Η επικίνδυνη εμμονή του Trump με το Ιράν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επικίνδυνη εμμονή του Trump με το Ιράν

Γιατί η εχθρότητα είναι αντιπαραγωγική

Το Ιράν διαθέτει ορισμένες στρατιωτικές ικανότητες υψηλού επιπέδου: Έχει αναπτύξει βαλλιστικούς πυραύλους βεληνεκούς 2.000 χιλιομέτρων, διαθέτει το προηγμένο ρωσικής κατασκευής σύστημα πυραύλων επιφανείας-αέρος S-300 και θεωρείται ότι διαθέτει σημαντικές ικανότητες στον κυβερνοχώρο. Αλλά το τελευταίο είναι ένα ασυμμετρικό πλεονέκτημα, ελάχιστα συγκρίσιμο με τα αμερικανικά και ισραηλινά ισοδύναμά του και οι S-300 της Συρίας δεν την βοήθησαν να προστατευθεί από την ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία, η οποία κατέστρεψε την υποδομή των πυρηνικών όπλων της το 2007. Το πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν θα ήταν μια σοβαρή απειλή εάν συνδυαζόταν με τη μαζική παραγωγή συμβατών πυρηνικών κεφαλών, αλλά αυτό αποτελεί μια μακρινή ανησυχία για όσο διάστημα παραμένει σε ισχύ το JCPOA. Γενικά, η ικανότητα του Ιράν να προβάλλει στρατιωτική ισχύ στην περιοχή είναι σοβαρά περιορισμένη. Τα ιρανικά στρατεύματα στην Συρία πιθανότατα έφθασαν τους περίπου 4.500 άνδρες, περίπου ίσα με τους 4.000 στρατιωτικούς που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναπτύξει στο ανατολικό τμήμα της χώρας. Στην Υεμένη, η στρατιωτική παρουσία του Ιράν είναι ακόμη μικρότερη. Στο Ιράκ, υπάρχει μια εναπομείνασα ιρανική στρατιωτική παρουσία επειδή το Ιράν συμμετείχε στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους (ISIS). Ακόμα και εκεί, ωστόσο, έχει εισαγάγει μόνο περίπου 2.000 στρατιώτες για να συμπληρώσει τις σιιτικές πολιτοφυλακές που υποστηρίζει, και αυτά τα στοιχεία φαίνεται να ξεπερνώνται από την παρουσία περίπου 5.000 στρατιωτικών των ΗΠΑ.

Οι ιρανικές μηχανορραφίες που ανησυχούν τόσο πολύ την διοίκηση του Τραμπ καταλήγουν κυρίως στην επιρροή του [Ιράν] προς την κυβέρνηση του Ιράκ και την στήριξη των σιιτικών πολιτοφυλακών, την συνεχή ενίσχυση του καθεστώτος του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ-Ασαντ και την υποστήριξη των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη. Κάποιοι θα προσθέσουν επίσης την υποστήριξη προς τις σιιτικές ομάδες στο Μπαχρέιν, ένα κράτος υποτελές της Σαουδικής Αραβίας που κυβερνάται από μια σουνιτική μειονότητα. Ωστόσο, η εξωτερική πολιτική του Ιράν εξελίχθηκε ουσιαστικά με βάση τον ευκαιριακό ρεαλισμό [6] και όχι με ιδιαίτερα επιθετικό ρεβιζιονισμό και, όπως έχει σημειωθεί, έχει μια αραιή στρατιωτική παρουσία στην περιοχή.

Το Ιράν, βεβαίως, θεωρητικά αποτελεί πρόβλημα για τις Ηνωμένες Πολιτείες στο Ιράκ. Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δημιούργησαν το πρόβλημα αυτό, με το να ανατρέψουν την κυβέρνηση σουνιτικής μειονότητας του Σαντάμ Χουσεΐν, οδηγώντας σε ένα σιιτο-κρατούμενο Ιράκ, το οποίο αναπόφευκτα θα υπόκειτο στην ιρανική επιρροή. Ο Τραμπ πρέπει φυσικά να ασχοληθεί με την ιρανική επιρροή στο Ιράκ, αλλά τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ δεν απαιτούν να υπερισχύσει της βραχυπρόθεσμης ανάγκης της Ουάσιγκτον να σταθεροποιήσει την χώρα. Πρόσφατα, ειδικά στην εκστρατεία εναντίον του ISIS, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν βρίσκονταν στην ίδια πλευρά και φαίνεται ότι η ιρακινή κυβέρνηση έχει καταλάβει το πώς να εργάζεται ταυτόχρονα με την Ουάσινγκτον και την Τεχεράνη. Υπάρχουν ακόμα περιοχές σαφούς τριβής μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν -το Ιράκ, για παράδειγμα, επιτρέπει στα ιρανικά όπλα να διασχίζουν το Ιράκ προς την Συρία- αλλά αυτά είναι κρίσιμα από την άποψη της Ουάσινγκτον μόνο εάν η εμπλοκή του Ιράν στην Συρία αποτελεί σοβαρή απειλή για τα βασικά συμφέροντα των ΗΠΑ, πράγμα που δεν συμβαίνει.

23082018-2.jpg

Ο Trump επιδεικνύει την διακήρυξη που δηλώνει την πρόθεσή του να αποχωρήσει από το JCPOA, στην Ουάσιγκτον, τον Ιούλιο του 2018. JONATHAN ERNST / REUTERS
------------------------------------------------------------

Τα γεωπολιτικά συμφέροντα του Ιράν στην Συρία είναι προφανή: Η συμμαχία με το καθεστώς Assad δίνει στο Ιράν ένα πάτημα στο Λεβάντε και έναν αγωγό προμηθειών προς την Χεζμπολάχ, την πιο σημαντική περιφερειακή πληρεξούσιό της (proxy)- αν και "πληρεξούσιος" μπορεί να μην είναι η σωστή λέξη για ένα πολιτικό κόμμα του Λιβάνου του οποίου ο συνασπισμός αποτελεί το μεγαλύτερο μπλοκ στο λιβανικό κοινοβούλιο και θεωρείται από τους περισσότερους Λιβανέζους ως εσωτερικό πολιτικό κόμμα με εθνικιστική ατζέντα. Εντούτοις, μέχρι που η ομάδα Trump ήρθε και απέκτησε μεγαλύτερο γεωπολιτικό ενδιαφέρον για την Δαμασκό, φαινομενικά προσβλέποντας να σφυρηλατήσει μια μεγαλύτερη στρατηγική εταιρική σχέση με την Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες έβλεπαν ταιριαστό κυρίως το να αγνοούν την Συρία [7] εδώ και δεκαετίες. Η κυβέρνηση Obama είχε αρχικά ελπίδες ότι ο Assad θα πέσει, αλλά θεώρησε την παρέμβαση του Ιράν ως γεωπολιτικά αναπόφευκτη και ανεπαρκώς επιζήμια για τα συμφέροντα των ΗΠΑ ώστε να δικαιολογήσει έναν πόλεμο πληρεξουσίων, ο οποίος θα επέφερε μια ανθρωπιστική παρέμβαση των ΗΠΑ εναντίον του Assad. Το 2014, η άνοδος του ISIS στο Ιράκ και στην Συρία ώθησε τις Ηνωμένες Πολιτείες να μετακινήσουν την εστίασή τους στην Συρία [8] από την αλλαγή καθεστώτος στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, και η αεροπορική εκστρατεία υπό την ηγεσία των ΗΠΑ που ξεκίνησε η κυβέρνηση Ομπάμα το 2014 είχε ως αποτέλεσμα την περιθωριοποίηση του ISIS έως τα τέλη του 2017 -ένα αποτέλεσμα σύμφωνο με τα συμφέροντα του Ιράν.