Μπορεί ακόμη να αποφευχθεί ένα «Brexit χωρίς συμφωνία»; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μπορεί ακόμη να αποφευχθεί ένα «Brexit χωρίς συμφωνία»;

Γιατί τα ιρλανδικά σύνορα παραμένουν εμπόδιο στις διαπραγματεύσεις

Η νέα συμφωνία αποχώρησης [από την ΕΕ] σχεδιάστηκε για να εξουδετερώσει την βρετανική εχθρότητα ως προς το όριο (backstop), με το να το επαναπροσδιορίσει για να καλύψει το Ηνωμένο Βασίλειο στο σύνολό του. Αυτό θα εμπόδιζε [να επανέλθουν] τα τελωνειακά σύνορα μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και της Δημοκρατίας, αλλά θα απαιτούσε επίσης από το Ηνωμένο Βασίλειο να αποδεχθεί τους κανόνες της ΕΕ, για όσο θα ήταν μέρος της ένωσης. Το Ηνωμένο Βασίλειο ήθελε μια συμφωνία βάσει της οποίας θα μπορούσε να αποσυρθεί μονομερώς από το backstop. Η ΕΕ αρνήθηκε, οπότε και οι δύο πλευρές συμβιβάστηκαν σε μια ρύθμιση στην οποία μια μεικτή επιτροπή θα αποφάσιζε το θέμα της αποχώρησης. Οι αρχικές προτάσεις για ένα «όριο στο όριο» που θα εφαρμοζόταν μόνο στην Βόρειο Ιρλανδία εγκαταλείφθηκαν επισήμως, αλλά οι ειδικές ρυθμίσεις για την Βόρειο Ιρλανδία συνυφάνθηκαν ησύχως [5] σε όλο το κείμενο και τα παραρτήματά του. Όταν το Ηνωμένο Βασίλειο εγκαταλείψει το μεταβατικό τελωνειακό καθεστώς, η Βόρεια Ιρλανδία θα εξακολουθεί να δεσμεύεται [6] από το δίκαιο της ΕΕ σε πολλούς σημαντικούς τομείς, εκτός και αν οι δύο πλευρές συμφωνήσουν σε μια εναλλακτική ρύθμιση.

Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει πλειοψηφία για την προτεινόμενη συμφωνία στο βρετανικό κοινοβούλιο. Στο Ulster, οι του DUP που τάσσονται υπέρ της ένωσης, οι οποίοι προτιμούν η Βόρεια Ιρλανδία να παραμείνει σε πολιτική ένωση με το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο, είναι πεπεισμένοι ότι η πρόταση είναι ένα πρώτο βήμα προς την ενωμένη Ιρλανδία κάτι για το οποίο φοβούνταν τόσο πολύ καιρό. Εν τω μεταξύ, οι σκληροί υπέρμαχοι του Brexit βλέπουν την συμφωνία ως πραξικόπημα, ενώ το βρετανικό Εργατικό Κόμμα δεν ενδιαφέρεται να σώσει την κυβέρνηση των Συντηρητικών από το χάος που έχει δημιουργήσει.

Η απάντηση των ενωτικών της Βόρειας Ιρλανδίας ως προς την συμφωνία πηγάζει από την παράνοια. Πολλοί εξέχοντες ενωτικοί είχαν πάντοτε υποψίες ότι το όριο ήταν μια συνωμοσία της ιρλανδικής κυβέρνησης [7] που αποσκοπούσε στο να χαλαρώσει τους δεσμούς της Βόρειας Ιρλανδίας με το Ηνωμένο Βασίλειο και στην συνέχεια να την απορροφήσει στην Δημοκρατία [της Ιρλανδίας], αρχικά αφαιρώντας τα τελωνειακά σύνορα με την Δημοκρατία και στην συνέχεια αντικαθιστώντας τα με ένα ουσιαστικό σύνορο μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και του υπόλοιπου Ηνωμένου Βασιλείου μέσω ελέγχων που θα επιβάλλονται για να εμποδίσουν τους Βρετανούς εξαγωγείς να χρησιμοποιήσουν κακόβουλα μια πίσω πόρτα για είσοδο στην ΕΕ. Εντούτοις, αυτοί οι έλεγχοι πιθανώς δεν θα ήταν πολύ αυστηροί και θα μπορούσαν να τεθούν σε εφαρμογή μόνον εάν το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο έφευγε από την τελωνειακή ένωση της ΕΕ. Ακόμα και τότε, η Βόρεια Ιρλανδία θα μπορούσε να ευημερήσει οικονομικά, δεδομένου ότι θα απολάμβανε μοναδική πρόσβαση τόσο στις βρετανικές όσο και στις ευρωπαϊκές αγορές.

Η αλήθεια είναι ότι η ιρλανδική κυβέρνηση δεν έχει ιδιαίτερη επιθυμία να ασκήσει έλεγχο στην Βόρεια Ιρλανδία. Τα ψυχρά σκληρά οικονομικά κόστη και η πολιτική αστάθεια που συνδέονται με οποιαδήποτε αλλαγή στο status quo μετριάζουν τις ασαφείς επίσημες φιλοδοξίες της προς μια ενωμένη Ιρλανδία. Ακόμα κι αν οι φόβοι των ενωτικών [με το Η.Β.] δεν είναι σε επαφή με την πραγματικότητα, ωστόσο, εξακολουθούν να είναι πολιτικά ισχυροί, δεδομένου ότι το DUP μπορεί να ρίξει την βρετανική κυβέρνηση αν προσπαθήσει να προωθήσει μια απαράδεκτη συμφωνία. Η ηγέτις του DUP, Arlene Foster, ισχυρίστηκε ότι η συμφωνία προέρχεται από τις μηχανορραφίες μιας «επιθετικής» ιρλανδικής κυβέρνησης [8] και έχει πει ότι θα υπάρξουν «συνέπειες» εάν η βρετανική κυβέρνηση προσπαθήσει να εξαναγκάσει την εφαρμογή αυτής της συμφωνίας.

21112018-2.jpg

Μέλη του Sinn Fein πραγματοποιούν διαμαρτυρία κατά του Brexit έξω από το Stormont στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας, τον Οκτώβριο του 2018. CLODAGH KILCOYNE / REUTERS
--------------------------------------------------------

Εν τω μεταξύ, πολλοί σκληροί υπέρμαχοι του Brexit στην βρετανική ενδοχώρα, δεν θα μπορούσαν να ενδιαφέρονται λιγότερο για την Βόρεια Ιρλανδία. Αντ’ αυτού, φάνηκαν επανειλημμένα έκπληκτοι από το ότι τα συμφέροντα της Ιρλανδίας διαμορφώνουν τις διαπραγματεύσεις του τελικού παιχνιδιού. Ο Τζόνσον παραπονέθηκε [9] ότι η ουρά κουνάει το σκυλί. Ο ευρωσκεπτικιστής συντηρητικός βουλευτής Jacob Rees-Mogg κατηγόρησε τον πρωθυπουργό της Ιρλανδίας [10] Leo Varadkar για «παράλογη, ψηφοθηρική ανωριμότητα» επειδή πιέζει για ένα όριο (backstop). Τώρα, έχει ζητήσει επισήμως [11] από τη Μέι να αποχωρήσει από την ηγεσία των Συντηρητικών και από πρωθυπουργός. Όταν παραιτήθηκε ο Raab, ισχυρίστηκε [12] ότι οι ρυθμίσεις για την Βόρειο Ιρλανδία «παρουσίασαν μια πολύ πραγματική απειλή για την ακεραιότητα του Ηνωμένου Βασιλείου», και δήλωσε ότι δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει μια «επ’ αόριστον συμφωνία για το όριο όπου η ΕΕ θα είχε ένα βέτο επί της ικανότητάς μας να αποχωρήσουμε». Οι σκληροί ευρωσκεπτικιστές θα ήθελαν να ανατρέψουν τη Μέι από την ηγεσία των Συντηρητικών και από πρωθυπουργό, αλλά δεν φαίνεται να έχουν αρκετές ψήφους.

Κάποιοι στο στρατόπεδο της Μέι ελπίζουν ότι καθώς η συμφωνία χάνει ψήφους από τους ενωτικούς και τους πεπεισμένους ευρωσκεπτικιστές, μπορεί να τους κερδίσει από τους αποστάτες του Εργατικού Κόμματος. Αλλά αυτό φαίνεται όλο και πιο απίθανο [13]: Κανένας πολιτικός δεν θέλει να ξοδέψει πολιτικό κεφάλαιο σε έναν άχαρο συμβιβασμό που δεν κάνει κανέναν ευτυχή. Ο ηγέτης των Εργατικών, Jeremy Corbyn, δήλωσε [14] ότι η συμφωνία «θα αφήσει την χώρα σε μια επ’ αόριστον εκκρεμότητα χωρίς [να έχουμε] πραγματικά λόγο για το μέλλον μας», και πρόκειται να ανακοινώσει το δικό του εναλλακτικό σχέδιο, το οποίο θα συνδυάζει την συνέχιση της πρόσβασης στην ενιαία αγορά με μεγάλες δαπάνες για τις υποδομές και τις περιφέρειες.

ΜΙΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΕΛΚΥΣΤΙΚΟΤΗΤΑ