Πώς μια ποινική υπόθεση ενισχύει τον άξονα Κύπρου-Ισραήλ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς μια ποινική υπόθεση ενισχύει τον άξονα Κύπρου-Ισραήλ

Δώδεκα Ισραηλινοί νεαροί κατηγορούνται για βιασμό στην Αγία Νάπα δημιουργώντας πολιτικές και διπλωματικές προεκτάσεις
Περίληψη: 

Η υπόθεση του ομαδικού βιασμού στην Αγία Νάπα, που διερευνάται από τις κυπριακές ανακριτικές Αρχές, με ύποπτους δώδεκα Ισραηλινούς νεαρούς τουρίστες, προκάλεσε έντονο προβληματισμό στην ισραηλινή κοινή γνώμη. Ωστόσο, οι πολιτικές και διπλωματικές προεκτάσεις του θλιβερού συμβάντος είναι υπαρκτές και είναι σκόπιμο να αποτιμηθούν.

Ο Δρ. ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΣ είναι διδάκτωρ διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και μεταδιδακτορικός ερευνητής του Ινστιτούτου Μπεν-Γκουριόν, στο Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν του Ισραήλ. Το βιβλίο του «Κύπρος, το Γειτονικό Νησί – Το Κυπριακό μέσα από τα Κρατικά Αρχεία του Ισραήλ, 1946-1960» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση (2018)

Θα έλεγε κανείς ότι, η προανακριτική αστυνομική έρευνα που διερευνά τις συνθήκες διάπραξης του ομαδικού βιασμού μίας 19χρονης Βρετανίδας από δώδεκα νεαρούς Ισραηλινούς τουρίστες, θα αφορούσε αποκλειστικά και μόνο τις διωκτικές Αρχές και τα δικαστήρια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ωστόσο, τόσο στην Κύπρο, όσο και στο Ισραήλ, κάθε είδηση –ακόμα κι αν πρωτίστως ανήκει στο αστυνομικό δελτίο– πολύ εύκολα αποκτά πολιτική χροιά. Όσο περνούν οι μέρες και η κυπριακή αστυνομία συνεχίζει τις προανακριτικές ενέργειές της, ολοένα αυξάνονται και πληθύνονται οι πολιτικές πτυχές του διερευνώμενου εγκλήματος, οδηγώντας μας παράλληλα σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα ως προς την ποιότητα των διμερών σχέσεων Κυπριακής Δημοκρατίας και Ισραήλ σε καθαρά πρακτικό επίπεδο.

Η ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΩΝ ΙΣΡΑΗΛΙΝΩΝ

Ας πιάσουμε, όμως, το όλο θέμα από την αρχή.

Η ισραηλινή Δικαιοσύνη, ήδη από τα πρώτα χρόνια ύπαρξης του κράτους, όρισε για τον εαυτό της μια ιδιότυπη διεθνή δικαιοδοσία, βάσει της νομοθεσίας που ρύθμιζε την ανεύρεση και τον κολασμό εκ μέρους των ισραηλινών δικαστηρίων των πρωτεργατών του ναζιστικού Ολοκαυτώματος, όπου κι αν αυτοί θα βρίσκονταν. Η σύλληψη του Άντολφ Άιχμαν τον Μάιο του 1960 στην μακρινή Αργεντινή, η περιπετειώδης προσαγωγή του σε δίκη στην Ιερουσαλήμ και η καταδίκη του αποτέλεσαν την πρώτη ένδειξη –αλλά και απόδειξη– ότι ο ισραηλινός κρατικός μηχανισμός είναι σε θέση να εφαρμόσει την κείμενη νομοθεσία της χώρας, ακόμα και με τρόπους ανορθόδοξους για τα παγκόσμια δεδομένα. Μπορεί, αμέσως μετά την σύλληψη του Άιχμαν στην Αργεντινή [το γεγονός αυτό] να αποτέλεσε την αιτία για μια σοβαρή διπλωματική κρίση μεταξύ Ιερουσαλήμ και Μπουένος Άιρες, ωστόσο η παγκόσμια κατακραυγή κατά των ναζιστικών εγκλημάτων πολέμου ήταν τόσο μεγάλη, ώστε μια τέτοια παρεμβατικότητα που επέδειξε το Ισραήλ κατά της εθνικής κυριαρχίας ενός τρίτου κράτους (εν προκειμένω της Αργεντινής) να εκληφθεί τότε από την διεθνή κοινή γνώμη ως μια πράξη ηθικά επιβεβλημένη.

21072019-1.jpg

Οι Ισραηλινοί τουρίστες που συνελήφθησαν στην πόλη-θέρετρο Αγία Νάπας προσέρχονται σε δικαστήριο της Αμμοχώστου στο Παραλίμνι της Κύπρου, στις 18 Ιουλίου 2019. REUTERS/Yiannis Kourtoglou
-------------------------------------------------------------------------

Η υπόθεση Άιχμαν αποτέλεσε ένα σημαντικό προηγούμενο, που ενθάρρυνε την ισραηλινή πολιτική ηγεσία να προχωρήσει λίγα χρόνια αργότερα, το 1976, ένα σημαντικό βήμα παρακάτω. Η αεροπειρατεία του αεροσκάφους της Air France που βρέθηκε στο αεροδρόμιο του Έντεμπε, της πρωτεύουσας της Ουγκάντα, έληξε με την καταδρομική επιχείρηση της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας, χάρη στην οποία διασώθηκαν οι περισσότεροι Ισραηλινοί όμηροι. Αυτό το περιστατικό, σε συνάρτηση με την περίπτωση Άιχμαν, ενίσχυσε στους πολίτες του Ισραήλ την πεποίθηση ότι, οποτεδήποτε και υφ’ οιεσδήποτε συνθήκες τύχει να βρεθούν σε κίνδυνο στο εξωτερικό, το κράτος τους θα τους προστατεύσει, βρίσκοντας έναν αποτελεσματικό τρόπο να τους διασώσει, χιλιόμετρα μακριά.

Τις τελευταίες δεκαετίες, δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις κατά τις οποίες νεαροί Ισραηλινοί που είχαν υποπέσει σε ποινικά αδικήματα στο εξωτερικό, και ειδικά σε χώρες που είτε πολιτικά ακολουθούσαν εχθρική στάση έναντι του Ισραήλ, είτε το επίπεδο σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ήταν κατά κοινή ομολογία χαμηλό, συγγενείς των κρατουμένων ασκούσαν πιέσεις στην ισραηλινή πολιτική ηγεσία μέσω των τοπικών μέσων μαζικής ενημέρωσης με σκοπό η κυβέρνηση να πράξει ό,τι ήταν δυνατόν ώστε οι οικείοι τους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους το συντομότερο. Πράγματι, δεν ήταν λίγες οι φορές που η ισραηλινή διπλωματία παρενέβαινε –κυρίως σε χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Νότιας Αμερικής– και συχνά οι αλλοδαπές Αρχές είτε περιόριζαν τον χρόνο αναμονής εκδίκασης της υπόθεσης, είτε επεδείκνυαν καλή θέληση και άφηναν τους Ισραηλινούς κρατουμένους να επιστρέψουν στην χώρα τους –μερικές φορές υπό τον τύπο της απέλασης, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν. Συχνότερες παρεμβάσεις της ισραηλινής διπλωματίας αυτής της μορφής παρατηρούνταν σε χώρες όπως η Ινδία, η Αίγυπτος ή η Τουρκία, κυρίως λόγω της αντικειμενικά χαμηλής ποιότητας απόδοσης δικαιοσύνης, των σωφρονιστικών τους δομών ή/και της δυσμενούς μεταχείρισης των αλλοδαπών κρατουμένων εν γένει –αθώων ή μη.

Μερικές φορές, αυτού του είδους οι παρεμβάσεις αξιολογούνταν από τις ισραηλινές κυβερνήσεις ως μια ευκαιρία αναθέρμανσης των διμερών πολιτικών σχέσεων με τις χώρες εκείνες, σε συνδυασμό βέβαια με την βαρύτητα του αδικήματος που αποδιδόταν στους υπόδικους Ισραηλινούς πολίτες. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι οι διπλωματικές παρεμβάσεις δεν αφορούσαν απαραίτητα μόνο Ισραηλινούς πολίτες εβραϊκής καταγωγής, αλλά και αραβικής. Πρόσφατο είναι το παράδειγμα της παρέμβασης του πολιτικού αραβικής καταγωγής Άχμαντ Τίμπι, αρχηγού του αραβικού μειονοτικού κόμματος της αντιπολίτευσης «Ράαμ-Ταλ», ο οποίος στις αρχές του 2019 είχε μεταβεί στην Τουρκία, συναντήθηκε με τον πρόεδρο Ερντογάν και συνέβαλε ενεργά στην αποφυλάκιση μιας νεαρής Ισραηλινής υπηκόου αραβικής καταγωγής, που κατηγορείτο για παράτυπη είσοδο στην τουρκική επικράτεια –μια παρέμβαση που είχε ενθαρρυνθεί παρασκηνιακά από την ισραηλινή κυβέρνηση, όπως έγινε αργότερα γνωστό στον ισραηλινό Τύπο.