Φίλοι με επιφυλάξεις | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Φίλοι με επιφυλάξεις

Το Ισραήλ και τα κράτη του Κόλπου θα σχηματίσουν ενιαίο μέτωπο ενάντια στο Ιράν;

Κάτι αναπτύσσεται μεταξύ του Ισραήλ και των γειτόνων του στον Αραβικό Κόλπο, τουλάχιστον αν αποτελεί μια κάποια ένδειξη η δημόσια διπλωματία. Όταν ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών, Israel Katz, ταξίδεψε σε μια διάσκεψη στην Ουάσινγκτον τον περασμένο μήνα, συναντήθηκε δημοσίως, χαιρετήθηκε δια χειραψίας, και στήθηκε για μια φωτογραφία με τον ομόλογό του από το Μπαχρέιν, Khalid bin Ahmed Al Khalifa. Νωρίτερα τον Ιούλιο, ο Katz είχε πετάξει στο Αμπού Ντάμπι για να συμμετάσχει σε μια διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών, ενώ ο Yossi Cohen, διευθυντής της ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών Mossad, ισχυρίστηκε ότι ο Israel είχε λάβει έγκριση να ανοίξει μια διπλωματική αποστολή στο Ομάν. Η κυβέρνηση του Ομάν, η οποία έκανε το ασυνήθιστο βήμα να φιλοξενήσει πέρυσι τον Ισραηλινό πρωθυπουργό, Βενιαμίν Νετανιάχου, αρνήθηκε με μισή καρδιά την ανακοίνωση, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάποια μορφή προσέγγισης βρίσκεται σε εξέλιξη στο παρασκήνιο.

07082019-1.jpg

Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Βενιαμίν Νετανιάχου και ο σουλτάνος του Ομάν, Qaboos bin Said, στο Ομάν το 2018. Israeli Prime Minister's Office / REUTERS
-------------------------------------------------------------------------

Πριν από λίγο καιρό, ένα τέτοιο ξεπάγωμα στις αραβο-ισραηλινές σχέσεις θα ήταν αδιανόητο και πολλοί θεωρούν ότι η πρόσφατη κινητικότητα στην διπλωματική δραστηριότητα σηματοδοτεί μια προσέγγιση ιστορικών διαστάσεων. Υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτό το αφήγημα. Οι μονάρχες των κρατών του Κόλπου δεν θεωρούν πλέον το παλαιστινιακό ζήτημα ως κεντρική προτεραιότητα όπως έκαναν κάποτε. Η ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση, επί μακρόν ένα φαινομενικά ανυπέρβλητο εμπόδιο στο να αναπτυχθούν στενότεροι δεσμοί, έχει επομένως υποχωρήσει στο παρελθόν, επιτρέποντας στις κυβερνήσεις των κρατών του Κόλπου να κάνουν δημόσια, αν και επιφυλακτικά, βήματα προς την ομαλοποίηση των σχέσεών τους με την Ιερουσαλήμ. Έχουν συγκατατεθεί μέχρι και με τις εμβληματικές πολιτικές της διοίκησης Trump υπέρ του Ισραήλ, όπως η μετακίνηση της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ και η αναγνώριση της ισραηλινής κυριαρχίας στα Υψώματα του Γκολάν.

Αλλά η ύφεση (détente) [στις σχέσεις] έχει τα όριά της. Η σύγκλιση των συμφερόντων μεταξύ του Ισραήλ και των κρατών του Κόλπου είναι περιορισμένη και ενδεχομένως προσωρινή, εστιάζοντας σε μια κοινή επιθυμία να αναχαιτιστεί το Ιράν και οι πληρεξούσιοί του στην περιοχή. Το Αμπού Ντάμπι, το Ριάντ και άλλες κυβερνήσεις του Κόλπου επωφελούνται από την ήσυχη συνεργασία με την Ιερουσαλήμ ως προς αυτόν τον στόχο. Αλλά το κόστος των πιο δημόσιων μέτρων -όπως η επίσημη καθιέρωση σχέσεων με το Ισραήλ- εξακολουθεί να υπερβαίνει τα οφέλη, και κανένα κράτος του Κόλπου δεν είναι έτοιμο να μπει σε αυτό το παιχνίδι. Όταν πιέζονται, οι αξιωματούχοι του Κόλπου λένε ότι τέτοιες σχέσεις πρέπει να περιμένουν μέχρι το Ισραήλ να σημειώσει πολύ μεγαλύτερη πρόοδο προς την επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος. Πριν συμφωνήσουν [να πάνε] τις σχέσεις στο επόμενο επίπεδο, τα κράτη του Κόλπου θα απαιτούσαν από την Ιερουσαλήμ μεγαλύτερη απόδοση της επένδυσής τους, όπως η αποκλιμάκωση των εποικισμών στην Δυτική Όχθη ή η αποδοχή της Αραβικής Ειρηνευτικής Πρωτοβουλίας, ή από την Ουάσινγκτον με τη μορφή της λήψης πιο αποφασιστικής δράσης κατά του Ιράν.

Ο ΕΧΘΡΟΣ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ ΜΟΥ

Τόσο το Ισραήλ όσο και οι χώρες του Κόλπου θεωρούν το Ιράν ως απειλή, και αμφότεροι σκέφτηκαν ότι η συμφωνία του 2015 με το Ιράν μόνο ενέτεινε την επιθετική περιφερειακή όρεξη της χώρας χωρίς να τερματίσει τις μακροπρόθεσμες φιλοδοξίες της ή τις ικανότητές της στον πυρηνικό χώρο. Ως εκ τούτου, αυτά τα κράτη μοιράστηκαν μια σκοτεινή άποψη για την προσέγγιση του Αμερικανικού πρώην προέδρου Μπαράκ Ομπάμα προς το Ιράν και βλέπουν ευνοϊκότερα την περισσότερο αντιφατική πολιτική της διοίκησης Trump, την οποία επιδιώκουν να ενισχύσουν. Με δεδομένη αυτή την σύγκλιση συμφερόντων, οι χώρες του Κόλπου έγιναν πιο δεκτικές στις εκκλήσεις των ΗΠΑ για ομαλοποίηση των σχέσεων με το Ισραήλ. Η κυβέρνηση Trump υποστηρίζει ότι η εξομάλυνση θα έκανε την ισραηλινή ηγεσία πιο δεκτική στην ειρηνευτική πρωτοβουλία που σχεδιάζει να παρουσιάσει.

Οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας βρίσκονται σήμερα σε υψηλό σημείο. Όταν η Σαουδική Αραβία ανέλαβε δύο νησιά στην Ερυθρά Θάλασσα από την Αίγυπτο με μια συμφωνία το 2017, το Ριάντ προφανώς συνήψε παράπλευρες συμφωνίες με την Ιερουσαλήμ για να εγγυηθεί στους Ισραηλινούς την ελευθερία ναυσιπλοΐας στην περιοχή και να μετριάσει άλλα προβλήματα ασφαλείας. Το 2018, η Σαουδική Αραβία επέτρεψε στις πτήσεις της Air India να περνούν από τον εναέριο χώρο της Σαουδικής Αραβίας στο δρόμο προς το Ισραήλ. Κάνοντας αυτά τα βήματα, προχώρησε προς την αναγνώριση του Ισραήλ ως νόμιμου κράτους περισσότερο από ποτέ άλλοτε. Το Ισραήλ, από την πλευρά του, δεν θεωρεί την Σαουδική Αραβία και τις άλλες μοναρχίες του Αραβικού Κόλπου ως εχθρικές χώρες· επιτρέπει στους Ισραηλινούς να ταξιδεύουν στον Κόλπο και, τα τελευταία χρόνια, έχει συγκατατεθεί στις πωλήσεις προηγμένων αμερικανικών όπλων στην Σαουδική Αραβία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τις οποίες κάποτε επιδίωκε να περιορίσει.

Οι ηγέτες της Σαουδικής Αραβίας εργάστηκαν για να βελτιώσουν την εικόνα του Ισραήλ στα μάτια του κοινού. Έχουν επιτρέψει σε διάφορες σαουδαραβικές προσωπικότητες να συναντηθούν δημόσια με Ισραηλινούς και μάλιστα φιλοξένησαν ανώτερους Ισραηλινούς εκπροσώπους σε σαουδαραβικά μέσα ενημέρωσης. Τον Νοέμβριο του 2017, ο ισραηλινός ειδησεογραφικός ιστότοπος Elaph δημοσίευσε μια συνέντευξη του Gadi Eizenkot, τότε αρχηγού του προσωπικού των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων, με την οποία πρότεινε ότι το Ισραήλ θα μπορούσε να μοιραστεί πληροφορίες με την Σαουδική Αραβία στον κοινό αγώνα τους εναντίον του Ιράν. Η Σαουδική Αραβία επίσης επιτρέπει σε, και πιθανόν ενθαρρύνει, bloggers να διαφημίζουν την εξομάλυνση με το Ισραήλ. Ένας από αυτούς τους bloggers, ο Mahmoud Saud, έλαβε άδεια από την κυβέρνησή του να πραγματοποιήσει δημόσια επίσκεψη στην Ιερουσαλήμ τον Ιούλιο, στο πλαίσιο μιας εξαμελούς αντιπροσωπείας από τον αραβικό κόσμο που συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και Άμυνας της Knesset, Avi Dichter.

Το γεγονός ότι η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας επέτρεψε ή προώθησε αυτές τις συναλλαγές υποδηλώνει ότι επιδιώκει να εγκλιματίσει το σαουδαραβικό κοινό σε πιο ανοικτές σχέσεις με το Ισραήλ. Η στρατηγική αρχίζει να λειτουργεί: Σε μια έρευνα του Washington Institute for Near East Policy το 2017, τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων Σαουδαράβων συμφώνησαν ότι «τα αραβικά κράτη πρέπει να διαδραματίσουν έναν νέο ρόλο στις ειρηνευτικές συνομιλίες Παλαιστινίων-Ισραηλινών, προσφέροντας κίνητρα και στις δύο πλευρές» Παρομοίως, περίπου το 20% με 25% των Αιγυπτίων, των Ιορδανών, των Εμιρατινών και των Σαουδαράβων συμφωνούν τουλάχιστον «κάπως» [1] ότι τα αραβικά κράτη θα πρέπει να συνεργαστούν με το Ισραήλ, ακόμη κι όταν το ερώτημα δεν αναφέρει το παλαιστινιακό ζήτημα.

ΚΙΝΟΥΜΕΝΟΙ ΠΟΛΥ ΓΡΗΓΟΡΑ

Ωστόσο, η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας είναι πρόθυμη να προχωρήσει μόνο τόσο. Τον Απρίλιο του 2018, ο πρίγκιπας-διάδοχος της Σαουδικής Αραβίας, Mohammed bin Salman, έκανε αίσθηση όταν επέκρινε αυστηρά τους Παλαιστίνιους ηγέτες ότι «απορρίπτουν την ειρήνη με το Ισραήλ», προειδοποιώντας ότι πρέπει να δεχθούν ειρηνευτικές προτάσεις ή να «το βουλώσουν». Τα ασυνήθιστα ωμά σχόλια του πρίγκιπα-διαδόχου φάνηκε να υπονοούν ότι οι Σαουδάραβες ήταν διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε εξομάλυνση με το Ισραήλ χωρίς να περιμένουν τους Παλαιστινίους. Αλλά αυτό δεν συνέβη. Όσο δεν πραγματοποιείται πραγματική πρόοδος στην ειρηνευτική διαδικασία, το βασίλειο πρέπει να κρατά το Ισραήλ σε απόσταση, τουλάχιστον δημοσίως.

Βεβαίως, οι Σαουδάραβες βοήθησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες να προωθήσουν ένα ισραηλινο-παλαιστινιακό ειρηνευτικό σχέδιο σε ολόκληρη την περιοχή και να πιέσουν τους Παλαιστινίους -ματαίως- να κάνουν πιο μετριοπαθείς τις θέσεις τους, συμπεριλαμβανομένης της παρότρυνσής τους να μετριάσουν την αντίδρασή τους στην μετακίνηση της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ. Αλλά μερικές προσωπικότητες με επιρροή έχουν κολλήσει στα παραδοσιακά σημεία συζήτησης του βασιλείου. Ο Adel Al-Jubeir, ένας υψηλόβαθμος Σαουδάραβας αξιωματούχος και πρώην υπουργός Εξωτερικών, επανέλαβε πρόσφατα την ανάγκη το Ισραήλ να υιοθετήσει την Αραβική Ειρηνευτική Πρωτοβουλία, το εγκεκριμένο από τον Αραβικό Σύνδεσμο σχέδιο ειρήνης που κατατέθηκε για πρώτη φορά από τον Σαουδάραβα βασιλιά Abdullah το 2002 και αναθεωρήθηκε στα επόμενα χρόνια, του οποίου τις βασικές διατάξεις το Ισραήλ ποτέ δεν αποδέχθηκε. Ο Jubeir δήλωσε ότι ήταν πρόθυμος να μετριάσει τους όρους της πρότασης, αλλά μόνο «υπό την προϋπόθεση ότι οι Παλαιστίνιοι θα συμφωνήσουν με αυτό». Μέχρι στιγμής, οι Σαουδάραβες δεν έχουν δείξει ότι μπορούν να κάνουν τους Παλαιστινίους να συμφωνήσουν σε οποιαδήποτε πρόταση που αποκλίνει από την αραβική συναίνεση των δύο τελευταίων δεκαετιών.

Το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας δεν έχει κανένα πρόβλημα να φέρει τις ελίτ της χώρας κοντά στις πολιτικές επιλογές του. Η βασιλική οικογένεια και οι συνεργάτες της τείνουν να βλέπουν τις σχέσεις με το Ισραήλ πραγματιστικά, και όχι με θρησκευτικούς όρους, και οι παραχωρήσεις προς το Ισραήλ είναι αποδεκτές αν εξυπηρετούν τα γεωπολιτικά συμφέροντα του καθεστώτος έναντι της Ουάσινγκτον και της Τεχεράνης.

Αλλά το κοινό είναι ένα άλλο θέμα, και η κυβέρνηση φοβάται ότι αν προχωρήσει πολύ και με μεγάλη ταχύτητα, θα προκαλέσει μια αντίδραση. Οι επιπτώσεις δεκαετιών αντι-ισραηλινών και μέχρι και αντισημιτικών μηνυμάτων στα σαουδαραβικά μέσα ενημέρωσης καθώς και η μακρόχρονη συμπάθεια που αισθάνονται οι αραβικές κοινότητες προς την παλαιστινιακή αιτία, δεν θα εξαφανιστούν βραχυπρόθεσμα, ακόμη και την ώρα που οι πιο ρεαλιστικές απόψεις αρχίζουν να κερδίζουν έδαφος. Και η εσωτερική πολιτική κατάσταση στο βασίλειο είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη. Ο Mohammed bin Salman έχει λάβει μέτρα για να ενισχύσει την ισχύ και την θέση του και δεν έχει ακόμη παγιώσει πλήρως την εξουσία του και είναι αμφίβολο το αν η βασιλική οικογένεια θα διακινδυνεύσει να προσελκύσει περαιτέρω επικρίσεις με το να ομαλοποιήσει τις σχέσεις με το Ισραήλ πολύ γρήγορα. Ο κίνδυνος για την πολιτική σταθερότητα από μια πολιτική που έρχεται σε αντίθεση με τις διαθέσεις ενός σκεπτικιστικού κοινού θα κάνει τους Σαουδάραβες ηγέτες και τους ηγέτες των κρατών του Κόλπου να μιλούν ανειλικρινώς για την παλαιστινιακή αιτία.

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ

Η επόμενη χρονιά της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ θα θέσει τις φιλοδοξίες και τις επιφυλάξεις των κρατών του Κόλπου σε δοκιμασία. Στους επόμενους 12 μήνες, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παρουσιάσουν το ειρηνευτικό σχέδιό τους για το Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Θα συνεχίσουν την εκστρατεία πίεσης κατά του Ιράν. Και ο πρόεδρος Τραμπ θα πλησιάσει στο τέλος της πρώτης θητείας του με αβέβαιες προοπτικές για την επανεκλογή του.

Οι Σαουδάραβες μπορεί να είναι πρόθυμοι να έρθουν λίγο πιο κοντά στο Ισραήλ με την ελπίδα να κερδίσουν αξιοπιστία από την διοίκηση του Trump και να ζητήσουν από την Ουάσινγκτον να εντείνει οικονομικά, διπλωματικά και ενδεχομένως και στρατιωτικά μέτρα ενάντια στο Ιράν. Θεωρητικά, ο συνδυασμός αυτών των βημάτων -σταδιακή εξομάλυνση μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ, περιφερειακή στήριξη στο ειρηνευτικό σχέδιο του Τραμπ, και μεγαλύτερη πίεση στο Ιράν- θα μπορούσε να αποτελέσει μια οδό προς τα εμπρός.

Αλλά το ρολόι χτυπά. Καθώς το Ισραήλ και οι χώρες του Κόλπου προτιμούν να δουν μια δεύτερη θητεία Trump, πρέπει να προετοιμαστούν για μια πιθανή νέα αμερικανική διοίκηση που θα έχει διαφορετική προσέγγιση. Οποιαδήποτε διοίκηση των ΗΠΑ θα υποστηρίξει βήματα προς την αραβο-ισραηλινή κανονικοποίηση. Ωστόσο, ένας Δημοκρατικός πρόεδρος των ΗΠΑ ενδέχεται να μειώσει την πίεση στο Ιράν και να επαναλάβει τις πυρηνικές συνομιλίες. Ένας νέος πρόεδρος θα μπορούσε επίσης να αναβιώσει την ισραηλινο-παλαιστινιακή διπλωματία σύμφωνα με πιο παραδοσιακές γραμμές, με άμεσο διάλογο με τους Παλαιστινίους και εκκλήσεις για συμβιβασμούς και από τις δύο πλευρές και λύση δύο κρατών. Σε αυτή την περίπτωση, οι Σαουδάραβες και οι εταίροι τους στον Περσικό Κόλπο ίσως να δουν την επένδυσή τους στους θερμότερους δεσμούς με το Ισραήλ ως ότι επιφέρει μειωμένη απόδοση. Η προσέγγιση είναι πραγματική. Αλλά δεν είναι δεδομένη.

Copyright © 2019 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2019-08-05/friends-caveats

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.washingtoninstitute.org/fikraforum/view/comparing-arab-polls...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition