Ο εμπορικός γρίφος του Xi Jinping | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο εμπορικός γρίφος του Xi Jinping

Γιατί ο Κινέζος ηγέτης δεν είναι έτοιμος να υποχωρήσει
Περίληψη: 

Η διοίκηση του Trump πρέπει να αναρωτηθεί ποιες, αν υπάρχουν, κινεζικές φιλοδοξίες μπορεί λογικά να διευθετήσει. Μια τέτοια αποφασιστικότητα μπορεί να φαίνεται σαν ένα προφανές σημείο εκκίνησης, αλλά τίποτα στην συμπεριφορά του Λευκού Οίκου απέναντι στην Κίνα δεν δείχνει ότι έχει κάνει αυτό το θεμελιώδες βήμα.

Ο Christopher K. Johnson κατέχει την έδρα Freeman στις Κινεζικές Σπουδές στο Center for Strategic and International Studies και είναι πρώην αναλυτής για την Κίνα στην Central Intelligence Agency.

Έναν μήνα μετά την αποτυχία των Αμερικανών και των Κινέζων διαπραγματευτών να σφραγίσουν αυτό που υποτίθεται ότι ήταν ένα «γκολ» μιας εμπορικής συμφωνίας, παρατηρητές και στις δύο πλευρές του Ειρηνικού εξακολουθούν να αναρωτιούνται για το τι πήγε στραβά. Αλλά στην Ουάσινγκτον και στο Πεκίνο, οι ηγέτες φαίνεται να προετοιμάζονται για έναν μακροχρόνιο αγώνα, κάνοντας μια αληθινή συμφωνία [1] -μια συμφωνία που θα αναστρέφει τους ταχέως επιδεινούμενους διμερείς δεσμούς- όλο και πιο απατηλή.

24062019-1.jpg

Ο Trump και ο Xi συναντώνται στη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού στο Πεκίνο, τον Νοέμβριο του 2017. Damir Sagolj / REUTERS
--------------------------------------------------------------------

Στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, οι περισσότεροι σχολιαστές [2] έχουν κατηγορήσει την Κίνα για την κατάρρευση της πρόσφατης προσπάθειας. Την τελευταία στιγμή, όπως υποδηλώνει η ανάλυση αυτή [3], η Κίνα υποχώρησε σε όρους που ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών, Robert Lighthizer, και ο Κινέζος ομόλογός του, Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Liu He, είχαν σφυρηλατήσει σε 11 γύρους σκληρών, συχνά θερμών διαπραγματεύσεων. Μεταξύ των πολλών ανταγωνιστικών υποθέσεων [4] για την φαινομενικά απότομη μεταστροφή της Κίνας, μια έχει κερδίσει ιδιαίτερη πίστη [5], και αυτή είναι ότι τα μη κατονομαζόμενα «γεράκια» ή «κατεστημένα συμφέροντα» στο Πολιτικό Γραφείο του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) απέρριψαν τις παραχωρήσεις που ο Λιού - και κατ’ επέκταση ο προϊστάμενός του, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινγκπίνγκ- έκανε στις διαπραγματεύσεις. Αλλά αυτή η ιδέα είναι απλώς παράλογη.

Στα σχεδόν επτά χρόνια της θητείας του, ο Xi έχει συγκεντρώσει αμείλικτα [6] την εξουσία της λήψης αποφάσεων στα χέρια του. Έχει χειραγωγήσει τον στρατό, τις υπηρεσίες ασφαλείας και τον μηχανισμό προπαγάνδας του ΚΚΚ για να σιωπήσει τους αντιπάλους του και να εξασφαλίσει αποτελεσματικά από πραξικόπημα την εξουσία του. Αυτό του επέτρεψε να επιδιώξει ένα δυναμικό στυλ κινεζικής κρατικής πολιτικής τέχνης, ένα στυλ λιγότερο φοβισμένο από την αμερικανική ισχύ από ό, τι στο παρελθόν. Σε μια αποκαλυπτική στιγμή σε ένα πρόσφατο ταξίδι στην επαρχία Jiangxi, επικαλέστηκε το πνεύμα της Μακράς Πορείας, της σχεδόν μυθικής υποχώρησης του Κινεζικού Κόκκινου Στρατού που προηγήθηκε του θριάμβου του, για να δηλώσει ότι κάθε γενιά της ηγεσίας του ΚΚΚ πρέπει να αντιμετωπίσει το δικό της επαναστατικό τεστ. Ο επερχόμενος αγώνας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, υπονοούσε, είναι η δοκιμασία που πρέπει να αντιμετωπίσει η σημερινή γενιά υπό την επιστασία του.

Σε αυτό το σκηνικό, η ιδέα ότι σκληροπυρηνικοί υφιστάμενοι θα μπορούσαν να έχουν τραβήξει την πολιτική του Xi ως προς τις Ηνωμένες Πολιτείες εκτός πορείας δεν είναι μόνο πεπλανημένη -είναι επικίνδυνη για την πολιτική των ΗΠΑ. Εκείνοι που πιστεύουν ότι ο Xi μπορεί να εκφοβισθεί από σκληροπυρηνικούς θα πρέπει επίσης να φανταστούν ότι είναι εγχωρίως στην άμυνα, αν όχι με την πλάτη στον τοίχο, και ως εκ τούτου δεν είναι σε θέση να επιστρέψει στους αρχικούς όρους της εμπορικής συμφωνίας. Εάν αυτό ήταν αλήθεια, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είχαν ελάχιστα κίνητρα για να κάνουν οτιδήποτε άλλο εκτός από αντίποινα εναντίον των Κινέζων επειδή υπαναχώρησαν. Δυστυχώς, είναι λάθος, και η πρόσφατη απόφαση της διοίκησης Trump να προσθέσει τον κινεζικό τηλεπικοινωνιακό γίγαντα Huawei στη μαύρη λίστα του Υπουργείου Εμπορίου μόνο θα οπισθοδρομήσει περαιτέρω τις διαπραγματεύσεις.

Ο Xi πολύ πιθανώς ενορχήστρωσε την υπαναχώρηση μόνος του. Μια τέτοια κίνηση θα είχε νόημα, δεδομένου ότι μέσα στο μοναδικό οικοσύστημα του ΚΚΚ, οι ηγέτες γενικά κερδίζουν περισσότερα με το να αξιοποιούν τους σκληροπυρηνικούς παρά με το να συνεργάζονται με τους τεχνοκράτες που διαθέτουν μεταρρυθμιστική σκέψη. Στην πραγματικότητα, ο Xi κατέλαβε την πλεονεκτικότερη εθνικιστική θέση –προκειμένου να την αρνηθεί στους αντιπάλους του- ένα χαρακτηριστικό της διακυβέρνησής του. Ο Xi πιθανότατα μετέβαλε την διαπραγματευτική στάση της Κίνας προκειμένου να σταματήσει τις συνομιλίες, γεγονός που του δίνει μόχλευση ακόμη και ενώ διατηρεί την ευελιξία να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων όποτε πιστέψει ότι οι συνθήκες θα είναι σωστές. Με το να απελευθερώσει τα δικά της γεράκια, η διοίκηση του Trump έκανε πολύ πιο περίπλοκη μια τέτοια στροφή.

ΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΑΡΕΣΕΙ ΕΙΤΕ ΟΧΙ, ΕΙΝΑΙ ΔΕΜΕΝΟΙ ΜΑΖΙ

Η κατανόηση του Xi ως έχοντα πλήρως την διοίκηση, αντί του να έχει ξεπεραστεί από τους σκληροπυρηνικούς μέσα στο Πολιτικό Γραφείο, ρίχνει χρήσιμο φως όχι μόνο στην κατάρρευση των εμπορικών συνομιλιών αλλά και στην κατεύθυνση της εγχώριας και εξωτερικής πολιτικής της Κίνας.

Ο Xi έχει δύο ανταγωνιστικές -και ενδεχομένως αντιφατικές- παρορμήσεις όσον αφορά την διαχείριση της εμπορικής διαμάχης με την Ουάσινγκτον. Από τη μια πλευρά, θέλει να δείξει ότι η Κίνα δεν είναι πια η αδύναμη και καθυστερημένη χώρα που υπέστη έναν «αιώνα εξευτελισμού» στα χέρια των Δυτικών και Ιαπώνων ιμπεριαλιστών. Αντ’ αυτού, έχει γίνει μια δύναμη ισχυρή, με αυτοπεποίθηση και σύγχρονη. Από την άλλη πλευρά, ο Xi έχει πλήρη επίγνωση ότι η Κίνα αγωνίζεται να διαχειριστεί την μετάβασή της από μια παλιά, βρώμικη, και βαριάς βιομηχανίας οικονομία σε μια οικονομία της γνώσης του εικοστού πρώτου αιώνα. Μια τέτοια μετάβαση αναπόφευκτα θα προκαλέσει σημαντικές οικονομικές διαταραχές, οι οποίες ενδέχεται να διαταράξουν την φαινομενικά ομαλή και αδυσώπητη άνοδο της χώρας. Αλλά οποιαδήποτε παρατεταμένη οπισθοδρόμηση διατρέχει τον κίνδυνο να αυξήσει την κινεζική εξάρτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια εποχή που οι εμπορικές πολιτικές της Ουάσιγκτον είναι ιδιαίτερα εχθρικές.