Προϋποθέσεις για ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Προϋποθέσεις για ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο

Μεταρρυθμίσεις για ανταγωνιστικότητα και κοινωνική συνοχή

Σήμερα, στα μέσα του 2018, μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα, ότι η έξοδος από την κρίση που ξέσπασε πριν περίπου δέκα χρόνια είναι ορατή και ότι μετά την εξαιρετικά δύσκολη τελευταία τριετία, η οικονομία ξαναβρίσκει το δρόμο προς την ανάπτυξη και τώρα είμαστε περίπου στα επίπεδα που ήταν η οικονομία στα μέσα του 2014.

Με την ολοκλήρωση του προγράμματος είναι ανάγκη να αναζητήσουμε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο που θα ενδυναμώσει το ρυθμό ανάπτυξης, αλλά ταυτόχρονα θα διασφαλίσει συνθήκες κοινωνικής συνοχής. Το ζητούμενο είναι να δούμε ποιο είναι αυτό το νέο πρότυπο, ποιες είναι οι προϋποθέσεις υλοποίησης και οι προτεραιότητές του, καθώς και πώς θα διασφαλισθούν οι συνθήκες κοινωνικής συνοχής. Γιατί τα αμέσως επόμενα χρόνια είναι κρίσιμα, και για την έξοδο από την κρίση, και για την ανάπτυξη. Επομένως, δεν χωρά εφησυχασμός γιατί παρά την σημαντική βελτίωση, πάντα υπάρχει ο κίνδυνος της οπισθοδρόμησης όπως απέδειξε η εμπειρία του 2015.

10092018-1.jpg

Η ταμπέλα του λογιστηρίου από εργοστάσιο μαρμάρων που έκλεισε το 2006, κοντά στην Λάρισα. Η φωτογραφία ελήφθη στις 22 Απριλίου 2015. REUTERS/Yannis Behrakis
---------------------------------------------------------------------------

Η δική μου πρόταση, είναι η ανάγκη να διατυπωθεί ένα νέο αναπτυξιακό προτυπο ευρείας βάσης, με άξονες την προώθηση των μεταρρυθμίσεων για ανταγωνιστικότητα, εξωστρέφεια και τεχνολογική αλλαγή, αλλά με κοινωνική συνοχή και ευαισθησία, ώστε όλοι να συμμετέχουν στα οφέλη της ανάπτυξης για να στηρίζουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.

ΟΙ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

Ας αρχίσουμε με την μεγάλη εικόνα. Την διάγνωση του προβλήματος.

Είναι νομίζω σαφές, πλέον, σε όλους ότι η κρίση έφερε τα μνημόνια και όχι τα μνημόνια την κρίση. Η κρίση ήταν η κατάληξη μιας λανθασμένης πορείας τριάντα και πλέον ετών. Ως αποτέλεσμα, η διεθνής κρίση του 2008 που οδήγησε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης το 2009 σε υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα να βρει την ελληνική οικονομία ευάλωτη. Η Ελλάδα, το 2009-2010, δεν αντελήφθη έγκαιρα την πραγματική κατάσταση της οικονομίας και δεν χειρίσθηκε την κρίση του 2009 με την απαραίτητη σύνεση και σοβαρότητα.

Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας ήταν γνωστά σε όλους για δεκαετίες. Για πολλά χρόνια οι διεθνείς θεσμοί συμβούλευαν την χώρα για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων, αλλά χωρίς ανταπόκριση. Η παγκόσμια κρίση, βρήκε την Ελλάδα σε σαφή μεταρρυθμιστική αβελτηρία, τη μόνη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που είχε ταυτόχρονα υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα, υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, υψηλό δημόσιο χρέος, μη βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα και ανεπαρκή δημόσια διοίκηση. Κάποιες χώρες είχαν μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα, άλλες προβλήματα βιωσιμότητας στο ασφαλιστικό σύστημα, άλλες μεγάλο χρέος, αλλά καμία άλλη -πλην της Ελλάδος- όλα ταυτόχρονα. Οι αγορές ήταν ενήμερες για την έλλειψη βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος και την αποτυχία όλων των ουσιαστικών μεταρρυθμιστικών προσπαθειών, ιδιαίτερα στο ασφαλιστικό σύστημα, στην τελευταία δεκαπενταετία.

Όμως, αυτό που κυρίως χαρακτηρίζει την οκταετή περίοδο της κρίσης είναι η έλλειψη του δικού μας οράματος εξόδου από την κρίση και σχεδίου ανάκαμψης και ανάπτυξης της οικονομίας. Το πρώτο μνημόνιο στήριξης υπεγράφη από την τότε κυβέρνηση χωρίς καμιά συζήτηση ή διαπραγμάτευση. Καμιά κυβέρνηση δεν ετοίμασε το δικό της πρόγραμμα ανάπτυξης και εξόδου από την κρίση. Με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται, ουσιαστικά χωρίς προθυμία και συχνά με παλινδρομήσεις, μεταρρυθμίσεις που επέβαλε η τρόικα. Και από την προσωπική μου εμπειρία μπορώ να πώ με βεβαιότητα ότι οι αλλαγές που επέβαλε η τρόϊκα δεν ήταν πάντα οι σωστές.

Το αναπτυξιακό πρόβλημα της χώρας έχει, κατά την άποψή μου, τέσσερις διαστάσεις που αποτελούν και την βάση για την διάγνωση, και προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό το τι πρέπει να γίνει:

-το περιοριστικό, έως ασφυκτικό, μακρο-οικονομικό περιβάλλον τα επόμενα χρόνια,
-το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας του ιδιωτικού τομέα,
-το μεγάλο ποσοστό φτώχειας και
-την ανεπάρκεια του θεσμικού πλαισίου και της δημόσιας διοίκησης

Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό για την οικονομία μας τα επόμενα χρόνια, ή και τις επόμενες δεκαετίες, είναι το περιοριστικό μακρο-οικονομικό περιβάλλον. Το μεγάλο δημόσιο χρέος και οι αδυναμίες του ασφαλιστικού συστήματος δημιουργούν ένα ασφυκτικό δημοσιονομικό περιβάλλον.

Η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους απαιτεί μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα και αποτελεί μεγάλο βάρος για την οικονομία. Είναι γεγονός ότι πετύχαμε μια πρωτοφανή δημοσιονομική προσαρμογή. Το δημοσιονομικό έλλειμμα έχει τεθεί υπό έλεγχο και έχουμε οδηγηθεί σε μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα. Όμως, το πρωτογενές πλεόνασμα μπορεί να είναι εφήμερο και δεν θα είναι διατηρήσιμο αν δεν υπάρξει αποτελεσματικότερος έλεγχος των δαπανών, αν δεν ενισχυθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αν δεν προχωρήσει η μεταρρύθμιση στην δημόσια διοίκηση και αν η οικονομία δεν επανέλθει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Η υπερφορολόγηση της οικονομίας και το υψηλό μη μισθολογικό κόστος φρενάρει τον ιδιωτικό τομέα. Χρειάζεται ένα διαφορετικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής. Ο αποτελεσματικότερος έλεγχος των δαπανών θα επιτρέψει μείωση του φορολογικού βάρους και του μη μισθολογικού κόστους, με αποτέλεσμα ανταγωνιστικότερους φορολογικούς συντελεστές και μικρότερες ασφαλιστικές εισφορές.

Επίσης, παρά τις μεγάλες αλλαγές που έχουν γίνει στο ασφαλιστικό σύστημα, κυρίως στις ασφαλιστικές παραμέτρους, αλλά και στην διοίκηση του ασφαλιστικού συστήματος, η ασφαλιστική δαπάνη παραμένει υψηλή ως ποσοστό του ΑΕΠ. Επίσης, οι αλλαγές του 2016 αναιρούν την αναγκαία ανταποδοτικότητα του ασφαλιστικού συστήματος, ενθαρρύνουν τη μαύρη εργασία και την εισφοροδιαφυγή, και υπονομεύουν την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.

Η ιδιωτική οικονομία, παρά τη μεγάλη εσωτερική υποτίμηση δεν έχει μπορέσει να αυξήσει τις εξαγωγές. Αν και υπήρξε μεγάλη μείωση του Μοναδιαίου Κόστους Εργασίας, το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας παραμένει. Είναι το δεύτερο από τα γνωστά ως δίδυμα ελλείμματα της οικονομίας και παραμένει σημαντικό, αν και έχει περιορισθεί αρκετά. Το εμπορικό ισοζύγιο παραμένει προβληματικό και υπάρχει αδυναμία αύξησης των εξαγωγών. Το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένει καθηλωμένο σε χαμηλά επίπεδα και η σχέση «εμπορεύσιμα» προς «μη εμπορεύσιμα προϊόντα» δεν έχει βελτιωθεί αρκετά.

Ο υποδιπλασιασμός των επενδύσεων στην περίοδο της κρίσης σημαίνει αφ’ ενός ότι καθυστερεί ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός της οικονομίας, αφ’ ετέρου ότι έχει μειωθεί η αποταμίευση. Η οικονομία χρειάζεται επενδύσεις που δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει η εγχώρια αποταμίευση και επομένως είναι αδήριτη ανάγκη η προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Η χώρα χρειάζεται ένα επενδυτικό σόκ. Η μετανάστευση λόγω της κρίσης τουλάχιστον μισού εκατομμυρίου Ελλήνων στερεί την οικονομία από πολύτιμο, τεχνολογικά προηγμένο, ανθρώπινο κεφάλαιο.

Το επιχειρηματικό περιβάλλον σύμφωνα με την ανάλυση του Doing Business της World Bank, μετά από μια σχετική βελτίωση το 2014, υποχώρησε και πάλι. Το κόστος ενέργειας είναι υψηλότερο σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και η ποιότητα των υπηρεσιών χαμηλή, γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα μεγάλο διοικητικό βάρος για τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα.

Η αδυναμία του τραπεζικού τομέα δεν επιτρέπει ακόμη ουσιαστική πιστωτική επέκταση. Η διαιώνιση του προβλήματος των «κόκκινων δανείων» και ο έλεγχος της κίνησης κεφαλαίων (capital controls) δημιουργούν συνθήκες έλλειψης ρευστότητας στην οικονομία με αναπόφευκτες επιπτώσεις στην λειτουργία του ιδιωτικού τομέα, στις εξαγωγές και τελικά στο ρυθμό ανάπτυξης.

Το τρίτο πρόβλημα είναι το υψηλό ποσοστό φτώχειας. Είναι γεγονός ότι στην περίοδο της κρίσης έχει αυξηθεί σημαντικά. Δύο είναι οι προσδιοριστικοί παράγοντες του ποσοστού φτώχειας: Η πολύ χαμηλή αποτελεσματικότητα των κοινωνικών δαπανών και η μεγάλη και μακροχρόνια ανεργία. Η υψηλή ανεργία συνδέεται με την οικονομική κρίση, ενώ η αναποτελεσματικότητα είναι διαχρονική και έχει ως αιτία την απουσία αξιολόγησης και ελέγχου του έργου των κοινωνικών παρεμβάσεων.

Η μεγάλη ανεργία είναι κυρίως διαρθρωτική και συνδέεται με τα προβλήματα στην λειτουργία της αγοράς εργασίας και τις αδυναμίες στην ποιότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου. Το ποσοστό απασχόλησης παραμένει χαμηλό σε σύγκριση με τις άλλες χώρες. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν δυσχέρειες στην εξεύρεση εργαζομένων με επιθυμητές δεξιότητες. Αυτό πιθανότατα συνδέεται και με τις γνωστές αδυναμίες της τεχνικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα.

Η υψηλή ανεργία στους νέους και στις μεγάλες ηλικίες υποδηλώνει ανεπάρκεια του εκπαιδευτικού συστήματος και του συστήματος κατάρτισης και δια βίου μάθησης. Από τα διαθέσιμα στοιχεία φαίνεται να υπάρχει ασυμβατότητα δεξιοτήτων στην προσφορά και ζήτηση εργασίας. Οι αδυναμίες στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας επισημαίνονται και από την αξιολόγηση του ΟΟΣΑ (PISA).

10092018-2.jpg

Διαδήλωση εναντίον των σχεδιαζόμενων μεταρρυθμίσεων στην παιδεία, στις 15 Σεπτεμβρίου 2011. Περισσότερα από 100 εκπαιδευτικά κτήρια κατελήφθησαν σε όλη την χώρα, τις πρώτες μέρες της νέας σχολικής χρονιάς. REUTERS/John Kolesidis
--------------------------------------------------------------------------------

Τέλος, κατά την άποψή μου, σε μια οικονομία με ένα εκατομμύριο ανέργους, ο κατώτατος μισθός δεν μπορεί να είναι πρόβλημα. Ο κατώτατος μισθός προστατεύει αυτούς που έχουν εργασία και όχι αυτούς που δεν έχουν. Και το ουσιαστικό πρόβλημα της χώρας σήμερα είναι να δώσει δουλειά στους ένα εκατομμύριο ανέργους και να προσελκύσει πίσω το μισό εκατομμύριο νέους που μετανάστευσαν στις άλλες χώρες για να βρουν δουλειά.

Η τέταρτη διάσταση του αναπτυξιακού προβλήματος της χώρας είναι η ανεπάρκεια του θεσμικού πλαισίου και της δημόσιας διοίκησης. Οι βαθύτερες αιτίες των δίδυμων ελλειμμάτων έχουν θεσμικά, πολιτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Αυτές είναι οι χρόνιες αιτίες που αναπαράγουν παθογένειες. Οι παθογένειες αυτές δεν έχουν σχέση με την κρίση, αλλά απλά έκαναν την Ελλάδα πιο ευάλωτη σε αυτήν και τελικά την οδήγησαν στην αδυναμία αναχρηματοδότησης του χρέους και στα μνημόνια. Η ποιότητα της δημόσιας διοίκησης και των υπηρεσιών προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις είναι προβληματική. Υπάρχει η άποψη ότι η δημόσια διοίκηση λειτουργεί σήμερα χειρότερα σε σχέση με την προ κρίσης περίοδο.

Λόγω της υπερφορολόγησης και των αδυναμιών της διοίκησης παρατηρείται αύξηση της παραοικονομίας, υψηλή φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή, ενίσχυση της «μαύρης» εργασίας. Παρατηρείται, επίσης, ατιμωρησία, αύξηση της ανομίας και της παραβατικότητας με επιπτώσεις στο αίσθημα δημόσιας ασφάλειας για τον πολίτη. Ο απονομή δικαίου καθυστερεί με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την λειτουργία της οικονομίας. Λείπει η εμπέδωση εμπιστοσύνης και η προβλεψιμότητα της πολιτικής. Ο πολιτικός κόσμος, μπορεί να λεχθεί, χαρακτηρίζεται από άρνηση αποδοχής και κατανόησης της πραγματικότητας.

ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΕΝΑ ΝΕΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ

Για να μπορέσει η χώρα να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, να επανέλθει στην κανονικότητα και να μπορεί να αναχρηματοδοτεί το χρέος της ομαλά από τις αγορές, χρειάζεται ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο.

Παλαιότερα, σε ομιλία του ο Jeffrey Sachs, του Columbia University, παγκόσμια αυθεντία σε θέματα αναδιάρθρωσης της οικονομίας, τόνισε ότι χρειάζεται αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας που θα επιτυγχάνει ρυθμό ανάπτυξης πάνω από 4%, και το οποίο θα στηρίζεται στις εξαγωγές, γιατί στα προσεχή χρόνια τόσο η δημόσια όσο και η ιδιωτική κατανάλωση δεν μπορούν να αυξηθούν.

Σύμφωνα με τον Sachs, μόνο ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο της οικονομίας με έμφαση στις εξαγωγές μπορεί να αλλάξει το παραγωγικό πρότυπο, να βγάλει την οικονομία από την κρίση και να ενισχύσει την απασχόληση και το εισόδημα, διασφαλίζοντας παράλληλα και την βιωσιμότητα του χρέους και την κοινωνική συνοχή.

Το νέο αναπτυξιακό πρότυπο θα πρέπει να είναι μεν φιλόδοξο, αλλά θα πρέπει να είναι επίσης ρεαλιστικό και να λαμβάνει υπόψη τους οικονομικούς και κοινωνικούς περιορισμούς και την γενικότερη οικονομική συγκυρία. Τα προβλήματα που μας κληρονόμησε η οικονομική και κοινωνική κρίση δεν μπορούν να αγνοηθούν, όπως επίσης δεν μπορούν να αγνοηθούν και οι υποχρεώσεις που απορέουν από την συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ. Και έχει γίνει πλέον συνείδηση ότι η συμμετοχή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη είναι όχι μόνο επωφελής για την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή, αλλά προϋπόθεση εθνικής επιβίωσης σε μια ασταθή γεωπολιτικά περιοχή.

Αυτό το νέο αναπτυξιακό πρότυπο χρειάζεται σοβαρή μελέτη ως προς την υλοποίησή του, ειδικότερα στα θέματα μακρο-οικονομικής σταθερότητας και εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. Επίσης, σε θέματα αναδιάρθρωσης της οικονομίας, βελτίωσης της ρευστότητας και αντιμετώπισης των «κόκκινων δανείων». Το σπουδαιότερο, όμως, είναι η αξιοποίηση του σημαντικότερου πόρου της οικονομίας, δηλαδή του ανθρώπινου δυναμικού, με κατάρτιση και διαβίου μάθηση που να υποστηρίζει την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού από μια οικονομία με έμφαση στις υπηρεσίες σε μια οικονομία με έμφαση στην παραγωγή και τις εξαγωγές.

Το νέο αναπτυξιακό πρότυπο θα πρέπει να μελετηθεί ενδελεχώς ώστε να δίνει έμφαση στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων, την επιλογή των παραγωγικών τομέων αιχμής, ώστε να προκύπτει η μείωση της ανεργίας, η ενίσχυση της απασχόλησης και η κοινωνική συνοχή, η αύξηση του εισοδήματος και η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους με αδιάσειστα στοιχεία. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα δεν έχουμε δει να έχει δημοσιοποιηθεί κάποιο σχέδιο για την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Αποτέλεσμα αυτής της αδυναμίας είναι να υπονομεύεται η διαπραγματευτική ικανότητα της χώρας και να είναι άνευ ουσίας οι εξορκισμοί για το τέλος του μνημονίου και της λιτότητας.

Τέλος, η διατύπωση της πρότασης για ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, θα πρέπει να έχει ως αφετηρία ένα οικονομικό και κοινωνικό όραμα για την χώρα, που θα υπηρετείται από ένα μακρόπνοο αναπτυξιακό σχέδιο με προτεραιότητες και μέτρα πολιτικής, με μετρήσιμους στόχους, αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και πρόβλεψη για διορθωτικές παρεμβάσεις. Ένα πρότυπο που θα αξιοποιεί τους πλούσιους παραγωγικούς πόρους της χώρας, κυρίως το ανθρώπινο και το πολιτιστικό κεφάλαιο, και θα δημιουργεί προστιθέμενη αξία. Ένα πρότυπο που θα διασφαλίζει υψηλό ρυθμό ανάπτυξης αλλά με κοινωνική συνοχή και κοινωνική ευαισθησία.

Η προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι βασική προϋπόθεση για την επιτυχία ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου. Κεντρικός στόχος της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας πρέπει να είναι η αναμόρφωση του κράτους και της δημόσιας διοίκησης. Όχι λόγω των δημοσιονομικών επιπτώσεων, αλλά κυρίως λόγω της μείωσης της ανταγωνιστικότητας από το μεγάλο διοικητικό βάρος που επιβάλλει στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και λόγω των αδυναμιών του ρυθμιστικού πλαισίου της οικονομίας.

Η διεθνής εμπειρία αποδεικνύει ότι προϋπόθεση επιτυχίας των οικονομικών μεταρρυθμίσεων είναι η ύπαρξη αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης και αποτελεσματικού ρυθμιστικού πλαισίου. Χωρίς αποτελεσματική δημόσια διοίκηση δεν υπάρχουν οι συνθήκες διασφάλισης της μακροχρόνιας επιτυχίας των οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Ακόμη, μια επιτυχημένη δημοσιονομική προσαρμογή δεν είναι μακροχρόνια βιώσιμη αν δεν προηγηθεί η μεταρρύθμιση του κράτους. Προϋπόθεση επιτυχίας των οικονομικών μεταρρυθμίσεων είναι η ύπαρξη αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης, κράτους δικαίου και κοινωνίας ευνομίας. Επομένως, οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να προωθηθούν ταυτόχρονα και παράλληλα με τη μεταρρύθμιση του κράτους και της δημόσιας διοίκησης.

Τόσο το εύρος, όσο και το βάθος των διαρθρωτικών αλλαγών που απαιτούνται για την αντιστροφή της φθίνουσας πορείας της ελληνικής ανταγωνιστικότητας αντιμετωπίζουν, ακόμη και σήμερα, αντιστάσεις από συντεχνίες που συχνά φαίνονται ανυπέρβλητες. Όμως, η δυνατότητα ομαλής μετάβασης, με ήπια προσαρμογή, σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο υπό συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης έχει πλέον παρέλθει. Η αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων στην κατεύθυνση αυτή είναι σήμερα πιο επίκαιρη παρά ποτέ. Παρά τους δυσμενέστατους όρους με τους οποίους πρέπει να υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις, η αναδόμηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας αποτελεί μονόδρομο, που περνά μέσα από την υλοποίηση σε πολύ σύντομο χρόνο ιστορικής κλίμακας διαρθρωτικών αλλαγών σε όλα τα πεδία, συχνά με οδυνηρές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες.

Τα τελευταία χρόνια ανδεικνύεται ως σοβαρό προβλημα στην Ελλάδα και η απουσία ενός αποτελεσματικού συστήματος κινήτρων στην οικονομία, καθώς επίσης και η επιλογή μέτρων πολιτικής που επιδιώκουν ταυτόχρονα στόχους οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής Για παράδειγμα, μπορεί να αναφερθεί η γνωστή φράση ότι οι πολιτικές της κυβέρνησης ζημιώνουν μεν την οικονομία, αλλά είναι επιθυμητές γιατί ευνοούν τους φτωχούς επειδή έχουν «ταξικό πρόσημο». Μια τέτοια άποψη είναι η γνωστή δήλωση Τσακαλώτου ότι «η υπερφορολόγηση της οικονομίας είναι θέμα ιδεολογίας». Ένα άλλο παράδειγμα είναι η έλλειψη ανταποδοτικότητας στον πρόσφατο ασφαλιστικό νόμο του 2016, που υπονομεύει την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος γιατί αποσυνδέει σε μεγάλο βαθμό τα επίπεδα σύνταξης από το ύψος των εισφορών.

Η θεωρία της οικονομικής πολιτικής έχει τις ρίζες της στις συνεισφορές των Tinbergen και Theil, οι οποίοι λύνουν το πρόβλημα ενός υπεύθυνου χάραξης πολιτικής με στόχο την επίτευξη ορισμένων αξιών για τους στόχους της πολιτικής του ή για να ελαχιστοποιήσουν μια συνάρτηση ζημιών που ορίζεται σε αυτούς τους στόχους, χρησιμοποιώντας τα διαθέσιμα μέσα πολιτικής. Το κυριώτερο αξίωμα της συνεισφοράς των Tinbergen και Theil είναι ότι δεν μπορείς να επιδιώκεις με ένα μέτρο πολιτικής δύο στόχους. Βασική αρχή της δημόσιας πολιτικής είναι η αντιστοίχιση ενός στόχου με ένα μέτρο.

Στην συνέχεια, ο Lucas έθεσε το θέμα ότι ο ιδιωτικός τομέας αντιδρά στις αποφάσεις του νομοθέτη και έχει εμπλουτίσει την θεωρία των Tinbergen και Theil εισάγοντας έτσι την δυνατότητα συγκρούσεων μεταξύ διαφορετικών παραγόντων που τελικά προσδιορίζει και τον βαθμό επιτυχίας του μέτρου πολιτικής και της επιθυμίας του νομοθέτη. Η συμβολή του Lucas είναι ότι ο ιδιωτικός τομέας θα βρεί τρόπους να παρακάμψει όποια μέτρα δεν είναι συμβατά με την ανταγωνιστική οικονομία και θα μειώσει την αποτελεσματικότητα των μέτρων του νομοθέτη.

Το συμπέρασμα αυτής της ανάλυσης είναι ότι μέτρα που στοχεύουν ταυτόχρονα στόχους οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής θα είναι, σύμφωνα με την ανάλυση των Theil-Tinbergen, αποτυχημένα, γιατί ούτε τον ρυθμό ανάπτυξης θα ενισχύσουν, αλλά ούτε και τη φτώχεια θα μειώσουν. Ταυτόχρονα, η ανάλυση του Lucas συνεπάγεται ότι ο ιδιωτικός τομέας θα βρεί τρόπους να παρακάμψει τα μέτρα που θεωρεί άδικα και τελικά αυτό θα αποβεί σε βάρος της οικονομίας, αλλά και των φτωχών ομάδων του πληθυσμού.

Στην ελληνική πραγματικότητα, αυτό που παρατηρείται είναι μια διαρκής προσπάθεια του ιδιωτικού τομέα να παρακάμψει τις ακαμψίες του κράτους, για παράδειγμα την υπερφορολόγηση και την έλλειψη ανταποδοτικότητας στο ασφαλιστικό σύστημα, με συμπεριφορές επιζήμιες για την οικονομία και την κοινωνία, συμπεριφορές που καθηλώνουν την ανάπτυξη και την απασχόληση, και τελικά ζημιώνουν την κοινωνική συνοχή.

Γενικά, είναι εξαιρετικά αναγκαίο, αλλά και επείγον, για την χώρα και το νέο αναπτυξιακό πρότυπο, να διαμορφωθεί ένα δίκαιο, υγιές και αποτελεσματικό σύστημα οικονομικών κινήτρων, με επιβράβευση και τιμωρία, που θα διασφαλίζει στον ιδιωτικό τομέα συνεπή και σύννομη συμπεριφορά, στο πλαίσιο ευνομίας, αξιοπιστίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Αυτό που είναι διεθνώς γνωστό ως κράτος δικαίου, και στην οικονομική πολιτική ως «level playing field».

ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΠΡΟΤΥΠΟΥ

Κεντρικός στόχος του νέου αναπτυξιακού προτύπου είναι η επίτευξη υψηλού ρυθμού ανάπτυξης με κοινωνική συνοχή και κοινωνική ευαισθησία. Οι προτεραιότητες του νέου αναπτυξιακού προτύπου πρέπει να είναι:

-η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας γενικά,
-η προώθηση της έξυπνης οικονομίας και η ενίσχυση των υποδομών, όπως στην ενέργεια και τις μεταφορές, ώστε να βελτιώνεται η ανταγωνιστικότητα όλων των κλάδων οριζόντια,
-η κοινωνική ευαισθησία και η κοινωνική συνοχή με την αντιμετώπιση της φτώχειας και της ανισότητας,
-και, τέλος, η αξιοποίηση του ικανού και μορφωμένου, ανθρώπινου δυναμικού της χώρας.

Το νέο αναπτυξιακό πρότυπο θα πρέπει να έχει ως κεντρική προτεραιότητα την ενίσχυση της εξωστρέφειας, της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας στην οικονομία. Η ενδυνάμωση του ρυθμού ανάπτυξης πρέπει να προέλθει από την ενίσχυση της εξωστρέφειας και τον τεχνολογικό μετασχηματισμό της οικονομίας, την αύξηση των εξαγωγών, τόσο των αγαθών όσο και των υπηρεσιών. Η οικονομία πρέπει να ενισχύσει την παραγωγή «εμπορεύσιμων» προϊόντων έναντι των «μη-εμπορεύσιμων», τα οποία μέχρι τώρα κυριαρχούσαν λόγω της έμφασης στην κατανάλωση.

Για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας χρειάζονται καινοτόμες ιδέες στην παραγωγή και την επιχειρηματική διαχείριση. Χρειάζονται προϊόντα ποιότητας και διεύρυνση της παραγωγικής βάσης. Χρειάζεται αξιοποίηση του ανθρώπινου και του πολιτιστικού κεφαλαίου της χώρας, εισαγωγή και χρήση νέων τεχνολογιών, εξειδικευμένο ανθρώπινο κεφάλαιο και ελαστικότητα στην αγορά εργασίας. Μόνο με την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας θα επιτευχθεί ενίσχυση της εξωστρέφειας και, φυσικά, του ρυθμού ανάπτυξης.

Ο πυρήνας του προβλήματος είναι η έλλειψη ιδιωτικών επενδύσεων γιατί αυτό οδηγεί σε μείωση της ανταγωνιστικότητας, επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου, απώλεια αγορών, εξειδίκευση σε χαμηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας προϊόντα με συνεπακόλουθο την διάβρωση του παραγωγικού ιστού και τη μείωση της απασχόλησης. Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στο χαμηλό επίπεδο Ξένων Αμέσων Επενδύσεων (ΞΑΕ) στην χώρα.

Επίσης, το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας οφείλεται σε μια σειρά από άλλους γενικότερους κοινωνικούς παράγοντες όπως η δαιμονοποίηση του κέρδους και της επιχειρηματικότητας, η καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης κ.α.

Τέλος, σημαντική αιτία στη μείωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας είναι και οι αγκυλώσεις στην λειτουργία της αγοράς εργασίας και οι αδυναμίες στην ποιότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου.

Η δεύτερη προτεραιότητα του αναπτυξιακού προτύπου πρέπει να είναι η προώθηση της έξυπνης οικονομίας. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης η έξυπνη οικονομία, η οικονομία της γνώσης και το ανθρώπινο κεφάλαιο, αποτελούν τον σημαντικότερο παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης. Ο κεντρικός στόχος της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η «Έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (Smart, sustainable and inclusive growth). Μάλιστα, η τρόικα της Ευρωπαϊκής Προεδρίας «Εσθονία-Βουλγαρία-Αυστρία» προσδιόρισε πρόσφατα τις επενδύσεις στην έρευνα, την καινοτομία και το ανθρώπινο κεφάλαιο ως βασικούς τομείς προτεραιότητας για την τόνωση της απασχόλησης και της κοινωνικής ανάπτυξης, ιδίως στο πλαίσιο της ψηφιακής οικονομίας.

10092018-3.jpg

Έλεγχος ποιότητας σε συνεταιριστικό εργοστάσιο τυροκομίας, στη Νάξο, στις 4 Αυγούστου 2015. REUTERS/Deepa Babington
-----------------------------------------------------------------------------------------

Η προώθηση της καινοτομίας είναι στο επίκεντρο των προτεραιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για θέσεις εργασίας, ανάπτυξη και επενδύσεις. Η νέα στρατηγική βιομηχανικής πολιτικής της ΕΕ και η ανακοίνωση για την ενίσχυση της καινοτομίας στις περιφέρειες της Ευρώπης σκιαγραφούν το τι πρέπει να γίνει για να επωφεληθούν οι χώρες από τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης. Θα είναι ζωτικής σημασίας να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της έρευνας, της ανάπτυξης, της εκπαίδευσης και της καινοτομίας. Για το σκοπό αυτό χρειάζεται ένας δημόσιος διάλογος υψηλού επιπέδου, χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις, που θα φωτίσει τις διαφορετικές διαστάσεις του θέματος και θα εμπλουτίσει την συζήτηση σχετικά με την πολιτική καινοτομίας και τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Η γενική αναπτυξιακή εμπειρία έχει αποδείξει ότι κλάδοι πρωταθλητές δεν υπάρχουν. Αντίθετα, υπάρχουν κλάδοι με συγκριτικά πλεονεκτήματα ανάλογα με τις οικονομικές συνθήκες στις οποίες ευρίσκεται η χώρα. Στην ελληνική οικονομία χρειάζονται παρεμβάσεις που θα βελτιώσουν την επίδοση κλάδων με ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Μοχλός στην όλη προσπάθεια θα πρέπει να είναι η αξιοποίηση του υψηλης ποιότητας ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας. Για παράδειγμα, χρειάζεται διαφοροποίηση, εποχική επέκταση και περιφερειακή εξειδίκευση του τουριστικού προϊόντος, κυρίως με αξιοποίηση του πλούσιου κεφαλαίου της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας.

Στον πρωτογενή τομέα χρειάζεται έμφαση σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, κυρίως τρόφιμα, ποτά και φρούτα λαχανικά για τα οποία υπάρχει μια τεράστια ευρωπαϊκή αγορά. Το οικοσύστημα νεοφυών επιχειρήσεων έχει δημιουργήσει αρκετές επιχειρήσεις υψηλης τεχνολογίας. Στη ναυτιλία και στις συνδυασμένες μεταφορές μπορεί να γίνει εξαιρετική αξιοποίηση της γεωπολιτικής θέσης της χώρας, με σύνδεση των λιμανιών της μέσω ενός δικτύου χερσαίων μεταφορών με τις μεγάλες αγορές της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης. Μια τέτοια υποδομή θα ενισχύσει οριζόντια ολόκληρο τον παραγωγικό ιστο τα ελληνικής οικονομίας.

Η κοινωνική δικαιοσύνη και η κοινωνικη συνοχή πρέπει να είναι η τρίτη μεγάλη προτεραιότητα του νέου αναπτυξιακού προτύπου. Ο στόχος της κοινωνικής δικαιοσύνης, της κοινωνικής συνοχής και της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς αποτελεί κεντρικό στόχο πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι κοινωνικές δαπάνες στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι στο επίπεδο του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά η αποτελεσματικότητά τους είναι πολύ χαμηλή. Αυτό που απαιτείται δεν είναι μείωση της δαπάνης, αλλά η βελτίωση της αποτελεσματικότητας, δηλαδή οι κοινωνικές δαπάνες πρέπει να έχουν αποτέλεσμα και να επιτυγχάνουν μείωση της φτώχειας και της ανισότητας.
Δεδομένου ότι μεγάλο μέρος της φτώχειας στην Ελλάδα οφείλεται στη μεγάλη και μακροχρόνια ανεργία, η ενίσχυση της απασχόλησης και η μείωση της ανεργίας είναι βασικός μοχλός για τη μείωση της φτώχειας και της ανισότητας. Για τον λόγο αυτό, τα μέτρα αντιμετώπισης της ανεργίας, κυρίως τα ενεργητικά μέτρα απασχόλησης έχουν σημαντικό ρόλο στον στόχο της κοινωνικής συνοχής. Η επιδοματική πολιτική αντίθετα, δημιουργεί πελατειακές σχέσεις και εξαρτήσεις, είναι αναποτελεσματική και δεν λύνει το πρόβλημα της κοινωνκής συνοχής. Το παράδειγμα της παροχής έκτακτου επιδόματος ενίσχυσης μόνο με βάση το δηλωθέν εισόδημα και χωρίς άλλα κριτήρια το 2016 είναι χαρακτηριστικό.

Ένα ισχυρό και αποτελεσματικό κράτος μπορεί να έχει σημαντικότατο ρόλο στην επιδίωξη της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής. Χρειάζεται η υλοποίηση μιας πολιτικής ελαχίστου εισοδήματος που θα αποτελεί ένα κοινωνικό δίχτυ προστασίας, το οποίο μόνο ένα ισχυρό διοικητικά κράτος μπορεί να υλοποιήσει μέσω του δημοσιονομικού μηχανισμού. Ένα αποτελεσματικό κράτος, όχι αναγκαστικά το μικρό κράτος, είναι απαραίτητο για να προσφέρει αγαθά και υπηρεσίες δημοσίου και κοινωνικού χαρακτήρα.

Όμως, όταν το κράτος παρουσιάζει φαινόμενα αδυναμίας, διάλυσης και διαφθοράς, τότε η αγορά γίνεται ανεξέλεγκτη, οι κανόνες ανταγωνισμού παρακάμπτονται, η εφαρμογή των νόμων υστερεί και αυτό που προκύπτει είναι ένα κακέκτυπο ελεύθερης οικονομίας της αγοράς με έντονες κοινωνικές ανισότητες και κοινωνικά προβλήματα.

Τέλος, διαπιστώνεται συχνά αναντιστοιχία μεταξύ αυτών που περιμένουν οι πολίτες και αυτών που μπορεί να προσφέρει το κράτος, γιατί το κράτος προσπαθεί να κάνει πάρα πολλά, με ελάχιστους πόρους ή γιατί έχει εκτραπεί σε πελατειακές σχέσεις, σπατάλη και διαφθορά. Πρέπει να τονιστεί ότι η ελεύθερη οικονομία, όταν λειτουργεί στο πλαίσιο ενός ισχυρού και ανταγωνιστικού κράτους, επιτυγχάνει οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, συνοχή και ευημερία. Κράτος και αγορά δεν πρέπει να είναι ανταγωνιστές, πρέπει να είναι εταίροι στην αναπτυξιακή διαδικασία.

Η τέταρτη προτεραιότητα του νέου αναπτυξιακού προτύπου είναι η ενίσχυση του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας, μέσω των συστημάτων εκπαίδευσης, κατάρτισης και δια βίου μάθησης. Η νέα οικονομία και η οικονομία της γνώσης χρειάζονται νέες ικανότητες και δεξιότητες, επομένως το ανθρώπινο κεφάλαιο και το σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης αποτελούν την βάση κάθε προσπάθειας αναβάθμισης σε ολόκληρο τον παραγωγικό ιστό. Γιατί ο σημαντικότερος παράγων κάθε παραγωγικού συστήματος είναι ο άνθρωπος, και η δημιουργία ανθρώπινου κεφαλαίου ο ασφαλέστερος τρόπος για την επίτευξη μιας ευρείας βάσεως αναπτυξιακής διαδικασίας, ιδιαίτερα στη νέα παγκοσμιοποιημένη οικονομία.

Το εκπαιδευμένο ανθρώπινο κεφάλαιο είναι ο βασικός μοχλός επιτάχυνσης της τεχνολογικής αλλαγής και της καινοτομίας στην οικονομία. Η ποιοτική εκπαίδευση, και ειδικοτερα η τεχνική εκπαίδευση, όταν συνδέονται με τις ανάγκες της οικονομίας συμβάλλει στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων αλλά και στην ενίσχυση των εγχώριων ιδιωτικών επενδύσεων, αδιακρίτως κλάδου. Αυτό έχει ιδιαίτερα ευνοϊκές επιπτώσεις στον παραγωγικό ιστό της οικονομίας, λόγω της διασύνδεσης της εγχώριας παραγωγικής δομής με τα διεθνή δίκτυα τεχνολογικής γνώσης και εμπορίας, ενισχύοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τις νέες πηγές ανάπτυξης της οικονομίας.

Στα χρόνια της κρίσης η ελληνική οικονομία έχει χάσει ένα μεγάλο μέρος από το εκπαιδευμένο ανθρώπινο κεφάλαιο, το οποίο πρέπει να προσελκύσει πίσω για να μπορέσει να στηρίξει την προσπάθεια εδραίωσης του νέου αναπτυξιακού προτύπου. Υπάρχει η άποψη ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση ευρίσκεται σήμερα σε τραγική κατάσταση, παρά τις αγωνιώδεις ατομικές προσπάθειες πολλών πανεπιστημιακών για έρευνα και ανάπτυξη νέας γνώσης. Το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ελληνικών πανεπιστημίων είναι αναχρονιστικό, αντιαναπτυξιακό και κοινωνικά άδικο.

ΑΛΛΑΓΗ ΣΕΛΙΔΑΣ

Τελικά, το συμπέρασμα επιγραμματικά είναι το εξής. Η χώρα χρειάζεται ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο με ευρεία οικονομική και κοινωνική βάση. Ένα πρότυπο που θα αξιοποιεί τους πλούσιους παραγωγικούς πόρους της χώρας, κυρίως το ανθρώπινο και το πολιτιστικό κεφάλαιο, και θα δημιουργεί προστιθέμενη αξία. Ένα πρότυπο που θα διασφαλίζει υψηλό ρυθμό ανάπτυξης με κοινωνική συνοχή και κοινωνική ευαισθησία. Ένα πρότυπο που θα έχει ως αφετηρία ένα οικονομικό και κοινωνικό όραμα για την χώρα, και θα υπηρετείται από ένα μακρόπνοο αναπτυξιακό σχέδιο με προτεραιότητες και μέτρα πολιτικής, με μετρήσιμους στόχους, αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και πρόβλεψη για διορθωτικές παρεμβάσεις. Αλλιώς, θα είμαστε καταδικασμένοι στην αποτυχία.

*Το δοκίμιο αυτό δημοσιεύθηκε στο τεύχος 52 (Ιούνιος-Ιούλιος 2018) του Foreign Affairs The Hellenic Edition.

Copyright © 2018 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition