Είναι η Huawei ένα πιόνι στον εμπορικό πόλεμο; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Είναι η Huawei ένα πιόνι στον εμπορικό πόλεμο;

Η πολιτική της παγκόσμιας κούρσας τεχνολογίας

Οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ έχουν κάνει αυτή την καμπάνια [8] παγκόσμια και αυτό κερδίζει ακροατήριο. Τον περασμένο Αύγουστο, η Αυστραλία απαγόρευσε στην Huawei να προμηθεύσει εξοπλισμό 5G. Η Νέα Ζηλανδία ακολούθησε το παράδειγμά της τον Νοέμβριο. Έναν μήνα αργότερα, η ιαπωνική κυβέρνηση απαγόρευσε αποτελεσματικά [9] τον εξοπλισμό της Huawei από κυβερνητικές συμβάσεις και οι κύριες εταιρείες τηλεπικοινωνιών της χώρας ανακοίνωσαν ότι θα κάνουν το ίδιο. Ο Καναδάς, η Νορβηγία και το Ηνωμένο Βασίλειο διεξάγουν τώρα αναθεωρήσεις ασφαλείας για την τεχνολογία 5G της Huawei και η γαλλική, η γερμανική και η πολωνική κυβέρνηση εξετάζουν [να προβούν σε] δικές τους απαγορεύσεις. Ήδη, μεγάλες Δυτικές τηλεπικοινωνίες όπως ο βρετανικός γίγαντας BT και ο γαλλικός ομόλογός του, Orange, ανακοίνωσαν σχέδια να περιορίσουν ή να αποκλείσουν την Huawei από τα δίκτυα 5G.

Είναι ασυνήθιστο για τα Δυτικά κράτη να ακολουθούν κατά πόδας με τον τρόπο αυτό, ιδίως όσον αφορά την Κίνα. Πριν από λίγα χρόνια, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ, οι οποίοι τώρα συντάσσονται για να ερευνήσουν τη μεγαλύτερη εταιρεία τεχνολογίας της Κίνας, αγνόησαν τα επιχειρήματα της Ουάσιγκτον για να μην ενταχθούν στην κινεζική Τράπεζα Ασιατικών Επενδύσεων Υποδομών (Asian Infrastructure Investment Bank, ΑΙΙΒ). Η σημερινή επίδειξη ενότητας είναι ακόμη πιο εντυπωσιακή δεδομένου ότι δεν υπάρχει κάποια απόδειξη που να ενοχοποιεί την Huawei -κανένα δημόσιο αποδεικτικό στοιχείο που να αποδεικνύει, ας πούμε, ότι η εταιρεία νοθεύει το υλικό της ή κατασκοπεύει για λογαριασμό της κινεζικής κυβέρνησης. Βεβαίως, η Huawei έχει συνδεθεί προηγουμένως [10] με την κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας από την Cisco και τουλάχιστον με μια περίπτωση δεδομένων που τέθηκαν σε κίνδυνο [11] τα οποία αφορούσαν την έδρα της Αφρικανικής Ένωσης στην Αιθιοπία. Οι πιο πρόσφατες κατηγορίες από το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης ζωγραφίζουν την εικόνα μιας εταιρείας που σκόπιμα αψήφησε τον νόμο περί κυρώσεων και έκλεψε τεχνολογία από τους επιχειρηματικούς εταίρους της. Αλλά οι Δυτικές κυβερνήσεις δεν έχουν ακόμη παρουσιάσει λεπτομερείς δημόσιες αποδείξεις ότι η Huawei πράγματι κατασκοπεύει υπέρ της Κίνας, και η εταιρεία αρνείται ότι το πράττει.

Αντί να αντιδρούν σε συγκεκριμένα περιστατικά ηλεκτρονικής κατασκοπείας ή κυβερνοεπιθέσεων, οι Δυτικές κυβερνήσεις κινητοποιούνται από μια ευρύτερη ανησυχία: Τον βαθύτερο έλεγχο του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος επί των εταιρειών της Κίνας και άλλων φαινομενικά μη κυβερνητικών ιδρυμάτων. Υπάρχει καλός λόγος ανησυχίας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και στις περισσότερες άλλες προηγμένες δημοκρατίες, υπάρχει μια σαφής νομική διαδικασία ώστε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση να [μπορεί να] αποκτά πρόσβαση σε ιδιωτικές επικοινωνίες για λόγους ξένων υπηρεσιών πληροφοριών, και ορισμένες αμερικανικές εταιρείες αντιστέκονται ενεργά στις προσπάθειες των κυβερνήσεων να αποκτήσουν δεδομένα στο όνομα της εθνικής ασφάλειας. Το κινεζικό σύστημα στερείται αυτών των διαδικαστικών περιορισμών. Το κράτος λειτουργεί με μια ευρεία αντίληψη εθνικής ασφάλειας [12] και τα τελευταία χρόνια σφίγγει την λαβή του τόσο στις επιχειρήσεις όσο και στους πολίτες. Έχει ενισχύσει τον ρόλο των επιτροπών του κόμματος στις κινεζικές εταιρείες, έχει αναπτύξει εκτεταμένα οικιακά προγράμματα ψηφιακής επιτήρησης και έχει δημιουργήσει μια υπηρεσία καταπολέμησης της διαφθοράς που βρίσκεται πάνω από τα όρια των εύλογων διαδικαστικών περιορισμών. Σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ότι, όπως το έθεσε η έκθεση πληροφοριών της Βουλής το 2012, η Huawei «θα είναι υποχρεωμένη να συνεργάζεται με οποιοδήποτε αίτημα της κινεζικής κυβέρνησης για να χρησιμοποιεί τα συστήματά της ή να έχει πρόσβαση σε αυτά για κακόβουλους σκοπούς με πρόσχημα την κρατική ασφάλεια».

Οι Κινέζοι αξιωματούχοι δείχνουν αρκετά πρόθυμοι να θολώσουν την γραμμή μεταξύ κρατικού και ιδιωτικού τομέα. Η οικονομική διευθύντρια της Huawei, Meng, αναφέρθηκε ότι διέθετε ένα διαβατήριο που συνήθως δίδεται μόνο σε υπαλλήλους της κυβέρνησης της Κίνας ή των κρατικών επιχειρήσεων. Και όταν η Κίνα συνέλαβε δύο Καναδούς ως απάντηση στην σύλληψη της Meng, ο πρεσβευτής της στον Καναδά επικαλέστηκε εθνική «αυτοάμυνα» [13]. Δεν είναι λοιπόν περίεργο το γεγονός ότι πολλές κυβερνήσεις δεν πιστεύουν πλέον ότι υπάρχει σημαντική διαφορά μεταξύ της Huawei και της κινεζικής κυβέρνησης.

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Αν και οι διπλωματικές επιπτώσεις από τις πρόσφατες συλλήψεις έφεραν στην υπόθεση της Huawei μεγάλη έκθεση, οι στενοί δεσμοί της εταιρείας με το κινεζικό κόμμα-κράτος δεν είναι μακρινοί. Όπως έχουν γράψει οι νομικοί μελετητές Curtis Milhaupt και Wentong Zheng [14], ορισμένες μεγάλες κινεζικές επιχειρήσεις έχουν προνομιακή μεταχείριση λόγω των βαθιών δεσμών τους με την κυβέρνηση. Ακόμη και αν είναι κατ’ όνομα ιδιωτικές, επωφελούνται από επιδοτήσεις και προστασία από τον ανταγωνισμό στην τεράστια κινεζική αγορά. Αυτή η καθοδηγούμενη από το κράτος προσέγγιση βοήθησε να προωθηθεί η ανάπτυξη εταιρειών υψηλής τεχνολογίας που αμιλλώνται τώρα τους Δυτικούς ανταγωνιστές τους σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η κβαντική υπολογιστική. Εντούτοις, έχει προκαλέσει επίσης ανατριχίλες στις Δυτικές πρωτεύουσες, οι οποίες έχουν διαμαρτυρηθεί για πολλές αθέμιτες πρακτικές, όπως η εξαναγκαστική μεταφορά τεχνολογίας, η κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, η βιομηχανική πολιτική και διάφοροι μη δασμολογικοί φραγμοί, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολο για τις ξένες επιχειρήσεις να ανταγωνίζονται δίκαια σε βασικούς τομείς τεχνολογίας. Αυτός ο οικονομικός ανταγωνισμός έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία για τα κράτη, επειδή πολλές από τις τεχνολογίες επόμενης γενιάς που αναπτύσσονται από κορυφαίες εταιρείες τεχνολογίας έχουν τόσο πολιτικές όσο και στρατιωτικές εφαρμογές.