοφόρους και στους επενδυτές ανεξάρτητες αξιολογήσεις εμπειρογνωμόνων για να τις έχουν υπόψη τους.

Ωστόσο, κατά το παρελθόν έτος, οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί πολιτικοί έχουν αρχίσει να υποτιμούν τα ευρήματα των τεχνοκρατών τους. Στο Λονδίνο, οι κυβερνητικοί υπουργοί απέρριψαν τις σκεπτικιστικές αναλύσεις των επίσημων υπηρεσιών για το Brexit και στην Ουάσινγκτον, Ρεπουμπλικανοί μέλη του Κογκρέσου απέρριψαν τις νομικά απαιτούμενες εκτιμήσεις της νομοθεσίας από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου και τη Μεικτή Επιτροπή Φορολογίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, έχουν επιχειρήσει ακόμη και να εμποδίσουν να δημοσιοποιηθούν στο κοινό οι αναλύσεις και τα δεδομένα. Οι πολιτικοί πάντοτε θα παρουσιάζουν τους αριθμούς σε ένα ροζ φως και θα απωθούν την κριτική, συχνά με κάποια δικαιολογία. Αλλά όταν απαιτούν πίστη σε σύγκριση με την αντικειμενικότητα και καταστέλλουν τα ευρήματα που δεν τους αρέσουν, νομιμοποιούν τακτικές που κάποτε ταίριαζαν σε αυταρχικούς. Άλλοι ιδιοτελείς πολιτικοί θα ακολουθήσουν αυτό το παράδειγμα. Είναι αδύνατο να βάλουμε έναν αριθμό στις ζημίες που θα μπορούσε να κάνει αυτό με το να επιτρέπει λανθασμένες πολιτικές, να στρεβλώνει και να αποθαρρύνει τις επενδύσεις αυξάνοντας την αβεβαιότητα και να μειώνει την ικανότητα των πολιτών να κρατούν τις κυβερνήσεις τους υπόλογες.

Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες απομακρύνονται από την βασισμένη σε φιλελεύθερους κανόνες τάξη και οι οικονομικές αποφάσεις γίνονται περισσότερο αλληλένδετες με την πολιτική εξουσία, η αβεβαιότητα θα αυξηθεί και οι αποδόσεις των επενδύσεων θα μειωθούν. Οι κυβερνήσεις θα εργαστούν για να παγιδεύσουν επενδύσεις εγχωρίως, είτε για να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας στην εγχώρια αγορά είτε για να χρηματοδοτήσουν ένα διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα. Αυτές οι προσπάθειες θα έχουν πάντοτε οικονομικό κόστος. Εάν δεν είχαν, οι κυβερνήσεις δεν θα έπρεπε να εμποδίζουν την ροή χρήματος στο εξωτερικό. Οι πολιτικές που περιορίζουν την ικανότητα των ξένων να επενδύουν σε μια συγκεκριμένη χώρα είναι κάτι περισσότερο από μεικτές. Τα όρια σε ορισμένες μορφές ξένων επενδύσεων μπορούν να βοηθήσουν στην αποτροπή αποσταθεροποιητικών κυμάτων κεφαλαίων από και προς τις οικονομίες. Ωστόσο, αυτές οι πολιτικές μπορούν εύκολα να πάνε πολύ πιο μακριά, δεδομένου ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις προσφέρουν ένα ευρύ φάσμα πλεονεκτημάτων τόσο για τις προηγμένες όσο και για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες.

Εάν οι κυβερνήσεις αρχίσουν να περιορίζουν τις ροές κεφαλαίων, οι επενδυτές θα δυσκολευτούν να διαφοροποιήσουν τις επενδύσεις τους σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία. Αυτό θα εκθέσει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις σε μεγαλύτερες απώλειες λόγω της μεταβλητότητας στην συγκεκριμένη χώρα ή περιοχή. Οι νόμοι που δυσκολεύουν τα νοικοκυριά να μετακινούν τις αποταμιεύσεις τους προς ή από μια οικονομία, θα μειώσουν το επίπεδο των επενδύσεων και θα τις μετατοπίσουν προς πιο ρευστά περιουσιακά στοιχεία, όπως τα μετρητά και τα κρατικά ομόλογα. Αξιόλογα επιχειρηματικά εγχειρήματα θα αγωνιστούν για να μαζέψουν κεφάλαια.

Οι πλούσιες αλλά γηράσκουσες κοινωνίες στην Ευρώπη, την Βόρεια Αμερική και την Βορειοανατολική Ασία έχουν ανάγκη να επενδύσουν σε αναπτυσσόμενες χώρες με αναδυόμενες αγορές για να διατηρήσουν τα εισοδήματα της συνταξιοδότησής τους. Οι αναδυόμενες οικονομίες χρειάζονται επενδύσεις από πλουσιότερες χώρες για την κατασκευή δρόμων, γεφυρών και νοσοκομείων˙ για την ανάπτυξη του διαδικτύου και άλλων δικτύων επικοινωνιών˙ και για να εκπαιδεύσουν γιατρούς, δασκάλους και άλλους επαγγελματίες. Αν όμως οι πολιτικοί και οι απειλές για την εθνική ασφάλεια παρεμβαίνουν στις επενδύσεις μεταξύ των χωρών ή μεταξύ διαφορετικών τομέων της οικονομίας, αυτή η αμοιβαία κερδοφόρα (win-win) συναλλαγή θα γίνει πιο αδύναμη, αφήνοντας σε χειρότερη θέση και τους συνταξιούχους και τους εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο.

ΕΜΠΟΡΕΥΘΕΙΤΕ

Το διεθνές καθεστώς ελεύθερου εμπορίου αποτελεί την πιο ορατή -και την πιο κακολογημένη- πτυχή της μεταπολεμικής οικονομικής τάξης. Αλλά εδώ η απόσυρση των ΗΠΑ μπορεί να προκαλέσει την ελάχιστη βλάβη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πιο περιττές για το βασισμένο σε κανόνες εμπορικό καθεστώς από ό, τι σε άλλες οικονομικές περιοχές και οι άλλες μεγάλες εμπορικές χώρες ανταποκρίνονται στην απόσυρση των ΗΠΑ με την εμβάθυνση των δικών τους εμπορικών συμφωνιών. Το διεθνές εμπόριο έχει συνεχιστεί σε ολόκληρη την καταγεγραμμένη ανθρώπινη ιστορία, ακόμη και όταν κάποιες παγκόσμιες οικονομίες είχαν εγκαταλείψει το σύστημα (όπως έκανε η Κίνα από τα μέσα του 15ου αιώνα έως τα μέσα του 18ου αιώνα, η Ιαπωνία από τα μέσα του 17ου αιώνα έως τα μέσα του 19ου αιώνα, και η Σοβιετική Ένωση κατά την διάρκεια της ύπαρξής της). Το εμπόριο μπορεί να είναι περιορισμένο, αλλά ποτέ δεν έχει συνθλιβεί εντελώς.

Ωστόσο, η αποχώρηση των ΗΠΑ και πάλι θα πονέσει. Οι χώρες έχουν ήδη αρχίσει να μετατοπίζουν τις εμπορικές τους ροές, τις αλυσίδες εφοδιασμού τους και τις επιχειρηματικές τους σχέσεις μακριά από την αγορά των ΗΠΑ. Η διαδικασία αυτή μόνο θα επιταχυνθεί καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες υποχωρούν. Αν και το απόλυτο μέγεθος της οικονομίας των ΗΠΑ θα καταστήσει αδύνατο για άλλες χώρες να εκτρέψουν πλήρως το εμπόριο παρακάμπτοντάς την, το μέγεθός της θα επιδεινώσει επίσης τις παγκόσμιες οικονομικές απώλειες από την απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών.

Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκαταλείψουν πλήρως το παγκόσμιο σύστημα ελεύθερου εμπορίου, το αποτέλεσμα θα είναι μια τεράστια μείωση του μεγέθους των παγκόσμιων αγορών. Αυτό θα αφήσει τους καταναλωτές με λιγότερη ποικιλία και χειρότερη ποιότητα στα προϊόντα που αγοράζουν, θα αφήσει τις εταιρείες λιγότερο ικανές να εκμεταλλευτούν τις οικονομίες κλίμακας και θα αφήσει τις χώρες πιο πιθανό να αποκλίνουν από τις κοινές τεχνολογίες και τα πρότυπα που καθιστούν εφικτή την σύγχρονη ζωή. Ο παγκόσμιος ανταγωνισμός θα αρχίσει να φθίνει. Οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποφέρουν καθώς οι εταιρείες θα επιδιώξουν ευκαιρίες σε μέρη όπου οι νέες εμπορικές συμφωνίες θα επεκτείνουν τις αγορές και όπου οι πολιτικές θα είναι πιο ευνοϊκές. Μεταξύ των μεγαλύτερων χαμένων θα ήταν οι ίδιοι οι Αμερικανοί, καθώς σύντομα θα πληρώνουν περισσότερα από ό, τι κάνουν τώρα για σχεδόν τα πάντα, και θα χάσουν τις νέες θέσεις εργασίας και την ανάπτυξη που διαφορετικά θα προέκυπταν από την άνοδο των αναπτυσσόμενων οικονομιών.

Ως ηγέτης της παγκόσμιας οικονομικής τάξης, οι Ηνωμένες Πολιτείες, αν και ανεπαρκώς, προωθούσαν την καθιέρωση αυστηρότερων προτύπων για την καταπολέμηση της διαφθοράς, την προστασία του περιβάλλοντος και τα ανθρώπινα δικαιώματα σε σημαντικές εμπορικές συμφωνίες, όπως η Trans-Pacific Partnership. Υπάρχει ακόμα περιθώριο βελτίωσης, αλλά οι εμπορικές συμφωνίες χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες, ειδικά εκείνες που περιλαμβάνουν την Κίνα αλλά όχι την ΕΕ, πιθανότατα θα έχουν πολύ χειρότερες επιδόσεις σε όλες αυτές τις πλευρές. Ακόμη και η ΕΕ θα μπορεί να συμβιβαστεί πιο εύκολα από πριν, όταν καταστεί η ηγετική οικονομία υψηλού εισοδήματος στο παγκόσμιο εμπορικό σύστημα. Χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες να την αντισταθμίζουν, οι Βρυξέλλες θα μπουν στον πειρασμό να ξεπουλήσουν τις αξίες τους για οικονομικό όφελος. Μπορεί να περιορίσουν την εξάπλωση των βιοτεχνολογιών και των γεωργικών καινοτομιών, καθώς πολλές χώρες της ΕΕ έχουν αντι-επιστημονική αντίθεση σε αυτές˙ να επιχειρήσουν να χωρίσουν το Διαδίκτυο για να επωφεληθούν οι ευρωπαϊκές εταιρείες στην αναζήτηση, τις αγορές και την κοινωνική δικτύωση˙ και να δεχτούν τις απαιτήσεις από το Πεκίνο για τη μεταφορά στρατιωτικά χρήσιμων τεχνολογιών ή την αναγνώριση των εδαφικών τους απαιτήσεων με αντάλλαγμα την προτιμησιακή πρόσβαση στις κινεζικές αγορές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ορισμένες φορές απέτυχαν να επιμείνουν σε αυτά τα θέματα, αλλά η ηγεσία των ΗΠΑ με την ευρωπαϊκή υποστήριξη παραμένει ο μόνος τρόπος για να σημειωθεί πρόοδος στα θέματα αυτά. Διαφορετικά, τα κίνητρα για κάθε μεγάλη οικονομία θα είναι η υπόθαλψη και ο συμβιβασμός.

17082018-6.jpg

Κοντέινερς στην Σιγκαπούρη, τον Ιούλιο του 2015. EDGAR SU / REUTERS
----------------------------------------------------------------------------

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΠΟΥ ΧΤΙΣΑΜΕ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά καιρούς δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στα ιδανικά τους ως ηγέτης του φιλελεύθερου οικονομικού συστήματος. Αυτή η αποτυχία έχει γίνει συχνότερη μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, καθώς πολλοί Αμερικανοί αισθάνονται ότι απειλούνται από την διόγκωση της τρομοκρατίας και την οικονομική ανάδυση της Κίνας. Αυτή η τάση αντικατοπτρίζει επίσης έναν επαναλαμβανόμενο εθνικισμό στο αμερικανικό εκλογικό σώμα και το Κογκρέσο, που προηγήθηκε -και συνέβαλε- στην εκλογή του Trump. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαδραμάτισαν υπερβολικά σημαντικό ρόλο σε ορισμένους τομείς της παγκόσμιας οικονομικής συζήτησης και ήταν απρόθυμες να επιτρέψουν σε άλλες χώρες να βοηθήσουν στην καθοδήγηση της ατζέντας, εν μέρει σε μια προσπάθεια να κολακέψουν τους εγχώριους εθνικιστές με το να διατηρούν τον συμβολισμό της κυριαρχίας. Αλλά πολύ χειρότερος από ό,τι ένας αδιάφορος ηγέτης είναι αυτός που εγκαταλείπει τον ρόλο του εντελώς ή ακόμα και εργάζεται ενεργά για να ανατρέψει τις αξίες του συστήματος. Η επιστροφή στον εκφοβισμό μόνο θα βλάψει την οικονομική ανάπτυξη.

Το κίνητρο των Ηνωμένων Πολιτειών για την οικοδόμηση του μεταπολεμικού οικονομικού συστήματος ήταν εξίσου η πρόληψη των συγκρούσεων όσο και η προώθηση της ανάπτυξης. Καθορίζοντας τους κανόνες με τους οποίους όλα τα μέλη θα ασκούσαν επιχειρηματική δραστηριότητα, οι αρχιτέκτονες του συστήματος ήλπιζαν να διαχωρίσουν τον οικονομικό από τον στρατιωτικό ανταγωνισμό. Η απόσυρση των ΗΠΑ δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα οικονομικούς ή φυσικούς πολέμους, αλλά θα αυξήσει τον κίνδυνο να σκοντάψει κάποιος τυχαία σε σύγκρουση. Χωρίς συμφωνημένους κανόνες, ακόμη και μικρές οικονομικές διαμάχες έχουν την δυνατότητα να πυροδοτήσουν κλιμακούμενες αντεπιθέσεις. Εάν ο κανόνας του διαχωρισμού μεταξύ οικονομικών και στρατιωτικών συγκρούσεων καταρριφθεί, οι οικονομικές τριβές, όπως οι κινεζικές κλοπές πνευματικής ιδιοκτησίας ή οι περιορισμοί στο εμπόριο με το πυρηνικό Ιράν ή την Βόρεια Κορέα, θα μπορούσαν να μετατραπούν σε άμεσες συγκρούσεις.

Είναι αλήθεια ότι καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες υποχωρούν και έτσι αποδυναμώνουν την οικονομία τους, η διοίκηση Trump θα κατηγορήσει για την οικονομική ζημιά όχι τις δικές της ενέργειες αλλά τις ξένες κυβερνήσεις, δημιουργώντας έναν αυτοδιαιωνιζόμενο κύκλο θυμού. Όταν άλλες μεγάλες χώρες προχωρούν προς την κατεύθυνση της διατήρησης της ανοικτής οικονομικής τάξης ή την άμυνά τους έναντι της οικονομικής επιθετικότητας των ΗΠΑ, η Ουάσιγκτον μπορεί να το ερμηνεύσει ως επίθεση κατά της υπεροχής των ΗΠΑ. Η διοίκηση του Trump μπορεί να παρερμηνεύσει ακόμη και την τρέχουσα ανοχή της Κίνας ή της ΕΕ ως ένδειξη αδυναμίας και ως μια πρόσκληση για κλιμάκωση των αντιπαραθέσεων.

Σήμερα, ένα μικρότερο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού παρά ποτέ ζει σε συνθήκες φτώχειας και ένα μεγαλύτερο μερίδιο παρά ποτέ ζει την ύπαρξη της μεσαίας τάξης. Αυτό δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα της εκπληκτικής ανόδου της Κίνας. Στην Χιλή, την Αιθιοπία, την Ινδία, την Ινδονησία, τη Νότια Κορέα, το Βιετνάμ και τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, η οικονομική ανάπτυξη έχει φέρει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους έξω από αυτά που ισοδυναμούσαν με την απλή επιβίωση ή λίγο καλύτερα. Αυτό το θαύμα έλαβε χώρα χωρίς κατάκτηση ή ακόμα και χωρίς πολλή σύγκρουση, και με μεγαλύτερη προστασία για την ιδιωτική ιδιοκτησία και τα ανθρώπινα δικαιώματα από ποτέ άλλοτε. Η φιλελεύθερη τάξη που κατασκεύασαν και καθοδήγησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν την πρόοδο αυτή δυνατή, δίνοντας σε χώρες, επιχειρήσεις και ιδιώτες την ευκαιρία να οικοδομήσουν την οικονομική τους ζωή χωρίς φόβο ότι μια ξένη δύναμη θα τους πάρει ό, τι είχαν κάνει. Αυτή η ηγεσία των ΗΠΑ δεν έχει, όπως κάποιοι έχουν κατηγορήσει, βλάψει τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η αχαλίνωτη ανισότητα της χώρας και η στασιμότητα των μισθών είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα εσωτερικών πολιτικών επιλογών και αποτυχιών. Ένας κόσμος στον οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες παύουν να ηγούνται -ή, ακόμα χειρότερα, επιτίθενται- στο σύστημα που εκείνες οικοδόμησαν, θα είναι φτωχότερος, πιο απειλητικός, λιγότερο δίκαιος και πιο επικίνδυνος για όλους. 

Copyright © 2018 by the Council on Foreign Relations, Inc. 
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2018-02-13/post-american-world-economy

Σύνδεσμοι:
[1] https://twitter.com/AdamPosen
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/2016-12-12/will-liberal-order-su...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2017-04-17/plot-ag...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/2017-02-23/bretton-woods-and-int...
[5] https://www.theguardian.com/world/2018/jan/24/trans-pacific-partnership-...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition