Η δημόσια υγεία ζητά αλληλεγγύη και όχι επιθετικότητα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η δημόσια υγεία ζητά αλληλεγγύη και όχι επιθετικότητα

Η αστυνόμευση είναι η λανθασμένη τακτική για μια ασθένεια που λυμαίνεται την ανισότητα
Περίληψη: 

Τα μέτρα φυσικής αποστασιοποίησης όπως η παραμονή στο σπίτι, η χρήση μάσκας, το πλύσιμο των χεριών και το κλείσιμο μη απαραίτητων επιχειρήσεων, είναι απαραίτητα, αλλά η επιβολή τους μπορεί να γίνεται με ανθρώπινο τρόπο, μπορεί να επιτρέπει εξαιρέσεις και δεν πρέπει να εμπλέκει άσκοπα το ένοπλο προσωπικό.

Η NATALIA LINOS είναι κοινωνική επιδημιολόγος και εκτελεστική διευθύντρια του Κέντρου Υγείας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων FXB στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.
Η MARY T. BASSETT είναι διευθύντρια του Κέντρου Υγείας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων FXB στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και πρώην Επίτροπος Υγείας της Νέας Υόρκης.

Οι πολιτικοί σε όλο τον κόσμο έχουν υιοθετήσει πολεμικές μεταφορές για να περιγράψουν την παγκόσμια πανδημία. Η COVID-19, η ασθένεια που προκαλείται από το νέο κορωνοϊό, είναι ο εχθρός. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει ανακηρυχθεί «πρόεδρος εν καιρώ πολέμου» και στη Νέα Υόρκη, το σημερινό επίκεντρο της πανδημίας, ο κυβερνήτης Andrew Cuomo έχει χαρακτηρίσει τους εργαζομένους στον τομέα της υγείας ως «στρατεύματα», παρόλο που πολλοί υγειονομικοί εργαζόμενοι πρώτης γραμμής [1] αντιτάχθηκαν στον χαρακτηρισμό. Με τους θανάτους να αυξάνονται με εκθετικό ρυθμό και εκατομμύρια να έχουν χάσει θέσεις εργασίας και τα προς το ζην, η μεταφορά μπορεί να φαίνεται ότι ταιριάζει: Η ασθένεια, όπως ο πόλεμος, καλεί για θυσία και μάχη.

04052020-1.jpg

Ένας αστυνομικός μοιράζει μάσκες και γάντια στο Ντιτρόιτ, τον Απρίλιο του 2020. Brittany Greeson / The New York Times / Redux
--------------------------------------------------------------------------

Ωστόσο, η ρητορική έχει συνέπειες, και ο πόλεμος είναι ένας βαρυφορτωμένος όρος. Οι μεταφορές περί πολέμου αποδεικνύονται χρήσιμες σε αυταρχικά καθεστώτα που καταπιέζουν τις διαφωνίες [2] και εκμεταλλεύονται τον κοινό φόβο για να εδραιώσουν την εξουσία τους. Υποστηρίζουν επίσης την χρήση αστυνομικών και στρατιωτικών δυνάμεων για την επιβολή καραντίνας, απαγόρευσης κυκλοφορίας και άλλων μέτρων δημόσιας υγείας. Οι περισσότερες κυβερνήσεις έχουν κινητοποιήσει τέτοιες δυνάμεις, και πολλές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μια ποινική προσέγγιση -χρησιμοποιώντας συλλήψεις, πρόστιμα και εκφοβισμό- είναι απαραίτητη για την προστασία της δημόσιας υγείας. Αλλά είναι;

Τα μέτρα φυσικής αποστασιοποίησης -όπως η παραμονή στο σπίτι, η χρήση μάσκας, το πλύσιμο των χεριών και το κλείσιμο μη απαραίτητων επιχειρήσεων- είναι απαραίτητα, αλλά η επιβολή τους μπορεί να γίνεται με ανθρώπινο τρόπο, μπορεί να επιτρέπει εξαιρέσεις και δεν πρέπει να εμπλέκει άσκοπα το ένοπλο προσωπικό. Σε τελική ανάλυση, ο πόλεμος κατά της COVID-19 είναι πιθανό να είναι παρατεταμένος. Οι ερευνητές έχουν προειδοποιήσει [3] ότι μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, όπως οι διαταγές παραμονής στο σπίτι, μπορεί να είναι απαραίτητα -κατά διαστήματα, ελπίζει κανείς- έως και εντός του 2022. Και αυτές τις διαταγές δεν είναι εύκολο να τις υπακούσουν όλοι. Μερικοί άνθρωποι δεν έχουν σπίτι. Για άλλους, το σπίτι δεν είναι ένα ασφαλές μέρος, και για πολλούς, η παραμονή στο σπίτι είναι μια απρόσιτη πολυτέλεια.

Η διάσωση ζωών κατά την διάρκεια αυτής της πανδημίας θα απαιτήσει μια διαφορετική προσέγγιση από την απλή «αστυνόμευση της κακής συμπεριφοράς». Οι μεμονωμένες αποτυχίες δεν οδηγούν σε υψηλά ποσοστά μόλυνσης -μάλλον, η λοίμωξη αποκαλύπτει δομικές αποτυχίες για τον τρόπο με τον οποίο είναι οργανωμένες οι κοινωνίες. Οι άνθρωποι των οποίων η απασχόληση είναι επισφαλής και δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να παραμείνουν στο σπίτι -επειδή δεν έχουν άδεια ασθενείας μετ’ αποδοχών ή επειδή έχουν χαρακτηριστεί «ουσιώδεις εργαζόμενοι» αλλά παρόλα αυτά στερούνται προστατευτικού εξοπλισμού- αγωνίζονται να προστατεύσουν τον εαυτό τους και τις οικογένειές τους. Όσοι βρίσκονται σε χώρους συνάθροισης, όπως γηροκομεία, φυλακές και καταφύγια αστέγων, εξαρτώνται από άλλους για να μειώσουν τον κίνδυνο μόλυνσης.

ΑΝΙΣΟ ΚΟΣΤΟΣ

Τα δεδομένα στις Ηνωμένες Πολιτείες, αν και ελλιπή, λένε μια ξεκάθαρη ιστορία. Ο θάνατος και η ασθένεια επικεντρώνονται στους έγχρωμους [ανθρώπους] και στις γειτονιές όπου η μεγάλη πλειοψηφία είναι φτωχοί. Οι Αφροαμερικανοί αντιπροσωπεύουν το 13% του πληθυσμού της χώρας, αλλά και το 30% [4] των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων COVID-19, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention, CDC). Οι Ισπανόφωνοι και οι Λατίνοι αντιπροσωπεύουν το 18% του πληθυσμού και το 24% των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων [5].

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι οι μόνες που καταγράφουν τέτοιες ανισότητες στον τομέα της υγείας. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, μόνο το 14% του πληθυσμού αναγνωρίζεται ως μαύροι, Ασιάτες ή μειονοτικοί, αλλά μέχρι στιγμής αυτός ο πληθυσμός αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ένα τρίτο [6] των περιπτώσεων COVID-19 της χώρας. Ακόμα και στην Σουηδία [7], με την φήμη της περί ισοτιμίας, οι φτωχές γειτονιές όπου η μεγάλη πλειονότητα των κατοίκων είναι μετανάστες έχουν τα υψηλότερα ποσοστά μόλυνσης και θανάτων.

Η στρατιωτικοποίηση της αντίδρασης στην COVID-19 είναι ιδιαίτερα ανησυχητική υπό το φως αυτών των ανισοτήτων -και υπό το φως της εμπειρίας που είχαν πολλές κοινότητες εγχρώμων και μεταναστών από υπερβολική επιτήρηση και βία στα χέρια της αστυνομίας. Σε μια πρόσφατη επιστολή προς τον Γενικό Εισαγγελέα των ΗΠΑ, William Barr, και τον Διευθυντή του FBI, Christopher Wray, βουλευτές των Δημοκρατικών κάλεσαν τα αστυνομικά τμήματα να οικοδομήσουν εμπιστοσύνη με τις κοινότητες των εγχρώμων και να υποβληθούν σε εκπαίδευση κατά των προκαταλήψεων, ειδικά καθώς στους ανθρώπους έχει λεχθεί να φορούν μάσκες δημοσίως. Προειδοποιούν: «Εάν οι κοινότητες εγχρώμων –ιδίως οι κοινότητες Αφροαμερικανών– αισθανθούν τον κίνδυνο δυσανάλογης ή επιλεκτικής επιβολής, ενδέχεται να αποφύγουν την αναζήτηση βοήθειας ή την λήψη προληπτικών μέτρων που προτείνει το CDC. Αυτό, με την σειρά του, θα μπορούσε να έχει τρομερές συνέπειες για την δημόσια υγεία».