Το εμπόριο υπό τον Τραμπ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το εμπόριο υπό τον Τραμπ

Τι έχει κάνει μέχρι τώρα και τι θα κάνει στην συνέχεια

Η διοίκηση του Τραμπ πήρε την σκληρότερη στάση της ενάντια στην Κίνα. Η κυβέρνηση έχει έναν μακρύ κατάλογο οικονομικών παραπόνων: Το μεγάλο διμερές εμπορικό έλλειμμα, η υποτιθέμενη χειραγώγηση του κινεζικού νομίσματος, η κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας από την Κίνα, η πολιτική του Πεκίνου να αναγκάζει τις αμερικανικές εταιρείες να παραδίδουν την τεχνολογία τους σε αντάλλαγμα για την πρόσβαση στην κινεζική αγορά, η εύκολη πίστωση στις κινεζικές κρατικές επιχειρήσεις, μια εγχώρια αγορά συχνά κλειστή σε ξένες εταιρείες, και μια κινεζική βιομηχανική πολιτική -υποστηριζόμενη από την πρωτοβουλία Made in China 2025- σχεδιασμένη για να επιτύχει εμπορική κυριαρχία σε σημαντικούς τομείς. Η αντι-κινεζική ατζέντα της κυβέρνησης Trump δεν οδηγείται μόνο από τις οικονομικές ανησυχίες της, αλλά και από την πεποίθησή της ότι η Κίνα απειλεί τα παγκόσμια συμφέροντα των ΗΠΑ.

Τον Αύγουστο του 2017, η διοίκηση στράφηκε στο άρθρο 301 του Εμπορικού Νόμου του 1974, την ίδια διάταξη που χρησιμοποίησε η διοίκηση Reagan εναντίον της Ιαπωνίας στην δεκαετία του 1980. Ο νόμος αυτός επιτρέπει στον πρόεδρο να αντιδράσει εναντίον ξένων αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, όπως κρίνουν οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ αντί του ΠΟΕ. Έτσι, τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους, ο Trump επέβαλε δασμούς σε εισαγωγές από την Κίνα ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ. Στην συνέχεια, η Κίνα προέβη σε αντίποινα στις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων στις ΗΠΑ. Ο Trump απάντησε με νέους δασμούς σε κινεζικές εισαγωγές ύψους 200 δισ. δολαρίων και απείλησε να θέσει δασμούς σε άλλα κινεζικά προϊόντα ύψους 267 δισ. δολαρίων.

Οι ειδήμονες αναρωτήθηκαν ποιο θα μπορούσε να είναι το τέλος σε αυτό το οικονομικό παιχνίδι. Αλλά γίνεται φανερό ότι η διοίκηση δεν είχε κανένα στο μυαλό της. Οι διαπραγματεύσεις με την Κίνα γίνονταν με μισή καρδιά στην καλύτερη περίπτωση. Παρόλο που υπήρξε κάποια συζήτηση για διαχειριζόμενο εμπόριο –πιθανά κινεζικά όρια στις εξαγωγές και υποστήριξη για εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες- η Ουάσινγκτον πάλευε πραγματικά για κάτι μεγαλύτερο: Μια επανάσταση στο οικονομικό σύστημα της Κίνας. Η μείωση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με την Κίνα θα ήταν αρκετά δύσκολη˙ ο ξεριζωμός του συστήματος κρατικού καπιταλισμού της Κίνας θα ήταν κάτι σχεδόν αδύνατο. Η διοίκηση ίσως να αναγνωρίζει σιωπηρά αυτό το γεγονός και ίσως απλώς να απεμπλέκει την αμερικανική οικονομία από την Κίνα περικόπτοντας τις κινεζικές εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, εξαλείφοντας έτσι τις αλυσίδες εφοδιασμού, περιορίζοντας την πρόσβαση της Κίνας στην τεχνολογία των ΗΠΑ και μειώνοντας τις κινεζικές επενδύσεις σε αμερικανικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας. Συνεπώς, η οικονομική σχέση ΗΠΑ-Κίνας έχει πάρει έναν δεύτερο ρόλο στην γεωπολιτική αντιπαλότητα μεταξύ των δύο χωρών.

ΖΗΤΗΜΑ ΔΙΑΦΩΝΙΩΝ

Ο Trump διαμαρτυρήθηκε μερικές φορές ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου είναι ακόμη χειρότερος από τη NAFTA. Πιστεύει -ή τουλάχιστον λέει- ότι έχει σχεδιαστεί για να εκμεταλλεύεται τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε πολλές περιπτώσεις εξέφρασε την επιθυμία του να τον εγκαταλείψει.

Το κύριο πρόβλημα της διοίκησης με τον ΠΟΕ είναι ότι δεν οδηγεί σε αμοιβαίους δασμούς, απλώς σε δασμούς που δεν κάνουν διακρίσεις. Δηλαδή, ορισμένες χώρες μπορούν να έχουν υψηλότερα δασμολογικά επίπεδα από άλλες˙ η μόνη προϋπόθεση είναι ότι δεν μπορούν να ευνοήσουν μια χώρα έναντι μιας άλλης, απούσης μιας συμφωνίας ελευθέρων συναλλαγών. Η διοίκηση διαμαρτύρεται επίσης για το γεγονός ότι το σύστημα επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ υπερέβη την εξουσία του και δεν σέβεται την κυριαρχία των ΗΠΑ. Ωστόσο, πρόκειται για μια περίεργη καταγγελία που μπορεί να κάνει η Ουάσινγκτον, δεδομένου ότι κατά την ίδρυση του ΠΟΕ, το 1995, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο πρώτος υποκινητής πίσω από το σύστημα επίλυσης των διαφορών και επέμειναν σε αυστηρότερους κανόνες και αυστηρότερους μηχανισμούς επιβολής απ’ ό, τι στην προηγούμενη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (General Agreement on Tariffs and Trade, GATT).

Ο ΠΟΕ είναι το αποκορύφωμα του πολυμερούς εμπορικού συστήματος του οποίου οι Ηνωμένες Πολιτείες συνέβαλαν στον σχεδιασμό μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το να αποστασιοποιηθούν από αυτό θα ήταν μια εκπληκτική πράξη˙ η διοίκηση δεν φαίνεται έτοιμη να προχωρήσει τόσο πολύ, αν και ο πρόεδρος έχει απειλήσει να κάνει ακριβώς αυτό. Η πολιτική της διοίκησης απέναντι στον ΠΟΕ υπήρξε διττή: Έχει φέρει νέες υποθέσεις εναντίον άλλων χωρών για παραβίαση των κανόνων, αλλά έχει επίσης αντιδράσει εναντίον χωρών που έχουν φέρει τις δικές τους υποθέσεις εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών (για παράδειγμα, έναντι των δασμών για τον χάλυβα). Επιπλέον τούτου, έχει μπλοκάρει τον διορισμό νέων δικαστών στο δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο του ΠΟΕ, το οποίο εκδικάζει εμπορικές διαφορές, σε μια προσπάθεια είτε να κλείσει το σύστημα είτε να εξαναγκάσει αλλαγές.

ΤΙ ΕΠΙΦΥΛΑΣΣΕΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Η εμμονή του Trump με το εμπορικό έλλειμμα [3] διατρέχει κάθε πολιτική της διοίκησης. Στο μυαλό του, το έλλειμμα μετράει τον βαθμό στον οποίο άλλες χώρες εκμεταλλεύονται τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όπως είπε σε ένα ακροατήριο εργατών χαλυβουργίας στην πόλη Granite City, στο Illinois, τον Ιούλιο, «Αν δεν είχαμε συναλλαγές, θα σώζαμε ένα τεράστιο ποσό χρημάτων» (“If we didn’t trade, we’d save a hell of a lot of money”).