Ο τρόπος του Ερντογάν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο τρόπος του Ερντογάν

Η άνοδος και η κυριαρχία του Ισλαμιστή αναμορφωτή της Τουρκίας

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι ο πιο αινιγματικός πολιτικός που αναδύθηκε στην 96χρονη ιστορία της Τουρκίας. Είναι πολωτικός και δημοφιλής, αυταρχικός και πατρικός, υπολογιστής και ασαφής. Η ιδεολογία του Ερντογάν μετατοπίζεται κάθε λίγα χρόνια και φαίνεται να συνθέτει τον δικό του οδικό χάρτη καθώς προχωράει. Είναι ευέξαπτος: Αρπάζει πακέτα τσιγάρων από πολίτες για να προσπαθήσει να τους αναγκάσει να κόψουν το κάπνισμα, κατσαδιάζει δημοσιογράφους που του απευθύνουν δύσκολες ερωτήσεις, και κάποτε έφυγε από την σκηνή μετά από μια θυμωμένη ανταλλαγή [λόγων] με τον Ισραηλινό πρόεδρο στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός. Αλλά μπορεί επίσης να είναι εξαιρετικά υπομονετικός. Του πήρε 16 χρόνια για να σφυρηλατήσει αυτό που αποκαλεί «η νέα Τουρκία», μια οικονομικά αυτοδύναμη χώρα με περιθωριοποιημένη αντιπολίτευση και υποτακτικό Τύπο.

01062020-1.jpg

Ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις 26 Ιανουαρίου 2020. Presidential Press Office/Handout via REUTERS
------------------------------------------------------------------

Αυτός ο συνδυασμός θυμού και ηρεμίας κατέστησε τον Ερντογάν όλο και πιο επιτυχημένο στην κάλπη. Έγινε πρωθυπουργός το 2003, αφού το κόμμα του κέρδισε το 34% των ψήφων, και μέχρι το 2011 το μερίδιό του ανήλθε σε λίγο λιγότερο από 50%. Το 2014, όταν κατέβηκε για πρόεδρος προκειμένου να συγκεντρώσει την εξουσία του, περισσότεροι από τους μισούς Τούρκους που πήγαν στην κάλπη ψήφισαν υπέρ του. Το έκαναν και πάλι το 2018, οπότε και ψήφισαν επίσης να καταργηθεί γενικά η θέση του πρωθυπουργού.

Ο Ερντογάν έχει μετατρέψει την λαϊκή του εντολή σε εξουσία και έχει χρησιμοποιήσει αυτήν την εξουσία για να επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις της Τουρκίας με τον υπόλοιπο κόσμο. Έχει επεκτείνει την τουρκική επιρροή στην Συρία και το βόρειο Ιράκ και έχει μετατοπίσει την Τουρκία [2] -μέλος του ΝΑΤΟ- προς την Κίνα, το Ιράν και την Ρωσία. Η χρήση της εξουσίας του έχει επίσης δημιουργήσει διαφωνίες μεταξύ των φεμινιστών, των αριστερών και της κοσμικής μεσαίας τάξης. Στην θητεία του Ερντογάν, η Τουρκία έχει γίνει η μεγαλύτερη φυλακή για δημοσιογράφους παγκοσμίως. Φυλακίζονται επίσης κινηματογραφιστές, μυθιστοριογράφοι, φωτογράφοι και ακαδημαϊκοί. Η Τουρκία έχει απαγορεύσει τις πορείες των γκέι και τρανσέξουαλ από το 2015. Το Wikipedia έχει μπλοκαριστεί από το 2017 [στμ: επετράπη πάλι πρόσφατα].

Μετά από μια οικονομική κρίση που άρχισε νωρίτερα φέτος, οι υποψήφιοι που ευθυγραμμίστηκαν με τον Ερντογάν έχασαν υποστήριξη στις τοπικές εκλογές. Αλλά ακόμα και καθώς η γοητεία του κόμματός του μειώνεται, ο Ερντογάν ίσως να κερδίσει μια τρίτη προεδρική θητεία το 2023. Αν συμβεί αυτό και ο Ερντογάν εγκαταλείψει το αξίωμά του το 2028, θα μείνει στην ιστορία ως ο δεύτερος πιο μακρόχρονος πρόεδρος της Τουρκίας, μόλις ένα έτος λιγότερο από την διακυβέρνηση του Κέμαλ Ατατούρκ.

Ο Ατατούρκ [3], «πατέρας των Τούρκων», ήταν ένας Οθωμανός στρατηγός που κατάργησε το χαλιφάτο το 1924 και εκσυγχρόνισε την Τουρκία με την βία κατά την δεκαετία του 1930. Κάτω από το μονοκομματικό του καθεστώς, ο Ατατούρκ σφυρηλάτησε ένα σύγχρονο έθνος-κράτος από τις στάχτες μιας καταρρακωμένης αυτοκρατορίας, οικοδόμησε μια σύγχρονη γραφειοκρατία, στήριξε την δημιουργία μιας τουρκικής αστικής τάξης, και έπεισε ένα μουσουλμανικό έθνος να επιτρέψει [να εισέλθει] Δυτική νεωτερικότητα στην ζωή του. Ο Ερντογάν επέκρινε αρχικά την συγκεντρωτική αναμόρφωση της Τουρκίας από τον Ατατούρκ, κατηγορώντας τον για το αλαζονικό ύφος της διακυβέρνησής του. Αλλά από το 2008, όταν ο Ερντογάν άρχισε να πρέπει να εξισορροπεί διάφορες παρατάξεις της γραφειοκρατίας, και ακόμη περισσότερο μετά το 2013, όταν οι Τούρκοι κατέβηκαν στις δημόσιες πλατείες για να διαμαρτυρηθούν για τις πολιτικές του, ο Ερντογάν υιοθέτησε εντυπωσιακά παρόμοιες μεθόδους. Κατά ειρωνικό τρόπο, ο πολιτικός από τον οποίον πρώτα προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί, είναι εκείνος που έχει καταλήξει να του μοιάζει περισσότερο.

ΝΕΟΣ ΤΟΥΡΚΟΣ

Ο Ερντογάν γεννήθηκε το 1954, 16 χρόνια μετά τον θάνατο του Ατατούρκ, στην Κασίμπασα, μια σκληρή συνοικία της Κωνσταντινούπολης με ανοιχτές αποχετεύσεις και λασπωμένους δρόμους, φημισμένη για τους πυροσβέστες της, τους πορτοφολάδες της και τους Ρομά μουσικούς της. Γιος του καπετάνιου του πορθμείου, ο Ερντογάν έβγαζε χαρτζιλίκι με την πώληση τουρκικών κουλουριών (bagels) τις ώρες που δεν σπούδαζε σε θρησκευτική σχολή. Στον δρόμο του προς το σπίτι, καθώς έπεφτε το σούρουπο στην Κωνσταντινούπολη, χρησιμοποιούσε το κατάστρωμα ενός φορτηγού πλοίου που ήταν αγκυροβολημένο στον Κεράτιο Κόλπο για να ασκηθεί στην απαγγελία του Κορανίου, κερδίζοντας επαίνους για την ρητορική του. Αλλά ο Ερντογάν έπαιζε επίσης ποδόσφαιρο, ονειρευόταν μια καριέρα στον αθλητισμό, και εξεγειρόταν εναντίον της πατριαρχίας: Οι συμπατριώτες του ισλαμιστές δεν ενέκριναν τα αθλητικά σορτς του, και ο πατέρας του τού ζήτησε να αποκτήσει μια κανονική δουλειά.

Ο Ερντογάν ήταν 15 ετών όταν, το 1969, ο κορυφαίος ισλαμιστής πολιτικός στην τουρκική ιστορία, ο Νετσμετίν Ερμπακάν, δημοσίευσε το μανιφέστο Millî Görüş (Εθνικό Όραμα). Ο Ερμπακάν κάλεσε την Τουρκία να διακόψει τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (τον πρόδρομο της ΕΕ) και να ευθυγραμμιστεί με τους πανισλαμιστές ηγέτες στο Μπαγκλαντές και το Πακιστάν και στον υπόλοιπο μουσουλμανικό κόσμο. Από την στιγμή που ο έφηβος Ερντογάν προσχώρησε στον κλάδο της νεολαίας του Εθνικού Κόμματος Σωτηρίας του Ερμπακάν, τα πολιτικά του ένστικτα διαμορφώθηκαν από αυτό το σκεπτικό. Το κίνημα του Ερμπακάν υποστήριξε τους μουντζαχεντίν στο Αφγανιστάν στον αγώνα τους εναντίον των Σοβιέτ, και την Ισλαμική Επανάσταση του Ρουχολάχ Χομεϊνί στο Ιράν. Σε πολιτικές συγκεντρώσεις, οι ηγέτες των κόμματος καταδίκαζαν αυτό που ονόμαζαν «νοοτροπία των σταυροφόρων της Δύσης» και περιέγραφαν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) ως τις σύγχρονες ενσαρκώσεις της. Ο Ερντογάν και οι ομοϊδεάτες του αντιτάχθηκαν στην απουσία ισλαμικών αναφορών στον δημόσιο τομέα: Κατά την άποψή τους, η κοσμική κυβέρνηση δεν άξιζε σεβασμό εφόσον δεν σεβόταν το Ισλάμ.

Το 1985, ο Ερντογάν είχε την ευκαιρία να αποδείξει τις οργανωτικές του ικανότητες σε πρεσβύτερους ισλαμιστές όταν κανόνισε έναν αγώνα πυγμαχίας με την ευκαιρία της επίσκεψης του Gulbuddin Hekmatyar, ηγέτη μιας ομάδας μουτζαχεντίν που υποστηρίχθηκε από την CIA, ο οποίος ήταν στην Τουρκία για να γιορτάσει την επιστροφή του Erbakan στην πολιτική, πέντε χρόνια μετά την απαγόρευση να συμμετέχει στην πολιτική ζωή. Ο Ερντογάν επίσης ευθυγραμμίστηκε με την τάξη των Naqshbandi Sufi στην Κωνσταντινούπολη, ένα επιβλητικό κίνημα που παρείχε τις θρησκευτικές διασυνδέσεις που θα βοηθούσαν την άνοδό του στην εξουσία. Τα χρόνια εκείνα, η δημοτική Αρχή της Κωνσταντινούπολης είχε προσλάβει τον Ερντογάν ως παίκτη στην ποδοσφαιρική ομάδα της, αλλά η απαγόρευση της ομάδας στις ισλαμικές γενειάδες τον ανάγκασε να παραιτηθεί. Μετά την ολοκλήρωση του υποχρεωτικού έτους στρατιωτικής θητείας του, ο Ερντογάν [4] εργάστηκε ως στέλεχος σε εργοστάσιο λουκάνικων˙ σύντομα, οι Ισλαμιστές τον κάλεσαν να εργαστεί με πλήρες ωράριο για το κόμμα του Ερμπακάν -που τώρα μεταμορφώθηκε σε Κόμμα Ευημερίας μετά την απαγόρευση των προηγούμενων εκδοχών του- και εκεί έβρισκε κεφάλαια από τα μέλη για να πληρώνουν τους μισθούς του. Ως ο επαρχιακός ηγέτης του κόμματος στην Κωνσταντινούπολη, ο Ερντογάν έκανε ομιλίες κατά της «φαύλης νέας παγκόσμιας τάξης», διαμαρτυρόταν για τον πόλεμο του Κόλπου, και υπερασπιζόταν την αιτία των ισλαμικών ανταρτικών ομάδων στον αλγερινό εμφύλιο πόλεμο.

Ο Ερντογάν ξεχώρισε από τους άλλους ισλαμιστές μέσω του υπολογισμένου ρεαλισμού του, οδηγώντας σε μια τεκτονική μετατόπιση της τουρκικής πολιτικής κατά την δεκαετία του 1990. «Δεν χρειαζόμαστε γενειοφόρους άντρες που είναι καλοί αφηγητές του Κορανίου˙ χρειαζόμαστε ανθρώπους που κάνουν σωστά την δουλειά τους», θα έλεγε αργότερα ο Ερντογάν. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, ο Ερντογάν δημιούργησε ένα δίκτυο εθελοντών που μπορούσε να τοποθετήσει σε μερικές ώρες δεκάδες χιλιάδες κομματικές αφίσες στους τοίχους και να διανείμει φυλλάδια σε ψηφοφόρους κατά τις πρωινές μετακινήσεις. Αυτά ήταν «τα άκρα των νεύρων», είπε, ικανά να στέλνουν σήματα από την διοίκηση του Κόμματος Ευημερίας στους ψηφοφόρους. Ο Ερντογάν χρησιμοποίησε επίσης μια άλλη αναλογία για να περιγράψει την οργάνωσή του: Ένας «τοίχος από τούβλα», προσεκτικά τοποθετημένα και δύσκολο να πέσει.

01062020-2.jpg

Ο Erdogan ως δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, το 1998. Reuters / Fatih Saribas / File Photo
----------------------------------------------------------------------

Αυτές οι προσπάθειες στην λαϊκή βάση απέδωσαν το 1994, όταν ο Ερντογάν εκλέχθηκε δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης. Έκανε τις δημόσιες μεταφορές δωρεάν κατά την διάρκεια ισλαμικών εορτών, απαγόρευσε το αλκοόλ στις δημοτικές εγκαταστάσεις και ήρε τους περιορισμούς την απασχόληση για τις γυναίκες που φορούσαν μαντίλες. Όταν ένας δημοσιογράφος τού ζήτησε να εξηγήσει την επιτυχία του, απάντησε: «Είμαι ο ιμάμης της Κωνσταντινούπολης». Οι μεγαλαυχίες του Ερντογάν ανησύχησαν τους κοσμικούς και τους στρατηγούς και η καριέρα του σύντομα αντιμετώπισε κινδύνους: Το 1998, το ανώτατο δικαστήριο της Τουρκίας έκλεισε το Κόμμα της Ευημερίας και μετά από μια φλογερή ομιλία σε μια συγκέντρωση, ο Ερντογάν κατηγορήθηκε για υποκίνηση μίσους και καταδικάστηκε σε δέκα μήνες φυλάκισης. Το νομικό στίγμα, το οποίο ο δικαστής σχεδίαζε ως τρόπο για να τερματίσει την καριέρα του [Ερντογάν], μεγιστοποίησε την δημοτικότητα του Ερντογάν, αφού οι θρησκευόμενοι Τούρκοι τον θεωρούσαν ως την φωνή τους, την οποία το κράτος θέλησε να σιωπήσει. Όταν βγήκε από την φυλακή, ο Ερντογάν ήταν έτοιμος να ακολουθήσει την πορεία προς την εξουσία.

Ήταν τότε που ο Ερντογάν μετακινήθηκε από την τοπική στην εθνική πολιτική, αψήφησε την απαγόρευση για τις πολιτικές του δραστηριότητες και ηγήθηκε μιας αποσχισθείσας ομάδας από το κόμμα του Ερμπακάν. (Εξήγησε το σχίσμα με τον μέντορά του επαναλαμβάνοντας ένα γνωμικό που αποδίδεται στον Αριστοτέλη: Ο Πλάτων είναι φίλος μου, αλλά η αλήθεια είναι ένας καλύτερος φίλος.) Το όχημα για τις φιλοδοξίες του Ερντογάν ήταν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης -γνωστό με την τουρκική συντομογραφία του, AKP [5]- το οποίο δημιούργησε το 2001. Στην συνέντευξη Τύπου όπου ανακοίνωσε το νέο κόμμα, ο Ερντογάν χαρακτήρισε τον εκδημοκρατισμό και τον πλουραλισμό ως τους ιδεολογικούς ακρογωνιαίους λίθους του. Το κίνημά του, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του, βασιζόταν στην κατανομή της εξουσίας: «Μια ομάδα στελεχών θα λειτουργεί το κόμμα και οι αποφάσεις δεν θα λαμβάνοντα υπό την σκιά ενός ηγέτη». Περιέγραψε τον δικό του ρόλο ως «επικεφαλής ορχήστρας», διακηρύσσοντας ότι «Ο Ερντογάν ίδρυσε το AKP με δύο άλλους βετεράνους του Κόμματος Ευημερίας, τον Αμπντουλάχ Γκιουλ και τον Μπουλέντ Αρίντς και η τρόικα έχει χάρισμα, υποστήριξη από την Ανατολιακή καρδιά της Τουρκίας, και μια νέα ιδέα: Ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και η προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας που προσφέρθηκε από την ΕΕ ήταν καλή για τους θεοσεβείς και ότι ο εκδημοκρατισμός ήταν προς το συμφέρον των συντηρητικών Τούρκων. «Συνηθίζαμε να βλέπουμε το τουρκικό κράτος ως έναν λεβιάθαν που καταπιέζει τους θρησκευόμενους και τους φτωχούς», υπενθυμίζει ο Arinc. «Τώρα η διαδικασία διαπραγμάτευσης της ΕΕ μάς έπεισε ότι το τουρκικό κράτος μπορεί να εκδημοκρατιστεί». Ο Ερντογάν σημείωσε επίσης ότι λόγω του αντιδημοκρατικού χαρακτήρα του τουρκικού κατεστημένου, το «συντηρητικό δημοκρατικό» κόμμα του θα μπορούσε να θεωρηθεί «αντι-κατεστημένο» χωρίς να αυτοαποκαλείται ισλαμικό κόμμα, αποκομίζοντας τα πλεονεκτήματα του καθεστώτος του outsider, διατηρώντας ταυτόχρονα μεγάλη ελκυστικότητα. Θα γινόταν μια νικηφόρα φόρμουλα για τα επόμενα χρόνια.

Το AKP κέρδισε τις εκλογές της Τουρκίας το 2002 με 34% των ψήφων˙ ο δεύτερος έλαβε 19%. Τα παλαιότερα συντηρητικά κόμματα είχαν επίσης κερδίσει μαζικά -το Δημοκρατικό Κόμμα το 1950, το Δικαιοσύνη το 1965 και το Πατρίδα το 1983- αλλά οι ηγέτες των κινημάτων αυτών τα πήγαν άσχημα μόλις ανέλαβαν την εξουσία. Τούρκοι στρατηγοί κρέμασαν έναν στην αγχόνη, απέπεμψαν άλλον έναν με πραξικόπημα και προσπάθησαν, ανεπιτυχώς, να κρατήσουν τον τρίτο μακριά από την εξουσία. Ο Ερντογάν ήταν αποφασισμένος να αποφύγει μια παρόμοια μοίρα. Το 2004, υποσχέθηκε να περιορίσει την μακρόχρονη κυριαρχία της στρατιωτικής υπεροχής στην πολιτική και υποβίβασε τον αρχηγό του τουρκικού Γενικού Επιτελείου, κάποτε έναν ημίθεο, σε δημόσιο υπάλληλο. Αυτές οι υποσχέσεις του κέρδισαν υποστήριξη από τους φιλελεύθερους. Αλλά η στρατιωτική κηδεμονία της Τουρκίας δεν αντικαταστάθηκε από την δημοκρατία˙ μάλλον, όπως έγραψαν οι μελετητές Simon Waldman και Emre Caliskan [6], έδωσε την θέση της κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2010 στην «κληρονομιά του AKP». «Αντί για πολιτική συναίνεση και πλουραλισμό», επισημαίνουν, «τα χρόνια του Ερντογάν … υπήρξαν πολλές φορές εξαιρετικά διχαστικά και αυταρχικά». Γύρω από εκείνο το διάστημα, ο Ερντογάν χώρισε τον δρόμο του από τους φιλελεύθερους και άρχισε να κινείται προς την κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης ενός προεδρικού συστήματος, το οποίο θα παρουσίαζε λιγότερα εμπόδια στην άσκηση της εξουσίας από αυτόν.

ΑΝΑΘΕΤΟΝΤΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΣΕ ΑΛΛΟΥΣ

Ο Ερντογάν, ο οποίος είναι ψηλός 1,82 μέτρα, περπατά με σίγουρο βήμα: Ο δεξιός του ώμος βλέπει προς τα εμπρός, ενώ ο αριστερός ώμος περιμένει πίσω. Το βάδισμα, γνωστό ως «παρέλαση Kasimpasali», [ονοματισμένο] από την γειτονιά του, χαρακτηρίζει τον άνθρωπο. Μετά από την φυλάκισή του, ο Ερντογάν αντιστάθηκε στις εκκλήσεις να γίνει ο Τούρκος Νέλσον Μαντέλα και αντ' αυτού καλλιέργησε την εικόνα ενός külhanbeyi, ενός σκληροτράχηλου που τριγύριζε στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης κατά την οθωμανική περίοδο. Με το να επικαλείται αυτή την εικόνα μπόρεσε να τονίσει την ταπεινή καταγωγή του και να εδραιώσει την θεοσεβή βάση του, τους στερούμενους από πολιτικά δικαιώματα ισλαμιστές που τον υποστήριξαν όχι για τον αντιληπτό ρεφορμισμό του αλλά για τις συντηρητικές αξίες που υπερασπίστηκε από νωρίς στην καριέρα του.

«Στην καρδιά κάθε Τούρκου πολίτη βρίσκεται η επιθυμία να γίνει πρόεδρος», είπε κάποτε ο Suleyman Demirel, ένα φτωχό αγόρι βοσκός που εκπλήρωσε την επιθυμία του το 1993. Η άνοδος του Ερντογάν, όπως και του Demirel, είναι ένα εμπνευσμένο παράδειγμα κινητικότητας προς τα πάνω. Ωστόσο, όπως και με τις περισσότερες καλές ιστορίες ενηλικίωσης, ο ήρωας στην ιστορία του Ερντογάν έχει ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα: Την ευπάθεια. Στην παράδοση των αδικημένων συντηρητικών πολιτικών πριν από αυτόν, ο Ερντογάν έχει παρουσιάσει τον εαυτό του ως επισφαλή ηγέτη ο οποίος πρέπει να τύχει υπεράσπισης. Το 2006, όταν λιποθύμησε στο αυτοκίνητό του μετά από πτώση αρτηριακής πίεσης, οι πανικοβλημένοι σύμβουλοι έσπευσαν να βοηθήσουν αλλά η θωρακισμένη Mercedes κλείδωσε αυτόματα τις πόρτες της. Οι φρουροί έπρεπε να σπάσουν το παρμπρίζ με σφυριά για να τον διασώσουν. Το επεισόδιο μόνο πρόσθεσε στον μύθο ενός αδικημένου ανθρώπου, προδομένο από εκείνους που είναι κοντύτερα σε αυτόν.

01062020-3.jpg

Ο Ερντογάν σε συγκέντρωση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, τον Μάρτιο του 2019. Xinhua / Eyevine / Redux
----------------------------------------------------------

Ωστόσο, ο Ερντογάν επίσης άλλαξε την αυτο-παρουσίασή του με την πάροδο του χρόνου από αντιδυτικός ισλαμιστής σε συντηρητικός δημοκράτης. Όπως έγραψε ο Τούρκος δημοσιογράφος Rusen Cakir, ο Ερντογάν, όταν μετακινήθηκε από την τοπική στην εθνική πολιτική στα τέλη της δεκαετίας του 1990, «δεν ήταν άνετος με την ονομασία του ‘φιλελεύθερου’, την οποία θεωρούσε ως βρισιά», αλλά επειδή είχε περιθωριοποιηθεί από την παλιά φρουρά, οι φιλελεύθεροι τον θεωρούσαν ως μια γέφυρα μεταξύ του κατεστημένου και της «οργανωτικής ισχύος και της δυναμικής εκλογικής βάσης των ισλαμιστών». Για να υλοποιήσει το όραμά του για ένα ισλαμικό κίνημα συμβατό με την παγκόσμια τάξη, το AKP προσχώρησε στην Συμμαχία των Συντηρητικών και των Μεταρρυθμιστών στην Ευρώπη, ένα πανευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα που στοχεύει στη μεταρρύθμιση και όχι στην απόρριψη της ΕΕ. Πίσω στην πατρίδα, το AKP ανέπτυξε μια στρατηγική σχηματισμού συμμαχιών για τον έλεγχο του τουρκικού κράτους. Κατά την άσκηση της εξουσίας του, ο Ερντογάν εργάστηκε και με ικανούς γραφειοκράτες και με ισλαμιστές με πολιτικές φιλοδοξίες αλλά με λίγη τεχνική τεχνογνωσία. «Άλλα κόμματα έχουν ψηφοφόρους», είχε περίφημα δηλώσει ο δάσκαλός του, ο Erbakan. «Εμείς έχουμε πιστούς». Η πρόκληση για τον Ερντογάν ήταν να διατηρήσει τους πιστούς, ακόμη και όταν πίεζε για μεταρρυθμίσεις της αγοράς και ένταξη στην ΕΕ.

Αλλά εκεί υπάρχει ένα πρόβλημα. Ο Ερντογάν δεν είχε στελέχη για να γεμίσει την κρατική γραφειοκρατία. Οι ικανοί υπάλληλοι ανήκαν κυρίως σε άλλα πολιτικά στρατόπεδα. Παρόλο που οι Ισλαμιστές γραφειοκράτες έτειναν να είναι ειδικευμένοι στην παροχή υπηρεσιών δημόσιας υγείας και μεταφορών, δεν έδειξαν πολύ ενδιαφέρον για την εκπαίδευση, την αστυνόμευση ή την υπηρεσία πληροφοριών. Και έτσι ο Ερντογάν αναβίωσε την οθωμανική παράδοση της έμμεσης διακυβέρνησης. Ανέθεσε εξωτερικά τις διάφορες συνιστώσες του κράτους -το δικαστικό σώμα, την αστυνομία και τον στρατό- σε διαφορετικούς παίκτες ισχύος. Μεταξύ του 2003 και του 2013, οι παλαιάς κοπής γραφειοκράτες που αντιτίθεντο στην ατζέντα του ΑΚΡ υπέρ της παγκοσμιοποίησης αντικαταστάθηκαν στο Υπουργείο Εξωτερικών και στο δικαστικό σώμα από φιλόδοξα νέα στελέχη. Οι περισσότεροι είχαν παρελθόν στο δίκτυο των θρησκευτικών σχολών που οργάνωσε ο Fethullah Gulen, ένας ισλαμιστής ιεροκήρυκας που ζει στην εξορία στην Πενσυλβάνια από το 1999, αφότου κατηγορήθηκε ότι επεδίωκε να υπονομεύσει την κοσμική τάξη της Τουρκίας. Οι γκιουλενιστές διείσδυσαν επίσης στην αστυνομία και τον στρατό.

Αλλά η εξωτερική ανάθεση της εξουσίας ήρθε με το κόστος της απώλειας του ελέγχου. Όπως οι Οθωμανοί σουλτάνοι, παντοδύναμοι στα παλάτια τους αλλά κυβερνώντας στο έλεος των τοπικών φεουδαρχών, ο Ερντογάν είδε την αποκεντρωμένη εξουσία του να είναι ανοικτή σε σφετερισμό. Στον στρατό, κοσμικοί, εθνικιστές στρατηγοί παραιτήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την ανάληψη της πολιτικής διοίκησης από τους γκιουλενιστές [7]. Εκείνοι που δεν παραιτήθηκαν εκκαθαρίστηκαν σε μαζικές δίκες το 2008 και το 2010˙ ορισμένοι έλαβαν ποινές ισόβιας κάθειρξης. Στο δικαστικό σώμα, οι νέοι εισαγγελείς και δικαστές που υποστήριξαν την εκκαθάριση προωθήθηκαν γύρω στο 2010 και το 2012. Ο Τύπος ενέκρινε: Μια φιλελεύθερη εφημερίδα, που έκτοτε χρεοκόπησε, συνέκρινε τις διώξεις με τις δίκες της Νυρεμβέργης. Αλλά οι εθνικιστές Τούρκοι ήταν θυμωμένοι και το AKP έχασε τις ψήφους τους στην Ανατολία. Για να ξανακερδίσει τον έλεγχο, ο Ερντογάν τα έσπασε με τους γκουλενιστές, κόβοντας την υποστήριξή του προς τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και εκκαθαρίζοντας τα μέλη τους από την [κρατική] γραφειοκρατία.

Στην εξωτερική πολιτική, ένας άλλος τομέας στον οποίο τα στελέχη του στερούνται εμπειρογνωμοσύνη, ο Ερντογάν παρέδωσε τα ηνία στον Αχμέτ Νταβούτογλου, ακαδημαϊκό των Διεθνών Σχέσεων, ο οποίος συχνά χαρακτηρίστηκε ως «ο Τούρκος Χένρι Κίσινγκερ», και τον ονόμασε Υπουργό Εξωτερικών το 2009. Οι Υπουργοί Εξωτερικών του ΑΚΡ που προηγήθηκαν του Νταβούτογλου είχαν διατηρήσει το τουρκικό δόγμα της εξωτερικής πολιτικής που επικεντρώνεται στην Δύση. Ως μέλος του NATO, σύμμαχος των ΗΠΑ και υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ από το 1999, η Τουρκία είχε διατηρήσει την απόστασή της από την Κίνα, το Ιράν και την Ρωσία. Τώρα, ο διοπτροφόρος καθηγητής πρότεινε μια διαφορετική πορεία. Η Τουρκία ήταν ο κληρονόμος του οθωμανικού χαλιφάτου, έγραψε ο Νταβούτογλου, και έπρεπε να μετακινηθεί από ένα «κράτος πτέρυγας» της Δύσης σε ένα «κράτος άξονα». Εκμεταλλευόμενη την θέση της στην διασταύρωση της Μαύρης Θάλασσας, του Καυκάσου, της Μέσης Ανατολής και της Ευρώπης, ήταν έτοιμη να ηγηθεί των ισλαμικών εθνών.

Ο Ερντογάν απολάμβανε αυτές τις μεγαλοπρεπείς φιλοδοξίες και, καθώς ξεδιπλωνόταν η Αραβική Άνοιξη, η Τουρκία έστρεψε το βλέμμα της στην Συρία, όπου ήλπιζε για μια αλλαγή καθεστώτος που υποκίνησε ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός, και στην Αίγυπτο, όπου έβαλε όλα τα στοιχήματά της στη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Το δόγμα Νταβούτογλου επέτρεψε στον Ερντογάν να επανεφεύρει τον εαυτό του ως παγκόσμιο ισλαμικό ηγέτη, κάποιον που θα μπορούσε να βελτιώσει το σύνολο των Μουσουλμάνων όχι μόνο στην Τουρκία αλλά και αλλού. «Πιστέψτε με, το Σεράγεβο κέρδισε σήμερα όσο και η Κωνσταντινούπολη», δήλωσε μετά την τρίτη θητεία του ως πρωθυπουργού το 2011. «Η Βηρυτός κέρδισε τόσο πολύ όσο η Σμύρνη. Η Δαμασκός κέρδισε τόσο πολύ όσο η Άγκυρα. Η Ραμάλα, η Ναμπού, η Τζενίν, η Δυτική Όχθη, η Ιερουσαλήμ κέρδισαν τόσο όσο και το Ντιγιαρμπακίρ».

Δύο γεγονότα κατέστρεψαν αυτά τα όνειρα. Το πρώτο ήταν το ξήλωμα της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν [8] στη Μέση Ανατολή. Στην Αίγυπτο, ο πρόεδρος Μοχάμεντ Μόρσι και άλλοι ηγέτες της Μουσουλμανικής Αδελφότητας αρνήθηκαν την έκκληση του Ερντογάν να δουν την κοσμική Τουρκία ως «μοντέλο δημοκρατίας» και αφότου ο Μόρσι ανατράπηκε από ένα πραξικόπημα, οι ελπίδες του Ερντογάν για μια κοσμική έκδοση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην περιοχή άρχισε να μοιάζει με φαντασία. Στην Συρία, οι Κούρδοι σχημάτισαν μια αποσχισθείσα περιοχή στο βόρειο τμήμα της χώρας, οδηγώντας τους Κούρδους της Τουρκίας, οι οποίοι από καιρό επεδίωκαν ένα ξεχωριστό κράτος, να απομακρυνθούν από την τρέχουσα ειρηνευτική διαδικασία με την κεντρική κυβέρνηση. Το δεύτερο γεγονός ήταν μια εγχώρια εξέγερση. Το 2013, εκατομμύρια αριστεροί και υπέρμαχοι του περιβάλλοντος διαδήλωσαν στο πάρκο Gezi της Κωνσταντινούπολης και στις πλατείες των πόλεων της Τουρκίας. Τότε, ο Ερντογάν, έχοντας χάσει την υποστήριξη των γκιουλενιστών, των Κούρδων και των φιλελευθέρων, στράφηκε προς τους Τούρκους εθνικιστές για να παραμείνει στην εξουσία. Τώρα μιλούσε με θαυμασμό για τον Ατατούρκ και την πολιτική του, περιέγραψε τους δικούς του επικριτές ως «δημαγωγούς» και ισχυρίστηκε ότι η Τουρκία ήταν πολιορκημένη από την Δύση.

01062020-4.jpg

Διαδηλωτές κατά την διάρκεια των διαμαρτυριών στο Gezi, τον Ιούλιο του 2013. Reuters / Umit Bektas / File Photo
------------------------------------------------------------------

Οι διαμαρτυρίες του [πάρκου] Gezi και η απομόνωση της Άγκυρας στη Μέση Ανατολή αναστάτωσαν τον ηγέτη ο οποίος, όπως γράφει ο μελετητής Soner Cagaptay στο βιβλίο «Η Αυτοκρατορία του Ερντογάν», «ήταν ειδήμων στο να διαβάζει το παγκόσμιο zeitgeist [στμ: το πνεύμα της εποχής] και να ανταποκρίνεται σε αυτό με μια πανουργία εκτελεστικού στελέχους των δημοσίων σχέσεων». Το 2014, ο Νταβούτογλου έγινε πρωθυπουργός, αλλά σύντομα οι θερμές σχέσεις του με τους ηγέτες άλλων ευρωπαϊκών κρατών εξόργισαν τον Ερντογάν, ο οποίος τον θεωρούσε τώρα αμφισβητία της εξουσίας του. Τον Μάιο του 2016, ο Ερντογάν τον ανάγκασε να παραιτηθεί και τον αντικατέστησε με έναν χαμηλού προφίλ εντολοδόχο. Ωστόσο, ακόμη και όταν το προεδρικό μέγαρο μεταφέρθηκε στο κέντρο της τουρκικής πολιτικής, ο Ερντογάν αγωνίστηκε για [να έχει τον] έλεγχο. Λιγότερο από δύο μήνες μετά την αποπομπή του Νταβούτογλου, δυσαρεστημένα στελέχη των γκιουλενιστών στον στρατό πραγματοποίησαν ένα αποτυχημένο πραξικόπημα [7], στο οποίο σκοτώθηκαν 250 άνθρωποι. Καθώς τα μαχητικά αεροσκάφη βομβάρδιζαν το κοινοβούλιο, ο Ερντογάν εμφανίστηκε στο CNN Turk μέσω του FaceTime και ζήτησε από τους Τούρκους να υπερασπιστούν την δημοκρατία πολεμώντας τους στρατιώτες στις δημόσιες πλατείες.

Το αποτυχημένο πραξικόπημα έδωσε στον Ερντογάν μια ακόμη δικαιολογία για να συγκεντρώσει την εξουσία. Αναγγέλλοντας κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ο Ερντογάν ανέστειλε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, φυλάκισε δεκάδες χιλιάδες δημόσιους υπαλλήλους, έκλεισε περισσότερα από 100 μέσα μαζικής ενημέρωσης και ακύρωσε τα διαβατήρια 50.000 Τούρκων που ήταν ύποπτοι για διασυνδέσεις με γκιουλενιστές ώστε να τους αποτρέψει να φύγουν από την χώρα. Ήταν σε αυτή την ατμόσφαιρα του χάους και του φόβου που οι Τούρκοι ψήφισαν σε ένα δημοψήφισμα το 2017 για να υιοθετήσουν το προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης. Μόνο ο Ερντογάν θα μπορούσε να επαναφέρει την Τουρκία στην τάξη κατά την διάρκεια αυτού του «νέου πολέμου ανεξαρτησίας», υποστήριξε [ο ίδιος]˙ μερικά κόμματα της αντιπολίτευσης, ισχυρίστηκε, ήταν σύμμαχοι του εχθρού. Μια τέτοια πολωτική ρητορική φαινόταν αναχρονιστική έναν αιώνα μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά ως πολιτική στρατηγική λειτούργησε, επιτρέποντας τις ψήφους [υπέρ] του Ερντογάν να φτάσουν το 53% στις προεδρικές εκλογές το 2018. Και πάλι, όμως, ο Ερντογάν βρισκόταν στο έλεος ενός άλλου πολιτικού κινήματος, αυτή την φορά όχι των γκιουλενιστών αλλά του ακροδεξιού Κόμματος του Εθνικιστικού Κινήματος [9], με το οποίο σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού. Ενεργώντας έτσι, ο Ερντογάν ανησύχησε τους συναδέλφους του ισλαμιστές με το να δώσει βασικές θέσεις της γραφειοκρατίας στον κύριο αντίπαλό τους στην δεξιά.

ΑΥΞΑΝΟΜΕΝΗ ΔΥΣΑΡΕΣΚΕΙΑ

Ο Akif Beki, ένας ψηλός και κομψά ντυμένος πολιτικός δρων με εμφάνιση κινηματογραφικού αστέρα, ήταν ο επικεφαλής σύμβουλος και εκπρόσωπος του Ερντογάν από το 2005 έως το 2009. Σήμερα μιλά επικριτικά για το πρώην αφεντικό του και την ομάδα του. «Οι μηχανισμοί ανατροφοδότησης των πρώτων χρόνων του ΑΚΡ δεν λειτουργούν πλέον», μου είπε ο Beki νωρίτερα φέτος. «Οι παλιές ευαισθησίες του κόμματος εξαφανίστηκαν. Αντί να διεξάγει διάλογο με τους ψηφοφόρους, το AKP επιμένει σε έναν μονόδρομο προπαγανδιστικού μονολόγου. Αντί να αντιμετωπίζει προβλήματα, τα αποκρύπτει».

Οι δυσαρεστημένοι πρώην σύμμαχοι όπως ο Μπεκί είναι σαν χαλίκια στο παπούτσι του Ερντογάν. Ο Ερντογάν αντέχει να αγνοήσει τους κομμουνιστές και τους υπέρμαχους του περιβάλλοντος, οι οποίοι συγκεντρώνουν λίγη υποστήριξη στην κάλπη, αλλά οι απογοητευμένοι ισλαμιστές, οι οποίοι έχουν μιλήσει για τον σχηματισμό ενός νέου κόμματος, αποτελούν πρόκληση για την βασιλεία του ΑΚΡ. Πρόσφατα, δύο από τα τρία ιδρυτικά μέλη του AKP ύψωσαν τις φωνές τους εναντίον της αυταρχικής πολιτικής του Ερντογάν: Ο Arinc αποκήρυξε έντονα τον πολωτικό τόνο του κόμματος και ο Γκιουλ έφτασε κοντά στο να κατέβει ως αντίπαλος υποψήφιος στις εκλογές του 2018. Ο Davutoglu, από την πλευρά του, δημοσίευσε ένα μανιφέστο στο Facebook με το οποίο αντιτίθεται στο προεδρικό σύστημα.

Η ανησυχητική κατάσταση της οικονομίας της Τουρκίας είναι ένα πιο απειλητικό πρόβλημα. Το περασμένο έτος, η τουρκική λίρα έχασε το 28% της αξίας της και φέτος οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 30%. Από τον Ιούλιο του 2018 έως τον Ιούλιο του 2019, το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε κατά 4%, διογκώνοντας τις τάξεις των ανέργων Τούρκων από 3,2 εκατομμύρια σε 4,5 εκατομμύρια. Περαιτέρω επιδεινωτική για τους Τούρκους είναι η αύξηση του αριθμού των Σύρων προσφύγων που ζουν στην Τουρκία [10] (πάνω από 3,6 εκατομμύρια, τον Ιούνιο του 2019). Επομένως, αποτέλεσε ελάχιστη έκπληξη το γεγονός ότι στις δημοτικές εκλογές που διεξήχθησαν τον Μάρτιο και τον Ιούνιο, το AKP είδε το μερίδιο των ψήφων του να μειώνεται δραματικά σε πολλές πόλεις, συμπεριλαμβανομένης της πρωτεύουσας, της Άγκυρας.

Παρά τις ρωγμές αυτές, ο «τούβλινος τοίχος» που έχει υπομονετικά χτίσει ο Ερντογάν παραμένει άθικτος. Το AKP έχει περίπου 11 εκατομμύρια κομματικά μέλη, δέκα φορές περισσότερα από το Δημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα, το κόμμα που ίδρυσε ο Ατατούρκ το 1923. Η ευθυγράμμιση με το AKP σήμερα ανοίγει ευκαιρίες σταδιοδρομίας για Τούρκους από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, περίπου όπως έκανε η ευθυγράμμιση με το κόμμα του Ατατούρκ την δεκαετία του 1930.

Πρόσφατα, σαν για να βοηθήσει τους μελλοντικούς βιογράφους του, ο Ερντογάν χώρισε σε περιόδους την βασιλεία του. Σε μια τηλεοπτική συνέντευξη, αοκάλεσε τα ισλαμιστικά του χρόνια, στο Κόμμα Ευημερίας και ως δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, ως «μαθητεία». Ο χρόνος του ως μεταρρυθμιστής πρωθυπουργός ήταν η «εργασία». Αλλά είναι τα χρόνια του στην Προεδρία που, σύμφωνα με την άποψη του Ερντογάν, αξίζουν τον προνομιακό τίτλο της «κυριαρχίας». Τώρα, στα 65 του ο Ερντογάν κυβερνά με ελάχιστο διαχωρισμό των εξουσιών˙ αυτό ήταν αναπόφευκτο, πιστεύει, μετά την πολύ δημόσια προδοσία πρώην συμμάχων. Στο προεδρικό μέγαρο, οι οθόνες πλάσματος εντοπίζουν ποιές ειδήσεις διαβάζονται περισσότερο στην χώρα, απαιτώντας από τους ειδικούς να αντιμετωπίσουν τα σαν χιονοστιβάδα προβλήματα για τα οποία ενδιαφέρονται οι άνθρωποι, αλλά μερικές δεκάδες αξιωματούχοι δύσκολα είναι επαρκείς για ένα έθνος 82 εκατομμυρίων. Για σχεδόν έναν αιώνα, οι εκλεγμένοι Υπουργοί αντιμετώπισαν τις ανησυχίες των ψηφοφόρων τους˙ σήμερα, διορισμένα μέλη επιτροπών που ειδικεύονται στην εκπαίδευση, τον πολιτισμό και την τεχνολογία έχουν αναλάβει την ευθύνη της ανάπτυξης πολιτικής. Μια κορπορατική οικονομία και μια κουλτούρα ευνοιοκρατίας στην πολιτική, στα μέσα ενημέρωσης και στον δημόσιο τομέα διευρύνονται. Ο πλειοψηφισμός καθορίζει όλο και περισσότερο την εγχώρια πολιτική. Κατά την άποψη του ΑΚΡ, αυτές οι τακτικές ελέγχου είναι απαραίτητες για την διατήρηση σε τάξη μιας πολυεθνικής και πολωμένης χώρας. Αλλά στην πραγματικότητα εμβαθύνουν τις συστημικές αποτυχίες της τουρκικής δημοκρατίας: Την αδυναμία των θεσμών, την έλλειψη ελέγχου από τον Τύπο και τον αδυσώπητο ρυθμό των πολιτιστικών μεταβολών κατά τον περασμένο αιώνα. Αντί να επιλύσει αυτά τα προβλήματα, το AKP έχει επιλέξει να θυματοποιηθεί από αυτά.

Παρά τις προκλήσεις αυτές, η κοινωνία των πολιτών της Τουρκίας παραμένει ισχυρή. Η Τουρκία έχει 52 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Τα τελευταία χρόνια, πρωτοβουλίες που εστιάζουν στην ασφάλεια της καταμέτρησης των ψηφοδελτίων, στον έλεγχο των ειδήσεων των μέσων μαζικής ενημέρωσης, στα δικαιώματα των LGBTQ και στην βία κατά των γυναικών, έχουν αποκτήσει βαρύτητα. Όπως έχει σημειώσει ο Τούρκος συγγραφέας Ορχάν Παμούκ: «Μόλις μια χώρα γίνει υπερβολικά πλούσια και πολύπλοκη, ο ηγέτης μπορεί να θεωρήσει τον εαυτό του υπερβολικά ισχυρό, αλλά τα άτομα επίσης αισθάνονται ισχυρά». Η μεγάλη πρόκληση για τον Ερντογάν κατά την επόμενη δεκαετία, καθώς ο ατομικισμός μεγαλώνει στην Τουρκία και ο ισλαμοφοβικός λαϊκισμός αυξάνεται στην Ευρώπη, θα είναι να πείσει τους ψηφοφόρους ότι το δικό του μείγμα θυμού και υπομονής εξακολουθεί να είναι ένα μοντέλο που αξίζει να ακολουθηθεί, ότι η ιστορία του μπορεί να συνεχίσει να εμπνέει, και ότι μόνο η ασυναγώνιστη ικανότητά του μπορεί να οδηγήσει την Τουρκία στην ασφάλεια. Ο Ερντογάν, χωρίς αμφιβολία, θα κάνει ό, τι είναι δυνατόν για να επιτύχει σε αυτό το δύσκολο έργο.

*Το δοκίμιο αυτό έχει δημοσιευθεί στην έντυπη έκδοση του Foreign Affairs The Hellenic Edition, στο τεύχος 62 (Φεβρουάριος – Μάρτιος 2020).

Copyright © 2019 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2019-08-12/erdogans-way

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Under-Shadow-Revolution-Modern-Turkey/dp/1784534579
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2019-07-09/why-turkey-tur...
[3] https://www.aljazeera.com/indepth/features/ataturks-legacy-debated-80-ye...
[4] http://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2014-08-12/president-erdogan
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2019-01-10/turkeys-bid-re...
[6] https://www.amazon.com/New-Turkey-Its-Discontents/dp/0190668377
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2016-08-02/roots-gulenist...
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2017-07-05/turkeys-patchw...
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2018-06-25/erdogan-wins-r...
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2016-05-24/can-turkey-ass...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition