Στρατός με έλλειψη στρατιωτών | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Στρατός με έλλειψη στρατιωτών

Το δημογραφικό ζήτημα της Ελλάδος και οι επιπτώσεις στην άμυνα

Σήμερα στις ένοπλες δυνάμεις υπηρετούν περίπου 80.000 μόνιμοι και στους 3 κλάδους, οπότε για να αγγίξουμε την ειρηνική οροφή των 134.000 απαιτείται η ύπαρξη 54.000 κληρωτών (οπλίτες θητείας). Καθώς οι κληρωτοί, με σημερινή θητεία 9 μηνών στον Στρατό Ξηράς, παρουσιάζονται κάθε 2 μήνες, θα πρέπει η κάθε σειρά (ΕΣΣΟ) να αποδίδει περίπου 12.000 άνδρες (γιατί μέχρι σήμερα μόνο ο ανδρικός πληθυσμός στρατεύεται). Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας ότι ένας ικανός αριθμός, περίπου 10%, απαλλάσσεται ή δεν κρίνεται ικανός για ένοπλη στρατιωτική υπηρεσία, τότε χρειαζόμαστε σε κάθε κλάση περίπου 13.300 άνδρες. Δηλαδή, αν υπολογίσουμε τις νόμιμες διαρροές από την στράτευση θα έπρεπε ο ετήσιος αριθμός των γεννήσεων αγοριών να είναι 80.000 για να επιτύχουμε την επιθυμητή οροφή των 54.000 κληρωτών [2]. Ο μέσος όρος των γεννήσεων αρρένων Ελλήνων ανά έτος την πενταετία 1994-1999 ήταν περίπου 50.000, άρα αυτόματα δημιουργείται ένα σημαντικό υπολογιστικό έλλειμμα 30.000 ανδρών (37,5% του απαιτούμενου αριθμού) ετησίως μόνο από τη μείωση των γεννήσεων [3]. Η σημερινή απόδοση κάθε κλάσεως, είναι περίπου 6.700 και είναι η μισή από την απαιτούμενη (13.300 άνδρες). Κατά συνέπεια, οι συνολικά πραγματικά στρατευόμενοι ανά έτος, ανέρχονται περίπου στους 40.000 (έξη κλάσεις, 6 Χ 6.700). Δηλαδή, η λογιστική υστέρηση των 30.000 που οφείλεται στη μείωση του αριθμού των γεννήσεων και στους νόμιμα απαλλασσόμενους από την στράτευση, μεγεθύνεται, και αγγίζει συνολικά τους 40.000 άνδρες (50% του απαιτούμενου αριθμού). Η επιπλέον αυτή μείωση, περίπου 10.000 ανδρών, οφείλεται στην αποφυγή της στράτευσης, για διαφόρους λόγους (ως επί το πλείστον νόμιμους).

Πλέον, λοιπόν, της υπογεννητικότητας, εμφανίζεται αυξημένος και ο αριθμός των νέων που νομότυπα αποφεύγουν την εκπλήρωση των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων (κυρίως ένεκα επιμήκυνσης και εξειδίκευσης των σπουδών τους σε συνδυασμό με τα όρια ηλικίας και τις δυνατότητες εξαγοράς της θητείας). Αντιμετωπίζουμε, δηλαδή, μια επιπλέον απομείωση του αριθμού των στρατευομένων που αγγίζει το 30% και οφείλεται στην ενσυνείδητη επιλογή της μη στράτευσης από τα ελληνόπαιδα. Επί του παρόντος δεν έχουμε ακόμη, τουλάχιστον σε ικανούς αριθμούς, αντιμετωπίσει την αποφυγή επιστροφής στην πατρίδα και εκπλήρωσης των στρατιωτικών υποχρεώσεων των νέων που με την ολοκλήρωση των σπουδών τους ξενιτεύτηκαν ένεκα της οικονομικής κρίσεως. Δυστυχώς, με ανοδικές τάσεις εμφανίζεται και ο αριθμός των στρατευσίμων που απαλλάσσονται της κατάταξης ή υπηρετούν άοπλοι λόγω σωματικών και ψυχολογικών προβλημάτων. Ο αντίστοιχος αριθμός των αρνητών της στράτευσης εμφανίζεται ακόμη χαμηλός.

Συμπερασματικά, σήμερα η απόδοση της κάθε κλάσεως είναι περίπου στο 50% της προσδοκώμενης ώστε να συμπληρωθεί η απαιτητή οροφή του στρατεύματος. Ελάχιστη σημασία έχει η πιθανότητα οι παρατιθέμενοι αριθμοί να εμπεριέχουν ένα ενδεχόμενο σφάλμα της τάξεως του 10% σε οποιαδήποτε κατεύθυνση. Το πλέον ανησυχητικό γεγονός είναι ότι ο αριθμός της σημερινής υστέρησης προέρχεται από τον αριθμό των 50.000 γεννήσεων Ελλήνων αγοριών ανά έτος (μέσος όρος γεννήσεων πενταετίας 1994-1999), αριθμός μη αμφισβητήσιμος και σημαντικά αυξημένος έναντι του αντίστοιχου μέσου όρου γεννήσεων της περιόδου 2009-2014 που μετά δυσκολίας αγγίζει τις 42.000, με πτωτικές τάσεις. Οποιαδήποτε αναγωγή στην περίοδο 2014-2019 εκτιμάται ότι θα δώσει ακόμη πιο δυσοίωνες προβλέψεις [4].

Αν τώρα προσθέσουμε τον ανεπαρκή αριθμό των 40.000 ανδρών στον αριθμό των μονίμων στελεχών (80.000) θα έχουμε ένα σύνολο 120.000 ανδρών και γυναικών υπό τα όπλα [5]. Η πλήρης σύνθεση (οροφή) των ενόπλων δυνάμεων προβλέπει, κατά δημοσιογραφικές πάντα πληροφορίες, 280.000 άνδρες και γυναίκες. Κατά συνέπεια η μέση επάνδρωση των μονάδων ανέρχεται στο 43% περίπου. Φυσικά ο αριθμός αυτός κυμαίνεται από μονοψήφια ποσοστά (επιστρατευόμενες μονάδες) αγγίζοντας και το 100% σε μονάδες ειδικών αποστολών και άμεσης αντίδρασης. Το απαιτούμενο ποσοστό επάνδρωσης μιας μονάδος ποικίλει, ανάλογα της αποστολής, των συνθηκών και διαφόρων άλλων λόγων. Ένα γενικά αποδεκτό ελάχιστο ποσοστό επάνδρωσης ανέρχεται στο 60% της προβλεπόμενης πολεμικής δύναμης. Επισημαίνεται ότι το κείμενο αναφέρεται κυρίως στις μονάδες του Στρατού Ξηράς καθώς το Πολεμικό Ναυτικό και η Πολεμική Αεροπορία, λόγω υψηλής εξειδίκευσης και χαμηλότερης οροφής προσωπικού, διαθέτουν υψηλότερο ποσοστό μονίμων στελεχών, γεγονός που περιορίζει σε σημαντικό βαθμό τις συνέπειες της δημογραφικής υστέρησης.

Το πρόβλημα δεν περιορίζεται, όμως, μόνο στην χαμηλή αριθμητική επάνδρωση των μονάδων. Χαμηλός αριθμός γεννήσεων συνεπάγεται ότι φτωχαίνει η δεξαμενή άντλησης προσωπικού, μονίμου και κληρωτού, για τις ένοπλες δυνάμεις. Καθώς, μάλιστα, μειώνονται οι γεννήσεις, άρα και οι στρατευόμενοι, ελαττώνεται -αναπόφευκτο φυσιολογικό αποτέλεσμα- και ο αριθμός των υποψηφίων που είναι απαραίτητο να διαθέτουν ειδικά προσόντα για την στελέχωση απαιτητικών ειδικοτήτων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Με ανησυχητική τάση αυξάνεται και ο αριθμός των νέων που κρίνονται ανίκανοι για ένοπλη υπηρεσία, τάση που και αυτή έχει παγκόσμια εφαρμογή.

Ένα, όμως, σημαντικότατο πρόβλημα που δεν εντοπίζεται από την πρόχειρη (αλλά δραματική) ανάγνωση των αριθμών, αφορά την παρεχόμενη στρατιωτική εκπαίδευση στους κληρωτούς μας. Υπενθυμίζω ότι οι κληρωτοί, μετά την λήξη της θητείας τους, ως έφεδροι θα κληθούν να συμπληρώσουν την πολεμική σύνθεση των μονάδων ώστε αυτές να καταστούν πλήρως επιχειρησιακές σε περιόδους κρίσεως και πολέμου. Η απόδοση και η ταχεία ένταξη των εφέδρων στις μονάδες είναι κρίσιμα στοιχεία που θα εξασφαλίσουν τη μεγιστοποίηση της μαχητικής αξίας του στρατεύματος που στηρίζεται στην κινητοποίηση της εφεδρείας. Αναμφισβήτητα, η δημιουργία αξιόμαχου έφεδρου προσωπικού προϋποθέτει την ύπαρξη εκπαιδευμένων κληρωτών.