Η ξεχασμένη ιστορία της οικονομικής κρίσης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ξεχασμένη ιστορία της οικονομικής κρίσης

Τι θα έπρεπε να έχει διδαχθεί ο κόσμος το 2008*

Ο χρόνος δημοσιοποίησης του δελτίου τύπου ήταν σημαντικός. Ήρθε την δέκατη επέτειο αυτού που οι περισσότεροι ειδικοί θεωρούν ότι είναι η αληθινή έναρξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης -την 9η Αυγούστου 2007, όταν η γαλλική τράπεζα BNP Paribas ανακοίνωσε ότι παγώνει τρία από τα επενδυτικά της κεφάλαια λόγω της μεταβλητότητας στις αμερικανικές αγορές κινητών αξιών που υποστηρίζονται από περιουσιακά στοιχεία. Αυτή ήταν η πρώτη ένδειξη ότι η κάμψη των τιμών των κατοικιών, η οποία είχε αρχίσει στις αρχές του 2007, θα είχε παγκόσμιες επιπλοκές. Την ίδια ημέρα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ήταν αρκετά ανήσυχη για να εισφέρει ρευστότητα 131 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης.

Η ανάλυση της Επιτροπής για το τι συνέβη το 2007 ήταν αποκαλυπτική. Ας βάλουμε στην άκρη, για μια στιγμή, το γεγονός ότι τα προβλήματα σε μια γαλλική τράπεζα ήταν η ευκαιρία της επετείου, ότι υπήρχαν τεράστια εγχώρια σκασίματα [φούσκας] ακίνητης περιουσίας στην Ιρλανδία και την Ισπανία, και ότι η Ελλάδα και η Ιταλία είχαν συσσωρεύσει επικίνδυνα αποθέματα δικού τους χρέους. Τι ακριβώς εξέθεσε η κατάρρευση των αγορών subprime ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ;

Το ενυπόθηκο σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν προφανώς χαλασμένο. Ορισμένα από τα δάνεια ήταν εγκληματικά. Και ο σχεδιασμός των ενυπόθηκων χρεογράφων, πολλά από τα οποία κέρδιζαν την υψηλότερη αξιολόγηση ομολόγων με το να συνδυάζουν κακές υποθήκες, ήταν λανθασμένος. Αλλά κανένα από αυτά τα προβλήματα δεν εξηγεί γιατί η κάμψη προκάλεσε μια παγκόσμια τραπεζική κρίση. Εξάλλου, οι επενδυτές έχασαν περισσότερα χρήματα όταν έσκασε η φούσκα των dot-com το 2000 και το 2001, αλλά αυτό δεν έφερε το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα στο χείλος της καταστροφής.

Αυτό που μετέτρεψε το 2008 στην χειρότερη τραπεζική κρίση στην ιστορία ήταν ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο για τις τράπεζες. Παραδοσιακά, οι περισσότερες τράπεζες είχαν χρηματοδοτήσει τις δραστηριότητές τους μέσω τραπεζικών συναλλαγών «λιανικής», στις οποίες οι καταναλωτές δανείζουν χρήματα στις τράπεζες υπό μορφή καταθέσεων, τις οποίες οι τράπεζες χρησιμοποιούν για την χορήγηση δανείων. Ωστόσο, από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, οι τράπεζες σε όλον τον κόσμο κινήθηκαν ολοένα και περισσότερο προς την «χονδρική» τραπεζική, χρηματοδοτώντας τις πράξεις τους μέσω μεγάλων βραχυπρόθεσμων δανείων από άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως άλλες τράπεζες και κεφάλαια (funds) της χρηματαγοράς. Το κίνητρο αυτής της μετατόπισης ήταν το κέρδος και η ανταγωνιστική επιβίωση. Η χονδρική χρηματοδότηση έδωσε στις τράπεζες την δυνατότητα να δανειστούν πολύ μεγαλύτερα χρηματικά ποσά από όσα θα μπορούσαν στην αγορά λιανικής, επιτρέποντάς τους να γίνουν πιο μοχλευμένες -και επομένως πιο εκτεθειμένες στον κίνδυνο- από ποτέ άλλοτε.

Αλλά η πραγματική απειλή για την παγκόσμια οικονομία δεν ήταν απλώς ότι οι τράπεζες στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Ευρώπη και, σε κάποιο βαθμό, στην Ρωσία και την Ασία γίνονταν υπερμοχλευμένες˙ ήταν επίσης ότι μεγάλο μέρος της βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης από αυτές τις τράπεζες ενέπλεκε συναλλαγματική αναντιστοιχία. Για να δραστηριοποιηθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι μη αμερικανικές τράπεζες χρειάστηκαν δολάρια, τα οποία έλαβαν από τις χονδρικές αγορές μέσω ποικίλων μεθόδων: Δανεισμός μη εγγυημένων μετρητών από αμερικανικές πηγές, έκδοση εμπορικών εγγράφων (κυρίως βραχυπρόθεσμων IOU) και, κρισίμως, χρησιμοποιώντας αγορές ανταλλαγής νομισμάτων για να λάβουν βραχυπρόθεσμα δάνεια σε δολάρια με αντάλλαγμα τα δικά τους τοπικά νομίσματα, με την υπόσχεση να «ανταλλάξουν» (swap) τα νομίσματα πάλι στο τέλος της διάρκειας του δανείου. Εν ολίγοις, οι ξένες τράπεζες συσσώρευαν μεγάλες υποχρεώσεις που έπρεπε να αποπληρώνονται σε δολάρια. Εάν οι χρηματαγορές από όπου λάμβαναν αυτά τα δολάρια έπαυαν να λειτουργούν, πολλές από τις τράπεζες του κόσμου θα κινδύνευαν αμέσως να χρεοκοπήσουν.

Και στην πραγματικότητα, ακριβώς αυτό συνέβη. Η πρώτη μεγάλη τράπεζα που χρεοκόπησε θεαματικά ήταν ο βρετανικός δανειστής Northern Rock, τον Αύγουστο και Σεπτέμβριο του 2007. Δεν είχε καμία έκθεση σε αμερικανικές υψηλού ρίσκου (χαμηλής εξασφάλισης, subprime) υποθήκες, αλλά το μοντέλο χρηματοδότησής της στηριζόταν συντριπτικά στον χονδρικό δανεισμό από όλον τον κόσμο. Εκείνο που εμπόδισε την πρόσβαση της Northern Rock στην χρηματοδότηση ήταν η ανακοίνωση της BNP Paribas στις 9 Αυγούστου. Αυτό έστειλε ένα μήνυμα στους χονδρεμπόρους ότι κακά περιουσιακά κατείχαν περισσότερες τράπεζες από όσες είχε υπολογίσει κανείς στο παρελθόν. Με την έκταση της μόλυνσης να είναι άγνωστη, ο χονδρικός δανεισμός σταμάτησε. Πέντε ημέρες αργότερα, η Northern Rock ενημέρωσε τις βρετανικές ρυθμιστικές Αρχές ότι θα χρειαζόταν βοήθεια.

Το πάγωμα της χρηματοδότησης των τραπεζών έπληξε γρήγορα το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, φτάνοντας ακόμη και στην Ρωσία και τη Νότια Κορέα, χώρες απομακρυσμένες από την πανωλεθρία των subprime, αλλά των οποίων οι τράπεζες βασίζονταν στις ίδιες χονδρικές αγορές που τώρα ήταν υπό πίεση. Ο κόσμος ήταν μάρτυρας ενός διεθνικού τραπεζικού πανικού τρισεκατομμυρίων δολαρίων.